ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Η Άγκυρα εμμένει σε επιθετική ρητορική - Οι εκτιμήσεις Μητσοτάκη- Δένδια και οι «γραμμές» της Αθήνας
Οι ΗΠΑ και η «συνοχή» του ΝΑΤΟ
Η Αθήνα διατηρεί σε εγρήγορση
διπλωματία της προς δυσμάς και προς ανατολάς, ενισχύοντας τη γεωπολιτική θέση της απέναντι στην επίμονα επιθετική Τουρκία.
Η επίσημη επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη στη Σαουδική Αραβία, η συμμετοχή του υπουργού Εξωτερικών, Ν. Δένδια, σε διεθνή διάσκεψη για τη Λιβύη και το «μνημόνιο συνεργασίας» Ελλάδας-Βρετανίας, που υπέγραψε στο Λονδίνο, κατέδειξαν το εύρος των «ανοιγμάτων» της Ελλάδας.
Η ελληνική ηγεσία παρακολουθεί τις κινήσεις της Τουρκίας υπολογίζοντας ότι η Αγκυρα θα επιχειρήσει την πρόκληση νέων εντάσεων έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, με στόχο τη δημιουργία «αποτελεσμάτων» πριν από την παραλαβή των νέων εξοπλιστικών συστημάτων σε αέρα και θάλασσα από τη χώρα μας.
Ήδη στην Άγκυρα ακούγονται «φωνές» κυβερνητικών συνεταίρων του Ερντογάν που επιχειρούν να δημιουργήσουν «κλίμα» για «θερμό επεισόδιο» και μάλιστα με πολιτικά χυδαίες αναφορές, όπως αυτές του Μουσταφά Ντεστιτζί.
Ο έκδηλος τουρκικός εκνευρισμός δεν οφείλεται μόνο στις πρόσφατες αμυντικές συμφωνίες της Ελλάδας με ΗΠΑ και Γαλλία, αλλά και στη συμφωνία ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Αιγύπτου, με την τελευταία να προβάλλεται και ως εναλλακτική πηγή ενέργειας για την Ευρώπη. Την ίδια ώρα, η ελληνική διπλωματία σημειώνει τη δυσφορία της Άγκυρας από το γεγονός ότι η Ελλάδα, χωρίς το εμπόδιο της Μέρκελ, μετέχει πλέον με πρωτοβουλία της Γαλλίας στις διεθνείς διασκέψεις για την ειρήνευση στη Λιβύη.
Η Τουρκία είναι σε δυσμενή θέση στην υπόθεση αυτή, καθ’ όσον πιέζεται διεθνώς να αποσύρει τις δυνάμεις της από τη Λιβύη, και η άρνησή της να το πράξει την εκθέτει ως χώρα που προκαλεί εσκεμμένα αστάθεια στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Αθήνα εκτιμά ότι σε βάρος του Ερντογάν στις διεθνείς σχέσεις του με τη Δύση είναι το γεγονός ότι δεν είναι σε θέση να αποδεσμευτεί από τους συνεργάτες του, «Αδελφούς Μουσουλμάνους», του οποίους δείχνει πως θεωρεί «μοχλό» απαραίτητο για τη νεο-οθωμανική επέκταση του σουνιτικού Ισλάμ.
Από τις ίδιες διπλωματικές πηγές της Αθήνας εκτιμάται πως η Άγκυρα υπολογίζει ιδιαιτέρως σε δύο σημεία, διατηρώντας την ένταση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο απέναντι στην Ελλάδα: α) Στην εμμονή των ΗΠΑ για περιορισμό της Μόσχας έξω από τη γεωπολιτική περιοχή όπου κινούνται χώρες του ΝΑΤΟ και β) στην ανησυχία της Ουάσινγκτον για το ενδεχόμενο πληγμάτων στη συνοχή του ΝΑΤΟ εξαιτίας μιας στρατιωτικής αναμέτρησης δύο χωρών-μελών της Συμμαχίας.
Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών κινούνται σε όλα τα διπλωματικά πεδία αυτής της υπόθεσης με παγιωμένη την εκτίμηση ότι η Άγκυρα δεν πρόκειται προσεχώς να αλλάξει την πίστη της στο ότι η Ελλάδα και η Κύπρος είναι που πρώτιστα εμποδίζουν την Τουρκία του Ερντογάν να ελέγξει στρατηγικά ως ηγετική περιφερειακή δύναμη μια ευρεία γεωπολιτική περιοχή, που ξεκινά από τα Βαλκάνια και φθάνει στην Ανατολική Μεσόγειο.
Απέναντι σε αυτό το στοιχείο οργανώνεται πλέον η «τουρκική» εξωτερική πολιτική της χώρας μας. Έλληνες διπλωμάτες χαρακτηρίζουν στρατηγικά «αφελή» τη σκέψη της κυβερνητικής ομάδας του Ταγίπ Ερντογάν να «διορθώσει» την Ιστορία και να μετατρέψει σε «δορυφόρο» της Τουρκίας την Ελλάδα, χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με παραδοσιακούς δεσμούς με σημαντικές χώρες της Δύσης.
Η αποτυχία της Άγκυρας να κάμψει με πολεμικές απειλές και επιδείξεις στρατιωτικής ισχύος το φρόνημα της Αθήνας το 2019-20 την έφερε σε μειονεκτική θέση το 2021 και προκάλεσε έντονο θυμό έως και υστερικές πολιτικές αντιδράσεις της τουρκικής πλευράς, που έφτασε στο σημείο να «καταγγέλλει» τις αγορές εξοπλιστικών συστημάτων από την Ελλάδα!
Επιπλέον, η Αθήνα έχει φέρει σε δύσκολη θέση την Τουρκία μέσα στην Ε.Ε., όπου και κυρώσεις σε βάρος της επικρέμανται πάλι και η υπόθεση αναβάθμισης της ευρωτουρκικής τελωνειακής ένωσης «βαλτώνει» σε αυτή τη φάση.
Από την πλευρά της, η Άγκυρα, προκειμένου να αυξήσει το κύρος της στις τάξεις των σκληρών εθνικιστών πολιτικών συμμάχων του Ερντογάν, προχωρεί προκλητικά στο άνοιγμα της Αμμοχώστου, αγνοώντας επιδεικτικά τον ΟΗΕ, αλλά προκαλώντας την αντίδραση της Ε.Ε., που υποστηρίζει την εταίρο της, Κυπριακή Δημοκρατία, και καταδικάζει την τουρκική αυθαιρεσία - πράγμα που ευνοεί την ελληνική διπλωματία στην Ευρώπη.
τις στρατιωτικές δυνάμεις της και δραστηριοποιεί τη Η επίσημη επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη στη Σαουδική Αραβία, η συμμετοχή του υπουργού Εξωτερικών, Ν. Δένδια, σε διεθνή διάσκεψη για τη Λιβύη και το «μνημόνιο συνεργασίας» Ελλάδας-Βρετανίας, που υπέγραψε στο Λονδίνο, κατέδειξαν το εύρος των «ανοιγμάτων» της Ελλάδας.
Η ελληνική ηγεσία παρακολουθεί τις κινήσεις της Τουρκίας υπολογίζοντας ότι η Αγκυρα θα επιχειρήσει την πρόκληση νέων εντάσεων έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, με στόχο τη δημιουργία «αποτελεσμάτων» πριν από την παραλαβή των νέων εξοπλιστικών συστημάτων σε αέρα και θάλασσα από τη χώρα μας.
Ήδη στην Άγκυρα ακούγονται «φωνές» κυβερνητικών συνεταίρων του Ερντογάν που επιχειρούν να δημιουργήσουν «κλίμα» για «θερμό επεισόδιο» και μάλιστα με πολιτικά χυδαίες αναφορές, όπως αυτές του Μουσταφά Ντεστιτζί.
Εκνευρισμός
Ο έκδηλος τουρκικός εκνευρισμός δεν οφείλεται μόνο στις πρόσφατες αμυντικές συμφωνίες της Ελλάδας με ΗΠΑ και Γαλλία, αλλά και στη συμφωνία ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Αιγύπτου, με την τελευταία να προβάλλεται και ως εναλλακτική πηγή ενέργειας για την Ευρώπη. Την ίδια ώρα, η ελληνική διπλωματία σημειώνει τη δυσφορία της Άγκυρας από το γεγονός ότι η Ελλάδα, χωρίς το εμπόδιο της Μέρκελ, μετέχει πλέον με πρωτοβουλία της Γαλλίας στις διεθνείς διασκέψεις για την ειρήνευση στη Λιβύη. Η Τουρκία είναι σε δυσμενή θέση στην υπόθεση αυτή, καθ’ όσον πιέζεται διεθνώς να αποσύρει τις δυνάμεις της από τη Λιβύη, και η άρνησή της να το πράξει την εκθέτει ως χώρα που προκαλεί εσκεμμένα αστάθεια στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Αθήνα εκτιμά ότι σε βάρος του Ερντογάν στις διεθνείς σχέσεις του με τη Δύση είναι το γεγονός ότι δεν είναι σε θέση να αποδεσμευτεί από τους συνεργάτες του, «Αδελφούς Μουσουλμάνους», του οποίους δείχνει πως θεωρεί «μοχλό» απαραίτητο για τη νεο-οθωμανική επέκταση του σουνιτικού Ισλάμ.
