Μόνο με νέο μνημόνιο θα μπορούσε να υλοποιηθεί το πρόγραμμα που έχει παρουσιάσει ο Αλέξης Τσίπρας, τονίζει στα «Π» ο υφυπουργός Οικονομικών, αρμόδιος για τη δημοσιονομική πολιτική, Θεόδωρος Σκυλακάκης. Ο κ. Σκυλακάκης προαναγγέλλει νέα μέτρα, που θα ανακοινωθούν τις επόμενες ημέρες, για τη στήριξη των επιχειρήσεων εστίασης.

Εχει γίνει μεγάλη συζήτηση για τα καταστήματα εστίασης. Για το πότε θα ανοίξουν, υπό ποιους όρους και αν θα δουν μείωση στον ΦΠΑ. Σε ποιο σχέδιο έχετε καταλήξει σχετικά;

Τα καταστήματα εστίασης χρειάζονται πρόσθετη ενίσχυση. Αυτό είναι προφανές, αφού και καθυστερούν να ανοίξουν στο σύνολό τους σε σχέση με την υπόλοιπη αγορά και θα πληγούν από τη σοβαρή μείωση του τουρισμού, αλλά και από τη μείωση των τραπεζοκαθισμάτων για λόγους υγειονομικούς. Αυτό αφορά το σύνολο του κλάδου και ακόμη περισσότερο τις επιχειρήσεις για τις οποίες δεν υπήρξε καμία μείωση ΦΠΑ (καφές κ.λπ.) και οι οποίες έχουν και μεγαλύτερη πυκνότητα πελατών και χαμηλότερο κύκλο εργασιών ανά τραπέζι από ό,τι τα εστιατόρια και θα πληγούν έτσι ακόμα χειρότερα από τους υγειονομικούς περιορισμούς. Από πλευράς μας σχεδιάζουμε ένα ειδικό πακέτο, με μεγάλη έμφαση στην ενίσχυση της απασχόλησης στις επιχειρήσεις αυτές με διάφορα εργαλεία και στην παροχή πρόσθετου χώρου για ανάπτυξη τραπεζοκαθισμάτων, αλλά και με κάποια άλλα μέτρα, που θα ανακοινωθούν τις αμέσως επόμενες ημέρες.

Πόσα χρήματα έχει δαπανήσει μέχρι στιγμής το ∆ημόσιο για να στηρίξει επιχειρήσεις και εργαζομένους που πλήττονται από την πανδημία και τι ποσό σχεδιάζετε να έχει δοθεί συνολικά στο πλαίσιο αυτό έως το τέλος του χρόνου;

Η ενίσχυση της οικονομίας με μέτρα που λαμβάνονται λόγω COVID19 θα προσεγγίσει τα πέντε δισ. μέχρι το τέλος Μαΐου και θα αυξηθεί πολύ περισσότερο στη συνέχεια, καθώς θα «μπαίνουν στο παιχνίδι» και τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας (έως τώρα πρόκειται για μέτρα κυρίως δημοσιονομικά). Συνολικά, περιλαμβανομένων και των δαπανών που αφορούν τη ρευστότητα μέσω εγγυήσεων, στο πρόγραμμα σταθερότητας που έχουμε καταθέσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπονται 17 δισ. μέχρι το τέλος του χρόνου, με βάση όσα έχουν ώς τώρα νομοθετηθεί ή αναλυτικά σχεδιαστεί. Το ποσό αυτό θα αυξηθεί στα 24 δισ. για το 2020 με τη συμπερίληψη του SURE και άλλων χρηματοδοτικών εργαλείων (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων κ.λπ.), καθώς και μέτρων που αφορούν τις κλαδικές πολιτικές και την επανεκκίνηση της οικονομίας, που σχεδιάζονται σήμερα που μιλάμε.

Πλέον έχετε στα χέρια σας τα στοιχεία για τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, τους δύο βασικούς μήνες της πανδημίας και της καραντίνας. Τι απώλεια υπήρξε στα δημόσια έσοδα από άμεσους και έμμεσους φόρους και τι εκτιμήσεις κάνετε για τη συνέχεια;

Στις εισπράξεις δημοσίων ταμείων (φορολογικά έσοδα, κυρίως) είχαμε τον Μάρτιο μικρή απόκλιση από τον αρχικό μας στόχο. Ήταν μόνο 153 εκατομμύρια, δηλαδή 5%. Τον Απρίλιο ο στόχος έχει αναθεωρηθεί με βάση την πρόβλεψη που έχουμε στο πρόγραμμα που καταθέσαμε στην Επιτροπή στο πλαίσιο του Stability Pact, με βασικό σενάριο ύφεσης 4,7%. Ο στόχος αυτός πιστεύω ότι εκπληρώθηκε από πλευράς εσόδων τον Απρίλιο και ίσως να είμαστε και λίγο καλύτερα, σε σχέση πάντα με τον αναθεωρημένο στόχο.

Ο Αλέξης Τσίπρας κατηγόρησε την κυβέρνηση από το βήμα της Βουλής ότι κακώς δεν αξιοποιεί το «μαξιλάρι» ρευστότητας εμπροσθοβαρώς και ότι χαρακτηρίζει κάποιες επιχειρήσεις «ζόμπι» για να μην τις στηρίξει. Τι απαντάτε εσείς;

Ο κύριος Τσίπρας παρουσίασε ένα πρόγραμμα που είχε τόσο μεγάλες δαπάνες ώστε να μην μπορεί να χρηματοδοτηθεί χωρίς προσφυγή στον ESM, με δεσμεύσεις μνημονιακού τύπου. Εμπροσθοβαρές μνημόνιο δεν είναι αυτό που χρειάζεται σήμερα η ελληνική οικονομία. Χρειάζεται να κρατήσουμε την πρόσβαση στις αγορές. Αυτό είναι το κλειδί για μια επιτυχημένη, σοβαρή και μετρημένη δημοσιονομική πολιτική, που θα δώσει τη δυνατότητα στην οικονομία να ανακάμψει δυναμικά το 2021. ∆υστυχώς όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ, στο άγχος του να αντιπολιτευτεί, ούτε μετράει προσεκτικά ούτε σχεδιάζει μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση, ούτε έχει έστω λογική συνοχή στον πολιτικό του λόγο. Τη μία ζητά να βάλουμε 50 δισεκατομμύρια στην οικονομία με χρήματα που δεν υπάρχουν, την άλλη μας λέει ότι θα φταίμε εμείς για την τεράστια διεθνή και εγχώρια ύφεση που φέρνουν ο κορονοϊός και τα lockdown (με τα οποία προηγουμένως είχε συμφωνήσει). Προπαντός όμως αποπνέει, από πλευράς ύφους και χροιάς του πολιτικού του λόγου, μια δύσκολα αποκρυπτόμενη χαιρεκακία οποτεδήποτε συμβαίνει κάτι το οποίο μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την πορεία της οικονομίας.

Η Κομισιόν προβλέπει 9,7% ύφεση για την Ελλάδα το 2020. Πού βασίζονται οι σαφώς πιο αισιόδοξες δικές σας προβλέψεις;

Η Επιτροπή δεν έχει λάβει υπόψη στο μακροοικονομικό της σενάριο την αύξηση της ρευστότητας μέσω δανείων (τα οποία έχουν εγγύηση 2 δισεκατομμύρια ευρώ χρήματα του ∆ημοσίου), με την οποία θα κινητοποιηθούν συνολικά 7 δισεκατομμύρια ευρώ. Επίσης, δεν έχει υπολογίσει το ταχύτερο άνοιγμα της οικονομίας στο οποίο προχωρούμε. Τα δικά μας σενάρια, το βασικό και το δυσμενές, αν ληφθούν υπόψη οι δύο ανωτέρω παράγοντες, προσεγγίζουν πολύ τις προβλέψεις της Επιτροπής. Επίσης, και εμείς και η Επιτροπή δεν έχουμε λάβει υπόψη τις πρόσθετες ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, που θα εξελίσσονται στους επόμενους μήνες. Όλα αυτά που λέω δεν αναιρούν ασφαλώς τις μεγάλες αβεβαιότητες που έχουμε, προπαντός σε σχέση με την εξέλιξη του ιού και τις επιπτώσεις στον τουριστικό τομέα και τις πιθανές αναζωπυρώσεις στη χώρα μας. Γι’ αυτό και πρέπει όλοι να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στις συμπεριφορές μας. ∆εν είναι μόνον η υγεία, αλλά και η οικονομία την οποία προστατεύουμε όταν ακολουθούμε τις εντολές των λοιμωξιολόγων.


Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 09 Μαΐου