Μενδώνη: Η ενίσχυση και η ενδυνάμωση των δημιουργών σημαίνει σεβασμό στην προσωπικότητα και το έργο τους
«Ο πολιτισμός είναι ένα 'βαθιά' πολιτικό θέμα, που αναγνωρίζει και δίνει την ευκαιρία να φανούν οι ιδεολογικές μας διαφορές, αλλά σας καλώ αυτό το νομοσχέδιο να μην το δείτε 'μικροκομματικά΄, αλλά ως ένα βήμα ενδυνάμωσης των καλλιτεχνών και των δημιουργών» ανέφερε η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, κατά την ολοκλήρωση της συζήτησης επί των άρθρων του νομοσχεδίου για το «Κέντρο Πολιτισμού και Δημιουργίας ΑΚΡΟΠΟΛ και λοιπές διατάξεις».
Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη, απαντώντας στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης, υπογράμμισε ότι αυτό το σχέδιο νόμου, έρχεται να καλύψει το κενό το οποίο υπάρχει στη χώρα μας και δεν υπάρχει στα άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Χαρακτήρισε αντιφατικό το επιχείρημα ότι η ΝΔ προσπαθεί να στρατεύσει την Τέχνη, λέγοντας πως οι «στρατεύσεις» είναι ίδιον άλλων κομμάτων και όχι μιας φιλελεύθερης παράταξης. Στην κριτική ότι το νομοσχέδιο οδηγεί την Τέχνη στην εμπορευματοποίηση και το κέρδος, η υπουργός απάντησε απορριπτικά, λέγοντας ότι «απέχει πάρα πολύ από τον τρόπο άσκησης δημοσίων πολιτικών μέσω των οποίων μπορεί να ενδυναμωθεί και να καταστεί ανταγωνιστικός ο καλλιτεχνικός και δημιουργικός τομέας, γιατί αυτός είναι ο πραγματικός μας στόχος».
«Θέλουμε οι εργαζόμενοι στον τομέα του πολιτισμού να ζουν με αξιοπρέπεια και να εργάζονται χωρίς να περιμένουν την κρατική επιχορήγηση ή τα επιδόματα του κράτους» είπε η κ. Μενδώνη. Θέλουμε καλλιτέχνες και δημιουργούς που να πατούν στα πόδια τους, «ενώ εσείς - είπε στους βουλευτές της αντιπολίτευσης - θέλετε ανθρώπους και επαγγελματίες που να εξαρτώνται από επιδόματα γιατί είναι πιο εύκολα χειραγωγούμενοι και στρατεύονται καλύτερα».
Η υπουργός Πολιτισμού επισήμανε πως «η ενίσχυση και η ενδυνάμωση των δημιουργών σημαίνει σεβασμό στην προσωπικότητα και το έργο τους και αυτό αποδεικνύουμε με το παρόν σχέδιο νόμου. Δημιουργούμε συνθήκες πρόσβασης στη δικτύωση και στη χρηματοδότηση, στην εξωστρέφεια και τη διάχυση της σύγχρονης ελληνικής δημιουργίας. Άλλο είναι ο δημόσιος χαρακτήρας του πολιτισμού, προφανώς ο πολιτισμός είναι δημόσιο αγαθό, και άλλο είναι η ενίσχυση της παραγωγής πολιτισμού με σύγχρονα εργαλεία και πρωτοβουλίες». Εξήγησε πως «μέσα από το ΑΚΡΟΠΟΛ προσθέτουμε δυνατότητες, δημιουργούμε εργαλεία. Στηρίζουμε, δεν αφαιρούμε κάτι από τις χρηματοδοτήσεις του ΥΠΠΟ αλλά προσθέτουμε». Επεσήμανε δε, πως σήμερα «είναι πολλές οι ευκαιρίες που χάνονται, διότι οι άνθρωποι αυτοί, είτε δεν έχουν πληροφόρηση ή δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν σε βαριές γραφειοκρατικές διαδικασίες».
