Η προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας (Σ.Α.) του ΟΗΕ είναι το ύστατο όπλο της ελληνικής διπλωματίας, σε περίπτωση που η Τουρκία κλιμακώσει ακόμα περισσότερο την ένταση και τις προκλήσεις απέναντι στη χώρα μας.

Η κυβέρνηση και το υπουργείο Εξωτερικών, που συνεχίζουν τον διπλωματικό μαραθώνιο των τελευταίων μηνών, μελετούν πολύ προσεκτικά όλα τα δεδομένα που έχουν μπροστά τους και όλες τις δυνατότητες που έχει η ελληνική εξωτερική πολιτική, ώστε να εξαντλήσει αν χρειαστεί κάθε διπλωματικό μέσο απέναντι στην επιθετικότητα της Τουρκίας.

Η τελευταία κίνηση που είναι αποφασισμένη να κάνει στη διπλωματική σκακιέρα η κυβέρνηση είναι η προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ζητώντας την έκδοση ψηφίσματος καταδικαστικού έναντι της συμπεριφοράς της Αγκυρας. «Είναι ένα όπλο (σ.σ.: η προσφυγή στο Σ.Α.), το οποίο οποιαδήποτε χώρα έχει στη διάθεσή της», δήλωσε χαρακτηριστικά σε ημερίδα στην οποία συμμετείχε προ ημερών ο Νίκος Δένδιας. «Χρησιμοποιείται με εξαιρετική φειδώ, δεν είναι κάτι το οποίο κανείς καταναλώνει όπως την ασπιρίνη. Αλλά, από εκεί και πέρα, δεν σημαίνει ότι δεν διατηρεί τη δυνατότητα να το χρησιμοποιήσει όταν απαιτηθεί. Απεύχομαι, ειλικρινά απεύχομαι, η Τουρκία να ενεργήσει με τέτοιον τρόπο που θα οδηγήσει τη χώρα μας στην ενεργοποίηση αυτής της επιλογής». Η προεργασία για την κίνηση αυτή -αν και εφόσον επιλεγεί να γίνει- λαμβάνει χώρα αθόρυβα όλο το τελευταίο διάστημα.

Τη Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου, στο περιθώριο του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις Βρυξέλλες, ο Νίκος Δένδιας συναντήθηκε με τον ομόλογό του της Εσθονίας, χώρας μη μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, για την περίοδο 2020-2021, και του εξέθεσε τα ζητήματα με τις ενέργειες της Τουρκίας. Προ ημερών, στη Γενεύη, ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών συναντήθηκε με τον ομόλογό του της Ινδονησίας, επίσης μη μόνιμου μέλους του Σ.Α.

ΕΧΕΙ ΡΟΛΟ

Στην ελβετική πόλη συναντήθηκε, φυσικά, και με τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες. Η Ελλάδα, ως χώρα γειτονική της Λιβύης, άμεσα επηρεαζόμενη από τις εξελίξεις εκεί, και ως παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή, έχει και ρόλο και λόγο ως προς την κατάσταση στη Λιβύη, τόνισε o κ. Δένδιας κατά τη συνάντησή του με τον ισχυρό άνδρα του ΟΗΕ. «Εξελίξεις που συμπεριλαμβάνουν παράνομες ενέργειες που υποδαυλίζουν τη σύρραξη και υπονομεύουν την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή», όπως ανέφερε ο ΥΠ.ΕΞ.

Στη Γερμανία, επίσης μη μόνιμο μέλος, ο κ. Δένδιας είχε ήδη μεταβεί τον περασμένο Σεπτέμβριο και είχε συναντηθεί με τον ομόλογό του, Χάικο Μάας, κάνοντας λόγο για «επικίνδυνη» συμπεριφορά της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και «κατάφωρη παραβίαση» του Διεθνούς Δικαίου. Στα τέλη Ιανουαρίου, στην Αθήνα, ο Νίκος Δένδιας είχε συναντήσει επίσης τον πρέσβη της Τυνησίας, ενός ακόμη από τα δέκα μη μόνιμα μέλη του Σ.Α. «Θα δω και τα υπόλοιπα δύο μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας που δεν έχω δει, που είναι η Ινδονησία (σ.σ. συναντήθηκαν την Τρίτη) και το Βιετνάμ», τόνισε πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών και συμπλήρωσε με νόημα: «Θέλουμε οι χώρες που έχουν λόγο και ασχολούνται με τα θέματα της περιοχής να έχουν πλήρη αντίληψη των ελληνικών θέσεων και να καταλαβαίνουν ότι εμείς εκπροσωπούμε την πλευρά της λογικής»

ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΔΙΑΥΛΟΙ

Σε ό,τι αφορά, δε, τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι ελληνικές θέσεις έχουν επικοινωνηθεί έγκαιρα κα οι δίαυλοι επικοινωνίας είναι ανοιχτοί, όπως διαφάνηκε από τις δύο επισκέψεις του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στις ΗΠΑ (Νέα Υόρκη και Ουάσινγκτον) και τις τρεις συναντήσεις του με τον πρόεδρο της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, μέσα σε επτά μήνες (σ.σ.: η τρίτη είναι προγραμματισμένη για τον Απρίλιο στο Πεκίνο).

Η Γαλλία έχει δείξει έμπρακτα τη στήριξή της, με την παρουσία του αεροπλανοφόρου «Σαρλ Ντε Γκωλ» στην κυπριακή ΑΟΖ, ενώ το Κρεμλίνο έχει ενημερωθεί εκτενώς για τις θέσεις της κυβέρνησης, καθώς Δένδιας και Λαβρόφ συναντήθηκαν, για δεύτερη φορά, προ δύο εβδομάδων, στο περιθώριο της Διεθνούς Διάσκεψης Ασφαλείας στο Μόναχο, με τον Ελληνα ΥΠ.ΕΞ. να εξηγεί «τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η τουρκική στάση τόσο στη Λιβύη όσο και γενικά στο πλαίσιο της Ανατολικής Μεσογείου». Το ενδιαφέρον, τέλος, της Μεγάλης Βρετανίας -που, βέβαια, έχει την προσοχή της στραμμένη στο Brexit- για την περιοχή είναι δεδομένο, ως εγγυήτριας μάλιστα δύναμης στην Κύπρο.