Μητσοτάκης στη Σύνοδο Μπάιντεν: Η Ελλάδα είναι το πρώτο ευρωπαϊκό έθνος που βίωσε τον λαϊκισμό και το πρώτο που τον απέρριψε
«Απειλή ο αυταρχισμός και η δημαγωγία για την δημοκρατία», τόνισε ο πρωθυπουργός
Στη Σύνοδο που πραγματοποιείται με πρωτοβουλία του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν για τη Δημοκρατία συμμετείχε σήμερα, Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Κατά την εισαγωγική του παρέμβαση στη Σύνοδο, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε την ανάγκη να αντιμετωπίσουμε τη συνεχιζόμενη απειλή που προκαλεί όχι μόνον ο αυταρχισμός αλλά και ο λαϊκισμός, προκειμένου να ενισχύσουμε τη δημοκρατία.
Σημειώνεται πως η πρωτοβουλία έχει στόχο να συμβάλει στην αντιμετώπιση του αυταρχισμού και την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παγκοσμίως.
Στη Σύνοδο, η οποία λόγω της πανδημίας διεξάγεται διαδικτυακά, συμμετείχαν 111 ηγέτες από όλο τον κόσμο. Δεν συμμετέχουν χώρες που, σύμφωνα με τις ΗΠΑ, έχουν αυταρχικά καθεστώτα και δεν σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε πως η Διάσκεψη πραγματοποιείται σε μία κρίσιμη στιγμή για τον κόσμο. Τόνισε πως: «Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα, η γενέτειρα της δημοκρατίας, βίωσε από πρώτο χέρι τη διχαστική πολιτική συμπεριφορά, τις υποσχέσεις που διαψεύστηκαν και την κενή ρητορική τόσο του ακροαριστερού όσο και του ακροδεξιού λαϊκισμού -και απέρριψε και τους δύο», και συμπλήρωσε:
«Ύστερα από μια δεκαετία οικονομικής κρίσης, οι Έλληνες αντιλήφθηκαν την ανάγκη για πραγματική αλλαγή, υποστηρίζοντας μία μεταρρυθμιστική ατζέντα που ήταν πατριωτική, παρά εθνικιστική.
Η επιτυχία μας έγκειται στην ικανότητά μας να αφουγκραζόμαστε -να ακούμε τις δικαιολογημένες αιτιάσεις και ανησυχίες που τροφοδοτούσαν την οργή των πολιτών- και στη συνέχεια να αντιμετωπίζουμε αυτές τις ανησυχίες. Ήμασταν και παραμένουμε, λοιπόν, αποφασισμένοι να εστιάσουμε στα πραγματικά σημαντικά ζητήματα για τους πολίτες».
Ο πρωθυπουργός ανέφερε πως πρέπει: «Να δοθεί προτεραιότητα σε επενδύσεις, στη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ανάπτυξη. Η βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα μέσω καταπολέμησης της γραφειοκρατίας. Η μείωση των ανισοτήτων και η έμφαση στην επιχειρηματικότητα και την καινοτομία μέσω της ψηφιοποίησης του κράτους και της σύμπραξης με τον ιδιωτικό τομέα, και όχι σε σύγκρουση μαζί του».
Και συνέχισε: «Εδώ και 2,5 χρόνια έχουμε εργαστεί ακούραστα για να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών και να διανείμουμε τα οφέλη που πηγάζουν από μία σταθερή κυβέρνηση, η οποία έχει στραμμένο το βλέμμα στο μέλλον. Δεν επιτρέψαμε στην πανδημία να εμποδίσει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα μας. Το πολιτικό μας πρόγραμμα ήταν εμπροσθοβαρές, περιλαμβάνοντας 170 και πλέον μεταρρυθμίσεις».
Ο Κ. Μητσοτάκης επισήμανε πως: «Δύο ήταν οι κύριοι στόχοι, βάσει των οποίων κινούμαστε: να εξαλείψουμε τη διαφθορά που τρέφει τον λαϊκισμό και προκαλεί αγανάκτηση και να θέσουμε εκ νέου τα οικονομικά θεμέλια μιας νέας, δυναμικής Ελλάδας, μιας "Ελλάδας 2.0" -προωθώντας επενδυτικές εισροές και συμπράξεις μεταξύ του Δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα χωρίς προηγούμενο, με σημαντική αύξηση της απασχόλησης τα τελευταία χρόνια και υλοποιώντας μία επανάσταση στην ψηφιοποίηση και την πράσινη ενέργεια. Επειδή, στην πεμπτουσία της, η δημοκρατία που λειτουργεί για τον λαό είναι αυτή που έχει τις ρίζες της στην οικονομική βεβαιότητα και τη χρηματοπιστωτική ασφάλεια του προοδευτικού κέντρου, όχι στα άκρα της Αριστεράς και της Δεξιάς».
Στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός εξήγησε πως: «Η δημιουργία του gov.gr, ενός ψηφιακού κόμβου όπου είναι συγκεντρωμένες οι υπηρεσίες, έχει αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα στην επιτυχία μας. Φέρνοντας τις άλλοτε πεπαλαιωμένες ψηφιακές υποδομές μας στον 21ο αιώνα, μειώσαμε τα κόστη, επιταχύναμε τις διοικητικές διαδικασίες, αυξήσαμε τη διαφάνεια και εξαλείψαμε τις εύκολες ευκαιρίες για διαφθορά. Όλα αυτά τόνωσαν την εμπιστοσύνη των πολιτών στην ίδια τη δημοκρατία και παρείχαν οφέλη, συχνά με ένα μόνο κλικ».
«Εν τέλει, πιστεύω πως η Ελλάδα απέρριψε τον λαϊκισμό επειδή οι άνθρωποι αναγνώρισαν πως υπάρχει μια εναλλακτική που βασίζεται σε πραγματιστικές πολιτικές, οι οποίες δεν έφεραν μόνο την ανάκαμψη, αλλά και μακροπρόθεσμη βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη, που οι πολίτες μπορούν να δουν και να αισθανθούν. Φέτος, η ανάπτυξη στην Ελλάδα προβλέπεται να είναι γύρω στο 7%. Και είμαστε εξίσου αισιόδοξοι για τα επόμενα χρόνια. Αυτή είναι δημοκρατία που εστιάζει στο να παράσχει απτά οφέλη μέσω της οικονομικής αποτελεσματικότητας», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.
Ακόμη, υπογράμμισε πως: «Ως το πρώτο ευρωπαϊκό έθνος που βίωσε τον λαϊκισμό και το πρώτο που, στη συνέχεια, τον απέρριψε, πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση». Κλείνοντας την παρέμβασή του, ο πρωθυπουργός επισήμανε: «Αν θέλουμε να ακολουθήσουμε το μονοπάτι της ειρήνης, της προόδου και της ευημερίας, πρέπει να αναγνωρίζουμε τον κίνδυνο του εφησυχασμού και να συνεχίσουμε να αφουγκραζόμαστε τη φωνή του λαού. Άλλωστε, η ίδια η λέξη "δημοκρατία", από τους ελληνικούς όρους "δήμος" και "κράτος", σημαίνει "δύναμη ή εξουσία του λαού". Αν το ξεχάσουμε αυτό, κινδυνεύουμε να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες».
Αναλυτικά, ολόκληρη η παρέμβαση του κ. Μητσοτάκη
«Ευχαριστώ Ursula, Υπουργέ κ. Blinken, κυρίες και κύριοι
Είμαι μαζί σας σήμερα από την Αθήνα, τη γενέτειρα της δημοκρατίας, σε μια πολύ σημαντική χρονιά για την Ελλάδα, καθώς φέτος γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την έναρξη του αγώνα μας για την ανεξαρτησία από τον Οθωμανικό ζυγό, μια εξέγερση που ενάντια σε όλες τις προβλέψεις οδήγησε στη δημιουργία της ελεύθερης και δημοκρατικής Ελλάδας.
Όλους όσοι συγκεντρωθήκαμε σήμερα, μας συνδέει η κοινή πεποίθηση ότι στον πυρήνα της η δημοκρατία είναι η κυβέρνηση του λαού, από τον λαό, για το λαό. Και, όπως ανέφερε ο Πρόεδρος Biden, δεν πρέπει να θεωρούμε τη δημοκρατία δεδομένη. Άλλωστε οι απειλές που αντιμετωπίζουμε από τύραννους και αυταρχικούς ηγέτες δεν είναι κάτι νέο.
Επίτρεψέ μου, αγαπητή Ursula, καθώς μιλώ από τη γενέτειρα της δημοκρατίας, μία πολύ σύντομη ιστορική αναφορά. Η Δημοκρατική Αθήνα επίσης αντιμετώπιζε απειλές. Όχι μόνο εξωτερικές απειλές από επιθετικά αυταρχικά κράτη, αλλά και εσωτερικές απειλές από λαϊκιστές ηγέτες που επιδίωκαν να ανατρέψουν τη διακυβέρνηση των πολιτών ώστε να επιβάλλουν άλλων μορφών διακυβέρνηση.
Ο αυταρχικός ηγέτης ήταν «tyrant», ή «τύραννος» στα ελληνικά. Και ο λαϊκιστής πολιτικός που προσέφερε πολύ εύκολες λύσεις σε δύσκολα προβλήματα λεγόταν «demagogue» ή «δημαγωγός» στα ελληνικά.
Και οι Αθηναίοι γρήγορα αναγνώρισαν και απέρριψαν εκείνους που έκλιναν προς την τυραννία και τη δημαγωγία, ακριβώς επειδή ήταν καλά εκπαιδευμένοι ως πολίτες: επέλεγαν τους ηγέτες τους, τους κρατούσαν υπόλογους, δρώντας ως δικαστές και συμμετέχοντας ενεργά στον πολιτικό διάλογο.
