ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Βουλή - Παναγιωτόπουλος: Σε δύο χρόνια θα λειτουργεί το Εκπαιδευτικό Κέντρο Αεροπορίας στην Καλαμάτα
Δύο σημαντικές ειδήσεις προκύπτουν μέσα από την απάντηση που έδωσε στη Βουλή ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης Νίκος Παναγιωτόπουλος σε ερώτηση κοινοβουλευτικού ελέγχου του βουλευτή Ηρακλείου του «Κινήματος Αλλαγής» (ΚΙΝΑΛ) Βασίλη Κεγκέρογλου με θέμα «Εκπαιδευτικό Κέντρο Αεροπορίας στην Καλαμάτα», και στην οποία απάντηση εκτίθεται ένα πλήρες ιστορικό της εξελίξεως αυτού του Κέντρου ώστε να φτάσουμε στη σημερινή απόφαση αναθέσεως του όλου έργου στην Ισραηλινή εταιρεία ELBIT με την υποστήριξη του υπουργείου Αμύνης του Ισραήλ.
Ότι δηλαδή σε δύο χρόνια από σήμερα το Κέντρο αυτό θα λειτουργεί στην Καλαμάτα και ότι λόγω ελλείψεως σε πτητική διαθεσιμότητα των κατάλληλων εκπαιδευτικών αεροσκαφών οι Ίκαροί μας ως νέοι Ανθυποσμηναγοί έφταναν στα 28 τους χρόνια για να πετούν και να συμπληρώνουν τις απαραίτητες ώρες πτήσεως στις Μοίρες τους, κάτι ασφαλώς τραγικό.
Λόγω του εξαιρετικού ενδιαφέροντος αλλά και των στοιχείων που προκύπτουν από την υπουργική απάντηση παραθέτουμε το πλήρες κείμενο αυτής:
«Κύριε συνάδελφε η δημιουργία Διεθνούς Εκπαιδευτικού Κέντρου ως προς το πτητικό αντικείμενο στην Καλαμάτα δεν είναι ασφαλώς το μοναδικό μεγάλο έργο για της Ένοπλες Δυνάμεις που παραλαμβάνουμε στο «και πέντε» και επιχειρούμε να υλοποιήσουμε στο «παραπέντε». Δεν είναι το μόνο αλλά είναι ένα από τα πιο εμβληματικά διότι μπορεί να υπογράψαμε πρόσφατα την προμήθεια 18 υπερσύγχρονων αεροσκαφών “Rafale”, μπορεί να εξελίσσεται το πρόγραμμα των αναβαθμίσεων τεσσάρων F-16 στην εκδοχή Viper, μπορεί δηλαδή ως προς τα μέσα οι δυνατότητες Πολεμικής Αεροπορίας να αναβαθμίζονται θα έλεγα «δραματικά» όμως χρειάζεται και έμψυχο δυναμικό. Το έμψυχο δυναμικό είναι οι χειριστές, οι απόφοιτοι της Σχολής Ικάρων που θα πρέπει να εκπαιδεύονται σε ένα σύγχρονο κέντρο εκπαίδευσης.
Η ανάγκη είχε διαπιστωθεί από νωρίς -για να ανατρέξω πολύ σύντομα στο ιστορικό- με την απόφαση της 1ης Νοεμβρίου 2017, όταν το Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ) ενέκρινε μελέτη για να ολοκληρωθεί το υποπρόγραμμα για τη δημιουργία Διεθνούς Εκπαιδευτικού Κέντρου Πτήσεων στην 120 Πτέρυγα Εκπαίδευσης Αέρος, δηλαδή στο εκπαιδευτικό κέντρο της Πολεμικής Αεροπορίας στην Καλαμάτα.
Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη, θα γινόταν μίσθωση από την Πολεμική Αεροπορία ενός ολοκληρωμένου προγράμματος πτητικής εκπαίδευσης με μέσα δηλαδή και υποστήριξη σε μέσα επίγειας εκπαίδευσης (προσομοιωτές, υπολογιστές για την εκπαίδευση στα επιμέρους συστήματα, κλπ.) για τουλάχιστον 20 χρόνια. Από το 2017 που κρίθηκε ως «κατεπείγουσα» η ανάγκη αυτή, διότι ο χρόνος τελείωνε και το εκπαιδευτικό κομμάτι της Πολεμικής Αεροπορίας οδηγούνταν σε αδιέξοδο, αφού πάλιωναν τα αεροσκάφη και έμενε μεγάλο υπολειπόμενο πτητικό αντικείμενο ανεκτέλεστο για τους Ικάρους. Δεν μπορούσαν να εκπαιδευτούν οι Ίκαροι με τα
πτητικά μέσα και αυτό προκαλούσε συνέχεια αυξανόμενο φορτίο αποφασίστηκε να πάμε στην εκτέλεση αυτού του υποπρογράμματος.
Οι λύσεις εξηγήθηκαν, διότι πάνω σε αυτό το υποπρόγραμμα στηριχθήκαμε για να καταθέσουμε την πρόταση, η οποία συζητήθηκε στην Επιτροπή Εξωτερικών της Βουλής για τέσσερις περίπου ώρες. Ήσασταν παρών και νομίζω ότι εκεί απαντήθηκαν σε αρκετά μεγάλο βαθμό και πολύ ικανοποιητικά τουλάχιστον τα τεχνικά και τα οικονομικά σημεία της πρότασης. Η λύση λοιπόν είχε να κάνει με την αναβάθμιση των υφισταμένων αεροσκαφών Τ6 με προδιαγραφές 2020 (τα υφιστάμενα είναι αφ’ ενός πολύ λιγότερα και αφ’ ετέρου προδιαγραφών 2010), καθώς και η προμήθεια καινούργιων εκπαιδευτικών αεροσκαφών Jet, αεριωθουμένων δηλαδή (αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρία σε διαθεσιμότητα και μιλάμε για δέκα καινούργια τελευταίας γενιάς). Θα εκπαιδεύουν Ικάρους που θα επιχειρήσουν σε αεροσκάφη τέταρτης και βάλε γενιάς. Αυτά που έχουμε αντιστοιχούν στα “Phantom” δηλαδή σε αεροσκάφη τρίτης γενιάς. Καταλαβαίνετε ότι έτσι δεν γίνεται.
Η Αεροπορία είχε δει το αδιέξοδο από το 2017 αλλά δεν έγινε τίποτα πέρα από αυτό. Συνεχίζω για το ιστορικό, με την απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Αεροπορίας τον Μάρτιο του 2018 να εξεταστεί η πρόταση της Καναδικής εταιρείας, η οποία έδινε δύο επιλογές ή να πάμε σε παροχή εκπαιδευτικών αεροσκαφών από την “Lockheed Martin” ή από την Καναδική εταιρεία. Τον Ιούλιο εκείνου του έτους συγκροτήθηκε ομάδα εργασίας κατόπιν εντολής του Αρχηγού ΓΕΑ για να εξεταστούν εις βάθος αυτές οι προτάσεις. Το κόστος ήταν όντως στο 1,8 δισ. ευρώ. Πώς φθάσαμε σε ένα κόστος πολύ χαμηλότερο; Ίσως οφείλεται στον ανταγωνισμό. Ότι από τη στιγμή που και δεύτερη εταιρεία ενδιαφέρθηκε, άρχισαν οι προσφορές να πέφτουν. Αυτό όμως είναι σε όφελος της Εθνικής Άμυνας και της Πολεμικής Αεροπορίας. Δεν μπορώ να δηλώσω προβληματισμένος αλλά ευχαριστημένος επειδή από τότε που αναλάβαμε να οδηγήσουμε τη διαπραγμάτευση, οι προσφορές άρχισαν να μειώνονται η μία μετά την άλλη, ώστε να φτάσουμε στην προσφορά βάσει της οποίας τελικά συμφωνήσαμε. Κι αυτή τη στιγμή -για να πω κι αυτό- γίνονται διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα δύο μέρη.
