«Αυτό είναι μια πάρα πολύ ατυχής δήλωση από την πλευρά της αντιπολίτευσης και λυπάμαι πάρα πολύ που έγινε », δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Μέχρι τέλους» με τους δημοσιογράφους Γιώργο Κουβαρά και Γιώργο Πιέρρο, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Άκης Σκέρτσος, κληθείς να σχολιάσει τη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα για «ξεστοκάρισμα των εμβολίων της AstraZeneca».

«Δημιουργεί μια σύγχυση και δεν χρειαζόμαστε άλλα τέτοια αντιφατικά μηνύματα από κανέναν, ούτε από την πολιτική τάξη ούτε από τους επιστήμονες, όποιος έχει δημόσιο λόγο πρέπει να προσέχει πάρα πολύ. Ο εμβολιασμός δεν είναι πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης, είναι πεδίο που πρέπει να μας ενώσει όλους να έχουμε κοινά μηνύματα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Πρέπει πέρα από την καμπάνια που κάνει η κυβέρνηση πρέπει και η αντιπολίτευση, όλα τα κόμματα να κάνουν ενεργητικές καμπάνιες υπέρ του εμβολιασμού διότι με τον εμβολιασμό και με τα τεστ, την αυτοδιάγνωση μπορούμε να ανακτήσουμε ξανά την ελευθερία μας και να αρθούν όλοι αυτοί οι περιορισμοί που μας έχουν φέρει σε πάρα πολύ δύσκολη κοινωνική , οικονομική και ψυχολογική κατάσταση», υπογράμμισε ο κ. Σκέρτσος.

«Αυτά είναι τα εργαλεία που έχουμε δεν υπάρχει πεδίο αντιπάραθεσης σε αυτά όταν οι ίδιοι οι επιστήμονες μας λένε ότι με αυτά θα προχωρήσουμε και με αυτά μπορούμε να απελευθερωθούμε, συνεπώς χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή σε αυτά τα μηνύματα», επισήμανε ο ίδιος.

Αναφορικά με τους εμβολιασμούς, ο κ. Σκέρτσος διευκρίνισε: «Επιταχύνουμε σημαντικά το τελευταίο διάστημα τους εμβολιασμούς γιατί πλέον παραλαμβάνουμε πολύ περισσότερα εμβόλια, έχουμε ανοίξει τις ηλικίες άνω των 30. Οι 30 έως 44 μπορούν να εμβολιαστούν προς το παρόν με το εμβόλιο της AstraZeneca και οι άνω των 45 ετών με όλα τα εμβόλια. Αυτό έχει γίνει γιατί έχουμε δώσει ένα χρονικό πλεονέκτημα στις πολύ νεότερες ηλικίες που έβλεπαν και βάσει προγραμματισμού ότι θα εμβολιαστούν προς τον Ιούνιο όποιος το θέλει και αν το θέλει να επιλέξει να εμβολιαστεί τώρα διότι με αυτό τον τρόπο έστω και με την πρώτη δόση επιτυγχάνεται ένα είδος ανοσίας και το χτίσιμο των αντισωμάτων που είναι απαραίτητα για να προστατευτούμε από τον ιό άρα είναι σημαντικό σαν πλεονέκτημα αυτό να το αξιοποιήσει ο κόσμος».

«Είναι μια συζήτηση που γίνεται από την αρχή του χρόνου πως μπορούμε να προστατεύσουμε τις νεότερες ηλικίες που είναι σε παραγωγικές δραστηριότητες, που εργάζονται, που κυκλοφορούν αυτό προσφέρει η συγκεκριμένη επιλογή στη δεδομένη χρονική στιγμή φυσικά όταν έχουμε περισσότερα εμβόλια θα έχουν τη δυνατότητα και αυτές οι ηλικίες να εμβολιαστούν με όλα τα εμβόλια», δήλωσε επιπρόσθετα.

Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι η αξιωματική αντιπολίτευση στηρίζει το εμβολιαστικό πρόγραμμα, απάντησε: «Θεωρώ ότι έχει μια αντιφατική στάση δυστυχώς, δεν έχει κάνει μια ιεράρχηση του μείζονος διακυβεύματος που είναι η ανάκτηση της ελευθερίας και η προστασία της δημόσιας υγείας με επιμέρους κριτικές που μπορεί να γίνονται στην κυβερνητική πολιτική που ασκείται. Πρέπει να διαχωρίσει τα δύο και να στοχεύει την κριτική της στα σωστά σημεία, όχι όμως χωρίς διάκριση. Για παράδειγμα γνωρίζουμε όλοι ότι αμφισβητούσε κάποια στιγμή την ίδια την ύπαρξη των εμβολίων ένα μήνα πριν ξεκινήσει η εμβολιαστική εκστρατεία. Αμφισβητεί τη χρησιμότητα, τη σκοπιμότητα των αυτοδιαγνωστικών ελέγχων που εχουμε δει ότι εφαρμόζονται με μεγάλη επιτυχία, έχουμε ρίξει τα κρούσματα αυτή τη στιγμή 20-30% σε εθνικό επίπεδο».

«Βλέπουμε ότι αυτά είναι εργαλεία που εισηγείται η επιτροπή των ειδικών, εφαρμόζει η κυβερνηση και παρόλα αυτά μόνο και μόνο για να υπάρχει μια στείρα αντίδραση βρίσκουμε την αντιπολίτευση στην απέναντι όχθη. Δεν δημιουργεί αυτό μια συνθήκη για μια πιο συγκροτημένη πλέον κοινή συλλογική δράση για να βγούμε από τα μέτρα», πρόσθεσε.

«Όλες οι χώρες έχουν απώλειες είναι όμως μεγάλο λάθος και δεν πρέπει να γίνεται ούτε από την αντιπολίτευση ούτε από τα ΜΜΕ ή από οποιονδήποτε θέλει να κάνει κριτική να απομονώνουμε τα κύματα της πανδημίας και να εστιάζουμε την κριτική μας στο αν η Ελλάδα αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο μεγαλύτερο δείκτη σε σχέση με τα κρούσματα ή τους θανάτους ή δεν βρίσκεται. Η αποτίμηση θα γίνει στο τέλος της πανδημίας και αυτή τη στιγμή όταν βλέπουμε τη συνολική εικόνα του πως έχει πάει κάθε χώρα ξεχωριστά η Ευρώπη, η Αμερική, η Ασία βλέπουμε ότι η Ελλάδα με τους περιορισμένους πόρους που όλοι γνωρίζουμε ότι διαθέτει έχει πάει συγκριτικά καλύτερα από τις περισσότερες πολύ πιο ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου και σε κρούσματα και σε θανάτους», σημείωσε επεξηγηματικά.

«Έχουμε ταυτόχρονα δημιουργήσει συνθήκες για πολύ καλύτερες υπηρεσίες, έχουμε ενισχύσει το σύστημα υγείας, έχουμε κάνει ψηφιακά άλματα, προσφέρουμε μια άψογη εμβολιαστική εμπειρία στους πολίτες μας, ένα κράτος που σέβεται τον πολίτη, δεν τον ταλαιπωρεί αυτά δεν είναι καθόλου αυτονόητα πράγματα για τη χώρα μας», υπογράμισε ο κ. Σκέρτσος.

«Η Ελλάδα πήρε εγκαίρως μέτρα και έκανε ένα πιο αυστηρό lockdown αρχές Φεβρουαρίου και έτσι μετριάσαμε την επίπτωση του τρίτου κύματος άρα είναι πολύ σχετική η συζήτηση για το κατά πόσο η χώρα μας έχει πάει ή όχι καλά αν εστιάζουμε σε συγκεκριμένες μεμονωμένες φωτογραφικά περιόδους. Πρέπει να δούμε τη μεγάλη εικόνα από το Φεβρουάριο του ’20 μέχρι σήμερα, να δούμε τα συνολικά στατιστικά η Ελλάδα είναι η 21η χώρα στην Ευρώπη των 27 σε απώλειες, είναι 26η χώρα σε κρούσματα, έχουμε πετύχει πράγματα τα οποία δεν πρέπει να τα κρύβουμε γιατί αυτές είναι συλλογικές κατακτήσεις», τόνισε.

