Συνέντευξη για την συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και γενικότερα τις επαφές του κυβερνητικού κλιμακίου στις ΗΠΑ παραχώρησε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος στην ΕΡΤ.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος τόνισε ότι η συνάντηση «πήγε όσο καλά μπορούσε να πάει, δεδομένης της δύσκολης συγκυρίας αφού η συγκέντρωση του Προέδρου ήταν στα τεκταινόμενα με το Ιράκ», ενώ σημείωσε ότι «πήραμε τη στήριξη του προέδρου των ΗΠΑ» αλλά και τη θετική επιβεβαίωση ότι «κάτι πάει πολύ καλά στην Ελλάδα και αυτό αναγνωρίζεται».
Την ίδια στιγμή ο ΥΕΘΑ επεσήμανε πως μέσα από αυτή τη σημαντική συνάντηση «επιβεβαιώθηκε η στρατηγική σχέση πλέον Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και Ελλάδας, σχέση η οποία από εδώ και πέρα ζητούμενο είναι πώς θα μπορέσουμε να την επεκτείνουμε και να την εμβαθύνουμε με επενδύσεις, με συνεργασία στον αμυντικό τομέα και άλλα».
Αναφερόμενος στο ζήτημα της αναβάθμισης των F-16 στην εκδοχή Viper και στην πιθανότητα αγοράς των F-35, ο κ. Παναγιωτόπουλος τόνισε ότι η «αναβάθμιση της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας θα είναι το όχημα που θα επιτρέψει όχι μόνο την αναβάθμιση των F-16 αλλά και τη μελλοντική υποστήριξη του αεροσκάφους 5ης γενιάς που αργά ή γρήγορα θα αποκτήσει η Ελλάδα, είναι νομοτελειακό αυτό».
«Ναι, συζητήσαμε για το ενδεχόμενο αγοράς των αεροσκαφών F-35, με το δεδομένο βέβαια ότι η δημοσιονομική συγκυρία θα μας το επιτρέψει. Νομίζω ότι αυτό μπορούμε να το πούμε με κάποια ασφάλεια δεδομένου ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, νομίζω ότι θα βελτιωθούν. Από εκεί και πέρα, βέβαια, αυτό ήταν ένα σημείο που κέντρισε το ενδιαφέρον του Αμερικανού Προέδρου», ανέφερε ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Την ίδια στιγμή ανέφερε πως εντυπωσιάστηκε από τις ερωτήσεις που είχε κάνει ο Τραμπ σχετικά με τα F-35 αλλά και το πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16.
Στην ερώτηση για τον αν ο Τραμπ θα μεσολαβήσει ή θα πιέσει την Άγκυρα να μην προχωρήσει συμφωνία με την Λιβύη ή τουλάχιστον θα πάρει μία πιο σαφή θέση, ο κ. Παναγιωτόπουλος εξέφρασε την άποψη πως «οι Αμερικανοί κατανοούν τους προβληματισμούς της Ελλάδας, κατανοούν την αποφασιστικότητα της Ελλάδας να απαντήσει δυναμικά, με ό,τι χρειαστεί εάν αμφισβητηθούν ακόμα περισσότερο βασικά κυριαρχικά της δικαιώματα από την Τουρκία».
«Νομίζω ότι αυτό κατέστη σαφές, σαφέστατο από εμάς προς τους Αμερικανούς Αξιωματούχους», τόνισε ο ίδιος και συμπλήρωσε πως ο ίδιος θεωρεί «ότι μπορούν να κινηθούν μέσα από διαφορετικά κανάλια επικοινωνίας προς την τουρκική πλευρά προκειμένου να εξηγήσουν ότι δεν συμφέρει κανέναν η κλιμάκωση της έντασης».
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο ενίσχυσης του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και με αμερικανικές φρεγάτες, ο κ. Παναγιωτόπουλος τόνισε: «στο πλαίσιο των συζητήσεων με τον Πρόεδρο Τραμπ, μιλήσαμε μόνο για τα αεροσκάφη, όσον αφορά στα εξοπλιστικά. Από εκεί και πέρα, με παράγοντες της αμερικανικής κυβέρνησης, μεταξύ των οποίων ήταν και η ηγεσία του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ, συζητήσαμε συνολικότερα όλα αυτά τα ζητήματα της ενίσχυσης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων από αμερικανικά όπλα, είτε μέσω πωλήσεων αμερικανικού αμυντικού υλικού είτε μέσω παραχώρησης πλεονάζοντος αμυντικού υλικού που δεν χρησιμοποιείται πλέον από τις αμερικάνικες Ένοπλες Δυνάμεις και συμφωνήσαμε ότι οι επιμέρους προτάσεις τις οποίες επεξεργάζεται βέβαια και η ελληνική πλευρά αλλά γνωρίζει και η αμερικανική, θα έχουμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε σε βάθος λεπτομέρειες στο μέλλον».
Τέλος όσον αφορά όσα συμβαίνουν στην περιοχή του Ιράν και τα αντίποινα της ιρανικής κυβέρνησης που έπληξε αμερικανικές αμερικανικούς στόχους, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας εξέφρασε την άποψη ότι «εδώ θα τελειώσει αυτή η υπόθεση, με αυτό το χτύπημα ανταπόδοσης, αλλά σε κάθε περίπτωση η κατάσταση ασφαλώς και δημιουργεί λαβή για ανησυχίες, δεδομένου ότι είμαστε στην περιοχή ενδιαφέροντος που είναι τα δυτικά σύνορα προς τη Μέση Ανατολή». «Ασφαλώς και πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση και ασφαλώς πρέπει να έχουμε το νου μας», κατέληξε.