Απαντώντας στην εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Ραλλία Χρηστίδου, ότι το νομοσχέδιο αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού για το σχέδιο επέκτασης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, καθώς δεν μετέχει σε αυτό το ιστορικό κτήριο ΑΚΡΟΠΟΛ, η υπουργός Πολιτισμού ανέφερε πως «το ΑΚΡΟΠΟΛ, είναι ένα από τα τρία σημεία του τριγώνου, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Μετσόβιο Πολυτεχνείο και Ακρόπολη. Το κτήριο ΑΚΡΟΠΟΛ θα φιλοξενήσει δραστηριότητες της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας και θεωρούμε σύμφωνα με τη διεθνή επιστημονική αντίληψη ότι η πολιτιστική κληρονομιά, οφείλει πλέον να συνεργάζεται και αναδεικνύεται καλύτερα, όταν συμπλέκεται και εμπλέκεται με δράσεις σύγχρονης δημιουργίας».
Η κ. Μενδώνη μάλιστα, αναφέρθηκε και στους σχεδιασμούς για το κτήριο του ΕΜΠ, λέγοντας πως «δεν υπήρχε ποτέ καμία πρόβλεψη να φύγει από τους χώρους του η Αρχιτεκτονική Σχολή... 'Αλλωστε, η πρόσφατη απόφαση των πρυτανικών αρχών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, είναι απολύτως συμβατή με αυτό που λέμε» και εξήγησε πως «η Αρχιτεκτονική Σχολή θα παραμείνει, όμως το κτίριο Γκίνη αναμορφώνεται σε Hub πολιτισμού, περιβάλλοντος, υγείας. Έχει πέντε αμφιθέατρα ακριβώς για να αναπτύσσει τις πολιτιστικές δράσεις και για να έχει εκθεσιακούς χώρους για τα δικά του πράγματα. Ουδόλως, λοιπόν, αφιστάμεθα από το σχέδιο της επέκτασης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, το οποίο θα γίνει εν υπογείω στο προκήπιο και για βοηθητικούς χώρους, όπου είναι απαραίτητο, υπό την Τοσίτσα» και προανήγγειλε ότι «τους επόμενους μήνες θα έρθουν στη Βουλή και οι σχετικές ρυθμίσεις για το ευρύτερο χωροταξικό πλαίσιο της περιοχής».
Στο θέμα που έθεσε ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ, Δημήτρης Κωνσταντόπουλος, σχετικά με τους καθηγητές των καλλιτεχνικών μαθημάτων στα σχολεία, η υπουργός εξέφρασε την ελπίδα ότι «θα έρθει στη Βουλή ένα νομοθέτημα, το οποίο θα ρυθμίζει και θα επιλύει τέτοιες παθογένειες δεκαετιών. Ήδη έχει συσταθεί ομάδα εργασίας υπό τον παρευρισκόμενο εδώ γενικό γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού, τον κ. Γιατρομανωλάκη και την αρμόδια γενική γραμματέα του υπουργείου Παιδείας, την κυρία Γκίκα, ακριβώς διότι το θέμα της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης είναι, αφενός εξαιρετικά σοβαρό, αφετέρου δεν άπτεται μόνο των αρμοδιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού: θα έλεγα ότι παρεμβαίνει σε ουσιαστικό πεδίο αρμοδιοτήτων του υπουργείου Παιδείας».
