Στο Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής θα απευθυνθεί η ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή προκαταρκτικής εξέτασης για τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, προκειμένου να έχει τη γνώμη εάν μπορεί να κληθούν ως «ύποπτοι» και μη πολιτικά πρόσωπα. Στο επιστημονικό συμβούλιο θα τίθεται ένα ακόμα ερώτημα: αν ο κ. Παπαγγελόπουλος και μη πολιτικά πρόσωπα μπορεί να κληθούν επί των αδικημάτων του νέου κατηγορητηρίου (σ.σ. μετά τη μήνυση Μιωνή) προτού να έχει διενεργηθεί πράξη έρευνας και συλλογής αποδεικτικών στοιχείων.
Τη γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου ζήτησε ο ΣΥΡΙΖΑ και το αίτημα του έγινε αποδεκτό από την πλειοψηφία. Νωρίτερα σήμερα οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που μετέχουν στην ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή προκαταρκτικής εξέτασης, με γραπτή δήλωσή τους εξηγούν τους λόγους για τους οποίους αιτούνται τη γνώμη της επιστημονικού συμβουλίου. Προσδιορίζουν επίσης σε ποια ερωτήματα είναι αναγκαίες απαντήσεις, μετά τη διεύρυνση του κατηγορητηρίου σε βάρος του κ. Παπαγγελόπουλου.
Κατά τη σημερινή συνεδρίαση, ο εισηγητής της ΝΔ Θανάσης Πλεύρης πρότεινε να εξεταστούν από την επιτροπή δύο ακόμη εισαγγελικοί λειτουργοί, οι Ι. Μωραϊτάκης και Γ. Γρίβας. Και οι δύο περιλαμβάνονται στον κατάλογο των προσώπων που έχει προτείνει ο κ. Παπαγγελόπουλος να εξεταστούν. Ωστόσο ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Σπύρος Λάππας επέμεινε, όπως και χθες ότι θα πρέπει να κληθούν οι κ.κ. Καλούδης και Ζαγοραίος.
«Εμείς, ως Κίνημα Αλλαγής, δεν θέτουμε ζήτημα για τους μάρτυρες. Ωστόσο η πρόταση της πλειοψηφίας είναι για να προσέλθουν ως μάρτυρες πρόσωπα που έχουν προταθεί από τον κ. Παπαγγελόπουλο. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ υποβαθμίζει τη διαδικασία με απειλές για αποχώρηση;», σχολίασε ο βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής Δημήτρης Μπιάγκης.
«Γιατί απορρίπτει ο ΣΥΡΙΖΑ μάρτυρες που ο ίδιος ο κ. Παπαγγελόπουλος έχει προτείνει; Σταματήστε να απειλείτε κάθε λίγο και λιγάκι με αποχώρηση», σχολίασε ο βουλευτής της ΝΔ Δημήτρης Μαρκόπουλος.
Κατά τη σημερινή συνεδρίαση ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών Ευάγγελος Ιωαννίδης κατέθεσε ότι ουδέποτε κλήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από τον κ. Παπαγγελόπουλο ούτε και είχε ακούσει ποτέ τον χαρακτηρισμό «Ρασπούτιν». Επίσης χαρακτήρισε εξαίρετους συναδέλφους τους εισαγγελικούς λειτουργούς Ελένη Ράικου, Ιωάννη Αγγελή και Ευγενία Κυβέλου.
H δήλωση του ΣΥΡΙΖΑ
Όπως σημειώνουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, «η Επιτροπή Προκαταρκτικής Εξέτασης μετά το νέο “κατηγορητήριο” κατά του κ. Παπαγγελόπουλου, συνεδρίασε στις 4.06.2020 και αποφάσισε επί δύο θεμάτων, τα οποία δεν ανήκουν στην αρμοδιότητά της. Το πρώτο: καλεί τους τυχόν συμμετόχους του υπουργού για παροχή εξηγήσεων στο στάδιο λειτουργίας της “Επιτροπής” και πριν ακόμα καταστεί “κατηγορούμενος” ο πρώην υπουργός, και δεύτερον: ενώ ερευνά, υποτίθεται, νέο κατηγορητήριο, δεν προβαίνει σε καμία διενέργεια συλλογής αποδεικτικών στοιχείων για την στοιχειοθέτηση ή μη των νέων κατηγοριών».
