Μια ισχυρή ενίσχυση του κύρους και της αξιοπιστίας της χώρας μας σε διεθνές επίπεδο έχει γίνει εφικτή το τελευταίο διάστημα, χάρη στα έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση ήδη από τα τέλη Φεβρουαρίου, αρχικά με τη διασφάλιση των συνόρων απέναντι στην τουρκική εισβολή με τη χρήση μεταναστών και στη συνέχεια με τον τρόπο με τον οποίο έχει διαχειριστεί την πρωτόγνωρη κρίση με τον κοροναϊό.

Η αλλαγή της διεθνούς εικόνας της χώρας έχει ένα άμεσο αποτέλεσμα, να διαπραγματεύεται η κυβέρνηση με μεγαλύτερη ισχύ τα «εργαλεία» που χρειάζεται για να ξεπεράσει την κρίση, και ένα απώτερο: Εφόσον τα μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας έχουν αρθεί πλήρως μέχρι τον Ιούλιο, την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων (κάτι για το οποίο στο παρασκήνιο εργάζεται συστηματικά ο πρωθυπουργός μαζί με τον διευθυντή του οικονομικού γραφείου, Αλέξη Πατέλη) και την έλευση σημαντικού αριθμού τουριστών, οι οποίοι θα επιλέξουν μια χώρα ασφαλή, που λειτουργεί σοβαρά και υπεύθυνα. «Η αναμόρφωση του “brand name” της χώρας είναι κάτι που μπορεί να κεφαλαιοποιηθεί στο άμεσο μέλλον», τονίζει στα «Π» κυβερνητικό στέλεχος.

Σύμφωνα, μάλιστα, με ασφαλείς πληροφορίες, το Μέγαρο Μαξίμου, σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών και τον ΟΔΔΗΧ, δρομολογεί ακόμα και εντός της Μεγάλης Εβδομάδας νέα έξοδο της χώρας στις αγορές με έκδοση ομολόγου του Δημοσίου, με βάσιμη προσδοκία ότι, χάρη στην αξιοπιστία που έχει πετύχει, θα δανειστεί φθηνά.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέγει με προσοχή το τελευταίο διάστημα ποιες συμμαχίες θα ενισχύσει και ποιες μάχες θα διαλέξει να δώσει. Ανέλαβε πρωτοβουλίες ώστε η χώρα να λάβει από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς κάθε διευκόλυνση και ενίσχυση που είναι απαραίτητη για το Εθνικό Σύστημα Yγείας και να στηρίξει τους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις που πλήττονται. Αξιοποίησε τα ταξίδια που έκανε πρόσφατα σε Κίνα και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καθώς και τις καλές σχέσεις που έχτισε με τις ηγεσίες των χωρών, ώστε να επιτύχει σημαντικές δωρεές σε ιατρικό υλικό την κρίσιμη αυτή περίοδο.

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Αξιοποίησε επίσης τη βελτίωση των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας κατά το πρώτο οκτάμηνο της διακυβέρνησής του και την υλοποίηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων, για να πείσει την πρόεδρο της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, εν μέσω φυσικά της πρωτοφανούς αυτής κρίσης, για δύο ζωτικές αποφάσεις για την ελληνική οικονομία: Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να δέχεται εκ νέου τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρα για την παροχή φθηνού χρήματος στις τράπεζες, κάτι που ισοδυναμεί με 10 δισ. ευρώ ρευστότητα στην ελληνική οικονομία. Η απόφαση της περασμένης Τρίτης, σε συνδυασμό με την προηγούμενη, εξίσου σημαντική για την Ελλάδα, απόφαση της ΕΚΤ, με την οποία τα ελληνικά ομόλογα θεωρούνται αποδεκτά στο πλαίσιο του νέου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, διευρύνει σημαντικά τις πηγές χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών και, κατ’ επέκταση, ενισχύει την ικανότητά τους να στηρίξουν την πραγματική οικονομία.

Ο κ. Μητσοτάκης συντάχθηκε με την πρόταση της Γαλλίας για κοινό ταμείο χρηματοδότησης της ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας, μετά την υποχώρηση της πανδημίας του κοροναϊού. Ηταν, δε, από τους πρώτους ηγέτες που συνυπέγραψαν επιστολή προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγου. Δεν στράφηκε επιθετικά, όμως, κατά της Γερμανίας για την άρνησή της να δεχθεί την πρόταση αυτή, γιατί είχε κερδίσει τη στήριξη του Βερολίνου σε κρίσιμα μέτωπα, όπως στην απαλοιφή της υποχρέωσης για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% και στην ευελιξία στη χρήση κοινοτικών πόρων.

Με επιστολή του ήδη από τις 21 Μαρτίου στους δύο αρμόδιους επιτρόπους της Κομισιόν, ο κ. Μητσοτάκης είχε θέσει συγκεκριμένα αιτήματα «διαφυγής» από τους ισχύοντες κανόνες, ώστε να διοχετευθούν με μεγάλη ταχύτητα πόροι του ΕΣΠΑ στην πραγματική οικονομία. Τα αιτήματα αυτά έγιναν αποδεκτά, δίνοντας τη δυνατότητα πλέον στην κυβέρνηση να αξιοποιήσει πολύ περισσότερους πόρους απ’ όσους αρχικά προγραμμάτιζε για το 2020, να προχωρά σε ανασχεδιασμούς και να μεταφέρει πόρους από τη μία περιφέρεια σε άλλη. Υπολογίζεται πως οι νέοι κανόνες θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να αξιοποιήσει έως και 6,5 δισ. ευρώ. Θα μπορεί, επίσης, να χρηματοδοτήσει φέτος έργα αποκλειστικά από κοινοτικούς πόρους, δίχως εθνική συνδρομή, γεγονός που επιτρέπει την ανακατεύθυνση χρημάτων του Προϋπολογισμού σε άλλες ανάγκες, που έχει προκαλέσει η πανδημία.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 11 Απριλίου