Και έθεσαν τους δύο θεσμικούς πυλώνες κάθε λειτουργικής δημοκρατίας: την ισότητα έναντι του νόμου, την οποία ονομάζουμε ισονομία, και το δικαίωμα όλων στον δημόσιο λόγο, το οποίο ονομάζουμε ισηγορία. Αντιστοιχούν σήμερα στο κράτος δικαίου και στην ελευθερία του λόγου.
Τότε, όπως και τώρα, η απάντηση σε αυτές τις δύο απειλές βρίσκεται σε ανθεκτικούς πολιτικούς θεσμούς, στην προώθηση και προστασία ισχυρών κοινωνικών προτύπων, και στην ανάπτυξη πόρων που μπορούν να διασφαλίσουν τη βιώσιμη υλική ευημερία σε κάθε πολίτη.
Τότε, όπως και τώρα, οι ηγέτες ήταν θεσμικά και κοινωνικά υπόλογοι. Υπόκειντο σε αυστηρό νομικό έλεγχο, αντιμετώπιζαν ποινές εάν υπέπιπταν σε λάθη και στην προσωπική τους συμπεριφορά όφειλαν να ενσαρκώνουν τα δημοκρατικά ιδεώδη της ελευθερίας, της ισότητας αλλά και του αυτοελέγχου.
Άρα, τα διδάγματα από την αρχαιότητα είναι ότι η δημοκρατία μπορεί να είναι ανθεκτική ακόμα και όταν απειλείται και έχει την ικανότητα, όταν χρειάζεται, να αυτοδιορθώνεται. Και μία ευημερούσα δημοκρατία χρειάζεται θεσμούς που είναι καλά σχεδιασμένοι, ευέλικτοι και ισχυροί.
Απαιτεί όμως επίσης την ενίσχυση των κοινωνικών κανόνων μέσω της εκπαίδευσης και της καλής χρήσης της τεχνολογίας, ως εργαλείου για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ των πολιτών και της ανεκτικότητας. Όχι ως εργαλείου που ενισχύει τις προκαταλήψεις, προωθεί την παραπληροφόρηση και απευθύνεται στα πιο σκοτεινά ένστικτα της ανθρώπινης φύσης.
Η κυβέρνησή μας στην Ελλάδα έχει δημιουργήσει μία ηλεκτρονική πύλη, το gov.gr, που κατά την άποψή μου είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα του πώς η τεχνολογία μπορεί να καταστήσει απρόσκοπτη την επαφή ανάμεσα στο κράτος, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες, κατ’ αυτόν τον τρόπο εξαλείφοντας τη γραφειοκρατία και παράλληλα αντιμετωπίζοντας τη διαφθορά.
Ωστόσο, εν τέλει, αγαπητή Ursula, το πιο σημαντικό άυλο προτέρημα οποιασδήποτε δημοκρατίας είναι η εμπιστοσύνη. Η εμπιστοσύνη στους ηγέτες να εργαστούν για το καλό των πολιτών και να αποφέρουν απτά αποτελέσματα: καλές θέσεις εργασίας, καλές δημόσιες υπηρεσίες, ένα περιβάλλον το οποίο καταπολεμά τις διακρίσεις και καλλιεργεί τη συμπεριληπτικότητα.
Οι δημοκρατικές κυβερνήσεις πρέπει να είναι παρούσες εκεί που περισσότερο υπάρχει ανάγκη. Αυτό ακριβώς έκανε η Ευρώπη όταν συγκροτήσαμε το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες μιας καταστροφικής πανδημίας.
Πρέπει να εμπιστεύομαστε τους θεσμούς μας ότι θα ελέγχουν την εξουσία των εκλεγμένων εκπροσώπων, και να διασφαλίσουμε ότι όντως εγκαταλείπουν την εξουσία όταν χάσουν τις εκλογές. Άλλωστε, αυτή είναι η λυδία λίθος μιας δημοκρατίας που λειτουργεί καλά.
Και, το πιο σημαντικό, πρέπει να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον και να καταλάβουμε ότι όλοι μπορούμε να είμαστε καλύτερα εάν, τουλάχιστον μερικές φορές, δώσουμε προτεραιότητα στο κοινό καλό έναντι του στενού μας προσωπικού συμφέροντος. Και είναι αυτή η ισορροπία μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που βρίσκεται στο επίκεντρο όλων των ακμαζουσών δημοκρατιών.
Άλλωστε, και επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω την τοποθέτησή μου με τα λόγια του Περικλή, που είχε δίκιο όταν έλεγε: «Όσο κι αν ένας ιδιώτης ευτυχεί στις ιδιωτικές του υποθέσεις, καταστρέφεται κι ο ίδιος μαζί με την πατρίδα του, αν καταστραφεί εκείνη. Αν όμως δυστυχήσει, ενώ η πατρίδα του ευημερεί, έχει πολλές ελπίδες να σωθεί».
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας».