ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Μενδώνη για ΚΑΣ: Η δήθεν λύση του 2017 για το σταθμό Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη ήταν ανύπαρκτη
H υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη αναλύει την απόφαση του ΚΑΣ για την απόσπαση και επανατοποθέητηση των αρχαίων από το σταθμό Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη.
Η κ. Μενδώνη αναφέρει αναλυτικά το σκεπτικό του ΚΑΣ και τονίζει ότι: «Θα ήθελα να σημειώσω ότι αυτή τη στιγμή η μέριμνα του υπουργείου Πολιτισμού είναι, να έρθει από την Αττικό Μετρό το ταχύτερο δυνατόν η μελέτη απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων. Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι τα αρχαία υπαγορεύουν τα ίδια τον τρόπο απόσπασής τους και επανατοποθέτησής τους. Οτιδήποτε άλλο λέγεται, εκφεύγει της επιστημονικής δεοντολογίας και του σωστού επιστημονικού λόγου».
Αναλυτικά η ανακοίνωσή της
Σήμερα το πρωί, μετά από μία μαραθώνια συνεδρίαση 15 ωρών περίπου, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο έδωσε λύση σε ένα πρόβλημα που απασχολεί την κατασκευή του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε με 13 ψήφους υπέρ και δύο κατά, στο σύνολο των 15 παρόντων μελών, υπέρ της απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου. Τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου έκριναν ότι αυτή είναι η μόνη λογική και πραγματικά εφικτή λύση για την προστασία των αρχαιοτήτων και την κατασκευή του έργου του σταθμού Βενιζέλου. Με τον τρόπο αυτό λύνεται ένα χρόνιο πρόβλημα, τα αρχαία αποκαθίστανται στην ίδια θέση, στο ίδιο επίπεδο, στο σύνολο της τάξεως του 92% περίπου, ενώ επιπλέον χώροι διατίθενται για την έκθεση συμπληρωματικών θεμάτων.
Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο άκουσε, στη μακρά αυτή συνεδρία του, περισσότερους από 30 επιστήμονες, ενδιαφερόμενους, ειδικούς, οι οποίοι εξέφρασαν την άποψή τους. Αυτό το οποίο προέκυψε, είναι ότι η δήθεν λύση του 2017 ήταν ανύπαρκτη. Τότε, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε για μη υπογεγραμμένα σχέδια, τα οποία δεν είχαν σφραγίδες, δεν είχαν το ονοματεπώνυμο των συντακτών τους. Επί της ουσίας, όπως ελέχθη και στη συνεδρίαση του ΚΑΣ, η απόφαση του 2017 ήταν απολύτως έωλη.
Είναι λοιπόν ντροπή για όσους υποστηρίζουν ότι το 2017 έδωσαν την ιδανική λύση για την προστασία των αρχαιοτήτων και για τη δήθεν εφικτότητα κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου.
Θα ήθελα να σημειώσω ότι αυτή τη στιγμή η μέριμνα του υπουργείου Πολιτισμού είναι, να έρθει από την Αττικό Μετρό το ταχύτερο δυνατόν η μελέτη απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων. Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι τα αρχαία υπαγορεύουν τα ίδια τον τρόπο απόσπασής τους και επανατοποθέτησής τους. Οτιδήποτε άλλο λέγεται, εκφεύγει της επιστημονικής δεοντολογίας και του σωστού επιστημονικού λόγου.
Ήδη σήμερα το πρωί, συζητήσαμε με τον Γενικό Γραμματέα Πολιτισμού, τον Πρόεδρο και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Αττικής Μετρό, στους επόμενους δύο μήνες να κατατεθεί στο υπουργείο Πολιτισμού η μελέτη απόσπασης, συγχρόνως με τη μελέτη επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων. Αυτός είναι ο βασικός όρος, τον οποίο θέτουμε, διότι αυτό το οποίο μας ενδιαφέρει, είναι προφανώς να εξασφαλιστεί η αρτιότητα του σταθμού, που να πληροί τις προδιαγραφές ασφαλείας για το επιβατικό κοινό, συγχρόνως όμως, μας ενδιαφέρει η ασφαλής επανατοποθέτηση και ανάδειξη με τον βέλτιστο τρόπο, των σημαντικών αρχαιολογικών ευρημάτων.
