ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Τσιγκρής στα Παραπολιτικά 90,1: Έχουμε μια αλλαγή του χάρτη της εγκληματικότητας στη χώρα μας
«Ανοίγει ένας διάλογος, αυτός ο διάλογος δεν πρέπει να σταματήσει αύριο, πρέπει να συζητήσουμε ουσιαστικά για τι έγκλημα περιμένουμε», δήλωσε ο βουλευτής της ΝΔ -εγκληματολόγος
«Έχουμε μια αλλαγή του χάρτη της εγκληματικότητας. Ανοίγει ένας διάλογος, αυτός ο διάλογος δεν πρέπει να σταματήσει αύριο, πρέπει να συζητήσουμε ουσιαστικά για τι έγκλημα περιμένουμε»
Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Κεντρικό Μαγκαζίνο» με την δημοσιογράφο Ανδριάνα Ζαρακέλη, ο βουλευτής της ΝΔ -εγκληματολόγος, Άγγελος Τσιγκρής, αναφορικά με το άγριο έγκλημα στα Γλυκά Νερά.
Ερωτηθείς αν η στυγερή δολοφονία της 20χρονης στα Γλυκά Νερά είναι πρωτοφανής για τα ελληνικά χρονικά, ο κ. Τσιγκρής απάντησε: «Θα είμαι κόντρα στο κύμα, δεν είναι πρωτοφανές για κάποιους που γνωρίζουν τα εγκληματολογικά χρονικά της Ελλάδας του 20ου αιώνα και τις πρώτες δεκαετίες του 21ου έχουμε και πιο ακραίες περιπτώσεις εγκληματικών πράξεων. Για παράδειγμα πριν λίγους μήνες μια μητέρα σκότωσε τρία ανήλικα παιδιά της».
«Σε κάθε περίπτωση όμως είναι ένα σοβαρό έγκλημα και ο λόγος που το κάνει σοβαρότερο είναι ότι εδώ έχουμε μια διατάραξη της οικογενειακής γαλήνης του σπιτιού και βεβαίως τέτοιου τύπου εγκλήματα διαταράσσουν τα αισθήματα ασφάλειας του μέσου πολίτη και ταυτοχρόνως αυξάνουν τα αισθήματα που εμείς στην εγκληματολογία τα ονομάζουμε ''αίσθημα εγκληματοφοβίας'', την αίσθηση του φόβου του κοινού», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Δηλαδή η εγκληματοφοβία είναι μια μέτρηση η οποία δείχνει τη διάσταση που υπάρχει ανάμεσα στην πραγματική εγκληματικότητα και στο πόσο φοβούνται οι πολίτες, όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο αυξάνει δυσανάλογα ο φόβος σε σχέση με αυτό που συμβαίνει στην πράξη δηλαδή σήμερα είναι πολύ πιο φοβισμένη η ελληνική κοινωνία. Αυτό ήταν το δύσκολο αυτού του εγκλήματος και φόβισε τον καθένα», υπογράμμισε ο ίδιος.
«Η ουσία είναι ότι αρχίζει ένας διάλογος ο οποίος είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον να τον παρακολουθήσουμε και να μην τον σταματήσουμε ως συνήθως. Σήμερα έχει ανοίξει μια ευρύτερη συζήτηση στην Ελλάδα για την εγκληματικότητα που έχουμε στη χώρα μας αλλά το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό, είναι ευρωπαϊκό και παγκόσμιο, και πρέπει αυτή η συζήτηση να συνεχιστεί γιατί αρχίζει σήμερα αλλά έπρεπε να έχει αρχίσει από χθες, και όχι μόνο στην Ελλάδα σε όλο τον κόσμο έπρεπε να έχει αρχίσει από χθες γιατί έχουμε μια αλλαγή του χάρτη της εγκληματικότητας», επισήμανε μεταξύ άλλων.
