ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Σακελλαροπούλου: Εμβάθυνση στην κοινή ευρωπαϊκή μας πορεία απέναντι στις προκλήσεις του αύριο
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, απηύθυνε χαιρετισμό στη διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα Κράτος Δικαίου στην ΕΕ: Προκλήσεις και Προοπτικές, που διοργανώθηκε από το Ίδρυμα Konrad Adenauer, το Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου και τον Κύκλο Ιδεών.
Η κυρία Σακελλαροπούλου αναφέρθηκε στις θεμελιώδεις έννοιες και αρχές «που μοιάζουν σήμερα αυτονόητες, στέρεες και αδιαμφισβήτητες στον νομικό μας πολιτισμό», όπως είπε και προσέθεσε: «στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και μετά την τραυματική εμπειρία των δύο παγκοσμίων πολέμων, η συνταγματική δημοκρατία ακμάζει, με άξονα την προστασία των δικαιωμάτων μας και τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων. Κανείς δεν αμφιβάλλει πια για την κανονιστική ποιότητα και δύναμη των ευρωπαϊκών συνθηκών και των εθνικών Συνταγμάτων».
Επεσήμανε, όμως, ότι «το δίκαιο δεν σημαίνει την αρχή του ισχυρού, ούτε την άκριτη επιβολή, δίχως όρια, της πλειοψηφίας στη μειοψηφία. Υπερβαίνει την πολιτική σκοπιμότητα και συγκυρία και εδραιώνει την καθολική αξιοπρέπεια και την αυτονομία του προσώπου. Το Κράτος Δικαίου, κορωνίδα του σύγχρονου συνταγματισμού, συνέχει τη δημοκρατία των αντιβάρων και των θεσμικών προϋποθέσεων που αναδεικνύουν το γενικό συμφέρον».
Την τελευταία εικοσαετία, ωστόσο, δήλωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, «οι βεβαιότητες και οι παραδοχές του προηγούμενου αιώνα κλονίστηκαν. Πολλές από τις προσδοκίες μας ματαιώθηκαν. Η παγκόσμια οικονομική κρίση διεύρυνε τις ανισότητες και επέφερε αναταραχές πολιτικές και αναδιατάξεις κοινωνικές. Έπληξε σοβαρά το πολιτικό μας σύστημα, όπως και την εμπιστοσύνη στην ευρωπαϊκή προοπτική και τα ιδανικά της». Αναφέρθηκε ειδικότερα στο μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα, «το ανθρώπινο δράμα των συνόρων μας», όπως το χαρακτήρισε, το οποίο «δίχασε την Ένωση και εξέθεσε ανεπίτρεπτα την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Ήρθαν στην επιφάνεια διαλυτικές τάσεις και υποδόριες συγκρούσεις ανάμεσα στα κράτη-μέλη σε ένα πεδίο ανθρωπιστικής πολιτικής που δεν επιδέχεται πολιτική εργαλειοποίηση, αλλά, αντίθετα, απαιτεί κοινή στάση και αντιμετώπιση».
Η κυρία Σακελλαροπούλου μίλησε και για τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη, τονίζοντας ότι απειλούν ανοικτά τον τρόπο της ζωής μας και της πολιτικής μας συγκρότησης και θέτουν επιτακτικά το ζήτημα της ασφάλειας και της εναρμόνισής της με την ελευθερία. Αναφέρθηκε και στο θέμα της πανδημίας που βιώνει η ανθρωπότητα, λέγοντας πως «σήμερα, στη δίνη της πανδημίας, το μείζον είναι να επιτευχθεί η δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στην προστασία της δημόσιας υγείας, που έχει την απόλυτη προτεραιότητα, τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων μας και την αποτροπή μιας νέας οικονομικής ύφεσης».
«Οι οξείες αυτές κρίσεις, που επιδρούν ή μία στην άλλη», επεσήμανε, «πλήττουν το Κράτος Δικαίου και τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Σε χώρες με ισχνά δικαιοκρατικά θεμέλια, ο λαϊκισμός διαβρώνει ραγδαία τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, στο όνομα της χαρισματικής νομιμοποίησης και άσκησης της εξουσίας. Η δημοκρατία, όμως, δεν εξαντλείται στις ελεύθερες εκλογές και την ανάδειξη των κυβερνώντων. Είναι μια συνεχής διεκδίκηση για την ελεύθερη και υπεύθυνη βούληση του λαού, την ισότητα και την αποτροπή της αυθαιρεσίας της εξουσίας».
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας μίλησε για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης αλλά και την ανάγκη της πολυφωνίας στα μέσα ενημέρωσης, καθώς «συνιστούν», όπως είπε, «θεσμικές εγγυήσεις της ελεύθερης διαμόρφωσης της λαϊκής θέλησης και της λογοδοσίας των κυβερνώντων. Γι’ αυτό και βρίσκονται στο στόχαστρο των καθεστώτων που αποκαλούνται «ανελεύθερες δημοκρατίες». Για πρώτη φορά τέθηκε ζήτημα συμμόρφωσης κρατών-μελών της ΕΕ με το Κράτος Δικαίου και ενεργοποιήθηκαν οι σχετικές διαδικασίες του άρθρου 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην Τουρκία, που συνδέεται και με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η κυρία Σακελλαροπούλου υπενθύμισε πως «επανειλημμένα, έχει διατυπώσει η Ένωση τις σοβαρές ανησυχίες της σχετικά με τις συνεχιζόμενες αρνητικές εξελίξεις στην Τουρκία όσον αφορά το Κράτος Δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα, την ελευθερία της έκφρασης και το δικαστικό σώμα. Στο υπόβαθρο αυτής της διάχυτης έντασης», προσέθεσε «υποκρύπτεται τελικά η αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής συνείδησης. Στις κρίσεις που διέρχεται η Ευρώπη, βρίσκει έδαφος ο ευρωσκεπτικισμός και η αντίδραση στις βασικές αρχές και αξίες της».
«Ο ιστορικός και πολιτικός χρόνος τρέχει πια για την Ευρώπη με μεγαλύτερη ταχύτητα από εκείνη που ενδεχομένως αντέχουν οι παραδοσιακοί της θεσμοί», δήλωσε επισημαίνοντας ότι «η οικονομία, η υγεία, η κοινωνική συνοχή μοιάζουν ευάλωτες, καθώς η αισιόδοξη εποχή της σταθερότητας έχει μάλλον για τα καλά παρέλθει. Η ιστορία δεν είναι εξάλλου, γραμμική, αλλά κρύβει εκπλήξεις και ανατροπές. Παρά ταύτα», ανέφερε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, «το ευρωπαϊκό κοινωνικό Κράτος Δικαίου είναι ακόμη το πιο ισχυρό μας καταφύγιο και εφόδιο στις αβεβαιότητες του καιρού μας. Η Ευρώπη παραμένει μια προνομιακή για τους λαούς της γωνιά του πλανήτη. Απέναντι στις ριζικές αλλαγές της παγκοσμιοποίησης και του ψηφιακού μετασχηματισμού των κοινωνιών, όπου κυριαρχούν τα δίκτυα της πολιτικής, της πολιτισμικής και της διαπροσωπικής επικοινωνίας και διάδρασης, ο απομονωτισμός και η εσωστρέφεια είναι ομολογία αδυναμίας, όχι επίδειξη δύναμης. Η συναρμογή της εθνικής ταυτότητας με την πολιτισμική ετερότητα, της ανάπτυξης με την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, όπως και η πρόληψη νέων υγειονομικών ή δημοσιονομικών καταστάσεων ανάγκης, είναι θέματα που μας απασχολούν. Πρόκειται προφανώς για πολιτικές πλανητικής εμβέλειας, που ξεπερνούν τα ευρωπαϊκά όρια».
Και κατέληξε πως όλα αυτά δεν μπορούν να σχεδιαστούν «έξω από τον καμβά της ευρωπαϊκής μας ταυτότητας και του αξιακού της πλούτου: της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης, καθώς και όλων εκείνων των εγγυήσεων που συγκροτούν διαχρονικά την καλώς εννοούμενη ευρωπαϊκή ιδιαιτερότητα. Δίχως την εμβάθυνση στην κοινή ευρωπαϊκή μας πορεία», επεσήμανε, «δεν θα προκύψουν οι απαντήσεις στις προκλήσεις του αύριο».
Η κυρία Σακελλαροπούλου αναφέρθηκε στις θεμελιώδεις έννοιες και αρχές «που μοιάζουν σήμερα αυτονόητες, στέρεες και αδιαμφισβήτητες στον νομικό μας πολιτισμό», όπως είπε και προσέθεσε: «στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και μετά την τραυματική εμπειρία των δύο παγκοσμίων πολέμων, η συνταγματική δημοκρατία ακμάζει, με άξονα την προστασία των δικαιωμάτων μας και τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων. Κανείς δεν αμφιβάλλει πια για την κανονιστική ποιότητα και δύναμη των ευρωπαϊκών συνθηκών και των εθνικών Συνταγμάτων».
Επεσήμανε, όμως, ότι «το δίκαιο δεν σημαίνει την αρχή του ισχυρού, ούτε την άκριτη επιβολή, δίχως όρια, της πλειοψηφίας στη μειοψηφία. Υπερβαίνει την πολιτική σκοπιμότητα και συγκυρία και εδραιώνει την καθολική αξιοπρέπεια και την αυτονομία του προσώπου. Το Κράτος Δικαίου, κορωνίδα του σύγχρονου συνταγματισμού, συνέχει τη δημοκρατία των αντιβάρων και των θεσμικών προϋποθέσεων που αναδεικνύουν το γενικό συμφέρον».
Την τελευταία εικοσαετία, ωστόσο, δήλωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, «οι βεβαιότητες και οι παραδοχές του προηγούμενου αιώνα κλονίστηκαν. Πολλές από τις προσδοκίες μας ματαιώθηκαν. Η παγκόσμια οικονομική κρίση διεύρυνε τις ανισότητες και επέφερε αναταραχές πολιτικές και αναδιατάξεις κοινωνικές. Έπληξε σοβαρά το πολιτικό μας σύστημα, όπως και την εμπιστοσύνη στην ευρωπαϊκή προοπτική και τα ιδανικά της». Αναφέρθηκε ειδικότερα στο μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα, «το ανθρώπινο δράμα των συνόρων μας», όπως το χαρακτήρισε, το οποίο «δίχασε την Ένωση και εξέθεσε ανεπίτρεπτα την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Ήρθαν στην επιφάνεια διαλυτικές τάσεις και υποδόριες συγκρούσεις ανάμεσα στα κράτη-μέλη σε ένα πεδίο ανθρωπιστικής πολιτικής που δεν επιδέχεται πολιτική εργαλειοποίηση, αλλά, αντίθετα, απαιτεί κοινή στάση και αντιμετώπιση».
Η κυρία Σακελλαροπούλου μίλησε και για τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη, τονίζοντας ότι απειλούν ανοικτά τον τρόπο της ζωής μας και της πολιτικής μας συγκρότησης και θέτουν επιτακτικά το ζήτημα της ασφάλειας και της εναρμόνισής της με την ελευθερία. Αναφέρθηκε και στο θέμα της πανδημίας που βιώνει η ανθρωπότητα, λέγοντας πως «σήμερα, στη δίνη της πανδημίας, το μείζον είναι να επιτευχθεί η δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στην προστασία της δημόσιας υγείας, που έχει την απόλυτη προτεραιότητα, τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων μας και την αποτροπή μιας νέας οικονομικής ύφεσης».
«Οι οξείες αυτές κρίσεις, που επιδρούν ή μία στην άλλη», επεσήμανε, «πλήττουν το Κράτος Δικαίου και τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Σε χώρες με ισχνά δικαιοκρατικά θεμέλια, ο λαϊκισμός διαβρώνει ραγδαία τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, στο όνομα της χαρισματικής νομιμοποίησης και άσκησης της εξουσίας. Η δημοκρατία, όμως, δεν εξαντλείται στις ελεύθερες εκλογές και την ανάδειξη των κυβερνώντων. Είναι μια συνεχής διεκδίκηση για την ελεύθερη και υπεύθυνη βούληση του λαού, την ισότητα και την αποτροπή της αυθαιρεσίας της εξουσίας».
