Ικανοποιημένος για την επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1
και στην εκπομπή «Μπρα ντε φερ» με τους δημοσιογράφους Δημήτρη Τάκη και Χριστίνα Κοραή, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης.
Ο κ. Γεραπετρίτης τόνισε πως «είναι καλή εποχή για την Ελλάδα να συζητήσει με την Τουρκία», καθώς όπως είπε «η Αθήνα έχει αναπτύξει τις δυνάμεις της στο πεδίο».
Ακόμη ανέφερε πως «η παρουσία Καλίν σηματοδοτούσε τη σημασία που προσδίδει η τουρκική προεδρία».
Παράλληλα σημείωσε πως «είναι πρόωρο να γίνεται συζήτηση για συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν», ενώ είπε πως «είναι πιθανό όταν οι συνθήκες ωριμάσουν και τεθεί το πλαίσιο της επικοινωνίας».
«Για να φτάσουμε στην διεθνή δικαιοδοσία θα πρέπει να προηγηθούν μεγάλα και σημαντικά βήματα», ανέφερε χαρακτηριστικά υπογραμμίζοντας πως «εάν υπάρξει συνυποσχετικό μπορεί να υπάρξει προσφυγή στη βάση του διεθνούς δικαίου».
Επιπρόσθετα ο κ. Γεραπετρίτης τόνισε ότι «έχει αξία να μπορέσουμε να οριοθετήσουμε με όλες τις χώρες ώστε να υπάρχει σαφές πλαίσιο για τις θαλάσσιες ζώνες».
Σε ότι αφορά την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, είπε πως «τα χωρικά ύδατα αποτελούν εθνική κυριαρχία και είναι δικαίωμα της Ελλάδα να το πράξει».
Για τον Αντώνη Σαμαρά και τη συμφωνία των Πρεσπών, ανέφερε πως «ο πρώην πρωθυπουργός είναι μια εμβληματική προσωπικότητα και πως η Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ είναι συμπαγή».
Την ίδια στιγμή ο υπουργός Επικρατείας επέκρινε το ΣΥΡΙΖΑγια τα λεγόμενα του ότι «ο Κυριάκος Μητσοτάκης φοβάται τον Αντώνη Σαμαρά», λέγοντας ότι «είναι αστείο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αναφέρεται σε εσωκομματικά προβλήματα».
Για τον κοροναϊό σημείωσε ότι «η Ελλάδα βρίσκεται σε φάση σχετικής σταθερότητας», ενώ εξέφρασε την ανησυχία για τη μετάλλαξη του ιού.
Ακόμη επισήμανε πως «η ΕΕ έχει αυστηρό καθεστώς στις εγκρίσεις φαρμακευτικών σκευασμάτων κάτι που σημαίνει μια πιο μακρά έγκριση των εμβολίων κατά του κοροναϊού».
«Στόχος της κυβέρνησης είναι οι δόσεις που θα φτάνουν στην Ελλάδα να μετατρέπονται σε εμβόλια», υπογράμμισε ο ίδιος.
Τέλος ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως «δεν διαφαίνεται αυτή την στιγμή ένα τρίτο lockdown», λέγοντας πως «εάν χρειαστεί θα πάμε σε απαγορεύσεις».
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Γιώργου Γεραπετρίτη στα Παραπολιτικά 90,1:
«Είμαστε μια χαρά, νομίζω πηγαίνουμε γενικά καλά, είμαστε σε μια κατάσταση βιώσιμης αισιοδοξίας», δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας.
