Με ένα θετικό νέο, τη γρήγορη πρόοδο στη διαδικασία των εμβολιασμών,
ξεκίνησε τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Εκτιμώ ότι σύντομα θα ξεπεράσουμε και το φράγμα του 1 εκατομμυρίου στην Επιχείρηση «Ελευθερία», η οποία κατά γενική ομολογία είναι άρτια οργανωμένη και τυγχάνει πολύ μεγάλης αποδοχής από τους πολίτες.», είπε ο πρωθυπουργός.
Συμπλήρωσε ωστόσο ότι αυτή η επιτυχία στον εμβολιασμό δημιουργεί και κάποια αισθήματα γενικότερου εφησυχασμού. «Και αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να το αντιμετωπίσουμε», υπογράμμισε, «διότι γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν έχουμε χτίσει ακόμα τείχος ανοσίας και οι μήνες του Φεβρουαρίου και του Μαρτίου είναι πολύ δύσκολοι μήνες -πάντα, παραδοσιακά- για όλες τις αναπνευστικές λοιμώξεις».
Παράταση του lockdown
Ο κ. Μητσοτάκης είπε μάλιστα ότι η απότομη αύξηση των κρουσμάτων, ειδικά στην Αττική, εκ των πραγμάτων απομακρύνει την πρόθεση της κυβέρνησης, πάντα ακούγοντας τις οδηγίες των ειδικών, να προχωρήσουμε σε ένα σταδιακό άνοιγμα την 1η Μαρτίου.
«Πρέπει να παραμείνουμε πολύ προσηλωμένοι στα μέτρα»
Το βασικό μήνυμα που έστειλε με την τοποθέτησή του ο πρωθυπουργός είναι ότι «πρέπει να παραμείνουμε πολύ προσηλωμένοι στα μέτρα τα οποία ξέρουμε ότι δουλεύουν. Γνωρίζω ότι όλοι οι συμπολίτες μας είναι κουρασμένοι, έχουμε όμως αυτή τη στιγμή πραγματικά στα χέρια μας ένα όπλο το οποίο δεν είχαμε πριν από κάποιους μήνες και αυτό είναι το όπλο του εμβολιασμού. Kαι γνωρίζουμε πολύ καλά ότι πλησιάζουμε προς το τέλος αυτής της μεγάλης περιπέτειας».
Στη συνέχει ζήτησα η επιτυχία του εμβολιασμού να μην γίνει άλλοθι εφησυχασμού. «Και θα παρακαλέσω και τον Υπουργό Υγείας, αλλά και όλους σας μέσα από το δημόσιο λόγο τον οποίο αρθρώνετε, ο καθένας στο αντικείμενό του επειδή όλοι με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο επηρεάζεστε από τις εξελίξεις, αυτό να είναι κάτι το οποίο να το τονίζετε συστηματικά», ήταν το μήνυμα του κ. Μητσοτάκη προς τους υπουργούς και τα κυβερνητικά στελέχη.
Στη συνέχεια ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε εκτενώς στα τρία νομοσχέδια που συζητήθηκαν στη συνέχεια στο υπουργικό συμβούλιο.
Πρώτον, το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων, το οποίο χαρακτήρισε ως ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο το οποίο έρχεται και εκσυγχρονίζει μία πολύ ευαίσθητη πτυχή του οικογενειακού δικαίου και σημείωσε τα εξής:
«Έχουν γίνει πολύ αναλυτικές συζητήσεις για το περιεχόμενο αυτού του νομοσχεδίου. Θα μιλήσει πιο αναλυτικά γι’ αυτό ο Κώστας. Νομίζω ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό ότι το πρώτο μας μέλημα είναι πάντα το συμφέρον του παιδιού και ότι ο κανόνας πια για άσκηση της γονικής μέριμνας είναι να γίνεται από κοινού και από τους δύο γονείς. Επίσης όμως, πολύ σημαντικό είναι η ενίσχυση της διαδικασίας της διαμεσολάβησης για τυχόν διαφορές των γονέων. Πάρα πολύ σημαντικό είναι να μπορούμε να κατοχυρώσουμε την επικοινωνία του παιδιού με το γονέα με τον οποίον δεν διαμένει και να επιβάλλουμε την εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων, κάτι το οποίο γνωρίζουμε από την εμπειρία ότι δεν συμβαίνει πάντα. Είναι πολύ σημαντικό να επιμορφώσουμε τους δικαστές οι οποίοι εξετάζουν τις σχετικές υποθέσεις.
