Η υπόθεση της διαρκώς αυξανόµενης τουρκικής επιθετικότητας προς την Ελλάδα έχει πολλές πτυχές και εξελίσσεται σε ένα περίπλοκο γεωπολιτικό περιβάλλον, που φορτώνει, εκ των πραγµάτων, µε προβλήµατα και µεγάλες απαιτήσεις την ελληνική εξωτερική πολιτική. Η κυβέρνηση του κ. Κυρ. Μητσοτάκη καλείται πλέον όχι µόνο να υπερασπισθεί µε κάθε µέσον τα κυριαρχικά δικαιώµατα της χώρας στο Αιγαίο, αλλά και να κινηθεί ως ενεργός διεθνής «παίκτης» στη Μεσόγειο. Εκεί οι στρατηγικοί χώροι διαστέλλονται και συστέλλονται αναλόγως εξελίξεων, επιδιώξεων και συµµαχιών. Αυτές διαµορφώνονται µε επίκεντρο το «αυτοκρατορικό» παραλήρηµα του ισλαµιστή Τούρκου προέδρου, ο οποίος αµφισβητεί συνοριακές γραµµές και κινητοποιεί πολιτικά και στρατιωτικά µια σειρά από χώρες, ενώ επιπλέον προκαλεί και σοβαρούς τριγµούς σε θεσµικά δεδοµένα της διεθνούς «έννοµης τάξης». Σε αυτό το πρωτοφανώς ταραχώδες κλίµα πραγµατοποιήθηκε προ ηµερών µια σηµαντική για τα εθνικά συµφέροντα επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο, που ήρθε να ενισχύσει τις στενές σχέσεις της χώρας µας µε τις ΗΠΑ, οι οποίες εστιάζονται τόσο στον στρατιωτικό τοµέα όσο και στον ενεργειακό (βλ. σχεδιάγραµµα). Με τον πολιτικό χρόνο, όµως, τόσο ταχύ στην Εγγύς Ανατολή, η ελληνική διπλωµατία, πριν καν καταγραφούν και αξιολογηθούν καθαρά τα αποτελέσµατα των συνοµιλιών Μητσοτάκη-Τραµπ, ανοίγει βηµατισµό σε άλλα πεδία, συνδεόµενα µε τα προβλήµατα που προκαλεί η Τουρκία στην Ελλάδα.
Όπως και αν δοκιµαστούν ενδεχοµένως σε µια κρίσιµη ώρα η «στρατηγική σχέση» και η στενή συνεργασία Ελλάδας-ΗΠΑ, δεν είναι τώρα αρκετές για να δικαιολογήσουν έναν εφησυχασµό της ελληνικής διπλωµατίας. Πόσω µάλλον όταν ο Αµερικανός πρόεδρος διατηρεί τις δικές του, «ιδιαίτερες» σχέσεις φιλίας µε τον ισλαµιστή Ταγίπ Ερντογάν. Για τον λόγο αυτόν η κυβέρνηση εξαντλεί υπέρ των ελληνικών συµφερόντων όλες τις δυνατότητες που διανοίγονται από την εδραίωση των συµµαχικών σχέσεων τις οποίες έχει αναπτύξει η Ελλάδα στη Μεσόγειο. Άλλωστε, όπως επισηµαίνουν διπλωµατικοί παράγοντες, οι συµµαχίες αυτές, πέραν των απρόβλεπτων προσωπικών αντιδράσεων του Ντόναλντ Τραµπ, έχουν εδώ και µία δεκαετία την «ευλογία» του Στέιτ Ντιπάρτµεντ, που σταθερά τις παρακολουθεί και τις «επηρεάζει», πάντοτε βεβαίως και στο πεδίο κοινών εκτιµήσεων µε το Ισραήλ.
ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΗ
Η Αθήνα, έχοντας απέναντί της τη νοµικά ανυπόστατη και «γεωγραφικά γελοία», πλην πολιτικά και στρατιωτικά επικίνδυνη, συµφωνία Αγκυρας - Τρίπολης για την ΑΟΖ της Μεσογείου, εντείνει τις συνεργασίες της µε το Ισραήλ, την Κυπριακή ∆ηµοκρατία και την Αίγυπτο, αλλά και µε τη Γαλλία. Η τελευταία φαίνεται αποφασισµένη να κερδίσει µια κεντρική θέση στο παιχνίδι της κατανοµής και διασφάλισης υποθαλάσσιων ενεργειακών πόρων της Μεσογείου, φέρνοντας πιο κοντά τη διστακτική Ιταλία και παρακολουθώντας την «ενδιαφερόµενη» για ενεργειακά κέρδη και συσχετισµός υπέρ της Ρωσίας σε εδάφη της Λιβύης.
Το εύρος των επαφών της Αθήνας περιλαµβάνει και την Ιορδανία και την Παλαιστινιακή Αρχή. Ετσι, ο φορτωµένος µε πολλή δουλειά υπουργός Εξωτερικών, Ν. ∆ένδιας, υπολογίζει ιδιαίτερα στα όσα συζητήθηκαν στο Κάιρο, στην πενταµερή (4+1) συνάντηση υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας, Κυπριακής ∆ηµοκρατίας, Αιγύπτου, Γαλλίας και Ιταλίας ως «παρατηρητή», µε αντικείµενο θέµατα ενέργειας και µια ζώνη ασφαλείας στην Ανατολική Μεσόγειο. Θα ακολουθήσει στις 15 Ιανουαρίου το EastMed Forum, πάλι στο Κάιρο, όπου θα συνεργαστούν η Ελλάδα, η Κυπριακή ∆ηµοκρατία, η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Ιορδανία και η Παλαιστινιακή Αρχή.
Στο Κάιρο η συνέχεια της διπλωματίας αμέσως μετά τις συνομιλίες με τον Τραμπ - Σταθερή η παρουσία των ΗΠΑ στην Ελλάδα
Για το υπουργείο Εξωτερικών, πάντως, πρωταρχικής σηµασίας υπόθεση είναι η επίτευξη µιας συµφωνίας Ελλάδας-Αιγύπτου για τη µεταξύ τους οριοθέτηση ΑΟΖ. Ο κ. Ν. ∆ένδιας αναπτύσσει ταχύτητα σε αυτό το ζήτηµα, που θα δώσει µεγάλη δύναµη στην Ελλάδα, απέναντι στη «γαλάζια πατρίδα» του Ερντογάν. ∆ίπλα σε αυτό το κλίµα συνεργασιών, λοιπόν, που εκνευρίζει -όχι άδικα- την Αγκυρα, η ελληνική διπλωµατία παρακολουθεί τις «διαµεσολαβητικές» κινήσεις του Βερολίνου στο θέµα της «ειρήνευσης» στη Λιβύη, εύχεται την επικράτηση εκεί του στρατάρχη Χαφτάρ, που θα αποτελέσει βαρύ πλήγµα για τον Ερντογάν, και ήδη προετοιµάζεται για το ταξίδι που θα κάνει στο Παρίσι ο κ. Μητσοτάκης για συνοµιλίες µε τον πρόεδρο Μακρόν στις 29 Ιανουαρίου.