ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Eπιτελικό κράτος - μέρος δεύτερο: Nομοσχέδιο ισχυροποιεί την Τοπική Αυτοδιοίκηση
Στα σκαριά βρίσκεται το δεύτερο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για το λεγόμενο «επιτελικό κράτος», που αναμένεται να φέρει μια μικρή επανάσταση στον τρόπο που λειτουργεί εδώ και δεκαετίες η Δημόσια Διοίκηση στη χώρα μας. Συγκεκριμένα, αν και η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία βρίσκεται σε επίπεδο σχεδιασμού ακόμη, στόχος είναι το 80% των αποφάσεων που λαμβάνονται μέχρι τώρα σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης (Μέγαρο Μαξίμου, υπουργεία, γενικές γραμματείες κ.λπ.) να μεταφερθεί στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Έτσι, το κεντρικό κράτος θα αποκτήσει έναν πραγματικά επιτελικό χαρακτήρα και θα αποκεντρώσει το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι των αρμοδιοτήτων του στην Αυτοδιοίκηση.
Οι αδειοδοτήσεις, για παράδειγμα, θα δίνονται από τις Περιφέρειες και η κοινωνική πολιτική θα υλοποιείται από τους δήμους. Έτσι, η κυβέρνηση θα αποφασίζει για το συνολικό ποσό των επιδομάτων και τι χαρακτήρα θα έχουν αυτά, αλλά η κάθε δημοτική Αρχή θα φροντίζει να κατανέμονται σωστά και έγκαιρα στους δικαιούχους. Ο δε πολίτης ή η εταιρεία που θέλει να βγάλει, π.χ., μια άδεια εγκατάστασης για δραστηριότητα χαμηλής όχλησης, θα ξεκινά και θα τελειώνει τις απαιτούμενες διαδικασίες στην περιφέρεια εντός της οποίας θα γίνει η εγκατάσταση.
Ο κυβερνητικός σχεδιασμός, με βασικό άξονα το υπουργείο Εσωτερικών και με την άμεση εμπλοκή, βέβαια, του υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη, δεν εξαντλείται στη μεταφορά αρμοδιοτήτων: θα συνοδεύεται και από τη μεταφορά πόρων και προσωπικού για να μπορούν οι δήμοι και οι περιφέρειες να φέρνουν εις πέρας τα αυξημένα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις τους. Η μεταφορά, ωστόσο, της είσπραξης του ΕΝΦΙΑ στους δήμους, που είχε προγραμματιστεί να γίνει το 2021, μετατίθεται χρονικά, καθώς πρέπει να γίνει πολύ μεγάλη προετοιμασία για μια τέτοια δομική αλλαγή.
Η δεύτερη φάση της μεγάλης μεταρρύθμισης για ένα «επιτελικό κράτος», όπως έχει τονίσει πρόσφατα σε ομιλία του σε περιφερειακό συνέδριο ο κ. Γεραπετρίτης, συνιστά «ένα κεντρικό στρατηγικό σχέδιο, έτσι ώστε να έρθει η διακυβέρνηση πιο κοντά στους πολίτες, να ενδυναμωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρώτου και δευτέρου βαθμού, ούτως ώστε να παράγει ένα πολύ σύγχρονο προϊόν με μεγάλη συμμετοχή στην ανάπτυξη της χώρας».
ΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΗ
Οι αρμόδιοι παράγοντες του υπουργείου Εσωτερικών «αποκωδικοποιούν» τον ρόλο που έχει σήμερα η Τοπική Αυτοδιοίκηση, μελετώντας μία προς μία όλες τις αρμοδιότητες οι οποίες κατά καιρούς και με διάφορους νόμους έχουν παραχωρηθεί στις περιφέρειες και στους δήμους. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας τα σύγχρονα εργαλεία της διοικητικής επιστήμης, θα γίνει μια ουσιαστική αξιολόγηση, ώστε να καταλήξουν σε ένα πόρισμα για το πόσες και ποιες αρμοδιότητες πρέπει να παραμείνουν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και, κυρίως, ποιες πρέπει να μεταφερθούν σε αυτήν από το κεντρικό κράτος. Για το πόρισμα αυτό θα αξιοποιηθούν οι λεγόμενες «καλές πρακτικές» από ξένες χώρες, από το Συμβούλιο της Ευρώπης και από την Επιτροπή Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η βασική κατεύθυνση που έχει δοθεί από το Μέγαρο Μαξίμου είναι να περιέλθουν στις περιφέρειες και στους δήμους περίπου το 80% των συνολικών αρμοδιοτήτων που ασκούνται σήμερα από το κεντρικό κράτος, έτσι ώστε αυτές να ασκούνται όσο το δυνατόν πιο κοντά στον πολίτη. Παράλληλα, οι ομάδες εργασίας που εργάζονται στο αντικείμενο αυτό θα ποσοτικοποιήσουν και τους πόρους που πρέπει να μεταφερθούν ώστε να μπορεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση να ασκήσει τις νέες της αρμοδιότητες. Πρόκειται, όπως είναι προφανές, για μια δύσκολη και σύνθετη άσκηση, που θα χρειαστεί αρκετούς μήνες για να ολοκληρωθεί. Σε κάθε περίπτωση, το σχετικό νομοσχέδιο προγραμματίζεται να συζητηθεί και να ψηφιστεί στη Βουλή εντός της άνοιξης του 2020.