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας μίλησε για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης αλλά και την ανάγκη της πολυφωνίας στα μέσα ενημέρωσης, καθώς «συνιστούν», όπως είπε, «θεσμικές εγγυήσεις της ελεύθερης διαμόρφωσης της λαϊκής θέλησης και της λογοδοσίας των κυβερνώντων. Γι’ αυτό και βρίσκονται στο στόχαστρο των καθεστώτων που αποκαλούνται «ανελεύθερες δημοκρατίες». Για πρώτη φορά τέθηκε ζήτημα συμμόρφωσης κρατών-μελών της ΕΕ με το Κράτος Δικαίου και ενεργοποιήθηκαν οι σχετικές διαδικασίες του άρθρου 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην Τουρκία, που συνδέεται και με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η κυρία Σακελλαροπούλου υπενθύμισε πως «επανειλημμένα, έχει διατυπώσει η Ένωση τις σοβαρές ανησυχίες της σχετικά με τις συνεχιζόμενες αρνητικές εξελίξεις στην Τουρκία όσον αφορά το Κράτος Δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα, την ελευθερία της έκφρασης και το δικαστικό σώμα. Στο υπόβαθρο αυτής της διάχυτης έντασης», προσέθεσε «υποκρύπτεται τελικά η αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής συνείδησης. Στις κρίσεις που διέρχεται η Ευρώπη, βρίσκει έδαφος ο ευρωσκεπτικισμός και η αντίδραση στις βασικές αρχές και αξίες της».
«Ο ιστορικός και πολιτικός χρόνος τρέχει πια για την Ευρώπη με μεγαλύτερη ταχύτητα από εκείνη που ενδεχομένως αντέχουν οι παραδοσιακοί της θεσμοί», δήλωσε επισημαίνοντας ότι «η οικονομία, η υγεία, η κοινωνική συνοχή μοιάζουν ευάλωτες, καθώς η αισιόδοξη εποχή της σταθερότητας έχει μάλλον για τα καλά παρέλθει. Η ιστορία δεν είναι εξάλλου, γραμμική, αλλά κρύβει εκπλήξεις και ανατροπές. Παρά ταύτα», ανέφερε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, «το ευρωπαϊκό κοινωνικό Κράτος Δικαίου είναι ακόμη το πιο ισχυρό μας καταφύγιο και εφόδιο στις αβεβαιότητες του καιρού μας. Η Ευρώπη παραμένει μια προνομιακή για τους λαούς της γωνιά του πλανήτη. Απέναντι στις ριζικές αλλαγές της παγκοσμιοποίησης και του ψηφιακού μετασχηματισμού των κοινωνιών, όπου κυριαρχούν τα δίκτυα της πολιτικής, της πολιτισμικής και της διαπροσωπικής επικοινωνίας και διάδρασης, ο απομονωτισμός και η εσωστρέφεια είναι ομολογία αδυναμίας, όχι επίδειξη δύναμης. Η συναρμογή της εθνικής ταυτότητας με την πολιτισμική ετερότητα, της ανάπτυξης με την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, όπως και η πρόληψη νέων υγειονομικών ή δημοσιονομικών καταστάσεων ανάγκης, είναι θέματα που μας απασχολούν. Πρόκειται προφανώς για πολιτικές πλανητικής εμβέλειας, που ξεπερνούν τα ευρωπαϊκά όρια».
Και κατέληξε πως όλα αυτά δεν μπορούν να σχεδιαστούν «έξω από τον καμβά της ευρωπαϊκής μας ταυτότητας και του αξιακού της πλούτου: της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης, καθώς και όλων εκείνων των εγγυήσεων που συγκροτούν διαχρονικά την καλώς εννοούμενη ευρωπαϊκή ιδιαιτερότητα. Δίχως την εμβάθυνση στην κοινή ευρωπαϊκή μας πορεία», επεσήμανε, «δεν θα προκύψουν οι απαντήσεις στις προκλήσεις του αύριο».