Τουρκικές προκλήσεις
Η ελληνική διπλωματία δίνει σήμερα έμφαση στην περιγραφή των τουρκικών προκλήσεων και της πολλαπλώς παραβατικής συμπεριφοράς της Τουρκίας σε κάθε επαφή με ξένες διπλωματικές αντιπροσωπίες και τροφοδοτεί με σχετικό υλικό τις αποστολές του πρωθυπουργού και του υπουργού των Εξωτερικών στις συναντήσεις τους με ξένες ηγεσίες. Η ενημέρωση αυτή κρίνεται απολύτως απαραίτητη. Η ελληνική κυβέρνηση έχει εκτιμήσει στη βάση πληροφοριών, αλλά και των ισχυρισμών των κυβερνητικών παραγόντων της Τουρκίας, ότι στόχος της Άγκυρας είναι να προκαλέσει την Ελλάδα τόσο και έτσι ώστε σε περίπτωση «επεισοδίου» την πρώτη «κανονιά» να ρίξει η ελληνική πλευρά, οπότε να θεωρηθεί εκείνη ως «επιτιθέμενη» από εταίρους και συμμάχους - και ειδικότερα από Γάλλους και Αμερικανούς.
Τα δύο σημεία
Από τις ίδιες διπλωματικές πηγές της Αθήνας εκτιμάται πως η Άγκυρα υπολογίζει ιδιαιτέρως σε δύο σημεία, διατηρώντας την ένταση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο απέναντι στην Ελλάδα: α) Στην εμμονή των ΗΠΑ για περιορισμό της Μόσχας έξω από τη γεωπολιτική περιοχή όπου κινούνται χώρες του ΝΑΤΟ και β) στην ανησυχία της Ουάσινγκτον για το ενδεχόμενο πληγμάτων στη συνοχή του ΝΑΤΟ εξαιτίας μιας στρατιωτικής αναμέτρησης δύο χωρών-μελών της Συμμαχίας.Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών κινούνται σε όλα τα διπλωματικά πεδία αυτής της υπόθεσης με παγιωμένη την εκτίμηση ότι η Άγκυρα δεν πρόκειται προσεχώς να αλλάξει την πίστη της στο ότι η Ελλάδα και η Κύπρος είναι που πρώτιστα εμποδίζουν την Τουρκία του Ερντογάν να ελέγξει στρατηγικά ως ηγετική περιφερειακή δύναμη μια ευρεία γεωπολιτική περιοχή, που ξεκινά από τα Βαλκάνια και φθάνει στην Ανατολική Μεσόγειο.
Απέναντι σε αυτό το στοιχείο οργανώνεται πλέον η «τουρκική» εξωτερική πολιτική της χώρας μας. Έλληνες διπλωμάτες χαρακτηρίζουν στρατηγικά «αφελή» τη σκέψη της κυβερνητικής ομάδας του Ταγίπ Ερντογάν να «διορθώσει» την Ιστορία και να μετατρέψει σε «δορυφόρο» της Τουρκίας την Ελλάδα, χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με παραδοσιακούς δεσμούς με σημαντικές χώρες της Δύσης.
Έντονος θυμός
Η αποτυχία της Άγκυρας να κάμψει με πολεμικές απειλές και επιδείξεις στρατιωτικής ισχύος το φρόνημα της Αθήνας το 2019-20 την έφερε σε μειονεκτική θέση το 2021 και προκάλεσε έντονο θυμό έως και υστερικές πολιτικές αντιδράσεις της τουρκικής πλευράς, που έφτασε στο σημείο να «καταγγέλλει» τις αγορές εξοπλιστικών συστημάτων από την Ελλάδα! Επιπλέον, η Αθήνα έχει φέρει σε δύσκολη θέση την Τουρκία μέσα στην Ε.Ε., όπου και κυρώσεις σε βάρος της επικρέμανται πάλι και η υπόθεση αναβάθμισης της ευρωτουρκικής τελωνειακής ένωσης «βαλτώνει» σε αυτή τη φάση.
Από την πλευρά της, η Άγκυρα, προκειμένου να αυξήσει το κύρος της στις τάξεις των σκληρών εθνικιστών πολιτικών συμμάχων του Ερντογάν, προχωρεί προκλητικά στο άνοιγμα της Αμμοχώστου, αγνοώντας επιδεικτικά τον ΟΗΕ, αλλά προκαλώντας την αντίδραση της Ε.Ε., που υποστηρίζει την εταίρο της, Κυπριακή Δημοκρατία, και καταδικάζει την τουρκική αυθαιρεσία - πράγμα που ευνοεί την ελληνική διπλωματία στην Ευρώπη.