«Εμείς που παρακολουθούμε τα πράγματα στους δείκτες της ποιότητας και της ποσότητας του εγκλήματος και κάνουμε προγνωστικά μοντέλα του τι περιμένουμε βλέπουμε ότι περιμένουμε ένα νέο κύμα εγκληματικότητας το οποίο προκύπτει από την αλλαγή της κοινωνικής μας οργάνωσης», δήλωσε επιπρόσθετα.
«Σας θυμίζω ότι η Ελλάδα μαζί με όλο τον κόσμο έχει αλλάξει εντελώς κοινωνική συμπεριφορά δηλαδή κλειστήκανε στα σπίτια, έχουμε αποστασιοποίηση, δεν βλέπουμε ανθρώπους λόγω πανδημίας και στην εγκληματολογία έχουμε έναν νόμο ότι δεν υπάρχει κανένας πιο αξιόπιστος δείκτης μέτρησης των σημείων της κοινωνικής παθογένειας από τους δείκτες της ποσότητας και της ποιότητας του εγκλήματος», σημείωσε ο βουλευτής της ΝΔ.
«Δηλαδή για να το πω πιο απλά ότι καμία κοινωνία δεν έχει ούτε ένα έγκλημα παραπάνω ούτε ένα έγκλημα παρακάτω από αυτό που αξίζει και από αυτό που της αναλογεί. Δηλαδή ουσιαστικά το έγκλημα είναι το υπόπροϊόν της κοινωνικής μας δραστηριοποίησης. Αυτή η κοινωνική δραστηριοποίηση έχει αλλάξει κάθετα και οριζόντια σε όλο τον πλανήτη και έχουμε τα πρώτα δείγματα του αλλαγή του χάρτη της εγκληματικότητας. Τα επίσημα στοιχεία του FBI δείχνουν μια διόγκωση του ηλεκτρονικού εγκλήματος το οποίο αυξήθηκε κατά 800% μέσα σε ένα χρόνο και βεβαίως εγκλήματα του παραλόγου τα οποία ήταν ασυνήθιστα μέχρι χθες», εξήγησε ο κ. Τσιγκρής.
«Για αυτό δεν μας προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση τουλάχιστον στους ειδικούς μια απίστευτη βίαιη συμπεριφορά για όχι τόσο σημαντική αιτία αλλά τέτοιες συμπεριφορές έχουμε πολλές. Υπάρχουν διαρρήξεις περιπτέρων, μίνι μάρκετ με ανθρωποκτονίες στους ιδιοκτήτες τους ή σε ηλικιωμένους με βαριές σωματικές βλάβες. Θα σας περάσω και στα παράλογα εγκλήματα που παρατηρούνται τον τελευταίο καιρό, θυμάστε σε ένα νοσοκομείο κάποιος ασθενής τράβηξε το μηχάνημα, άνθρωποι ξυλοκοπούνται μέσα στα λεωφορεία επειδή φτερνίζονται, άλλοι λιντσάρονται δημοσίως επειδή έβηξαν. Υπάρχουν απίστευτοι καυγάδες που καταλήγουν στα νοσοκομεία για το αν θα πρέπει να φοράνε μάσκα ή όχι κάτι που αν μας το έλεγαν ένα χρόνο πριν θα αισθανόμασταν ότι μάλλον κατι δεν έχει καταλάβει καλά ή μας κάνει πλάκα», πρόσθεσε.
«Αφού πω τα θερμά μου συλλυπητήρια στον ατυχή άνθρωπο που έχασε τη γυναίκα του να σας πω ότι όμως έχει και ένα θετικό ότι ανοίγει ένας διάλογος. Αυτός ο διάλογος δεν πρέπει να σταματήσει αύριο, πρέπει να συζητήσουμε ουσιαστικά για τι έγκλημα περιμένουμε γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουμε βία στα πανεπιστήμια γιατί είναι κλειστά, έχουμε αναρωτηθεί όμως τι θα γίνει στα πανεπιστήμια όταν ανοίξουν; Έχουμε αναρωτηθεί τι θα γίνει τις κερκίδες των γηπέδων όταν ξανά θα έχουν κόσμο; Αυτό που περιμένουμε δεν είναι ιδιαίτερα ευοίωνο, είναι δυσοίωνο», τόνισε.
«Έχουμε προετοιμαστεί ανάλογα να αντιμετωπίσουμε το ηλεκτρονικό έγκλημα με ανάλογη εκπαίδευση δικαστών και αστυνομικών προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτή τη λαίλαπα του ηλεκτρονικού εγκλήματος. Πρέπει τα εθνικά κράτη και όχι μόνο η Ελλάδα να θωρακιστούν θεσμικά για αυτό είναι σωστό να ανοίξει ένας διάλογος», κατέληξε.
, δήλωσε στα Ερωτηθείς αν η στυγερή δολοφονία της 20χρονης στα Γλυκά Νερά είναι πρωτοφανής για τα ελληνικά χρονικά, ο κ. Τσιγκρής απάντησε: «Θα είμαι κόντρα στο κύμα, δεν είναι πρωτοφανές για κάποιους που γνωρίζουν τα εγκληματολογικά χρονικά της Ελλάδας του 20ου αιώνα και τις πρώτες δεκαετίες του 21ου έχουμε και πιο ακραίες περιπτώσεις εγκληματικών πράξεων. Για παράδειγμα πριν λίγους μήνες μια μητέρα σκότωσε τρία ανήλικα παιδιά της».
«Σε κάθε περίπτωση όμως είναι ένα σοβαρό έγκλημα και ο λόγος που το κάνει σοβαρότερο είναι ότι εδώ έχουμε μια διατάραξη της οικογενειακής γαλήνης του σπιτιού και βεβαίως τέτοιου τύπου εγκλήματα διαταράσσουν τα αισθήματα ασφάλειας του μέσου πολίτη και ταυτοχρόνως αυξάνουν τα αισθήματα που εμείς στην εγκληματολογία τα ονομάζουμε ''αίσθημα εγκληματοφοβίας'', την αίσθηση του φόβου του κοινού», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Δηλαδή η εγκληματοφοβία είναι μια μέτρηση η οποία δείχνει τη διάσταση που υπάρχει ανάμεσα στην πραγματική εγκληματικότητα και στο πόσο φοβούνται οι πολίτες, όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο αυξάνει δυσανάλογα ο φόβος σε σχέση με αυτό που συμβαίνει στην πράξη δηλαδή σήμερα είναι πολύ πιο φοβισμένη η ελληνική κοινωνία. Αυτό ήταν το δύσκολο αυτού του εγκλήματος και φόβισε τον καθένα», υπογράμμισε ο ίδιος.
«Η ουσία είναι ότι αρχίζει ένας διάλογος ο οποίος είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον να τον παρακολουθήσουμε και να μην τον σταματήσουμε ως συνήθως. Σήμερα έχει ανοίξει μια ευρύτερη συζήτηση στην Ελλάδα για την εγκληματικότητα που έχουμε στη χώρα μας αλλά το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό, είναι ευρωπαϊκό και παγκόσμιο, και πρέπει αυτή η συζήτηση να συνεχιστεί γιατί αρχίζει σήμερα αλλά έπρεπε να έχει αρχίσει από χθες, και όχι μόνο στην Ελλάδα σε όλο τον κόσμο έπρεπε να έχει αρχίσει από χθες γιατί έχουμε μια αλλαγή του χάρτη της εγκληματικότητας», επισήμανε μεταξύ άλλων.
«Εμείς που παρακολουθούμε τα πράγματα στους δείκτες της ποιότητας και της ποσότητας του εγκλήματος και κάνουμε προγνωστικά μοντέλα του τι περιμένουμε βλέπουμε ότι περιμένουμε ένα νέο κύμα εγκληματικότητας το οποίο προκύπτει από την αλλαγή της κοινωνικής μας οργάνωσης», δήλωσε επιπρόσθετα.
«Σας θυμίζω ότι η Ελλάδα μαζί με όλο τον κόσμο έχει αλλάξει εντελώς κοινωνική συμπεριφορά δηλαδή κλειστήκανε στα σπίτια, έχουμε αποστασιοποίηση, δεν βλέπουμε ανθρώπους λόγω πανδημίας και στην εγκληματολογία έχουμε έναν νόμο ότι δεν υπάρχει κανένας πιο αξιόπιστος δείκτης μέτρησης των σημείων της κοινωνικής παθογένειας από τους δείκτες της ποσότητας και της ποιότητας του εγκλήματος», σημείωσε ο βουλευτής της ΝΔ.
«Δηλαδή για να το πω πιο απλά ότι καμία κοινωνία δεν έχει ούτε ένα έγκλημα παραπάνω ούτε ένα έγκλημα παρακάτω από αυτό που αξίζει και από αυτό που της αναλογεί. Δηλαδή ουσιαστικά το έγκλημα είναι το υπόπροϊόν της κοινωνικής μας δραστηριοποίησης. Αυτή η κοινωνική δραστηριοποίηση έχει αλλάξει κάθετα και οριζόντια σε όλο τον πλανήτη και έχουμε τα πρώτα δείγματα του αλλαγή του χάρτη της εγκληματικότητας. Τα επίσημα στοιχεία του FBI δείχνουν μια διόγκωση του ηλεκτρονικού εγκλήματος το οποίο αυξήθηκε κατά 800% μέσα σε ένα χρόνο και βεβαίως εγκλήματα του παραλόγου τα οποία ήταν ασυνήθιστα μέχρι χθες», εξήγησε ο κ. Τσιγκρής.
«Για αυτό δεν μας προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση τουλάχιστον στους ειδικούς μια απίστευτη βίαιη συμπεριφορά για όχι τόσο σημαντική αιτία αλλά τέτοιες συμπεριφορές έχουμε πολλές. Υπάρχουν διαρρήξεις περιπτέρων, μίνι μάρκετ με ανθρωποκτονίες στους ιδιοκτήτες τους ή σε ηλικιωμένους με βαριές σωματικές βλάβες. Θα σας περάσω και στα παράλογα εγκλήματα που παρατηρούνται τον τελευταίο καιρό, θυμάστε σε ένα νοσοκομείο κάποιος ασθενής τράβηξε το μηχάνημα, άνθρωποι ξυλοκοπούνται μέσα στα λεωφορεία επειδή φτερνίζονται, άλλοι λιντσάρονται δημοσίως επειδή έβηξαν. Υπάρχουν απίστευτοι καυγάδες που καταλήγουν στα νοσοκομεία για το αν θα πρέπει να φοράνε μάσκα ή όχι κάτι που αν μας το έλεγαν ένα χρόνο πριν θα αισθανόμασταν ότι μάλλον κατι δεν έχει καταλάβει καλά ή μας κάνει πλάκα», πρόσθεσε.
«Αφού πω τα θερμά μου συλλυπητήρια στον ατυχή άνθρωπο που έχασε τη γυναίκα του να σας πω ότι όμως έχει και ένα θετικό ότι ανοίγει ένας διάλογος. Αυτός ο διάλογος δεν πρέπει να σταματήσει αύριο, πρέπει να συζητήσουμε ουσιαστικά για τι έγκλημα περιμένουμε γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουμε βία στα πανεπιστήμια γιατί είναι κλειστά, έχουμε αναρωτηθεί όμως τι θα γίνει στα πανεπιστήμια όταν ανοίξουν; Έχουμε αναρωτηθεί τι θα γίνει τις κερκίδες των γηπέδων όταν ξανά θα έχουν κόσμο; Αυτό που περιμένουμε δεν είναι ιδιαίτερα ευοίωνο, είναι δυσοίωνο», τόνισε.
«Έχουμε προετοιμαστεί ανάλογα να αντιμετωπίσουμε το ηλεκτρονικό έγκλημα με ανάλογη εκπαίδευση δικαστών και αστυνομικών προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτή τη λαίλαπα του ηλεκτρονικού εγκλήματος. Πρέπει τα εθνικά κράτη και όχι μόνο η Ελλάδα να θωρακιστούν θεσμικά για αυτό είναι σωστό να ανοίξει ένας διάλογος», κατέληξε.