Ιδίως ως προς την υποχρέωση της προανακριτικής επιτροπής να προχωρήσει στη συλλογή στοιχείων προτού καλέσει τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο και Γιάννη Φιλιππάκη, Αλέξανδρο Τάρκα και τη δημοσιογράφο Γιάννα Παπαδάκου, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνουν ότι, μετά την τροποποίηση του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η προανακριτική επιτροπή είναι υποχρεωμένη να ερευνήσει όχι μόνο την τυχόν ενοχή του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης αλλά και την αθωότητά του. Αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 239 του ΚΠΔ, πρέπει να γίνει με την εξέταση μαρτύρων και τη συλλογή αποδείξεων.
Όπως όμως καταγγέλλουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, η προανακριτική επιτροπή αντί να τηρήσει όσα ο ΚΠΔ επιβάλλει (σ.σ. συλλογή αποδεικτικών στοιχείων κλπ), «καλεί, τον αρχικά εγκαλούμενο ως ύποπτο πρώην υπουργό, να παράσχει εξηγήσεις, χωρίς προηγουμένως να ενεργηθεί ούτε η ελάχιστη εξέταση μαρτύρων και συλλογή αποδεικτικών στοιχείων επί των αδικημάτων του νέου κατηγορητηρίου».
Ταυτόχρονα, όπως τονίζουν, η προανακριτική επιτροπή καλεί ως «υπόπτους» ιδιώτες μη πολιτικά πρόσωπα χωρίς γι’ αυτά να έχει υπάρξει απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής, η οποία σύμφωνα με το Σύνταγμα, το νόμο περί ευθύνης υπουργών και τον ΚΠΔ, αποφαίνεται και ερευνά αποκλειστικά το πολιτικό πρόσωπο, πρώην υπουργό. Προς επίρρωσιν μάλιστα της θέσης τους αυτής (σ.σ. ότι στην παρούσα φάση ελέγχεται μόνο πολιτικό πρόσωπο), οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνουν ότι αυτός είναι ο λόγος που ο κ.Παπαγγελόπουλος ήταν το μοναδικό πρόσωπο που παρέστη και στην Ολομέλεια της Βουλής (σ.σ. στη συζήτηση για τη διεύρυνση του κατηγορητηρίου) για να αντικρούσει τις σε βάρος του κατηγορίες.
Ενόψει αυτών, στην συνεδρίαση της Επιτροπής της 4.06.2020, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ υπέβαλαν ενστάσεις για τις δύο προαναφερόμενες «μη σύννομες αποφάσεις» -όπως αναφέρουν- της επιτροπής, και γι αυτό αποφάσισαν προσφυγή στο Επιστημονικό Συμβούλιό της Βουλής, υποβάλλοντας τα εξής δύο ερωτήματα:
«1ον. Έχει τη νομική δυνατότητα και αρμοδιότητα η “Επιτροπή” να καλέσει, και μάλιστα a priori, χωρίς τη διεξαγωγή καμία έρευνας και αποδεικτικής διαδικασίας, τους τυχόν συμμετόχους στο στάδιο της Προκαταρκτικής Εξέτασης και παντάπασι πριν την άσκηση ποινικής δίωξης κατά πρώην υπουργού-πολιτικού προσώπου; Η θέση μας είναι αρνητική και στηρίζεται στο Σύνταγμα και το νόμο, αλλά και πληθώρα νομολογίας, καθώς και στην επιστήμη και θεωρία του ποινικού και ποινικοδικονομικού δικαίου.
2ον. Είναι από ποινικοδικονομικής απόψεως ανεκτό και σύννομο να καλείται ο πρώην υπουργός-πολιτικό πρόσωπο να παράσχει εξηγήσεις επί των αδικημάτων του νέου κατηγορητηρίου χωρίς και πριν ακόμα διενεργηθεί ούτε μία πράξη έρευνας και συλλογής αποδεικτικών στοιχείων για να μπορεί και η Επιτροπή, αλλά, και κυρίως, ο «εγκαλούμενος» πρώην υπουργός να παράσχει εξηγήσεις, όχι γενικά και αφηρημένα επί των τίτλων των νέων κατηγοριών, αλλά επί συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «επαρκείς ενδείξεις» και να δικαιολογήσουν την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του από την Ολομέλεια της Βουλής, λειτουργούσα ως Εισαγγελέας που έχει αρμοδιότητα άσκησης ποινικής δίωξης, μετά τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων από την “Επιτροπή” που ενεργεί ως γενικός προανακριτικός υπάλληλος, κατά την έννοια των σχετικών διατάξεων του ΚΠΔ;».
