ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Τι απαντά το υπουργείο Δικαιοσύνης για τις αλλαγές στο άρθρο για τον βιασμό
Υπό την πίεση των αντιδράσεων για την αλλαγή που προωθείται στο νέο Ποινικό Κώδικα για το άρθρο που αφορά τον βιασμό
Υπό την πίεση των αντιδράσεων για την αλλαγή που προωθείται στο νέο Ποινικό Κώδικα για το άρθρο που αφορά τον βιασμό, το υπουργείο Δικαιοσύνης εξέδωσε το απόγευμα της Τετάρτης ανακοίνωση διευκρινίζοντας ότι πλέον σε κάθε περίπτωση οι ποινές θα είναι εκτιτέες.
Ωστόσο, από την άλλη, η Διεθνής Αμνηστία χαρακτήρισε απαράδεκτο το άρθρο που εμπεριέχει τον νομικό ορισμό του βιασμού στο νέο Ποινικό Κώδικα, επισημαίνοντας ότι δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για το σαβρό αυτό έγκλημα.
Ειδικότερα το υπουργείο Δικαιοσύνης διευκρινίζει ότι:
Ι) Τιμωρούνται ως κακουργήματα, με ποινή κάθειρξης, δηλαδή με ποινή από 5 έως 15 έτη, οι περιπτώσεις που
α) Ασκείται σωματική βία κατά του θύματος (άρθρο 336 παρ. 1). Ως σωματική βία θεωρείται και η περιαγωγή του θύματος σε κατάσταση αναισθησίας ή ανικανότητας για αντίσταση με υπνωτικά ή ναρκωτικά ή άλλα ανάλογα μέσα,
β) Ασκείται ψυχολογική βία κατά του θύματος, μέσω της έκφρασης απειλής σοβαρού και άμεσου κινδύνου για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα (άρθρο 336 παρ. 1),
ΙΙ) Όταν στο θύμα ασκείται ψυχολογική βία χαμηλότερης έντασης, όταν δηλ. απειλείται με άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη και εξαναγκάζεται έτσι σε γενετήσια πράξη με τον δράστη, τότε επιβάλλεται ποινή από 3 έως 5 έτη.
Σήμερα, η απειλή οποιασδήποτε παράνομης πράξης δεν περιγράφεται στο έγκλημα ως το αποκλειστικό στοιχείο που πρέπει να αναζητείται για την επιβολή τιμωρίας στο δράστη. Έτσι, η νομολογία περιπτωσιολογικά αναζητούσε όχι οποιαδήποτε απειλή, αλλά επιπρόσθετα το στοιχείο του να είναι «άμεση» και «σπουδαία», καθώς και το στοιχείο του να στρέφεται κατά «ουσιώδους δικαιώματος» του δράστη, περιορίζοντας έτσι το πεδίο εφαρμογής του εγκλήματος. Με το σχέδιο νέου Ποινικού Κώδικα δεν απαιτείται η αναζήτηση τόσων αξιολογικών και δυσαπόδεικτων στοιχείων, αλλά αρκεί μόνη η απειλή παράνομης πράξης για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος.
ΙΙΙ) Τιμωρείται ως κακούργημα, με ποινή κάθειρξης έως 10 ετών, η περίπτωση που το θύμα «παγώνει», όταν αντιμετωπίζει το δράστη του εγκλήματος, εξαιτίας παροδικής εξ αυτού του λόγου ανικανότητάς του να αντισταθεί (άρθρο 338 παρ. 1).
ΙV) Τιμωρείται με φυλάκιση από 2 έως 5 έτη και χρηματική ποινή η περίπτωση που κάποιος υποχρεώνεται σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης, με κατάχρηση σχέσης εργασιακής εξάρτησης οποιασδήποτε φύσης, δηλαδή σε κάθε εργασιακό χώρο, (άρθρο 343 περ. α) ). Σήμερα η περίπτωση αυτή τιμωρείται με φυλάκιση από 1 έτος έως 5 έτη και δεν αφορά παρά τις περιπτώσεις εξαναγκασμού από δημόσιο υπάλληλο προσώπου που εξαρτάται από αυτόν υπηρεσιακά.
Για όλες τις παραπάνω πράξεις προβλέπεται ότι αν έχουν τελεστεί με ιδιαίτερη σκληρότητα ή κατά θύματος που δεν μπορούσε να προστατεύσει τον εαυτό του επιβάλλεται βαρύτερη ποινή (άρθρο 79 παρ. 5). Σε κάθε περίπτωση, για όλα τα παραπάνω, επισημαίνεται ότι με το νέο σύστημα ποινών οι επιβαλλόμενες άνω των 3 ετών ποινές είναι σε κάθε περίπτωση εκτιτέες, ενώ με το προϊσχύσαν καθεστώς στις περιπτώσεις αυτές μπορούσε να χορηγηθεί αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή μετατροπή της σε χρηματική ποινή. Η προστασία αυτών των αγαθών και η επιδιωκόμενη επιβολή του σεβασμού τους, σαφώς, είναι αυξημένη.