Η στρατηγική της κυβέρνησης, όπως την έχει περιγράψει ο κ. Γεραπετρίτης, είναι ότι «η κεντρική εξουσία θα παράγει δημόσιες πολιτικές, αλλά οι περιφέρειες και οι δήμοι θα είναι οι φορείς μέσα στους οποίους θα καλλιεργείται ουσιαστικά το νέο, σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας».
Ένα στρατηγικό σχέδιο για το μοντέλο ανάπτυξης της χώρας την επόμενη δεκαετία βάζει μπροστά η κυβέρνηση, αναθέτοντας την εκπόνησή του σε δύο κορυφαίους οικονομολόγους, τον Χριστόφορο Πισσαρίδη και τον Νίκο Βέττα. Το Υπουργικό Συμβούλιο που συνεδρίασε προχθές, Πέμπτη, ενέκρινε τη σύσταση επιτροπής για την αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας, με επικεφαλής τον νομπελίστα οικονομολόγο, καθηγητή του LSE και του Πανεπιστημίου Κύπρου, κ. Πισσαρίδη, και αναπληρωτή του καθηγητή στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ, κ. Βέττα. Τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής θα είναι εκπρόσωποι φορέων του ∆ημοσίου και της αγοράς, ενώ, κατά περίσταση, θα χρησιμοποιούνται ως σύμβουλοι τεχνοκράτες για ζητήματα που αφορούν τους θεσμούς της οικονομίας και επιμέρους δεδομένα και κανόνες, αλλά και για την εκπόνηση ειδικών μελετών. Μέσα σε τρεις μήνες, η επιτροπή θα υποβάλει ενδιάμεση έκθεση και τον Σεπτέμβριο του 2020 αναμένεται να παραδώσει την τελική της έκθεση για την αναπτυξιακή στρατηγική. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα μέλη της επιτροπής θα εργαστούν χωρίς αμοιβή.
Η νέα αυτή επιτροπή έχει έναν ιδιαίτερα φιλόδοξο στόχο, να δημιουργήσει ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα για τη χώρα. Ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που θα ανταποκρίνεται στις μεγάλες προκλήσεις της επόμενης δεκαετίας, όπως η 4η βιομηχανική επανάσταση, η ψηφιοποίηση της οικονομίας, οι αλλαγές στην αγορά εργασίας και στο εκπαιδευτικό σύστημα, η κλιματική αλλαγή, οι εμπορικές εντάσεις και οι νέες προκλήσεις στο διεθνές εμπόριο.
*** Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά
Οι αδειοδοτήσεις, για παράδειγμα, θα δίνονται από τις Περιφέρειες και η κοινωνική πολιτική θα υλοποιείται από τους δήμους. Έτσι, η κυβέρνηση θα αποφασίζει για το συνολικό ποσό των επιδομάτων και τι χαρακτήρα θα έχουν αυτά, αλλά η κάθε δημοτική Αρχή θα φροντίζει να κατανέμονται σωστά και έγκαιρα στους δικαιούχους. Ο δε πολίτης ή η εταιρεία που θέλει να βγάλει, π.χ., μια άδεια εγκατάστασης για δραστηριότητα χαμηλής όχλησης, θα ξεκινά και θα τελειώνει τις απαιτούμενες διαδικασίες στην περιφέρεια εντός της οποίας θα γίνει η εγκατάσταση.
Ο κυβερνητικός σχεδιασμός, με βασικό άξονα το υπουργείο Εσωτερικών και με την άμεση εμπλοκή, βέβαια, του υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη, δεν εξαντλείται στη μεταφορά αρμοδιοτήτων: θα συνοδεύεται και από τη μεταφορά πόρων και προσωπικού για να μπορούν οι δήμοι και οι περιφέρειες να φέρνουν εις πέρας τα αυξημένα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις τους. Η μεταφορά, ωστόσο, της είσπραξης του ΕΝΦΙΑ στους δήμους, που είχε προγραμματιστεί να γίνει το 2021, μετατίθεται χρονικά, καθώς πρέπει να γίνει πολύ μεγάλη προετοιμασία για μια τέτοια δομική αλλαγή.
Η δεύτερη φάση της μεγάλης μεταρρύθμισης για ένα «επιτελικό κράτος», όπως έχει τονίσει πρόσφατα σε ομιλία του σε περιφερειακό συνέδριο ο κ. Γεραπετρίτης, συνιστά «ένα κεντρικό στρατηγικό σχέδιο, έτσι ώστε να έρθει η διακυβέρνηση πιο κοντά στους πολίτες, να ενδυναμωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρώτου και δευτέρου βαθμού, ούτως ώστε να παράγει ένα πολύ σύγχρονο προϊόν με μεγάλη συμμετοχή στην ανάπτυξη της χώρας».
ΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΗ
Οι αρμόδιοι παράγοντες του υπουργείου Εσωτερικών «αποκωδικοποιούν» τον ρόλο που έχει σήμερα η Τοπική Αυτοδιοίκηση, μελετώντας μία προς μία όλες τις αρμοδιότητες οι οποίες κατά καιρούς και με διάφορους νόμους έχουν παραχωρηθεί στις περιφέρειες και στους δήμους. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας τα σύγχρονα εργαλεία της διοικητικής επιστήμης, θα γίνει μια ουσιαστική αξιολόγηση, ώστε να καταλήξουν σε ένα πόρισμα για το πόσες και ποιες αρμοδιότητες πρέπει να παραμείνουν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και, κυρίως, ποιες πρέπει να μεταφερθούν σε αυτήν από το κεντρικό κράτος. Για το πόρισμα αυτό θα αξιοποιηθούν οι λεγόμενες «καλές πρακτικές» από ξένες χώρες, από το Συμβούλιο της Ευρώπης και από την Επιτροπή Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η βασική κατεύθυνση που έχει δοθεί από το Μέγαρο Μαξίμου είναι να περιέλθουν στις περιφέρειες και στους δήμους περίπου το 80% των συνολικών αρμοδιοτήτων που ασκούνται σήμερα από το κεντρικό κράτος, έτσι ώστε αυτές να ασκούνται όσο το δυνατόν πιο κοντά στον πολίτη. Παράλληλα, οι ομάδες εργασίας που εργάζονται στο αντικείμενο αυτό θα ποσοτικοποιήσουν και τους πόρους που πρέπει να μεταφερθούν ώστε να μπορεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση να ασκήσει τις νέες της αρμοδιότητες. Πρόκειται, όπως είναι προφανές, για μια δύσκολη και σύνθετη άσκηση, που θα χρειαστεί αρκετούς μήνες για να ολοκληρωθεί. Σε κάθε περίπτωση, το σχετικό νομοσχέδιο προγραμματίζεται να συζητηθεί και να ψηφιστεί στη Βουλή εντός της άνοιξης του 2020.
Η στρατηγική της κυβέρνησης, όπως την έχει περιγράψει ο κ. Γεραπετρίτης, είναι ότι «η κεντρική εξουσία θα παράγει δημόσιες πολιτικές, αλλά οι περιφέρειες και οι δήμοι θα είναι οι φορείς μέσα στους οποίους θα καλλιεργείται ουσιαστικά το νέο, σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας».
Το σχέδιο ανάπτυξης στους διακεκριμένους
Ένα στρατηγικό σχέδιο για το μοντέλο ανάπτυξης της χώρας την επόμενη δεκαετία βάζει μπροστά η κυβέρνηση, αναθέτοντας την εκπόνησή του σε δύο κορυφαίους οικονομολόγους, τον Χριστόφορο Πισσαρίδη και τον Νίκο Βέττα. Το Υπουργικό Συμβούλιο που συνεδρίασε προχθές, Πέμπτη, ενέκρινε τη σύσταση επιτροπής για την αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας, με επικεφαλής τον νομπελίστα οικονομολόγο, καθηγητή του LSE και του Πανεπιστημίου Κύπρου, κ. Πισσαρίδη, και αναπληρωτή του καθηγητή στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ, κ. Βέττα. Τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής θα είναι εκπρόσωποι φορέων του ∆ημοσίου και της αγοράς, ενώ, κατά περίσταση, θα χρησιμοποιούνται ως σύμβουλοι τεχνοκράτες για ζητήματα που αφορούν τους θεσμούς της οικονομίας και επιμέρους δεδομένα και κανόνες, αλλά και για την εκπόνηση ειδικών μελετών. Μέσα σε τρεις μήνες, η επιτροπή θα υποβάλει ενδιάμεση έκθεση και τον Σεπτέμβριο του 2020 αναμένεται να παραδώσει την τελική της έκθεση για την αναπτυξιακή στρατηγική. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα μέλη της επιτροπής θα εργαστούν χωρίς αμοιβή.
Η νέα αυτή επιτροπή έχει έναν ιδιαίτερα φιλόδοξο στόχο, να δημιουργήσει ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα για τη χώρα. Ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που θα ανταποκρίνεται στις μεγάλες προκλήσεις της επόμενης δεκαετίας, όπως η 4η βιομηχανική επανάσταση, η ψηφιοποίηση της οικονομίας, οι αλλαγές στην αγορά εργασίας και στο εκπαιδευτικό σύστημα, η κλιματική αλλαγή, οι εμπορικές εντάσεις και οι νέες προκλήσεις στο διεθνές εμπόριο.
*** Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά