Τη λεγόμενη «θετική ατζέντα» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αναδεικνύει η κυβέρνηση από την επίσκεψη του Μεβλούτ Τσαβούσογλου  στην Αθήνα και τις διαδοχικές συναντήσεις που είχε στο Μέγαρο Μαξίμου και στο Υυουργείο Εξωτερικών, χωρίς να παραγνωρίζει τις δεδομένες διαφορές των δύο χωρών και την απόσταση που τη χωρίζει από τις θέσεις που εκφράζει η κυβέρνηση Ερντογάν.

Το ζήτημα για το Μέγαρο Μαξίμου και το Υπουργείο Εξωτερικών επί του παρόντος είναι να εξομαλυνθούν οι σχέσεις των δύο χωρών και να προοδεύσουν κατά το δυνατόν οι διμερείς εμπορικές και οικονομικές σχέσεις, αλλά και παράλληλα να παραμένουν διαρκώς ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας των δύο πλευρών. Στο πλαίσιο αυτό τοποθετείται και η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες στις 14 Ιουνίου, χωρίς βέβαια να έχει προσδιοριστεί ακόμα η ατζέντα και το εύρος της συζήτησης αυτής.

Ως σημαντικό καταγράφεται επίσης το γεγονός ότι στη σημερινή συνάντηση των δύο Υπουργών Εξωτερικών εγκρίθηκε ένας κατάλογος προγραμμάτων οικονομικής συνεργασίας, τον οποίον είχαν επεξεργαστεί ο Υφυπουργός Εξωτερικών Κώστας Φραγκογιάννης με τον Υφυπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, Σεντάτ Ονάλ, στη συνάντησή τους προχθές στην Καβάλα.

Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει συνολικά 25 θέματα: 15 που είχε προτείνει η ελληνική πλευρά, 8 που είχε προτείνει η τουρκική, η αμοιβαία αναγνώριση των εθνικών πιστοποιητικών κατά του COVID-19, καθώς και θέματα που άπτονται περιβαλλοντικής συνεργασίας, τα οποία τέθηκαν για πρώτη φορά προς συζήτηση κατά την συνάντηση των αρμοδίων Υφυπουργών στην Καβάλα.

Η λεγόμενη θετική ατζέντα, βέβαια, δεν υποβαθμίζει τα υπαρκτά και ζέοντα θέματα στις σχέσεις των δύο κρατών – στέλνει ωστόσο ένα θετικό σήμα για μια σταδιακή βελτίωση στις διμερείς σχέσεις. Ο Νίκος Δένδιας, εξάλλου, στη συνάντηση στο Υπουργείο Εξωτερικών, επανέλαβε σύμφωνα με διπλωματικές πηγές ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη τάσσεται υπέρ ενός εποικοδομητικού διαλόγου με την Τουρκία, πάντα, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου.

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, υπογράμμισε το απαράδεκτο της εμμονής στο "casus belli" εφόσον η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο Αιγαίο, κάτι που επανέλαβε και ο ίδιος ο Τούρκος ΥΠΕΞ σε πρόσφατη συνέντευξη του. Επίσης, τον μη σεβασμό στις διατάξεις της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, η οποία αποτελεί μέρος του Εθιμικού Δικαίου. Στο πλαίσιο αυτό επεσήμανε ότι το «τουρκο-λιβυκό μνημόνιο» είναι παράνομο και ανυπόστατο.

Τόνισε το απαράδεκτο της παραβίασης της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων σε αέρα και θάλασσα, της εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού, καθώς και τη συνέχιση της επιθετικής ρητορικής που προέρχεται από ορισμένους κύκλους στην Τουρκία.

Υπογράμμισε εκ νέου ότι η συνέχιση της ρητορικής αναφορικά με ζητήματα που άπτονται της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη είναι προκλητική και αδικαιολόγητη, ενώ επεσήμανε για μια ακόμα φορά ότι το μοναδικό πλαίσιο για την επίλυση του Κυπριακού είναι η Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία όπως ορίζεται από τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.