Ειδικά για τις οξύτατες διαφωνίες των κομμάτων της αντιπολίτευσης σχετικά με τα άρθρα 20 και 25 του νομοσχεδίου που αφορούν τις απεικονίσεις και τις δημιουργίες με αρχαιολογικό περιεχόμενο, η υπουργός απάντησε πως για ό,τι έχει εμπορικό σκοπό, δεν αλλάζουν τα όσα σήμερα ισχύουν: θα πρέπει να λάβει άδεια και να καταβληθεί το σχετικό τέλος. Αυτό που αλλάζει είναι, να μην χρειάζεται κανείς άδεια του υπουργείου, προκειμένου κανείς να απεικονίσει ένα μνημείο, να το φωτογραφίσει ή να το βιντεοσκοπήσει για μη κερδοσκοπικούς σκοπούς. Σήμερα, εξήγησε η υπουργός, «γενικά και αόριστα αυτό που ισχύει είναι, ότι εάν ένας οποιοσδήποτε πολίτης θέλει να ζωγραφίζει ένα μνημείο, θα πρέπει να ζητήσει αδειοδοτική υπουργική απόφαση και να έχει αποδεικτικό καταβολής τέλους. Και εάν δεν τα έχει, δεν μπορεί να ζωγραφίσει το μνημείο! Επίσης ο νόμος θεωρεί ότι το ίδιο παράνομος είναι και όταν ένας απλός επισκέπτης φωτογραφίζει ή βιντεοσκοπεί με το κινητό του έναν αρχαιολογικό χώρο. Μάλιστα, ακόμα και εάν ένας από εμάς, ή μια οποιαδήποτε παρέα, ή τα παιδιά μας, ανεβάσουν μια φωτογραφία ενός αρχαιολογικού χώρου, που θα είναι οι ίδιοι και πίσω τους θα είναι ο αρχαιολογικός χώρος (για παράδειγμα ο ναός του Ποσειδώνα) χωρίς να έχει προηγουμένως ρωτήσει τον υπουργό Πολιτισμού, παρανομεί!». Αυτό που εισάγει το νομοσχέδιο, ίδια και με την άποψη που έχει εκφράσει και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, είναι ότι «δεν υποχρεούται να ζητήσει άδεια, ούτε να καταβάλει τέλος, ο καλλιτέχνης που εμπνέεται μεν από ένα μνημείο, αλλά το υπερβαίνει δημιουργικά με το προσωπικό του καλλιτεχνικό και φαντασιακό ύφος. Επίσης, δεν χρειάζεται άδεια για να φωτογραφίσεις έναν αρχαιολογικό χώρο, ένα μνημείο, ή ένα ηλιοβασίλεμα στο Σούνιο. Χρειάζεται όμως άδεια, όταν αυτό το απαιτεί η προστασία του μνημείου, ή απαιτείται να χρησιμοποιηθεί βαρύς εξοπλισμός φωτογράφισης ή ειδικά σκηνικά, ή να εμποδίζει την πρόσβαση των άλλων επισκεπτών. Και σε κάθε περίπτωση, άδεια απαιτείται εάν η παραγωγή, αναπαραγωγή και διάδοση στο κοινό, των απεικονίσεων μνημείων, έχει ως σκοπό αυτή να κυκλοφορήσει κερδοσκοπικά στην αγορά, δηλαδή να πωλούνται μπλουζάκια, καπέλα κ.λ.π., ακόμα και αν αυτή η φωτογραφία λήφθηκε απλά από ένα κινητό τηλέφωνο» διευκρίνισε η υπουργός.
Αντιπολίτευση
Την διαφωνία της με το νομοσχέδιο εξέφρασε η εισηγήτρια της μειοψηφίας Ραλλία Χρηστίδου, αναφέροντας πως «εμείς είχαμε οραματιστεί το ACROPOLE ως κόμβο τέχνης, έναν χώρο ζωντανό, αλλά εσείς δίνετε την πρωτοκαθεδρία στους χώρους του - όχι στους καλλιτέχνες αλλά στους μάνατζερς». Εσείς προφανώς «ενδιαφέρεστε για την εμπορευματοποίηση των πολιτισμικών προϊόντων, ώστε να διευκολυνθεί έτσι, η αλλοτρίωση των παραγωγών πολιτισμού και να ελεγχθεί κάθε απόπειρα αμφισβήτησης μέσω της τέχνης, ενώ εμείς σχεδιάζαμε έναν χώρο για να αγκαλιάσει την τέχνη: έναν χώρο που επιμένει να είναι φρέσκια μια τέχνη, που επιμένει να αναζητά νέους ορίζοντες και να τους διευρύνει» ανέφερε η κ. Χρηστίδου. Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ διαφώνησε έντονα με τις ρυθμίσεις που προβλέπονται για την διοικητική δομή του νέου φορέα, ενώ για τα επίμαχα άρθρα 20 και 25 παρατήρησε πως «με τις ρυθμίσεις αυτές για την απεικόνιση μνημείων, πραγματοποιείται αιφνιδιαστικά καταστρατήγηση του θεμελιώδους άρθρου 46 του αρχαιολογικού νόμου 3028/20022» και εκτίμησε πως «θα προκληθεί πολλαπλή ζημία για το Ελληνικό Δημόσιο, ζημία από τον περιορισμό στην αδειοδότηση και υποχρέωση καταβολής ανταποδοτικών τελών για τα απεικονιζόμενα πολιτιστικά αγαθά».
Ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ, Δημήτρης Κωνσταντόπουλος, επιφυλάχθηκε να τοποθετηθεί το κόμμα του κατά την συνεδρίαση της ολομέλειας, επισημαίνοντας ότι «υπάρχει ανάγκη για έναν φορέα που θα μεριμνά για τη σύνδεση της καλλιτεχνικής παραγωγής με τα διεθνή κέντρα. Έναν φορέα που θα εποπτεύεται από το Δημόσιο, αλλά θα λειτουργεί ταυτόχρονα με ιδιωτικούς όρους». Τόνισε πως χρειάζεται να αξιοποιηθούν νέες δεξιότητες στον κλάδο, να αξιοποιηθούν νέες πρακτικές, και τούτο για την προβολή της εγχώριας καλλιτεχνικής δραστηριότητας και φυσικά για την προώθηση της. Αλλά όχι μόνο από τους καλλιτέχνες. «Οι καλλιτέχνες λοιπόν, θα πρέπει να είναι αφοσιωμένοι στην τέχνη τους, στην ελεύθερη έκφραση τους. Αλίμονο αν περιμέναμε από τους καλλιτέχνες να γίνουν και μάνατζερ. Να τους μετατρέψουμε σε επιχειρηματίες της τέχνης. Τότε θα έχουμε καταφέρει να έχουμε υπονομεύσει την ίδια την καλλιτεχνική δημιουργία και τον ίδιο τον πολιτισμό» παρατήρησε ο βουλευτής.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Δελλής, δήλωσε πως το κόμμα του επιφυλάσσεται να τοποθετηθεί συνολικά κατά την δεύτερη ανάγνωση του νομοσχεδίου στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, καθώς την ίδια ώρα, ο ίδιος έπρεπε να βρίσκεται στην ολομέλεια της Βουλής, όπου ήταν αγορητής του ΚΚΕ στο νομοσχέδιο του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Η ειδική αγορήτρια της Ελληνικής Λύσης, Σοφία Ασημακοπούλου, υπογράμμισε πως «το νομοσχέδιο, αντί να αξιοποιήσει τους υπάρχοντες υπαλλήλους του υπουργείου Πολιτισμού για να υλοποιήσουν τους σκοπούς της ανάπτυξης και της ανάδειξης της αξίας του πολιτισμού, η κυβέρνηση προχωράει στην ίδρυση ενός νέου φορέα». Υποστήριξε ότι πολλοί από τους σκοπούς του νομοσχεδίου είναι μη ρεαλιστικοί εφόσον δεν είναι κοστολογημένοι, ενώ όπως τόνισε «δεν έχει γίνει μια καταγραφή των πραγματικών αναγκών και απαιτήσεων στον τομέα του πολιτισμού». Πρόκειται είπε «για ένα νομοσχέδιο, όπου ουσιαστικά ο εκάστοτε υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, αποφασίζει, χωρίς να ρωτάει κανέναν».
Ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25, Κλέων Γρηγοριάδης, εξέφρασε την αντίθεσή του με το νομοσχέδιο, λέγοντας πως «το μόνο βέβαιο, είναι ότι για τη Νέα Δημοκρατία πολιτισμός είναι μόνο ό,τι αποφέρει κέρδος και χρήμα...». Τα άρθρα του νομοσχεδίου υποστήριξε πως έχουν «προσεγγίσεις αμιγώς αγοραίες, καθώς η τέχνη αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα και ο καλλιτέχνης ως επιχειρηματίας. Οι άξονες του σχεδίου νόμου κινούνται στο πώς θα βρίσκουν χρηματοδότηση οι καλλιτέχνες και πώς θα αναδειχθούν στελέχη πολιτιστικής διαχείρισης». Σε ό,τι δε αφορά τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, υποστήριξε μεταξύ άλλων, πως «το σύνολό των διατάξεων διακατέχονται από αόριστα ευχολόγια και μιλούν ξεκάθαρα με όρους μάρκετινγκ».
Ακρόαση Φορέων
Σε θετικές παρατηρήσεις, επιφυλάξεις αλλά και προτάσεις προέβησαν νωρίτερα κατά την συνεδρίαση της ακρόασης φορέων, οι εκπρόσωποι οργανισμών του πολιτισμού. Ο πρόεδρος του Διεθνούς Φεστιβάλ Animation-ANIMASYROS και πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Κινουμένων Σχεδίων -ASIFA, Βασίλης Καραμιτσάνης, υποστήριξε ότι με το ΑΚΡΟΠΟΛ θα υπάρξει μάλλον και στην πράξη η ενίσχυση της παραγωγής ελληνικού περιεχομένου animation. Ένα οπτικοακουστικό είδος που στηρίζεται ιδιαίτερα στις διεθνείς συμπαραγωγές και στις διατομεακές συνέργειες, με άλλες εκφάνσεις δημιουργίας του σύγχρονου πολιτισμού, όπως ο «live action» κινηματογράφος, η παιδική λογοτεχνία, τα «comics», τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, δηλαδή το «gaming», ο δημιουργικός σχεδιασμός, δηλαδή το «design mind», και οι επιγραμμικές διαδραστικές εφαρμογές τέχνης, το «web art». Ως προς την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός τέτοιου δημόσιου φορέα που θεσπίζεται, εκτίμησε πως αυτός θα λειτουργεί ως μητροπολιτικός πόλος σύγχρονου πολιτισμού, που θα δράσει καταλυτικά για τη δημιουργία ενός υπερτοπικού, φυσικού και ψηφιακού σημείου αναφοράς για δημιουργούς και παραγωγούς, που θα διευκολύνει τις απαραίτητες συνέργειες». Η οργανωτική γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος Ακροάματος (ΠΟΘΑ) Μαργαρίτα Συγγενιώτου, ανέφερε πως το υπουργείο Πολιτισμού δεν δείχνει την απαιτούμενη φροντίδα στον τομέα του συγχρόνου πολιτισμού. Το υπό συζήτηση νομοσχέδιο έρχεται σε