Η κ. Μενδώνη αναφέρει αναλυτικά το σκεπτικό του ΚΑΣ και τονίζει ότι: «Θα ήθελα να σημειώσω ότι αυτή τη στιγμή η μέριμνα του υπουργείου Πολιτισμού είναι, να έρθει από την Αττικό Μετρό το ταχύτερο δυνατόν η μελέτη απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων. Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι τα αρχαία υπαγορεύουν τα ίδια τον τρόπο απόσπασής τους και επανατοποθέτησής τους. Οτιδήποτε άλλο λέγεται, εκφεύγει της επιστημονικής δεοντολογίας και του σωστού επιστημονικού λόγου».
Αναλυτικά η ανακοίνωσή της
Σήμερα το πρωί, μετά από μία μαραθώνια συνεδρίαση 15 ωρών περίπου, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο έδωσε λύση σε ένα πρόβλημα που απασχολεί την κατασκευή του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε με 13 ψήφους υπέρ και δύο κατά, στο σύνολο των 15 παρόντων μελών, υπέρ της απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου. Τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου έκριναν ότι αυτή είναι η μόνη λογική και πραγματικά εφικτή λύση για την προστασία των αρχαιοτήτων και την κατασκευή του έργου του σταθμού Βενιζέλου. Με τον τρόπο αυτό λύνεται ένα χρόνιο πρόβλημα, τα αρχαία αποκαθίστανται στην ίδια θέση, στο ίδιο επίπεδο, στο σύνολο της τάξεως του 92% περίπου, ενώ επιπλέον χώροι διατίθενται για την έκθεση συμπληρωματικών θεμάτων.
Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο άκουσε, στη μακρά αυτή συνεδρία του, περισσότερους από 30 επιστήμονες, ενδιαφερόμενους, ειδικούς, οι οποίοι εξέφρασαν την άποψή τους. Αυτό το οποίο προέκυψε, είναι ότι η δήθεν λύση του 2017 ήταν ανύπαρκτη. Τότε, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε για μη υπογεγραμμένα σχέδια, τα οποία δεν είχαν σφραγίδες, δεν είχαν το ονοματεπώνυμο των συντακτών τους. Επί της ουσίας, όπως ελέχθη και στη συνεδρίαση του ΚΑΣ, η απόφαση του 2017 ήταν απολύτως έωλη.
Είναι λοιπόν ντροπή για όσους υποστηρίζουν ότι το 2017 έδωσαν την ιδανική λύση για την προστασία των αρχαιοτήτων και για τη δήθεν εφικτότητα κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου.
Θα ήθελα να σημειώσω ότι αυτή τη στιγμή η μέριμνα του υπουργείου Πολιτισμού είναι, να έρθει από την Αττικό Μετρό το ταχύτερο δυνατόν η μελέτη απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων. Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι τα αρχαία υπαγορεύουν τα ίδια τον τρόπο απόσπασής τους και επανατοποθέτησής τους. Οτιδήποτε άλλο λέγεται, εκφεύγει της επιστημονικής δεοντολογίας και του σωστού επιστημονικού λόγου.
Ήδη σήμερα το πρωί, συζητήσαμε με τον Γενικό Γραμματέα Πολιτισμού, τον Πρόεδρο και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Αττικής Μετρό, στους επόμενους δύο μήνες να κατατεθεί στο υπουργείο Πολιτισμού η μελέτη απόσπασης, συγχρόνως με τη μελέτη επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων. Αυτός είναι ο βασικός όρος, τον οποίο θέτουμε, διότι αυτό το οποίο μας ενδιαφέρει, είναι προφανώς να εξασφαλιστεί η αρτιότητα του σταθμού, που να πληροί τις προδιαγραφές ασφαλείας για το επιβατικό κοινό, συγχρόνως όμως, μας ενδιαφέρει η ασφαλής επανατοποθέτηση και ανάδειξη με τον βέλτιστο τρόπο, των σημαντικών αρχαιολογικών ευρημάτων.