Φραγκογιάννης: Η Ελλάδα είναι ψηλά στις επενδυτικές επιλογές των γερμανικών επιχειρήσεων
Το υψηλό ενδιαφέρον των Γερμανών επενδυτών σε πολλούς δυναμικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας ανέδειξε ο υφυπουργός Εξωτερικών και αρμόδιος για την οικονομική διπλωματία και εξωστρέφεια, Κώστας Φραγκογιάννης στη διαδικτυακή εκδήλωση του ελληνο-γερμανικού επιμελητηρίου που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 13/10. Πρόκειται για τους τομείς της ενέργειας, των υποδομών, του τουρισμού, του φαρμάκου, των απορριμμάτων, της αγροδιατροφής και των τεχνολογικών υπηρεσιών, όπως είπε.
Η Γερμανία αποτέλεσε στο παρελθόν και συνεχίζει να αποτελεί και σήμερα το σημαντικότερο ξένο επενδυτή στην Ελλάδα, όπως ανέφερε διευκρινίζοντας ότι οι γερμανικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα έχουν συνολικές επενδύσεις άνω των 4,2 δισ. ευρώ, συμμετέχοντας με 3% στο ελληνικό ΑΕΠ, γεγονός που καθιστά τη Γερμανία τον Νο. 1 ξένο επενδυτή στη χώρα μας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Φραγκογιάννης επισήμανε ότι το 2020 παρά τις δυσκολίες που επέφερε η πανδημία, πραγματοποιήθηκε με επιτυχία το Ελληνογερμανικό Οικονομικό Φόρουμ τον Μάρτιο στο Βερολίνο, για την προώθηση και τη συνεργασία Ελλήνων και Γερμανών επιχειρηματιών στους προαναφερθέντες κλάδους, ενώ μέχρι σήμερα τόσο το Enterprise Greece, τόσο και άλλοι φορείς της κυβέρνησης έχουν πραγματοποιήσει πολλές διαδικτυακές εκδηλώσεις προβολής των επενδυτικών ευκαιριών στους κλάδους αναφοράς.
Ο κ. Φραγκογιάννης εστίασε ειδικότερα στο πεδίο της πράσινης ενέργειας, όπως οι ανανεώσιμες πηγές (αιολικά - φωτοβολταϊκά) όπου το γερμανικό ενδιαφέρον ήταν πάντα υψηλό προς τη χώρα μας, με πολύ σημαντικές εταιρείες να συμβάλλουν στην ανάπτυξη του κλάδου, όπως και τα έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης και αυτονομίας των νησιών, σε συνδυασμό με την ατζέντα της απολιγνιτοποίησης και τα επενδυτικά σχέδια που διαμορφώνονται στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, που προσελκύουν το ενδιαφέρον πολύ μεγάλων ομίλων.
Αυξανόμενο ενδιαφέρον, προσέθεσε ο υφυπουργός Εξωτερικών, δείχνει επίσης η γερμανική πλευρά και για την παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων στην Ελλάδα, την ανάπτυξη δομών R&D στον τεχνολογικό κλάδο καθώς και για την διαχείριση απορριμμάτων και την κυκλική οικονομία όπου κορυφαίες εταιρείες συζητούν μαζί μας και ενδιαφέρονται τόσο για τις ρυθμιστικές και όσο και για τις επιχειρηματικές εξελίξεις στον κλάδο δραστηριοποίησης τους, αντλώντας διαρκώς πληροφόρηση που θα τους βοηθήσει να σχεδιάσουν την επόμενη επενδυτική τους κίνηση.
Μία επένδυση στον κλάδο των ΑΠΕ, όπως είπε, έχει ήδη ενταχθεί στο νόμο Στρατηγικών Επενδύσεων. Πρόκειται για επένδυση που αφορά έναν Ηλιοθερμικό Σταθμό Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας συνολικής ισχύος 70 ΜW στην Κρήτη. Η ενέργεια που θα παράγεται αναλογεί με την κατανάλωση 50.000 νοικοκυριών. Το συνολικό ύψος της επένδυσης είναι 268 εκατ. ευρώ.
Πρόσφατα κατατέθηκε και νέα επένδυση από γερμανική εταιρεία για την ανάπτυξη φωτοβολταϊκών πάρκων ισχύος 794 MW στις περιοχές Θεσσαλίας και Δυτικής Μακεδονίας. Η επένδυση που βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε διαδικασία αξιολόγησης έχει προϋπολογισμό 693 εκατ.
Ο κ. Φραγκογιάννης επισήμανε ότι έχει γίνει σαφές στους Γερμανούς επενδυτές ότι «η χώρα μας έχει κάνει άλματα στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, ειδικά τον τελευταίο χρόνο, με σημαντικές παρεμβάσεις σε φορολογία, κίνητρα αύξησης των εσόδων του κράτους, ψηφιοποίηση υπηρεσιών, βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα, απλοποίηση αδειοδοτικών διαδικασιών, επενδυτικά κίνητρα».
Υπογράμμισε δε ότι «υπάρχει ο άμεσος στόχος της ελληνικής κυβέρνησης να ενισχυθούν η παραγωγικότητα, η αγορά εργασίας και οι επενδύσεις, ενώ κεντρική βούληση για την ελληνική οικονομία κατά τα επόμενα χρόνια, είναι η συστηματική αύξηση της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας, καθώς και η στενότερη διασύνδεση της παραγωγής με την τεχνολογία και την καινοτομία».
Παράλληλα, αποσαφήνισε ότι η Ελλάδα διαθέτει υψηλά εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό γεγονός που ήδη αξιολογούν θετικά οι γερμανικές επιχειρήσεις, με τελευταίο παράδειγμα την εμπιστοσύνη που δείχνει η γερμανική TeamViewer στην Ελλάδα, η οποία επέλεξε την πόλη των Ιωαννίνων για να ιδρύσει το νέο κέντρο έρευνας και ανάπτυξης.