Αναφερόμενος στις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία, ο κ. Γεραπετρίτης επισήμανε: «Καταρχάς να πω ότι είμαι ικανοποιημένος εκ του γεγονότος ότι βρισκόμαστε στο ίδιο τραπέζι και συζητούμε. Είμαστε γενικά ικανοποιημένοι εκ του γεγονότος ότι βρισκόμαστε να συζητούμε με την Τουρκία. Η Ελλάδα έχει μια πολύ συγκεκριμένη γεωγραφία, έχουμε απέναντί μας την γείτονα με αυτόν θα πορευτούμε. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν διαρκείς δίαυλοι επικοινωνίας έτσι ώστε να αποσυμπιέζεται η οποιαδήποτε ένταση. Πολλώ δε μάλλον η συγκυρία σήμερα είναι κατ’ έξοχην ευνοϊκή για τη χώρα γιατί έχουμε αναπτύξει μια πολυσχιδή διπλωματία η οποία κεφαλαιοποιείται σταδιακά προς όλες τις κατευθύνσεις, και προς Δυσμάς και προς Ανατολάς, και νομίζω ότι αυτή είναι πολύ σημαντική παρακαταθήκη όπως επίσης έχουμε και μια ισχυρή επιχειρησιακή θέση. Έχουμε αναπτύξει πολύ τις δυνάμεις μας και στο πεδίο νομίζω γενικά είναι μια καλή εποχή να καθίσουμε να συζητήσουμε επί ίσοις όροις χωρίς εκφοβισμούς, χωρίς bulling να καθίσουμε στο τραπέζι και να μπορέσουμε να συζητήσουμε».
«Αντιλαμβανόμαστε ότι όταν γίνεται μια επανάληψη διαδικασίας μετά από 5 χρόνια πάντοτε είναι διαδικαστικά τα ζητήματα τα οποία τίθενται στην αρχή για να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε έναν οδικό χάρτη επικοινωνίας. Άρα δεν υπάρχουν θέματα ουσιαστικά τα οποία συζητούνται αυτά ελπίζουμε ότι θα έρθουν στις επόμενες συναντήσεις και όταν έρθει ο χρόνος για τις επόμενες διερευνητικές που θα γίνουν στη χώρα μας. Από εκεί και πέρα νομίζω ότι υπάρχει ένα καταρχήν θετικό κλίμα και εκ μέρους της Τουρκίας, οι δηλώσεις ήταν εντός του απαιτούμενου μέτρου για την περίσταση και η παρουσία του διπλωματικού συμβούλου του τούρκου προέδρου νομίζω ότι σηματοδοτούσε αφενός την σημασία που αποδίδει η τουρκική προεδρία στις διερευνητικές, από τη άλλη πλευρά ο πρόεδρος ευλόγως ίσως να θέλει να έχει ένα μάτι στις διερευνητικές για εσωτερικούς λόγους. Εκείνο το οποίο εμείς έχουμε ως βασική μας θέση είναι ότι θέλουμε να προχωρήσουμε στις συζητήσεις , γνώμονας παραμένει το διεθνές δίκαιο. Θέτουμε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο για τη συζήτηση που είναι το εύρος στο οποίο είχαν τελειώσει οι συζητήσεις το 2016 δηλαδή η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Νομίζω ότι με αυτά θα πορευτούμε, έχουμε μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι μπορούμε να πάμε καλύτερα, εμείς τουλάχιστον από τη δική μας πλευρά στο πλαίσιο του διεθνούς δίκαιου σας διαβεβαιώ ότι θα το επιδιώξουμε», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς αν μπορεί να πραγματοποιηθεί μια συνάντηση του έλληνα πρωθυπουργού με τον τούρκο πρόεδρο, απάντησε: «Είναι πρόωρο να μιλάμε για συζήτηση στο ανώτατο επίπεδο βεβαίως από την άλλη πλευρά έχουμε λίγο εθιστεί σε μια εχθροπαθή ρητορική την οποία προφανώς καλλιέργησε το περασμένο διάστημα η Τουρκία. Είναι κατά την άποψή μου αυτονόητο ότι οι ηγέτες θα πρέπει να συνομιλούν μεταξύ τους. Είναι πάντοτε για ωφέλεια των λαών όταν οι ηγέτες γειτονικών κρατών συνομιλούν, αυτό θα μπορούσε να γίνει βεβαίως στο μέλλον ακόμη δεν υπάρχουν ώριμες συνθήκες αλλά κάτι τέτοιο αισθάνομαι ότι όταν οι συνθήκες ωριμάσουν και θα έχει τεθεί το πλαίσιο της επικοινωνίας δεν νομίζω ότι θα ήταν άσκοπο».
Ερωτηθεις πότε θα πραγματοποιηθεί ο 62ος γύρος συνομιλιών, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε: «Δεν έχουμε εικόνα γιατί αυτό προϋποθέτει να δούμε το καλεντάρι των δύο διπλωματικών αποστολών. Είναι κάτι το οποίο θα οργανωθεί από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών και θα είναι το επόμενο διάστημα».