Έχει συγκροτηθεί από πλευράς Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων η ομάδα διαπραγμάτευσης που διαπραγματεύεται αυτή τη στιγμή με τους εκπροσώπους της Ισραηλινής εταιρείας προκειμένου να καταλήξουμε σε σύμβαση η οποία θα υπογραφεί προσεχώς. Δεν έχουμε έτσι κι αλλιώς άλλο περιθώριο για χάσιμο.
Τον Αύγουστο του 2018 το ΣΑΓΕ γνωμάτευσε όσον αφορά το υποπρόγραμμα, πάλι λόγω του κατεπείγοντος χαρακτήρα. Όμως προέκυψε αδυναμία χρηματοδότησης στο ένα δισ. περίπου της πρότασης που υπήρχε εκείνη την εποχή στο τραπέζι, άρα δεν πήγαμε στην Επιτροπή Εξοπλιστικών με πρόταση έγκρισης υποπρογράμματος διότι δεν είχαμε τα λεφτά.
Τον Ιανουάριο του 2019 (κι εδώ είναι το ενδιαφέρον στοιχείο) συνεδρίασε το Συμβούλιο Άμυνας (Σ.ΑΜ.) υπό τον τότε Υπουργό τον κ. Καμμένο. Αυτό αποφάσισε στην ουσία τρία πράγματα:
Πρώτον να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις με τη Καναδική πλευρά, προκειμένου να δούμε αν μπορούμε να ρίξουμε την προσφορά. Δεν ανέκυψε κάτι τέτοιο γιατί δεν συνεχίστηκαν και πολύ εντατικά διαπραγματεύσεις.
Δεύτερον να υποβληθεί στον Πρωθυπουργό αίτημα για παραπάνω χρηματοδότηση. Θυμίζω ότι τότε ο προϋπολογισμός της Άμυνας ήταν 530 εκατομμύρια κατ’ έτος. Δεν μπορούσε να το δει αυτό το απαραίτητο για το μέλλον της Πολεμικής Αεροπορίας πρόγραμμα.
Τρίτον να εξεταστούν κι άλλες προτάσεις, μήπως μπορούσε να υπάρχει μία συμφερότερη πρόταση ή μήπως όπως ακούστηκε στην Επιτροπή μπορούσαμε να το κάνουμε μόνοι μας, με δικές μας δυνάμεις βάσει κάποιας ιδέας που υπήρχε στους
κόλπους της τότε ηγεσίας Πολεμικής Αεροπορίας, πλην όμως δεν μετουσιώθηκε ποτέ σε μία συγκεκριμένη πρόταση στηριγμένη σε μία συγκεκριμένη μελέτη που θα έλεγε ότι με «αυτά κι αυτά» ως προϋποθέσεις μπορούσε η Πολεμική Αεροπορία να αναλάβει αυτό το έργο. Κι είναι λογικό. Χρειάζονταν μεγάλες επενδύσεις σε επίγεια και πτητικά μέσα για να φύγουμε από αυτό το αδιέξοδο.
Όμως οι Ίκαροι περίμεναν στη σειρά να εκπαιδευτούν και να συμπληρώσουν παραπάνω ώρες πτήσης, χωρίς φυσικά να βλέπουν λύση στον ορίζοντα. Φτάσαμε εκείνη την περίοδο, να πηγαίνει στην μονάδα για να αρχίσει και να πετά ένας Ίκαρος, σε ηλικία 28 ετών! Γιατί; Διότι περίμενε πάρα πολύ στη σειρά αφού δεν υπήρχαν μέσα και έπρεπε να συμπληρώσει ώρες πτήσεως.
