«Πέρσι τον Ιανουάριο πήραμε μια απόφαση: να χρησιμοποιήσουμε τον χρόνο κι όχι απλά να τον μετράμε. Να διαχειριστούμε την κρίση, πριν αυτή έρθει. Με σχέδιο, αλληλεγγύη, ατομική υπευθυνότητα και κοινωνική ευαισθησία» δηλώνει, μέσα από άρθρο του στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» με αφορμή τον έναν χρόνο από το πρώτο κρούσμα κορωνοϊού στην Ελλάδα, ο υπουργός Υγείας, Βασίλης Κικίλιας, που συμπληρώνει:

«Ήδη από τον πρώτο μήνα του 2020 είχαμε θέσει τους υγειονομικούς και επιχειρησιακούς άξονες αντιμετώπισης του "αόρατου εχθρού": ορίσαμε τα 13 νοσοκομεία αναφοράς, δημιουργήσαμε την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, αναβαθμίσαμε το ρόλο του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, φτιάξαμε δίκτυο επικοινωνίας με τους διεθνείς θεσμούς, οργανώσαμε μια άνευ προηγουμένου αερογέφυρα μέσων ατομικής προστασίας την ώρα που μαίνονταν ένας "παγκόσμιος πόλεμος προμηθειών".

Ενώσαμε δυνάμεις του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα και ενισχύσαμε το Εθνικό Σύστημα Υγείας σε ένα χρόνο όσο ποτέ άλλοτε.

Υπερδιπλασιάσαμε τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας από 565 σε 1300. Έχουμε προσλάβει κοντά στους 10.000 επικουρικούς υγειονομικούς, από τους οποίους οι 4.000 νοσηλευτές και λοιπό προσωπικό, θα μονιμοποιηθούν στο Σύστημα Υγείας.

Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε γρήγορες και καλά σχεδιασμένες αποφάσεις και έτσι η ανταπόκρισή μας στην επέλαση του κορονοϊού αποτέλεσε το τείχος προστασίας της Ελλάδας. Το τείχος αυτό άντεξε στην πρωτοφανή πίεση και τώρα οι εμβολιασμοί μας επιτρέπουν να ζούμε μια στην αρχή του τέλους» υποστηρίζει.

Όπως σημειώνει ο υπουργός Υγείας, «σήμερα, ένα χρόνο μετά, εξακολουθούμε να στεκόμαστε όρθιοι, παρά τις απώλειες, και να συνεχίζουμε τον αγώνα έως την τελική υγειονομική νίκη, η οποία διαφαίνεται πια στον ορίζοντα. Η εθνική μας αντοχή δοκιμάστηκε και δοκιμάζεται.

Η Ελλάδα όμως στέκεται όρθια, παρά τα πλήγματα που δέχεται, όταν άλλες χώρες, με ισχυρότερες οικονομίες, προηγμένα υγειονομικά συστήματα και υποδομές, κλυδωνίζονται. Όσα υποστηρίζω δεν συνιστούν θριαμβολογία. Είναι η οφειλόμενη απόδοση αναγνώρισης στην τεράστια προσπάθεια των Ελλήνων και των Ελληνίδων. Είμαι υπερήφανος για το σθένος του λαού μας και για το ότι, όταν έλθει η ώρα του συνολικού απολογισμού, θα μας κρίνουν για όσα κάναμε. Αλλά κανείς δεν θα μπορεί να μας προσάψει αδράνεια.

Η δοκιμασία είναι πρωτοφανής, τουλάχιστον για όσους από εμάς δεν έζησαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πορεία μας μέσα στην κρίση δεν υπήρξε γραμμική. Δεν θα μπορούσε να είναι άλλωστε, λόγω της δυναμικής του ιού. Εξακολουθούμε όμως, ως πολιτεία και κοινωνία, να επιδεικνύουμε αξιοζήλευτη ευελιξία και προσαρμοστικότητα. Ας μην ξεχνάμε ότι η ανθρωπότητα κυριάρχησε στ0ν πλανήτη μας στηριγμένη στην προσαρμοστικότητά της, όχι στην δύναμη.

Είναι η πρώτη φορά που το δικό μας σχέδιο, οι δικές μας πρακτικές, οι δικοί μας άνθρωποι, έγιναν παραδείγματα για τους άλλους. Είναι η πρώτη φορά, μετά δεκαετίες, που η Ελλάδα δεν μιμήθηκε, δεν εισήγαγε τεχνογνωσία.