«Ακόμα δεν έχει οριστικοποιηθεί, υπάρχει αυτή η ημερομηνία η οποία αφορά το ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου. Είναι σημαντικό να διατηρηθεί ένα καλό momentum στις συζητήσεις αυτές, δεν υπάρχει λόγος να έχουμε μια χρονική αποξένωση μεταξύ των διερευνητικών επαφών», διευκρίνισε ο ίδιος.
Ερωτηθείς για την ενδεχόμενη προσφυγή στη Χάγη, ανέφερε: «Καταρχάς για να φτάσουμε μέχρι τη διεθνή δικαιοδοσία θα πρέπει να έχουν υπάρξει πολλά βήματα και μεγάλα βήματα, οριακά άλματα. Όπως γνωρίζετε η Τουρκία δεν αναγνωρίζει τη διεθνή σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας άρα ήδη ξεκινάμε από ένα σημείο αφετηρίας αρνητικό, από εκεί και πέρα αν υπάρξει πράγματι συνυποσχετικό το οποίο θα αφορά τα συγκεκριμένα πεδία πάνω στα οποία θα γίνει η συζήτηση στη διεθνή δικαιοδοσία, πράγματι μπορεί να υπάρξει προσφυγή. Ένα διεθνές δικαστήριο πάντοτε σταθμίζει τα ζητήματα και του διεθνούς δικαίου που αποτελεί το βασικό σημείο αναφοράς και βεβαίως ορισμένες δικαιοπολιτικές αναφορές άρα πάντοτε προσφεύγοντας σε διεθνή δικαιοδοσία γνωρίζεις ότι υπάρχει η πιθανότητα να υπάρξουν κάποιες παραχωρήσεις. Η Ελλάδα θεωρεί ότι έχει το διεθνές δίκαιο με το μέρος της, υπάρχει μια πολύ συγκεκριμένη διεθνής νομολογία που αφορά τα ζητήματα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών και αυτήν εμείς επικαλούμαστε και στις συζητήσεις και οψέποτε και σε μια διεθνή δικαιοδοσία άρα εμείς θεωρούμε ότι πράγματι θα έχουμε μια πολύ ισχυρή παρουσία αν φτάσουμε στο κεφάλαιο αυτό».
ΔΗΜ: Άρα δεν προκύπτει ότι αν πάμε στη Χάγη οι διαφορές μας θα λυθούν όπως θέλει η Τουρκία
«Προφανώς και όχι, αν συνέβαινε αυτό αυτονοήτως η οποιαδήποτε εθνική στάση θα ήταν να αποκλείουμε τη διεθνή δικαιοδοσία. Στην περίπτωση που θα φτάσουμε σε μια διεθνή δικαιοδοσία ένα δικαστήριο θα κρίνει επί τη βάσει του διεθνούς δικαίου και θα κρίνει και με ορισμένες δικαιοπολιτικές αναφορές. Ποτέ δεν γνωρίζεις τι θα πει το δικαστήριο αυτό, όποιος ισχυρίζεται ότι εκ των προτέρων μπορεί να γνωρίζει το αποτέλεσμα νομίζω ότι βρίσκεται εκτός πραγματικότητας και είναι αιθεροβάμων. Από την άλλη πλευρά εκείνο το οποίο ισχύει και εκείνο στο οποίο αναφέρθηκε ο πρώην πρωθυπουργός είναι ότι φτάνοντας σε ένα διεθνές δικαστήριο είναι πιθανό ορισμένες από τις θέσεις τις οποίες προβάλλει η Τουρκία να γίνουν αποδεκτές», απάντησε ο ίδιος.
«Πάντοτε όταν φτάνεις σε ένα δικαστήριο, πολλώ δε μάλλον σε ένα διεθνές δικαστήριο, γίνεται μια προσπάθεια συναίρεσης των αντιθέσεων και γίνονται και παραχωρήσεις και αυτό μπορεί να συμβεί, είναι μέσα στο όρια της δικαιοδοσίας, κανείς δεν μπορεί να το αποκλείσει έχω όμως την αίσθηση ότι να πηγαίνουμε στη λογική του ότι απριόρι αποκλείουμε την προσφυγή στη διεθνή δικαιοδοσία φοβούμενοι ενδεχομένως το αποτέλεσμα είναι μια στάση η οποία είναι ενδεχομένως κάπως εφεκτική υπό την έννοια ότι μας αποκλείει ένα δρόμο δικαίου . Εμείς ισχυριζόμαστε ότι έχουμε το διεθνές δίκαιο άρα είναι μια αντίφαση να θεωρούμε ότι εχουμε το διεθνές δίκαιο μαζί μας και από την άλλη πλευρά να θεωρούμε ότι προσφεύγοντας σε μια διεθνή δικαιοδοσία δεν θα βρούμε το δίκιο μας σε αυτό», δήλωσε επιπρόσθετα.
«Δεν υπάρχουν κεκτημένα, νομίζω ότι αυτή είναι η διαφορετική αφετηρία. Αυτή τη στιγμή ξεκινούμε στη λογική ότι δεν υπάρχει μια οριοθέτηση πέρα από εκείνη την οποία έχει ήδη πράξει η Ελλάδα με την Αίγυπτο και αφορά την ΑΟΖ. Δεν υπάρχει οριοθέτηση με την Τουρκία, το διεθνές δίκαιο αναγνωρίζει στην πραγματικότητα τις διμερείς συμφωνίες οι οποίες γίνονται στο πλαίσιο αυτό και άρα δεν ξεκινούμε από μια ήδη κεκτημένη κατάσταση. Άρα εκείνο το οποίο έχει αξία είναι να μπορέσουμε να οριοθετήσουμε με όλες τις χώρες περιλαμβανομένης της Τουρκίας ή της Κύπρου έτσι ώστε να εχουμε ένα πολύ σαφές πλαίσιο σε ότι αφορά τις θαλάσσιες ζώνες μας», υπογράμμισε ο ίδιος.
«Πάντοτε προσφεύγοντας σε μια δικαιοδοσία έχεις στο μυαλό σου ότι υπάρχει περίπτωση να χάσεις κάποια από τα αιτήματα τα οποία προβάλεις και αυτό νομίζω είναι μια στάση η οποία είναι ρεαλιστική και πάντοτε σε βοηθάει», συμπλήρωσε ο κ. Γεραπετρίτης.
Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι θα έπρεπε να προχωρήσουμε στην επέκταση των 12 μιλίων πριν πάμε στις διερευνητικές επαφές, απάντησε: «Το ζήτημα της επέκτασης των χωρικών υδάτων είναι άλλης τάξεως ζήτημα. Τα χωρικά ύδατα αποτελούν εθνική κυριαρχία και για το λόγο αυτό η Ελλάδα επιφυλάσσεται να ασκήσει το μονομερές αυτό δικαίωμά της οποτεδήποτε η ίδια το κρίνει. Ήδη το έχει πράξει προς Δυσμάς και ως το ακρωτήριο Ταίναρο και υπάρχει η προεργασία για να υπάρξει και περαιτέρω επέκταση. Άλλο όμως το ζήτημα της κυριαρχίας μας που αφορά τα χωρικά ύδατα και άλλο των δικαιωμάτων των κυριαρχικών που αφορούν τις θαλάσσιες ζώνες, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, το οποίο είναι ζήτημα πρωταρχικά διμερούς συμφωνίας. Άρα δεν μπορούμε εμείς μονομερώς να ανακηρύξουμε και αν συνέβαινε αυτό θα δημιουργούσε δευτερογενείς εντάσεις στα ζητήματα. Πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί όταν μιλούμε, να μιλάμε με ειλικρίνεια στον ελληνικό λαό, να γνωρίζει ο ελληνικός λαός ποια είναι η εθνική μας στάση. Πάντοτε η εθνική μας στάση ήταν ότι σε ότι αφορά τα χωρικά ύδατα η Ελλάδα διατηρεί απολύτως το δικαίωμα της επέκτασης στα 12 μίλια και θα το πράξει όταν η ίδια το κρίνει σκόπιμο. Από εκεί και πέρα το να βρισκόμαστε σε συζητήσεις για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών δηλαδή των κυριαρχικών δικαιωμάτων με την Ιταλία, με την Αίγυπτο ή τώρα και στο μέλλον με την Τουρκία είναι κάτι το οποίο μόνο ωφέλιμο μπορεί να είναι για τη χώρα μας».