Τον Δεκέμβριο 2019 έγινε η πρώτη επίσκεψη του Γενικού Διευθυντή ΓΔΑΕΕ στο Ισραήλ. Έπεσε στο τραπέζι αυτή η πρόταση και από πλευράς Ισραηλινής εταιρείας που εξεδήλωσε το ενδιαφέρον. Ακολούθησα εγώ τον Φεβρουάριο του 2020 και η αποστολή υπό τον Πρωθυπουργό το καλοκαίρι του 2020 οπότε ανέκυψε και η πρόταση της ισραηλινής εταιρείας η οποία προκρίθηκε ως οικονομικά συμφερότερη και αρτιότερη ως προς την λεπτομέρεια της, τον περασμένο Δεκέμβριο στην Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων».
Ο ίδιος πρόσθεσε στη δευτερολογία του μεταξύ άλλων και τα εξής:
Ποια είναι η ραχοκοκαλιά του προγράμματος; Χρονομίσθωση από την Πολεμική Αεροπορία εναερίων μέσων, δηλαδή ελικοφόρων αεροσκαφών που αποτελεί το πρώτο εκπαιδευτικό στην καριέρα ενός εκπαιδευμένου Ικάρου. Ακολούθως το αεριωθούμενο “Jet”, το οποίο θα είναι το σκάφος τύπου M-346 της Ιταλικής «Λεονάρντο», σύγχρονο και προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις της σύγχρονης τεχνολογίας επιπέδου αεροσκαφών τέταρτης γενιάς και βάλε.
Πρόκειται για δέκα αεριωθούμενα και 25 κατά τη σύμβαση και τις προδιαγραφές ελικοφόρα εκπαιδευτικά. Αυτή τη στιγμή έχουμε οκτώ εκπαιδευτικά ελικοφόρα. Θα αναβαθμιστούν τα υπόλοιπα και τα υπάρχοντα μέχρι να φτάσουμε στο τελικό αριθμό των είκοσι πέντε. Προσφέρονται αντίστοιχες ώρες εκπαίδευσης τόσο στο έδαφος, όσο και στον αέρα. Αυτή είναι μία ποιοτική διαφορά της πρότασης των Ισραηλινών γιατί δίνουν περισσότερες ώρες εκπαίδευσης και ξεκαθαρίζουν ότι άλλο οι ώρες στο έδαφος (δηλαδή μέχρι να απογειωθεί το αεροσκάφος) κι άλλο οι ώρες στον αέρα (κάτι που δεν είχε αποσαφηνιστεί από τη Καναδική πλευρά), καθώς επίσης και πολλά επίγεια μέσα εκπαίδευσης, λ.χ. σύγχρονους προσομοιωτές για το αεριωθούμενο, προσομοιωτές που παρέχουν εκπαίδευση σε επιμέρους συστήματα, επίσης ηλεκτρονικούς υπολογιστές που παρέχουν εκπαίδευση στο έδαφος σε επιμέρους συστήματα του αεροσκάφους.
Είναι πολύ σαφώς προδιαγεγραμμένα όλα αυτά σε μία συγκεκριμένη προσφορά, όλα αυτά με το τύπο της χρονομίσθωσης γιατί αυτό κρίνεται οικονομικά συμφερότερο για την Πολεμική Αεροπορία και σε βάθος 22 κι όχι 20 ετών, διότι υπολογίζουν (και πολύ σωστά) οι Ισραηλινοί ότι θα χρειαστούν περίπου δύο χρόνια προκειμένου να γίνουν αυτές οι επενδύσεις, να αγοραστούν τα αεροσκάφη, να αναβαθμιστούν τα υπάρχοντα, να έρθουν και τα υπόλοιπα στοιχεία της επίλεκτης κύριας εκπαίδευσης για να λειτουργήσει.
Επομένως είναι μία πλήρης πρόταση, έχει αιτιολογηθεί, γίνονται διαπραγματεύσεις, θα καταλήξουμε -θεωρώ πολύ γρήγορα- σε σύμβαση και θα αρχίσει αμέσως όσο πιο δυνατόν γίνεται στην Καλαμάτα η μετουσίωση υλοποίηση της επένδυσης. Σε δύο χρόνια από σήμερα, όταν θα λήγει ο χρόνος ζωής του υφιστάμενου αεριωθομένου, διότι σε δύο χρόνια δεν θα υπάρχουν ούτε ανταλλακτικά για να το υποστηρίξουν, θα ξεκινά η Καλαμάτα με καινούργια αεριωθούμενα εκπαιδευτικά, αναβαθμισμένα ελικοφόρα κι όλη την υποδομή ενός ολοκληρωμένου διεθνούς κέντρου αεροπορικής εκπαίδευσης με ότι αυτό συνεπάγεται για την Πoλεμική Αεροπορία. Ευχαριστώ».