«Εμείς δεν έχουμε ακολουθήσει μια στρατηγική μηδενικών κρουσμάτων γιατί δεν μπορούσαμε να την ακολουθήσουμε είμαστε στην ΕΕ, δεν μπορούμε να κλείσουμε τα σύνορά μας άρα έπρεπε εξαρχής, και αυτό κάναμε, να ακολουθήσουμε τη στρατηγική της συμβίωσης, της συνύπαρξης με τον ιό. Συνεπώς να κρατάμε σε σχετικά ελεγχόμενο επίπεδο τα κρούσματα, την επιβάρυνση του συστήματος δημόσιας υγείας και ταυτόχρονα τη λειτουργία της οικονομίας, αυτό ήταν μονόδρομος για την Ελλάδα», επισήμανε.

«Δεν είμαστε μια χώρα απομακρυσμένη όπως είναι για παράδειγμα η Νέα Ζηλανδία που μπορούσε να σφραγίσει τα σύνορα της και να έχει μηδενικά κρούσματα. Και σε κάθε περίπτωση ακόμα και αν επιλέγαμε αυτή τη στρατηγική αυτό θα οδηγούσε σε μια απόλυτη αμεριμνησία τον κόσμο που σημαίνει ότι όταν θα άνοιγαν κάποια στιγμή τα σύνορα η Ελλάδα θα γινότανε Ινδία. Άρα η σωστή στρατηγική είναι ότι πρέπει να μάθουμε να λειτουργούμε με τον ιό, να λαμβάνουμε τα κατάλληλα μέτρα αυτοπροστασίας, να εμβολιαστούμε, να κανουμε τακτικά τεστ και να προσέχουμε πάρα πολύ μέχρι να χτίσουμε το τείχος ανοσίας και να επανέλθουμε σε πλήρη κανονικότητα», ξεκαθάρισε.

Ερωτηθείς για την ταξιδιωτική οδηγία των ΗΠΑ για την Ελλάδα, ο κ. Σκέρτσος απάντησε: «Όλες οι χώρες του κόσμου αυτή τη στιγμή κάνουν έναν προγραμματισμό στη βάση του 15νθημέρου ή του μήνα το πολύ, κανένας δεν μπορεί να πει με ασφάλεια τι θα συμβεί τον Ιούνιο, τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο αυτό που ξέρουμε όμως είναι ότι το τείχος ανοσίας πλέον χτίζεται με επιθετικά υψηλότερους ρυθμούς. Είμαστε σχεδόν βέβαιοι ότι μέχρι τέλος Ιουλίου το 50% του ενήλικου πληθυσμού θα έχει εμβολιαστεί, αυτό σημαίνει ότι θα είμαστε σε πιο ασφαλή υγειονομικά κατάσταση άρα τα δεδομένα αλλάζουν πάρα πολύ γρήγορα για αυτό και επιχειρούμε αυτή τη στιγμή ένα πιλοτικό άνοιγμα του τουρισμού για να δώσουμε το μήνυμα στις αγορές ότι θέλουμε να ανοίξουμε την οικονομία μας, έχουμε τα εργαλεία και γνωρίζουμε πως να το κάνουμε».

«Θυμίζω ότι πέρυσι σε πολύ χειρότερες συνθήκες χωρίς την εμπειρία και τα εργαλεία που διαθέτουμε σήμερα καταφέραμε να ανοίξουμε με μεγάλη ασφάλεια. Η Ελλάδα είχε τα λιγότερα κρούσματα σε σύγκριση με άλλες χώρες τουριστικές της Ευρώπης και της Μεσογείου γιατί εφαρμόσαμε στοχευμένους δειγματοληπτικούς ελέγχους στις πύλες εισόδου, αυτό θα γίνει και φέτος και πολύ καλύτερα. Από τα μέσα Μαΐου τίθεται σε εφαρμογή το ευρωπαϊκό greenpass που σημαίνει ότι θα μπορούμε μαζί με άλλες 15 χώρες της ΕΕ να βλέπουμε ψηφιακά ποιοι είναι οι πολίτες που επισκέπτονται τη χώρα και έχουν εμβολιαστεί ή διαθέτουν αρνητικό τεστ άρα πλέον γίνεται πολύ πιο αποτελεσματικός ο έλεγχος στις πύλες εισόδου και πολύ πιο ασφαλής η κίνηση εντός της χώρας», συμπλήρωσε.