Ερωτηθείς αν συνυπογράφει τη δήλωση της κας Μπακογιάννη ότι κανένας βουλευτής της ΝΔ δεν θα υιοθετήσει τις απόψεις του κ.Σαμαρά για τη Χάγη και την Τουρκία αν υποτεθεί ότι έρθουν στη Βουλή, σημείωσε: «Ο κ. Σαμαράς δεν είναι ένας απλός βουλευτής, ο κ. Σαμαράς είναι μια εμβληματική προσωπικότητα του χώρου της ΝΔ και βεβαίως έχει την απόλυτη ελευθερία για να θέτει τα ζητήματα κατά την κρίση του και είναι και γνωστές οι θέσεις του που αφορούν τα εθνικά ζητήματα. Η αίσθηση την οποία έχω είναι ότι υπάρχει μια πολύ συμπαγής, απόλυτη ομοθυμία στα μέλη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας για τα ζητήματα αυτά και προσβλέπω ότι αυτή θα αποτυπωθεί όταν χρειαστεί».
«Τα πράγματα είναι απλά, η συνθήκη με τη Βόρεια Μακεδονία η οποία υπεγράφη από την προηγούμενη κυβέρνηση αποτελεί μέρος τους εθνικού μας δικαίου σήμερα. Η ΝΔ είχε εγκαίρως εκφράσει τις αντιρρήσεις της για τη συμφωνία αυτή θεωρώντας ότι έχει πολλά σκοτεινά σημεία. Παρά ταύτα μολονότι εγκαίρως είχε υπάρξει η τοποθέτηση αυτή ψηφίστηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο και κατέστη νόμος του κράτους . Σήμερα η ελληνική κυβέρνηση , η κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν μπορεί να αποκλίνει από τη συμφωνία αυτή και δεν μπορεί όχι επειδή δεν έχει την πολιτική διάθεση να το πράξει αλλά γιατί είναι συνταγματική απαγόρευση. Όταν έχει ψηφιστεί μια διεθνής συνθήκη από τη Βουλή πλέον δεν μπορεί να αλλάξει παρά μόνο αν υπάρχει συμφωνία των μερών και τούτο διότι οι διεθνείς συνθήκες με την κύρωσή τους υπερισχύουν από οποιονδήποτε άλλο νόμο. Δεν μπορούν να τροποποιηθούν με νόμο», εξήγησε ο υπουργός.
«Επέκεινα της συνθήκης των Πρεσπών θα έρθουν στο εγγύς μέλλον και οι συμφωνίες οι οποίες αφορούν διάφορα διακρατικά ζητήματα, όταν θα έρθουν η Ελλάδα σεβόμενη τις διεθνείς της υποχρεώσεις θα κυρώσει τις συμφωνίες αυτές και θα προχωρήσει μπροστά. Όπως έχουμε επανειλημμένως πει η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα παρίας στο διεθνές δίκαιο, εμείς είμαστε απολύτως συνεπείς στις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουμε δεν έχει καμία σημασία αν πρόκειται για τη σημερινή ή την παρελθούσα κυβέρνηση εμείς σεβόμαστε τις υποχρεώσεις και θα το πράξουμε στο ακέραιο» πρόσθεσε.
ΔΗΜ: Το ότι ο κ. Σαμαράς δίνει ένα μήνυμα λέγοντας ότι «εγώ δεν θα τις ψηφίσω» σας φοβίζει και άρα μπορεί να μπει θέμα κομματικής πειθαρχίας ή όχι;
«Είναι πάρα πολύ πρόωρο να το πω και δεν είναι δική μου δουλειά να το πράξω εκείνο το οποίο θέλω να πω είναι ότι βαθύτατη πεποίθησή μου είναι ότι δεν θα υπάρξουν αποκλείσεις στην κοινοβουλευτική ομάδα σε σχέση με το ζήτημα αυτό. Είναι ένα ζήτημα διεθνούς υποχρέωσης της χώρας ανεξάρτητα από το υποκείμενο ζήτημα εάν συμφωνεί κάποιος με το χρόνο κατά τον οποίο ψηφίστηκε. Θεωρώ ότι η κοινοβουλευτική μας ομάδα είναι απολύτως συμπαγής», απάντησε.
«Η θέση του κ. Σαμαρά είναι γνωστή και έχει κάθε ιστορικό δικαίωμα να εκφράζει την άποψη του αυτή. Ξέρετε οι διατελέσαντες πρωθυπουργοί δεν είναι απλοί βουλευτές έχουν ένα ιδιαίτερο ιστορικό βάρος στο πολίτευμα και βεβαίως έχουν την ελευθερία της γνώμης και της ψήφους τους. Δεν αισθάνομαι ότι θα αποτελέσει το οποιοδήποτε πρόβλημα το να εκφραστεί η άποψη αυτή», υπογράμμισε ο κ. Γεραπετρίτης.
Αναφορικά με την άποψη της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι όμηρος του κ. Σαμαρά, επισήμανε: «Όποιος αναφέρει ότι ο Πρωθυπουργός φοβάται απλά δεν γνωρίζει τον Πρωθυπουργό. Θεωρώ στα όρια της αστειότητας, του χαριεντισμού να αναφέρεται ο ΣΥΡΙΖΑ σε εσωκομματικά προβλήματα».
«Πολλώ δεν μάλλον ξέρετε ότι όταν κάποιος δεν φοβάται δεν εκβιάζεται κιόλας. Όταν μιλούμε γα τον σημερινό πρωθυπουργό που θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι δεν είναι η συνήθης πολιτική φυσιογνωμία, εγώ είχα τη χαρά και την τιμή να γνωρίσω αρκετούς πρώην πρωθυπουργούς το υπόδειγμα του σημερινού πρωθυπουργού είναι τελείως διαφορετικό, δεν θα πω καλύτερο ή χειρότερο είναι τελείως διαφορετικό. Είναι ένας άνθρωπος με πολύ ισχυρή προσωπικότητα ο οποίος στο πλαίσιο του δημοσίου συμφέροντος όπως ο ίδιος το αντιλαμβάνεται, δεν θα προσμετρήσει οποιαδήποτε θυσία, δεν θα συνυπολογίσει το κόστος και θα προχωρήσει ακόμη ακόμη και αν αυτό δεν είναι εκείνο το οποίο αρέσει στον πολύ κόσμο. Άρα δεν εκβιάζεται, δεν φοβάται, προχωράει με την κρίση του και την άποψή του», τόνισε.
Αναφορικά με την πανδημία του κοροναϊού, σημείωσε: «Η Ελλάδα βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε μια σχετικά καλή θέση, παίρνουμε κάθε μέρα τις μετρήσεις και τα συγκριτικά δεδομένα που ισχύουν στην Ευρώπη. Βρισκόμαστε σε μια φάση σχετικής σταθερότητας η οποία ακολούθησε αυτή την ύφεση μετά από τις μακρές καθολικές απαγορεύσεις της χώρα μας. Δυστυχώς στην Ευρώπη η κατάσταση δεν είναι ανάγκη, βρίσκεται ήδη σε έξαρση ένα ισχυρό τρίτο κύμα και εμείς έχουμε τις ανησυχίες μας για το ζήτημα της μετάλλαξης του ιού, είναι πάρα πολλές οι μεταλλάξεις οι όποιες γίνονται. Είναι πολλαπλάσιες σε σχέση με τις μεταλλάξεις που είχαν υπάρξει στο πρώτο κύμα και για αυτό έχουμε συστήσει ένα δίκτυο, το υπουργείο Υγείας ενεργεί με πάρα πολύ μεγάλη προνοητικότητα για να μπορεί να παρακολουθεί όλες τις συνέπειες μεταλλάξεων στη χώρα».
Αναφερόμενος στο ζήτημα της ευθύνης της ΕΕ σε σχέση με τα εμβόλια, δήλωσε: «Πάντοτε η Ευρώπη έχει ένα πολύ αυστηρό καθεστώς σε ότι αφορά τις εγκρίσεις οποιοδήποτε φαρμακευτικού σκευάσματος, πολύ αυστηρότερες σε σχέση με τις αγγλοσαξωνικές χώρες. Αυτό σημαίνει πρακτικώς ότι ειναι πιο μακρά και πιο αυστηρή η διαδικασία για το λόγο αυτό τα εμβόλια και της Pfizer και της Moderna και τώρα και της AstraZeneca που έχει προγραμματιστεί για έγκριση πήραν πολύ περισσότερο χρόνο. Αυτοί είναι οι κανόνες υγείας που εφαρμόζονται οριζόντια στην ΕΕ και οδήγησαν σε μα καθυστέρηση στην έγκριση. Δεύτερο ζήτημα, είναι καλύτερα ή χειρότερα εκ του γεγονότος ότι η ΕΕ διαχειρίζεται κεντρικά το ζήτημα των εμβολίων; Χωρίς καμία περιστροφή θα σας πω ότι είναι καλύτερα».