Ότι δηλαδή σε δύο χρόνια από σήμερα το Κέντρο αυτό θα λειτουργεί στην Καλαμάτα και ότι λόγω ελλείψεως σε πτητική διαθεσιμότητα των κατάλληλων εκπαιδευτικών αεροσκαφών οι Ίκαροί μας ως νέοι Ανθυποσμηναγοί έφταναν στα 28 τους χρόνια για να πετούν και να συμπληρώνουν τις απαραίτητες ώρες πτήσεως στις Μοίρες τους, κάτι ασφαλώς τραγικό.
Λόγω του εξαιρετικού ενδιαφέροντος αλλά και των στοιχείων που προκύπτουν από την υπουργική απάντηση παραθέτουμε το πλήρες κείμενο αυτής:
«Κύριε συνάδελφε η δημιουργία Διεθνούς Εκπαιδευτικού Κέντρου ως προς το πτητικό αντικείμενο στην Καλαμάτα δεν είναι ασφαλώς το μοναδικό μεγάλο έργο για της Ένοπλες Δυνάμεις που παραλαμβάνουμε στο «και πέντε» και επιχειρούμε να υλοποιήσουμε στο «παραπέντε». Δεν είναι το μόνο αλλά είναι ένα από τα πιο εμβληματικά διότι μπορεί να υπογράψαμε πρόσφατα την προμήθεια 18 υπερσύγχρονων αεροσκαφών “Rafale”, μπορεί να εξελίσσεται το πρόγραμμα των αναβαθμίσεων τεσσάρων F-16 στην εκδοχή Viper, μπορεί δηλαδή ως προς τα μέσα οι δυνατότητες Πολεμικής Αεροπορίας να αναβαθμίζονται θα έλεγα «δραματικά» όμως χρειάζεται και έμψυχο δυναμικό. Το έμψυχο δυναμικό είναι οι χειριστές, οι απόφοιτοι της Σχολής Ικάρων που θα πρέπει να εκπαιδεύονται σε ένα σύγχρονο κέντρο εκπαίδευσης.
Η ανάγκη είχε διαπιστωθεί από νωρίς -για να ανατρέξω πολύ σύντομα στο ιστορικό- με την απόφαση της 1ης Νοεμβρίου 2017, όταν το Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ) ενέκρινε μελέτη για να ολοκληρωθεί το υποπρόγραμμα για τη δημιουργία Διεθνούς Εκπαιδευτικού Κέντρου Πτήσεων στην 120 Πτέρυγα Εκπαίδευσης Αέρος, δηλαδή στο εκπαιδευτικό κέντρο της Πολεμικής Αεροπορίας στην Καλαμάτα.
Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη, θα γινόταν μίσθωση από την Πολεμική Αεροπορία ενός ολοκληρωμένου προγράμματος πτητικής εκπαίδευσης με μέσα δηλαδή και υποστήριξη σε μέσα επίγειας εκπαίδευσης (προσομοιωτές, υπολογιστές για την εκπαίδευση στα επιμέρους συστήματα, κλπ.) για τουλάχιστον 20 χρόνια. Από το 2017 που κρίθηκε ως «κατεπείγουσα» η ανάγκη αυτή, διότι ο χρόνος τελείωνε και το εκπαιδευτικό κομμάτι της Πολεμικής Αεροπορίας οδηγούνταν σε αδιέξοδο, αφού πάλιωναν τα αεροσκάφη και έμενε μεγάλο υπολειπόμενο πτητικό αντικείμενο ανεκτέλεστο για τους Ικάρους. Δεν μπορούσαν να εκπαιδευτούν οι Ίκαροι με τα
πτητικά μέσα και αυτό προκαλούσε συνέχεια αυξανόμενο φορτίο αποφασίστηκε να πάμε στην εκτέλεση αυτού του υποπρογράμματος.