Θεωρώ ότι με το σχέδιο νόμου το οποίο θα θέσουμε σε δημόσια διαβούλευση το οικογενειακό μας δίκαιο ως προς την εξαιρετικά κρίσιμη αυτή η πτυχή ευθυγραμμίζεται με τις κοινωνικές συνθήκες, αλλά και με όσα ισχύουν σε άλλες χώρες. Γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο από το να ρυθμίσουμε τις πιο ευαίσθητες πτυχές των προσωπικών σχέσεων, γιατί εδώ πέρα ερχόμαστε ουσιαστικά να ρυθμίσουμε τι συμβαίνει σε ένα δύσκολο διαζύγιο και αυτό όλοι ξέρουμε ότι δεν είναι εύκολο.
Θεωρώ όμως ότι μετά από πολύ συστηματική δουλειά έχουμε ένα πολύ τολμηρό αλλά ταυτόχρονα και ισορροπημένο κείμενο το οποίο θα θέσουμε σε δημόσια διαβούλευση. Και προφανώς, επειδή είναι ένα ζήτημα στο οποίο δεν χωράει καμία κομματική αντιπαράθεση, είμαστε πάντα ανοιχτοί να το βελτιώσουμε ακόμα περισσότερο, λαμβάνοντας υπόψη και τις τοποθετήσεις όλων όσοι θέλουν να συμμετέχουν σε αυτό το δημόσιο διάλογο».
Το δεύτερο νομοσχέδιο, το οποίο παρουσίασε στη συνέχεια ο Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών, υπεύθυνος για τα θέματα Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Στέλιος Πέτσας, αφορά τα ζώα συντροφιάς, με τον κ. Μητσοτάκη να αναφέρει σχετικά:
«Θεωρώ ότι εκσυγχρονίζουμε πολύ ουσιαστικά το πλαίσιο που αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τα ζώα συντροφιάς και ως προς τη δημιουργία ψηφιακών μητρώων και ως προς τα μητρώα για τις φιλοζωικές οργανώσεις, τα καταφύγια, τους εκτροφείς. Είναι ένα σημαντικό νομοσχέδιο το οποίο θεωρώ ότι λαμβάνει υπόψη και τις απόψεις των φιλοζωικών οργανώσεων. Ένα νομοσχέδιο το οποίο αφορά πάρα πολύ κόσμο. Και νομίζω ότι και αυτό θα τύχει αντικείμενο σημαντικής δημόσιας συμμετοχής στη δημόσια διαβούλευση όταν αναρτηθεί και επίσημα από το Υπουργείο».
Τρίτο νομοσχέδιο που συζητήθηκε ήταν η εισαγωγή από τον ΥΠΕΣ Μάκη Βορίδη του θεσμικού πλαισίου γιατί την τηλεργασία στο Δημόσιο.
Όπως είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, «ξέρουμε ότι επεκτάθηκε η τηλεργασία εσπευσμένα λόγω της πανδημίας αλλά είναι πια απολύτως προφανές ότι χρειάζεται μία μόνιμη θεσμική κατοχύρωση η οποία μπορεί να διευκολύνει και στη βελτίωση της παραγωγικότητας και της απόδοσης άλλα και της αυτονομίας του προσωπικού.
Βέβαια μπορεί να διευκολύνει όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας, μπορεί να δώσει την ευκαιρία σε υπαλλήλους -κυρίως γυναίκες- να διαχειριστούν καλύτερα την ισορροπία ανάμεσα στην εργασία και στις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους. Και βέβαια είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο έρχεται να προστεθεί στον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους, καθώς εκμεταλλεύεται τις μεγάλες δυνατότητες που μας δίνει πια η τεχνολογία».
Το υπουργικό συμβούλιο επικύρωσε και τον διορισμό της Χριστίνας Παπακωνσταντίνου ως Υποδιοικήτριας στην Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με εισήγηση του αρμόδιου Υπουργού και του αρμόδιου Υφυπουργού.
Κλείνοντας την εισαγωγική του τοποθέτηση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε:
«Να πω μόνο ότι παρά την πανδημία το νομοθετικό μας έργο προχώρα ανεμπόδιστα. Στη Βουλή συζητούνται αυτή τη στιγμή τέσσερα νομοσχέδια, έχουμε άλλα επτά που είναι έτοιμα προς κατάθεση, τέσσερα στη διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης, ενώ παράλληλα ξεδιπλώνονται δεκάδες άλλα δράσεις των Υπουργείων σε κάθε τομέα κυβερνητικής πολιτικής. Είναι ένας ρυθμός τον οποίον όχι απλά θα τον κρατήσουμε αλλά και θα τον επιταχύνουμε, για να μπορέσουμε να είμαστε συνεπείς με τον προγραμματισμό τον οποίο έχουμε συμφωνήσει σε επίπεδο Υπουργικού Συμβουλίου για την περίοδο 2020-2021.»