«Θέλω μόνο να φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε η κεντρική συμφωνία της ΕΕ με τις εταιρείες οι οποίες παράγουν το εμβόλιο. Θα είχαμε έναν απίστευτο διπλωματικό και επιχειρηματικό πόλεμο ο οποίος πρακτικά θα οδηγούσε τις μεγάλες χώρες που έχουν και τους πόρους και τις προσβάσεις και τις δυνατότητες να παίρνουν όλες τις παρτίδες, και οι μικρότερες ή λιγότερο ισχυρές χώρες να μην παίρνουν τίποτα. Η εμπειρία την οποία έχω εγώ από την πρώτη φάση της πανδημίας που τότε αναζητούσαμε ανά τον κόσμο αναλώσιμο υλικό δηλαδή αναζητήσουμε μάσκες, αναπνευστήρες κλπ ήταν πάρα πολύ επώδυνο. Δηλαδή γινόταν ένας απίστευτος διπλωματικός πόλεμος που έφτανε στα όρια της επιστημονικής φαντασίας με ορισμένα φορτία τα οποία επέστρεφαν ενώ ήταν στο δρόμο προς μια χώρα , να γίνεται μια απίστευτη πλειοδοσία μεταξύ των χωρών. Ευτυχώς τώρα η ΕΕ διαχειρίζεται κεντρικά. Υπάρχουν καθυστερήσεις που οφείλονται και στις εταιρείες κα σε αυτό τον πόλεμο που υπάρχει για την έγκαιρη προμήθεια», συμπλήρωσε ο ίδιος.
Ερωτηθείς πότε εκτιμά ότι θα εμβολιαστεί το 70% του πληθυσμού, απάντησε: «Το ζήτημα αυτή τη στιγμή δεν εξαρτάται από εμάς το πότε θα φτάσουμε στο 70% εκείνο το οποίο είναι η δική μας δουλειά και την κάνουμε με πολύ υψηλό επαγγελματισμό είναι να μπορούμε να διασφαλίσουμε ανά πάσα στιγμή ότι όλες οι παρτίδες που φτάνουν στην Ελλάδα θα μπορούν αμέσως να μετατρέπονται σε εμβόλια . Θέλω να σας πω το πόσο σημαντική ήταν η στρατηγική επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης να μην διαθέτει άμεσα όλα τα εμβόλια που έχει αλλά να κρατάει τις δεύτερες δόσεις έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι όποιος κάνει το εμβόλιο μπορεί μετά από 3 εβδομάδες να κάνει και τη δεύτερη δόση. Άλλες χώρες επέλεξαν να κάνουν όλο τον πρώτο εμβολιασμό αμέσως με τα διαθέσιμα που είχαν και σήμερα επειδή υπάρχει χρονική υστέρηση δεν μπορεί να κάνουν τη δεύτερη δόση».
Ερωτηθείς αν υπάρχει θέμα τρίτου lockdown, ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε: «Αυτή τη στιγμή δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο, έχουμε όμως θέσει μια πάρα πολύ αυστηρή διαδικασία. Διασκεδάζω με εκείνους που λένε ότι παλινδρομούμε, παίρνουμε αποφάσεις την τελευταία στιγμή κλπ, είναι μια πολύ αυστηρή και συγκεκριμένη διαδικασία. Παρασκευή οι υγειονομικοί μας μας εισηγούνται τι θα πράξουμε Δευτέρα με Δευτέρα, αυτό είναι το βέλτιστο για τη δημόσια υγεία, θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Θα εξετάζουμε επίκαιρα δεδομένα, θα ανοίγουμε μόνο με προσοχή, με μεγάλη σύνεση και αν χρειαστεί θα πάμε σε ορισμένες περαιτέρω απαγορεύσεις, το απεύχομαι και ελπίζω να μην υπάρξει σύντομα, αν χρειαστεί θα πάμε σε απαγορεύσεις. Σίγουρα όχι άμεσα σε οποιαδήποτε καθολική απαγόρευση».