Ερωτηθείς αν οι εμβολιασμένοι πολίτες θα έχουν ένα μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας το καλοκαίρι, ανέφερε: «Οι βαθμοί ελευθερίας αφορούν όλους τους πολίτες δεν κάνουμε κάποια διάκριση σε σχέση με το αν είναι κάποιος εμβολισμένος ή όχι».

ΔΗΜ: Υπάρχουν κάποιες οδηγίες του ECDC στην Αμερική που λένε ότι οι εμβολιασμένοι μπορούν να είναι στους ίδιους χώρους χωρίς αν φοράνε μάσκα, υπάρχουν κάποια πλεονεκτήματα των εμβολιασμένων , αυτά θα τα εφαρμόσουμε εδώ ή όχι;

«Είναι αχαρτογράφητα νερά όλα αυτά γιατί θέτουνε ζητήματα ισότητας και συνταγματικότητας. Αυτό θα μπορούσε να συζητηθεί όταν θα εχει εξασφαλιστεί η πλήρης πρόσβαση του πληθυσμού στα εμβόλια, αυτό σε αυτή τη φάση ακόμα δεν είναι εφικτό. ...Εκτιμούμε ότι από τον Ιούνιο όλοι οι ενήλικες θα μπορούνε εφόσον το επιθυμούνε να κάνουν εμβόλιο», εξήγησε ο ίδιος.

Ερωτηθείς αν θα ισχύσει η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού των υγειονομικών, απάντησε: «Ήδη χάρη στην προσπάθεια που γίνεται από το υπουργείο Υγείας έχει αυξηθεί το ποσοστό των εμβολιασμένων υγειονομικών είναι άνω του 60% για το νοσηλευτικό προσωπικό και άνω του 80% στο ιατρικό προσωπικό από εκεί και πέρα όντως υπάρχει ένα ζήτημα εκεί. Εμείς δεν θέλαμε σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση να προσθέσουμε ένα πεδίο αντιπαράθεσης μέσα στα νοσοκομεία άρα είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης αλλά θα το δούμε σε μια περίοδο που θα είναι τα πράγματα πιο ήρεμα».

Ερωτηθείς για τη συγκέντρωση για την Πρωτομαγιά, σημείωσε: «Νομίζω ότι θα ισχύσει ότι συμβαίνει έως τώρα στις συγκεντρώσεις δηλαδή πρέπει να υπάρξει αυτοέλεγχος και ο καθένας να σκεφτεί και να αποφασίσει για το αν θέλει να συμμετέχει σε ένα μαζικό γεγονός σε εξωτερικούς χώρους με τους κινδύνους που υπάρχουνε. Έχουμε πει ότι δεν μπορούμε να παρέμβουμε στο ζήτημα των συγκεντρώσεων από εκεί και πέρα είναι ζήτημα ατομικής ευθύνης το αν θα επιλέξει κάποιος να πάει σε μια τέτοια διαδήλωση».

Ερωτηθείς αν υπάρχει σχεδιασμός για τον εμβολιασμό των πολιτών με αναπηρίες και κινητικά προβλήματα που δεν μπορούν να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα, επισήμανε: «Είναι σε εξέλιξη αυτός ο σχεδιασμός, έχουμε ένα σχεδόν οριστικό σχέδιο στο πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου και τότε θα μπορέσουμε να κάνουμε και ανακοινώσεις. Πρέπει να υπάρξει μια συνεργασία και με τους γιατρούς που έχουν την εποπτεία αυτών των ανθρώπων για να μπορέσουμε να δούμε ποιος είναι ο καλύτερος δυνατός τρόπος για να εμβολιαστούν».