Οι λύσεις εξηγήθηκαν, διότι πάνω σε αυτό το υποπρόγραμμα στηριχθήκαμε για να καταθέσουμε την πρόταση, η οποία συζητήθηκε στην Επιτροπή Εξωτερικών της Βουλής για τέσσερις περίπου ώρες. Ήσασταν παρών και νομίζω ότι εκεί απαντήθηκαν σε αρκετά μεγάλο βαθμό και πολύ ικανοποιητικά τουλάχιστον τα τεχνικά και τα οικονομικά σημεία της πρότασης. Η λύση λοιπόν είχε να κάνει με την αναβάθμιση των υφισταμένων αεροσκαφών Τ6 με προδιαγραφές 2020 (τα υφιστάμενα είναι αφ’ ενός πολύ λιγότερα και αφ’ ετέρου προδιαγραφών 2010), καθώς και η προμήθεια καινούργιων εκπαιδευτικών αεροσκαφών Jet, αεριωθουμένων δηλαδή (αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρία σε διαθεσιμότητα και μιλάμε για δέκα καινούργια τελευταίας γενιάς). Θα εκπαιδεύουν Ικάρους που θα επιχειρήσουν σε αεροσκάφη τέταρτης και βάλε γενιάς. Αυτά που έχουμε αντιστοιχούν στα “Phantom” δηλαδή σε αεροσκάφη τρίτης γενιάς. Καταλαβαίνετε ότι έτσι δεν γίνεται.
Η Αεροπορία είχε δει το αδιέξοδο από το 2017 αλλά δεν έγινε τίποτα πέρα από αυτό. Συνεχίζω για το ιστορικό, με την απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Αεροπορίας τον Μάρτιο του 2018 να εξεταστεί η πρόταση της Καναδικής εταιρείας, η οποία έδινε δύο επιλογές ή να πάμε σε παροχή εκπαιδευτικών αεροσκαφών από την “Lockheed Martin” ή από την Καναδική εταιρεία. Τον Ιούλιο εκείνου του έτους συγκροτήθηκε ομάδα εργασίας κατόπιν εντολής του Αρχηγού ΓΕΑ για να εξεταστούν εις βάθος αυτές οι προτάσεις. Το κόστος ήταν όντως στο 1,8 δισ. ευρώ. Πώς φθάσαμε σε ένα κόστος πολύ χαμηλότερο; Ίσως οφείλεται στον ανταγωνισμό. Ότι από τη στιγμή που και δεύτερη εταιρεία ενδιαφέρθηκε, άρχισαν οι προσφορές να πέφτουν. Αυτό όμως είναι σε όφελος της Εθνικής Άμυνας και της Πολεμικής Αεροπορίας. Δεν μπορώ να δηλώσω προβληματισμένος αλλά ευχαριστημένος επειδή από τότε που αναλάβαμε να οδηγήσουμε τη διαπραγμάτευση, οι προσφορές άρχισαν να μειώνονται η μία μετά την άλλη, ώστε να φτάσουμε στην προσφορά βάσει της οποίας τελικά συμφωνήσαμε. Κι αυτή τη στιγμή -για να πω κι αυτό- γίνονται διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα δύο μέρη.
Έχει συγκροτηθεί από πλευράς Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και Γενικής Διεύθυνσης Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων η ομάδα διαπραγμάτευσης που διαπραγματεύεται αυτή τη στιγμή με τους εκπροσώπους της Ισραηλινής εταιρείας προκειμένου να καταλήξουμε σε σύμβαση η οποία θα υπογραφεί προσεχώς. Δεν έχουμε έτσι κι αλλιώς άλλο περιθώριο για χάσιμο.