μια συγκυρία εξαιρετικά δύσκολη για τον κλάδο από την πανδημία, είπε και τόνισε πως «ενώ το ΑΚΡΟΠΟΛ θα μπορούσε να γίνει μια πολιτιστική όαση, μια αλυσίδα δημιουργίας που θα φιλοξενούσε καλλιτεχνικές ομάδες ή μεμονωμένους καλλιτέχνες και θα τους επέτρεπε να εξελίξουν την τέχνη τους, απαλλαγμένοι από το άγχος της ανεύρεσης στέγης, αντί γι' αυτό προσπερνά εντελώς τον καλλιτέχνη και τη διαδικασία παραγωγής του έργου τέχνης και ενδιαφέρεται μόνο για το πώς αυτό θα διοχετευθεί στην αγορά ως προϊόν. Δεν αποσκοπεί στο να εμπλουτίσει ο καλλιτέχνης τα δημιουργικά ή εκφραστικά του μέσα και δυνατότητες, αλλά να αποκτήσει δεξιότητες άντλησης κονδυλίων και προώθησης του έργου του στην αγορά, να γίνει μάνατζερ του εαυτού του. Η κα Συγγενιώτου ζήτησε μεταξύ άλλων, η διοίκηση του νέου οργανισμού να έχει λιγότερα τεχνοκρατικά και περισσότερα καλλιτεχνικά χαρακτηριστικά, και να περιλαμβάνει εκπροσώπους των καλλιτεχνικών κλάδων. «Οι καλλιτέχνες δεν χρειάζονται απρόσωπους οργανισμούς που θα τους επιλέγουν με αδιαφανή κριτήρια και μόνο αν η γλώσσα τους ταιριάζει με τη γλώσσα της αγοράς. Οι καλλιτέχνες χρειάζονται μία συνολική στρατηγική για το σύγχρονο πολιτισμό, οραματική που θα τους επιτρέψει να δημιουργήσουν ελεύθερα και να γράψουν την ιστορία της εποχής τους, όπως τη βλέπουν αυτοί και όχι τα συμφέροντα» ανέφερε χαρακτηριστικά. Η αντιπρόεδρος της Ένωσης μη Κερδοσκοπικών Θιάσων (ΕΜΚΕΘΙ) Άσπα Τομπούλη, ανέφερε «πως στον χώρο των παραστατικών τεχνών, ήταν πάρα πολύ σαφής και φανερή η ανάγκη για παροχή τεχνογνωσίας, για διεθνείς ανταλλαγές και residencies καλλιτεχνών, για τη διακίνηση των δημιουργημάτων των δημιουργών και μιας καλύτερης οργάνωσης με εξωστρέφεια και διεθνείς επαφές» και «το σχέδιο νόμου αυτό, αναφέρεται στη δημιουργία ενός τεράστιου φορέα, που ελπίζουμε, ότι ως εποπτευόμενος και χρηματοδοτούμενος από το ΥΠΠΟΑ, θα λειτουργήσει δημιουργικά και υποστηρικτικά προς τα ανεξάρτητα μη κερδοσκοπικά θεατρικά σχήματα των ΑΜΚΕ, παρέχοντας τουλάχιστον δυνατότητες εξέλιξης του καλλιτεχνικού τους έργου, γνώσεις διακίνησης των δημιουργημάτων τους και ότι θα συμβάλει στη διεθνή προβολή των δημιουργών τους, πάντα μέσα από την κατανόηση, τη γνώση και την συνυπολόγιση των ιστορικών και των υπαρχουσών καταστάσεων του ελληνικού θεάτρου και κυρίως των ανεξάρτητων παραγωγών».
