«Εισάγουμε ένα νομοσχέδιο με απολύτως παιδοκεντρικό χαρακτήρα », τόνισε ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας, κατά την συζήτηση και επεξεργασία του νομοθετήματος που αφορά την συνεπιμέλεια, την πρώτη ημέρα συζήτησής του στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής.

Ο υπουργός Δικαιοσύνης ανοίγοντας με την παρέμβασή του τη συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή, έκανε λόγο για παρερμηνείες και για επιχειρήματα, ακόμα και από βουλευτές, που δεν έχουν σχέση με το νομοσχέδιο.

«Δεν είναι στην πρόθεσή μας να βρεθούμε από τη μία ή την άλλη πλευρά. Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι όλη η προσπάθεια γίνεται ακριβώς για να μπορούν οι δύο γονείς που αποφασίζουν να χωρίσουν και έχουν παιδιά να λύνουν τις διαφορές τους πριν φτάσουν στο δικαστήριο, χωρίς να πληγώνουν τους εαυτούς τους και τα παιδιά», επεσήμανε ο Κώστας Τσιάρας.

Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει πέντε καινοτομίες που παρουσίασε ο αρμόδιος υπουργός, υπογραμμίζοντας την εξίσου κι από κοινού άσκηση γονικής μέριμνας που θεσπίζεται μετά τη διαπίστωση ότι στο 90% των υποθέσεων η επιμέλεια παραχωρείται στη μητέρα.

Σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης πέντε είναι οι καινοτομίες του νομοσχεδίου:

1) την από κοινού και εξίσου άσκηση της γονικής μέριμνας μετά τον χωρισμό. «Αφορά και στα παιδιά εκτός γάμου που έχουν αναγνωριστεί. Εξίσου και από κοινού. Θέλουμε να δώσουμε έμφαση σε αυτό», είπε,

2) ένταξη διαμεσολάβησης ως πρόδρομο στάδιο πριν από δικαστή, καθώς «θέλουμε να αποφύγουμε τον δικαστή»,

3) θέσπιση μαχητού τεκμηρίου 1/3 για χρόνο του παιδιού με τον γονέα που δεν θα διαμένει μαζί ,

4) αντικειμενικά κριτήρια για την κατανομή μέριμνας και

5) το ίδιο το δικαστικό σώμα να αφομοιώσει την έννοια του νομοσχεδίου εξ’ ου και προχωράμε σε συνεργασία με την Εθνική Σχολή Δικαστών σε επιμορφωτικά σεμινάρια για 900 σπουδαστές.

Αντιδράσεις από Γιαννάκου και Κεφαλογιάννη

Τις αντιδράσεις τους εξέφρασαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης αλλά υπήρχαν και ενστάσεις δυο βουλευτών της συμπολίτευσης, της Μαριέττας Γιαννάκου και της Όλγας Κεφαλογιάννη.

Η πρώην υπουργός Μ. Γιαννάκου, τόνισε «δεν χρειάζονται άκαμπτα και οριζόντια μέτρα και ότι οι Σολομώντειες λύσεις δεν είναι προς το συμφέρον του παιδιού».

Μιλώντας για συγκεκριμένα άρθρα του νομοσχεδίου, η κ. Γιαννάκου παρατήρησε ότι η υποχρεωτική ποσόστωση στον χρόνο επικοινωνίας, μπορεί να οδηγήσει σε παρανοϊκές καταστάσεις, φέρνοντας ως παράδειγμα την περίπτωση ενός νηπίου που θηλάζει.

«Τα παιδιά έχουν ανάγκη από σταθερότητα στο περιβάλλον και τέτοια ζητήματα τα κρίνουν οι κοινωνικοί λειτουργοί, οι ψυχολόγοι και οι ψυχίατροι και όχι οι νομικοί», επισήμανε με νόημα.

Η Όλγα Κεφαλογιάννη, από την πλευρά της διατύπωσε την άποψη ότι οι διατάξεις που εξειδικεύουν το συμφέρον του παιδιού, έχουν περισσότερο γονεοκεντρικό χαρακτήρα και πρότεινε τη δημιουργία Οικογενειακού Δικαστηρίου, όπως υπάρχει στη Γερμανία ή την καθιέρωση εξειδικευμένου δικαστή που θα επιλαμβάνεται τέτοιων θεμάτων, όπως ισχύει στη Γαλλία.