«Και αν αυτό δεν είναι ανεκτό για το εγκαλούμενο “πολιτικό πρόσωπο” είναι πολλαπλώς παράνομο για τους ιδιώτες, τυχόν συμμετόχους του», προσθέτουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
«Η θέση μας επιβεβαιώθηκε σήμερα από την κατάθεση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας του Πρωτοδικείου Αθήνας κ. Ιωαννίδη, ο οποίος διαβεβαίωσε δύο πράγματα: 1ον. Ότι ο ίδιος έδωσε παραγγελία σε Εισαγγελικό Λειτουργό, στον φυσικό δικαστή δηλαδή, να διερευνήσει τη μήνυση Μιωνή κατά των μη πολιτικών προσώπων που η “Επιτροπή” μας αποφάσισε να καλέσει ως “υπόπτους” (Παπαδάκου, Φιλιππάκη και Τάρκα), και 2ον. Ότι απαγορεύεται από το νόμο(ΚΠΔ)για τα ίδια πρόσωπα και την ίδια υπόθεση να γίνεται έρευνα από δύο διαφορετικά Εισαγγελικά όργανα ταυτόχρονα, όπως εν προκειμένω, και από την Εισαγγελία Πρωτοδικών δηλαδή και από την «Επιτροπή» μας που λειτουργεί ως Εισαγγελέας που διενεργεί προκαταρκτική εξέταση», επισημαίνουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, επικαλούμενοι τις απαντήσεις που έδωσε, κατά την εξέτασή του σήμερα, ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Ευάγγελος Ιωαννίδης.
«Έτσι αποκαλύφθηκε πλήρως η υποκρισία, η σκοπιμότητα και η παρανομία της πλειοψηφίας της ΝΔ, που παρά το νόμο και αντίθετα με το Σύνταγμα, έχει προαποφασίσει την παραπομπή Παπαγγελόπουλου, χωρίς καν να εξετάσει τους μάρτυρες που προτείνει, και κυρίως τους Εισαγγελικούς λειτουργούς για τους οποίους ο κ. Μιωνής άφησε υπαινιγμούς για συμμετοχή ή υποβοήθηση της «συμμορίας», που υπάρχει μόνο στο μυαλό του. Και γι’ αυτό η πλειοψηφία της ΝΔ δεν τολμά να καλέσει ως μάρτυρες τους Εισαγγελικούς λειτουργούς που έλαβαν καταθέσεις από Φαλτσιανί, χειρίστηκαν τις υποθέσεις Μιωνή και γνωρίζουν “από πρώτο χέρι” τι ακριβώς έχει συμβεί και έχει μεσολαβήσει. Φοβούνται τους Εισαγγελείς, ενώ σε ένα Κράτος Δικαίου και μία ευνομούμενη πολιτεία θα έπρεπε να το επιδιώκουν. Θλίψη και μόνο θλίψη», αναφέρουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και τονίζουν:
«Η θέση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής επί των δύο προαναφερομένων ζητημάτων είναι κρίσιμη, διότι ομιλούμε για “δικαιώματα” υπόπτων και μάλιστα και μη πολιτικών προσώπων που ήδη ελέγχονται από τον φυσικό τους δικαστή (άρθρα 8 και 96 Σ), που αποτελούν τον πυρήνα του Κράτους Δικαίου και της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, όπως οριοθετούνται και υπό την ισχύ της ΕΣΔΑ, του Θεμελιώδη Χάρτη Ατομικών Δικαιωμάτων της ΕΕ, και φυσικά της Νομολογίας του ΕΔΑΔ. Ιδίως όταν καλούνται ως ύποπτοι χωρίς ποτέ να έχουν κληθεί στην Ολομέλεια για να “απολογηθούν”» ούτως ειπείν. Πού ζούμε; Σε τι ακριβώς καθεστώς;».