Ο εκπρόσωπος SUPPORT ART WORKERS, Γιάννης Λεοντάρης, ανέφερε πως «εάν επρόκειτο για ένα σχέδιο νόμου το οποίο θα αφορούσε σ' ένα κέντρο πολιτισμού και δημιουργίας, αυτό θα ήταν ευπρόσδεκτο και εξαιρετικά ελπιδοφόρο, όμως αυτό φιλοδοξεί να καλύψει με έναν γενικό τρόπο, όλες τις δραστηριότητες εποπτείας και χρηματοδότησης και προώθησης όλων των έργων τέχνης στη χώρα ταυτοχρόνως». Σήμερα είπε, «οι καλλιτέχνες, που εκπροσωπεί η SUPPORT ART WORKERS, πεινάνε. Ο κλάδος βυθίζεται σε δυσθεώρητα ποσοστά ανεργίας, ενώ οι εργασιακές συνθήκες υπό τις οποίες εργάζονται όσοι εργάζονται, είναι απαράδεκτες. Επομένως, αυτή η πρόσθετη καλλιέργεια δεξιοτήτων, προφανώς θα ήταν χρήσιμη, αν δεν ήταν αυτή τη στιγμή άκαιρη». Ο κ. Λεοντάρης χαρακτήρισε το μοντέλο που εισάγει το νομοσχέδιο «αγγλοσαξονικό», το οποίο θεωρεί την τέχνη, όχι ως τέχνη, αλλά ως πολιτιστικό προϊόν. Η καλλιτεχνική διευθύντρια του MIRfestival, Χριστιάνα Γαλανοπούλου, ανέφερε πως «η δημιουργία ενός Πολιτιστικού Κέντρου στο ΑΚΡΟΠΟΛ, είναι κάτι το οποίο ο καλλιτεχνικός κόσμος το περίμενε εδώ και πολλά χρόνια. Η σύλληψη ενός κέντρου που εξυπηρετεί διάφορες ανάγκες του καλλιτεχνικού χώρου, αλλά και θα επιχειρεί να συνδέσει το σύγχρονο κόσμο της τέχνης με το ευρύ κοινό, είναι κάτι σημαντικό, για το οποίο αξίζουν συγχαρητήρια, και στην Πολιτεία, και σε όλους όσοι εργάστηκαν γι' αυτό το σκοπό. Ωστόσο η προσπάθεια του υπουργείου να συγκεντρώσει τόσο πολλές και διαφορετικές δραστηριότητες σε έναν μόνο Οργανισμό, είναι σίγουρα μια πρόκληση, στην οποία το παρόν νομοσχέδιο σε κάποια στιγμή ανταποκρίνεται - θα μπορούσε όμως, και σε πολλά άλλα σημεία να βελτιωθεί, όπως το να αποσαφηνίζονται οι όροι με τους οποίους θα γίνονται οι χρηματοδοτήσεις.
Ο εκπρόσωπος του πολιτιστικού σωματείου «ΗΡΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ», Πέτρος Γαλλίας, καλλιτεχνικός επίσης διευθυντής, σκηνοθέτης-χορογράφος και πρόεδρος του ελληνικού τμήματος του Διεθνούς Συμβουλίου Χορού της UNESCO, χαιρέτησε την ίδρυση του ΑΚΡΟΠΟΛ, ενός φορέα που, όπως είπε, θα πρέπει να είναι στο πλευρό των δημιουργών και να προωθεί το έργο των δημιουργών στην Ευρώπη, στο εξωτερικό, αλλά και στην εγχώρια αγορά. Στο νομοσχέδιο επισήμανε δύο κυρίως προβλήματα που θα πρέπει να προσεχθούν: Η στελέχωση των συμβούλων και των εργαζόμενων του Εθνικού Κέντρου του ΑΚΡΟΠΟΛ, «θα πρέπει να είναι από όλες τις τέχνες, εκπρόσωποι των τεχνών, εκπρόσωποι που έχουν άμεση επαφή με τη δημιουργία και τους δημιουργούς, γιατί αυτοί είναι που γνωρίζουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δημιουργοί. Και δεύτερον, αυτός ο φορέας, να μην απορροφάει κονδύλια κρατικά που θα μπορούσαν να πάνε κατευθείαν στους δημιουργούς, στην πρωτογενή δημιουργία. Αυτό σημαίνει, να μην φαγωθούν πολλά χρήματα σε λειτουργικά έξοδα ενός φορέα».
Η δεύτερη ανάγνωση του νομοσχεδίου στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, θα πραγματοποιηθεί το μεσημέρι της Τετάρτης, ενώ την επόμενη ημέρα θα εισαχθεί στην ολομέλεια για συζήτηση και ψήφιση