Ωστόσο, από την άλλη, η Διεθνής Αμνηστία χαρακτήρισε απαράδεκτο το άρθρο που εμπεριέχει τον νομικό ορισμό του βιασμού στο νέο Ποινικό Κώδικα, επισημαίνοντας ότι δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για το σαβρό αυτό έγκλημα.
Ειδικότερα το υπουργείο Δικαιοσύνης διευκρινίζει ότι:
Ι) Τιμωρούνται ως κακουργήματα, με ποινή κάθειρξης, δηλαδή με ποινή από 5 έως 15 έτη, οι περιπτώσεις που
α) Ασκείται σωματική βία κατά του θύματος (άρθρο 336 παρ. 1). Ως σωματική βία θεωρείται και η περιαγωγή του θύματος σε κατάσταση αναισθησίας ή ανικανότητας για αντίσταση με υπνωτικά ή ναρκωτικά ή άλλα ανάλογα μέσα,
β) Ασκείται ψυχολογική βία κατά του θύματος, μέσω της έκφρασης απειλής σοβαρού και άμεσου κινδύνου για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα (άρθρο 336 παρ. 1),
ΙΙ) Όταν στο θύμα ασκείται ψυχολογική βία χαμηλότερης έντασης, όταν δηλ. απειλείται με άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη και εξαναγκάζεται έτσι σε γενετήσια πράξη με τον δράστη, τότε επιβάλλεται ποινή από 3 έως 5 έτη.
Σήμερα, η απειλή οποιασδήποτε παράνομης πράξης δεν περιγράφεται στο έγκλημα ως το αποκλειστικό στοιχείο που πρέπει να αναζητείται για την επιβολή τιμωρίας στο δράστη. Έτσι, η νομολογία περιπτωσιολογικά αναζητούσε όχι οποιαδήποτε απειλή, αλλά επιπρόσθετα το στοιχείο του να είναι «άμεση» και «σπουδαία», καθώς και το στοιχείο του να στρέφεται κατά «ουσιώδους δικαιώματος» του δράστη, περιορίζοντας έτσι το πεδίο εφαρμογής του εγκλήματος. Με το σχέδιο νέου Ποινικού Κώδικα δεν απαιτείται η αναζήτηση τόσων αξιολογικών και δυσαπόδεικτων στοιχείων, αλλά αρκεί μόνη η απειλή παράνομης πράξης για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος.
ΙΙΙ) Τιμωρείται ως κακούργημα, με ποινή κάθειρξης έως 10 ετών, η περίπτωση που το θύμα «παγώνει», όταν αντιμετωπίζει το δράστη του εγκλήματος, εξαιτίας παροδικής εξ αυτού του λόγου ανικανότητάς του να αντισταθεί (άρθρο 338 παρ. 1).
ΙV) Τιμωρείται με φυλάκιση από 2 έως 5 έτη και χρηματική ποινή η περίπτωση που κάποιος υποχρεώνεται σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης, με κατάχρηση σχέσης εργασιακής εξάρτησης οποιασδήποτε φύσης, δηλαδή σε κάθε εργασιακό χώρο, (άρθρο 343 περ. α) ). Σήμερα η περίπτωση αυτή τιμωρείται με φυλάκιση από 1 έτος έως 5 έτη και δεν αφορά παρά τις περιπτώσεις εξαναγκασμού από δημόσιο υπάλληλο προσώπου που εξαρτάται από αυτόν υπηρεσιακά.
Για όλες τις παραπάνω πράξεις προβλέπεται ότι αν έχουν τελεστεί με ιδιαίτερη σκληρότητα ή κατά θύματος που δεν μπορούσε να προστατεύσει τον εαυτό του επιβάλλεται βαρύτερη ποινή (άρθρο 79 παρ. 5). Σε κάθε περίπτωση, για όλα τα παραπάνω, επισημαίνεται ότι με το νέο σύστημα ποινών οι επιβαλλόμενες άνω των 3 ετών ποινές είναι σε κάθε περίπτωση εκτιτέες, ενώ με το προϊσχύσαν καθεστώς στις περιπτώσεις αυτές μπορούσε να χορηγηθεί αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή μετατροπή της σε χρηματική ποινή. Η προστασία αυτών των αγαθών και η επιδιωκόμενη επιβολή του σεβασμού τους, σαφώς, είναι αυξημένη.