Τον Αύγουστο του 2018 το ΣΑΓΕ γνωμάτευσε όσον αφορά το υποπρόγραμμα, πάλι λόγω του κατεπείγοντος χαρακτήρα. Όμως προέκυψε αδυναμία χρηματοδότησης στο ένα δισ. περίπου της πρότασης που υπήρχε εκείνη την εποχή στο τραπέζι, άρα δεν πήγαμε στην Επιτροπή Εξοπλιστικών με πρόταση έγκρισης υποπρογράμματος διότι δεν είχαμε τα λεφτά.
Τον Ιανουάριο του 2019 (κι εδώ είναι το ενδιαφέρον στοιχείο) συνεδρίασε το Συμβούλιο Άμυνας (Σ.ΑΜ.) υπό τον τότε Υπουργό τον κ. Καμμένο. Αυτό αποφάσισε στην ουσία τρία πράγματα:
Πρώτον να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις με τη Καναδική πλευρά, προκειμένου να δούμε αν μπορούμε να ρίξουμε την προσφορά. Δεν ανέκυψε κάτι τέτοιο γιατί δεν συνεχίστηκαν και πολύ εντατικά διαπραγματεύσεις.
Δεύτερον να υποβληθεί στον Πρωθυπουργό αίτημα για παραπάνω χρηματοδότηση. Θυμίζω ότι τότε ο προϋπολογισμός της Άμυνας ήταν 530 εκατομμύρια κατ’ έτος. Δεν μπορούσε να το δει αυτό το απαραίτητο για το μέλλον της Πολεμικής Αεροπορίας πρόγραμμα.
Τρίτον να εξεταστούν κι άλλες προτάσεις, μήπως μπορούσε να υπάρχει μία συμφερότερη πρόταση ή μήπως όπως ακούστηκε στην Επιτροπή μπορούσαμε να το κάνουμε μόνοι μας, με δικές μας δυνάμεις βάσει κάποιας ιδέας που υπήρχε στους
κόλπους της τότε ηγεσίας Πολεμικής Αεροπορίας, πλην όμως δεν μετουσιώθηκε ποτέ σε μία συγκεκριμένη πρόταση στηριγμένη σε μία συγκεκριμένη μελέτη που θα έλεγε ότι με «αυτά κι αυτά» ως προϋποθέσεις μπορούσε η Πολεμική Αεροπορία να αναλάβει αυτό το έργο. Κι είναι λογικό. Χρειάζονταν μεγάλες επενδύσεις σε επίγεια και πτητικά μέσα για να φύγουμε από αυτό το αδιέξοδο.
Όμως οι Ίκαροι περίμεναν στη σειρά να εκπαιδευτούν και να συμπληρώσουν παραπάνω ώρες πτήσης, χωρίς φυσικά να βλέπουν λύση στον ορίζοντα. Φτάσαμε εκείνη την περίοδο, να πηγαίνει στην μονάδα για να αρχίσει και να πετά ένας Ίκαρος, σε ηλικία 28 ετών! Γιατί; Διότι περίμενε πάρα πολύ στη σειρά αφού δεν υπήρχαν μέσα και έπρεπε να συμπληρώσει ώρες πτήσεως.
Τον Δεκέμβριο 2019 έγινε η πρώτη επίσκεψη του Γενικού Διευθυντή ΓΔΑΕΕ στο Ισραήλ. Έπεσε στο τραπέζι αυτή η πρόταση και από πλευράς Ισραηλινής εταιρείας που εξεδήλωσε το ενδιαφέρον. Ακολούθησα εγώ τον Φεβρουάριο του 2020 και η αποστολή υπό τον Πρωθυπουργό το καλοκαίρι του 2020 οπότε ανέκυψε και η πρόταση της ισραηλινής εταιρείας η οποία προκρίθηκε ως οικονομικά συμφερότερη και αρτιότερη ως προς την λεπτομέρεια της, τον περασμένο Δεκέμβριο στην Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων».
