ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Σκέρτσος: Πολιτική της κυβέρνησης είναι η μείωση της φορολογίας
Το νομοσχέδιο για τα εργασιακά έρχεται να αντιμετωπίσει χρόνια προβλήματα στην αγορά εργασίας, τονίζει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ
Χρειαζόμαστε ριζικές αλλαγές στην αγορά εργασίας που να προστατεύουν και να ενδυναμώνουν πραγματικά τους εργαζόμενους, δήλωσε σε συνέντευξή του στο «Βήμα», ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Άκης Σκέρτσος, τονίζοντας ότι το νομοσχέδιο για τα εργασιακά έρχεται να αντιμετωπίσει χρόνια προβλήματα και παθογένειες στην αγορά εργασίας.
«Χρειαζόμαστε ριζικές αλλαγές στην αγορά εργασίας που να προστατεύουν και να ενδυναμώνουν πραγματικά τους εργαζόμενους, με περισσότερο διαθέσιμο εισόδημα και με περισσότερο και πιο ποιοτικό ελεύθερο χρόνο», τονίζει χαρακτηριστικά.
Αναλυτικά στην απάντησή του για το νομοσχέδιο για τα εργασιακά, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ διερωτάται «ποια πραγματικότητα υπερασπίζονται στην αγορά εργασίας όσοι βάλλουν κατά του νομοσχεδίου. Τις κακοπληρωμένες δουλειές; Τις πολλές αρρύθμιστες και απλήρωτες υπερωρίες; Τη χαμηλή συμμετοχή γυναικών και νέων στην απασχόληση; Την ανύπαρκτη κατάρτιση και επανακατάρτιση των εργαζομένων; Τη σεξουαλική παρενόχληση στους χώρους εργασίας; Την αδυναμία στοχευμένων ελέγχων με ψηφιακά εργαλεία, όπως η ψηφιακή κάρτα εργασίας που εισηγούμαστε, για την καταστρατήγηση του ωραρίου; Ή την προκλητική ανισορροπία μεταξύ ανδρών και γυναικών στις ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης και ίσης αμοιβής για ίση εργασία; Διότι αυτή», συνεχίζει, «είναι η κατάσταση σήμερα στην ελληνική αγορά εργασίας και αυτά τα προβλήματα αντιμετωπίζει η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο και τις πολιτικές της. Κάποιοι μιλούν για μια πραγματικότητα που υπάρχει μόνο στη φαντασία τους», συμπεραίνει ο Α. Σκέρτσος και στο «δια ταύτα» υπογραμμίζει:
«Χρειαζόμαστε ριζικές αλλαγές στην αγορά εργασίας που να προστατεύουν και να ενδυναμώνουν πραγματικά τους εργαζόμενους, με περισσότερο διαθέσιμο εισόδημα και με περισσότερο και πιο ποιοτικό ελεύθερο χρόνο. Αλλά και με ρυθμίσεις για τις νέες μορφές εργασίας που φέρνει η τεχνολογική εξέλιξη, δηλαδή την τηλεργασία και την εργασία μέσω πλατφόρμας, ώστε να υπάρχει καλύτερη ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής. Συνεπώς, ναι, θα υπάρξει προσπάθεια δυσφήμισης, αλλά πρέπει να απαντήσουμε με τη γλώσσα της αλήθειας, χωρίς ενοχικά σύνδρομα και να εξηγήσουμε με νηφαλιότητα και πειθώ τα οφέλη για τους ίδιους τους εργαζόμενους και τις νέες δουλειές που θα δημιουργηθούν».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ο Α. Σκέρτσος προκρίνει την πολιτική των φοροελαφρύνσεων και για την περίοδο μετά το τέλος της πανδημίας, καθώς, όπως υπενθυμίζει, «πολιτική της κυβέρνησης είναι η μείωση της φορολογίας. Αυτό έγινε ακόμη και στις συνθήκες της πανδημίας, θα συνεχίσει να γίνεται», αναφέρει, και μάλιστα, όπως επιχειρηματολογεί, «το μέρισμα αυτό της κρατικής στήριξης που δόθηκε σε όσους το είχαν ανάγκη, θα επιστρέψει μέσα από τη διεύρυνση της οικονομικής και παραγωγικής βάσης και μέσα από την αύξηση του ΑΕΠ».
Στα της πανδημίας και αφού απορρίπτει τις αιτιάσεις περί αδυναμίας διαχείρισης, απαντά ότι η αντιμετώπιση της κατάστασης «επιβάλλει συνεχή προσαρμογή μέτρων και στην αντίληψη πολλών αυτό ερμηνεύεται σαν παλινωδία». 'Αλλωστε, προσθέτει, «στη χώρα μας ο αντίκτυπος είναι χαμηλότερος συγκριτικά με άλλες χώρες. Συνεπώς, διαφωνώ ότι έχει χαθεί ο έλεγχος».
Για το πρόγραμμα εμβολιασμού, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ στέλνει το μήνυμα, κατά λέξη, «εμβολιαστείτε», εστιάζοντας σε δύο ομάδες, «τους νεότερους που πρέπει να εμβολιαστούν και τους άνω των 60, που πρέπει πειστούν ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος προστασίας της υγείας τους».
Για τον τουρισμό διατυπώνει την κυβερνητική εκτίμηση ότι «ο εμβολιασμός του πληθυσμού στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο τον Μάιο και τον Ιούνιο θα προχωρήσει με εκθετικά υψηλότερους ρυθμούς, όπως θα συμβεί και στην Ελλάδα. 'Αρα, πιθανώς τον Ιούνιο πάρα πολύς κόσμος που θα έχει εμβολιαστεί, θα θέλει να κάνει διακοπές και να επισκεφθεί μια άλλη χώρα».
Απαντώντας, τέλος, στην κριτική για το επιτελικό κράτος, μεταξύ άλλων επισημαίνει: «Αν δεν υπήρχε επιτελικό κράτος δεν θα μπορούσαμε να έχουμε διαχειριστεί πολλά δύσκολα φαινόμενα, πρωτοφανή, όπως αυτά του τελευταίου χρόνου».