Στον υπουργό Εργασίας, Κωστή Χατζηδάκη , που μίλησε για «επτά fake news του ΣΥΡΙΖΑ» ως προς το νομοσχέδιο της κυβέρνηση για το εργασιακό, απάντησε με δική του ανακοίνωση ο τομέας Εργασίας του Κινήματος Αλλαγής, υπογραμμίζοντας πως η κυβέρνηση στο εργασιακό «καταφεύγει σε επτά ψέματα για να κρύψει την αλήθεια: Για την έξοδο από την κρίση θα δουλέψουν λιγότεροι εργαζόμενοι, περισσότερες ώρες, με λιγότερα λεφτά!».

Και αναλύει τις επτά (7) «αντεργατικές αλήθειες» που εισάγει το νομοσχέδιο Χατζηδάκη. Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΚΙΝΑΛ, πρόκειται για τις εξής:


«1. Ο προσωπάρχης, και με ατομική σύμβαση, ορίζει τον ημερήσιο χρόνο εργασίας μέχρι τις 10 ώρες. Έως τώρα, το ευέλικτο ωράριο εφαρμοζόταν μετά από διάλογο και συλλογικές συμβάσεις.

2. Η κυβέρνηση καθορίζει τον (βασικό) μισθό (με κρατική απόφαση και όχι μέσω Συλλογικών Διαπραγματεύσεων).

3. Οι νέοι άνεργοι έχουν (συνεχώς) όλο και λιγότερες ευκαιρίες απασχόλησης.

4. Το ακαθόριστο, εξαντλητικό και συνεχώς μεταβαλλόμενο ωράριο εργασίας καταστρέφει την οικογενειακή ζωή.

5. Οι τράπεζες, κινούμενες ολιγοπωλιακά και πιεζόμενες από τα «κόκκινα» δάνεια, δεν στηρίζουν τις νέες οικογένειες να αποκτήσουν στέγη. Γι’ αυτό πρέπει να ενεργοποιηθεί ο ΟΑΕΔ/ΟΕΚ.

6. Περιορίζεται η δικαστική προστασία για παράνομη απόλυση (δικαίωμα επαναπρόσληψης) μόνο στις περιπτώσεις νέου πατέρα (για 6 μήνες μετά την απόκτηση του μωρού), σε περίπτωση άρνησης της 10ωρης εργασίας ή τηλεργασίας πέραν του συμφωνηθέντος ωραρίου.

7. Σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας, ο μισθωτός θα αποφασίζει εάν θα πληρώνεται τις υπερωρίες ή θα δουλεύει παραπάνω για να κάνει… διακοπές. Αυτό δεν το υποστήριξε ούτε η Σχολή του Σικάγο».

Όπως επισημαίνει στην ανακοίνωσή του ο τομέας Εργασίας του ΚΙΝΑΛ, «η πικρή αλήθεια είναι ότι ο νέος σήμερα στη χώρα μας έχει δύο επιλογές: Είτε να μεταναστεύσει, είτε να γίνει μισθοσυντήρητος νομάδας, που θα δουλεύει εξαντλητικά 10ωρα σε περιόδους υψηλής παραγωγής ή την τουριστική σεζόν».

Το Κίνημα Αλλαγής «προειδοποιεί» εκ νέου την κυβέρνηση να μην προχωρήσει στην κατάθεση «του αντεργατικού της σχεδίου», καταλήγοντας πως οι σύγχρονες κοινωνίες «θέλουν διάλογο και συναινέσεις» και η αυξημένη παραγωγικότητα «απαιτεί επενδύσεις, δίκτυα και δίκαιες αμοιβές».