Ο ίδιος πρόσθεσε στη δευτερολογία του μεταξύ άλλων και τα εξής:
Ποια είναι η ραχοκοκαλιά του προγράμματος; Χρονομίσθωση από την Πολεμική Αεροπορία εναερίων μέσων, δηλαδή ελικοφόρων αεροσκαφών που αποτελεί το πρώτο εκπαιδευτικό στην καριέρα ενός εκπαιδευμένου Ικάρου. Ακολούθως το αεριωθούμενο “Jet”, το οποίο θα είναι το σκάφος τύπου M-346 της Ιταλικής «Λεονάρντο», σύγχρονο και προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις της σύγχρονης τεχνολογίας επιπέδου αεροσκαφών τέταρτης γενιάς και βάλε.
Πρόκειται για δέκα αεριωθούμενα και 25 κατά τη σύμβαση και τις προδιαγραφές ελικοφόρα εκπαιδευτικά. Αυτή τη στιγμή έχουμε οκτώ εκπαιδευτικά ελικοφόρα. Θα αναβαθμιστούν τα υπόλοιπα και τα υπάρχοντα μέχρι να φτάσουμε στο τελικό αριθμό των είκοσι πέντε. Προσφέρονται αντίστοιχες ώρες εκπαίδευσης τόσο στο έδαφος, όσο και στον αέρα. Αυτή είναι μία ποιοτική διαφορά της πρότασης των Ισραηλινών γιατί δίνουν περισσότερες ώρες εκπαίδευσης και ξεκαθαρίζουν ότι άλλο οι ώρες στο έδαφος (δηλαδή μέχρι να απογειωθεί το αεροσκάφος) κι άλλο οι ώρες στον αέρα (κάτι που δεν είχε αποσαφηνιστεί από τη Καναδική πλευρά), καθώς επίσης και πολλά επίγεια μέσα εκπαίδευσης, λ.χ. σύγχρονους προσομοιωτές για το αεριωθούμενο, προσομοιωτές που παρέχουν εκπαίδευση σε επιμέρους συστήματα, επίσης ηλεκτρονικούς υπολογιστές που παρέχουν εκπαίδευση στο έδαφος σε επιμέρους συστήματα του αεροσκάφους.
Είναι πολύ σαφώς προδιαγεγραμμένα όλα αυτά σε μία συγκεκριμένη προσφορά, όλα αυτά με το τύπο της χρονομίσθωσης γιατί αυτό κρίνεται οικονομικά συμφερότερο για την Πολεμική Αεροπορία και σε βάθος 22 κι όχι 20 ετών, διότι υπολογίζουν (και πολύ σωστά) οι Ισραηλινοί ότι θα χρειαστούν περίπου δύο χρόνια προκειμένου να γίνουν αυτές οι επενδύσεις, να αγοραστούν τα αεροσκάφη, να αναβαθμιστούν τα υπάρχοντα, να έρθουν και τα υπόλοιπα στοιχεία της επίλεκτης κύριας εκπαίδευσης για να λειτουργήσει.
Επομένως είναι μία πλήρης πρόταση, έχει αιτιολογηθεί, γίνονται διαπραγματεύσεις, θα καταλήξουμε -θεωρώ πολύ γρήγορα- σε σύμβαση και θα αρχίσει αμέσως όσο πιο δυνατόν γίνεται στην Καλαμάτα η μετουσίωση υλοποίηση της επένδυσης. Σε δύο χρόνια από σήμερα, όταν θα λήγει ο χρόνος ζωής του υφιστάμενου αεριωθομένου, διότι σε δύο χρόνια δεν θα υπάρχουν ούτε ανταλλακτικά για να το υποστηρίξουν, θα ξεκινά η Καλαμάτα με καινούργια αεριωθούμενα εκπαιδευτικά, αναβαθμισμένα ελικοφόρα κι όλη την υποδομή ενός ολοκληρωμένου διεθνούς κέντρου αεροπορικής εκπαίδευσης με ότι αυτό συνεπάγεται για την Πoλεμική Αεροπορία. Ευχαριστώ».