Αντίθετα, πρωτοπορήσαμε, δημιουργήσαμε και εξάγουμε πρότυπα» υπογραμμίζει.

Κατά τον κ. Κικίλια, η πανδημία αυτή αλλάζει την πορεία της ανθρωπότητας. «Η κρίση μάς οδήγησε να αναθεωρήσουμε πολλά από τα δόγματα των αρχών του 21ουαιώνα. Απέδειξε ότι η οικονομία δεν είναι πάντα η βάση του εποικοδομήματος. Το θεμέλιο της ευημερίας είναι η υγεία. Χωρίς αυτήν δεν υπάρχει οικονομία.

Και προϋπόθεση της υγείας είναι ένα ισχυρό κράτος, το οποίο διασφαλίζει την υγειονομική επάρκεια και φροντίδα για τον κάθε άνθρωπο.

Ένα κράτος που παρέχει τους πόρους ώστε η επιστημονική έρευνα να προχωρήσει απρόσκοπτα και τα αποτελέσματά της να γίνουν κτήμα όλων των πολιτών εντός της επικράτειάς του.

Παρότι η αντιμετώπιση της πανδημίας ανέδειξε την αναγκαιότητα της διεθνούς συνεργασίας, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι αυτή, σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει ακόμα αρκετό δρόμο.

Οι ανταγωνισμοί ανάμεσα σε κράτη διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο, ακόμα και εν μέσω της παγκόσμιας απειλής του κορονοϊού. Μέσα σε αυτό τον κυκεώνα, η Ευρωπαϊκή Ένωση απέδειξε ότι, παρά τις αγκυλώσεις της, παρά τις δομικές παθογένειές της, παραμένει ένα τεράστιο πολιτικό και, πρωτίστως, ηθικό μέγεθος. Είναι προφανές ότι χρειάζονται διορθωτικές παρεμβάσεις ώστε να βελτιωθεί η ανταπόκρισή της, ειδικά σε περιόδους κρίσεων, να λειτουργεί με περισσότερη αποτελεσματικότητα και λιγότερη, πολύ λιγότερη γραφειοκρατία.

Δε πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι οι διεθνείς σχέσεις διέπονται από την Ισχύ και το Συμφέρον. Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα λοιπόν οφείλει να κάνει ό,τι χρειάζεται για να διαπραγματεύεται από θέση ισχύος για τα συμφέροντα των μελών της.

Αλλά σε κάθε περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να είναι ένα υπερωκεάνιο, το οποίο, αν και στρίβει αργά, κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει την πορεία του. Είναι σημαντικό ότι είμαστε πάνω σε αυτό και να μην πλέουμε μόνοι μας μέσα στον ταραγμένο ωκεανό».

Ο υπουργός Υγείας καταλήγει τονίζοντας πως «για μια ακόμη φορά η Ελλάδα δεν θα σωθεί με πολλά λόγια, αλλά με γενναίες αποφάσεις και μεγάλες πράξεις. Οι μεγάλες πράξεις είναι οι μάχες που καθημερινά δίνουν οι γιατροί μας, οι νοσηλευτές, όλοι αυτοί οι άνθρωποι που αγωνίζονται και παλεύουν για να μας παρέχουν το αγαθό της υγείας και της περίθαλψης. Οι μεγάλες πράξεις είναι οι μάχες που δίνουν οι επιστήμονες μας, για να είναι κάθε στιγμή στο πλευρό όλης της κοινωνίας.

Το τέλος της πανδημίας δεν θα σημάνει το τέλος των προβλημάτων και των προκλήσεων. Μόνιμη μέριμνά μας είναι η μετατροπή του υγειονομικού πλεονεκτήματος σε εθνικό κεκτημένο. Να αξιοποιήσουμε στο έπακρο την υποδομή που δημιουργήθηκε στο ΕΣΥ και να μην επιστρέψουμε στο επίπεδο που παραλάβαμε το καλοκαίρι του 2019. Η δημόσια υγεία είναι εφαλτήριο ανάπτυξης. Όσο γρηγορότερα την διασφαλίσουμε, τόσο γρηγορότερα θα μπορέσουμε να ασχοληθούμε με τις πολλές οικονομικές, εκπαιδευτικές, κοινωνικές και ψυχολογικές πληγές που άνοιξε η πανδημία».