ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ανδρουλάκης: Η κρίση ακρίβειας οξύνει τις ήδη έντονες ανισότητες
«Η ενεργειακή κρίση πρέπει να αντιμετωπιστεί με δημόσια παρέμβαση»
Με άρθρο του στην εφημερίδα «Το Βήμα» ο Νίκος Ανδρουλάκης
αναφέρθηκε στο θέμα της ενεργειακής κρίσης και στην ακρίβεια που πλήττει τα νοικοκυριά.
«Η κρίση ακρίβειας οξύνει τις ήδη έντονες ανισότητες, διότι πλήττει τα πιο ευάλωτα στρώματα, που αναγκάζονται να ξοδεύουν μεγαλύτερο μέρος από το διαθέσιμο εισόδημά τους σε ανελαστικές δαπάνες (θέρμανση, τρόφιμα, καύσιμα)», αναφέρει, μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ.
Προσθέτει δε ότι «η ενεργειακή κρίση πρέπει να αντιμετωπιστεί με δημόσια παρέμβαση, ρυθμιστικές και αναδιανεμητικές πολιτικές, για να εξασφαλιστούν αξιοπρεπείς όροι διαβίωσης για όλους τους πολίτες και να αποφευχθούν φαινόμενα ενεργειακής φτώχειας».
Ο κ. Ανδρουλάκης επικρίνει την κυβέρνηση καθώς υποστηρίζει ότι «οι εξελίξεις βρήκαν απροετοίμαστη την κυβέρνηση. Κινούμενη στη λογική του εφησυχασμού, η ΝΔ έλαβε το προηγούμενο διάστημα οριζόντια μέτρα στήριξης των νοικοκυριών, ενώ στον προϋπολογισμό του 2022 δεν περιλήφθηκαν σημαντικές παρεμβάσεις για τη συγκράτηση των τιμών στην ενέργεια».
Επισημαίνει ακόμη ότι «εξαναγκάστηκε να λάβει εκ των υστέρων νέα έκτακτα μέτρα επιδοματικού χαρακτήρα. Η επιδοματική πολιτική όμως στην ενέργεια δεν μπορεί να είναι οριζόντια, αλλά στοχευμένη, με κοινωνικά και εισοδηματικά κριτήρια και διαρκή αξιολόγηση από τις ρυθμιστικές αρχές», ενώ επικαλείται τι έπραξαν χώρες όπως η Ιταλία, η Γερμανία, η Ισπανία, το Βέλγιο, η Πορτογαλία και η Κύπρος, που νομοθέτησαν επιπλέον τη μείωση φόρων κατανάλωσης και του ΦΠΑ στην ενέργεια.
«Παρά τις αντιφατικές δηλώσεις μελών της κυβέρνησης, η Νέα Δημοκρατία επιλέγει να μην ακολουθήσει ανάλογες πολιτικές μείωσης φόρων και ΦΠΑ σε βασικά αγαθά διατροφής και ενέργεια», σημειώνει.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης αναφέρει πως «εκτός λοιπόν από επιδοματικά μέτρα, χρειάζονται μακροπρόθεσμες πολιτικές ρύθμισης της αγοράς, που δεν έχουν δημοσιονομικό κόστος, ιδιαίτερη σημασία για την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών έχει η αύξηση του κατώτατου μισθού, όπως κάνουν ήδη πολλές χώρες (Πορτογαλία, Τσεχία, Αγγλία, Ρουμανία κ.ά.)», ενώ ζητάει να γίνει άμεσα από τη κυβέρνηση κάτι ανάλογο και «όχι σε βάθος χρόνου για να κρατάει η κυβέρνηση όμηρους τους εργαζομένους σε προεκλογικούς σχεδιασμούς», όπως αναφέρει.
«Η κρίση ακρίβειας οξύνει τις ήδη έντονες ανισότητες, διότι πλήττει τα πιο ευάλωτα στρώματα, που αναγκάζονται να ξοδεύουν μεγαλύτερο μέρος από το διαθέσιμο εισόδημά τους σε ανελαστικές δαπάνες (θέρμανση, τρόφιμα, καύσιμα)», αναφέρει, μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ.
Προσθέτει δε ότι «η ενεργειακή κρίση πρέπει να αντιμετωπιστεί με δημόσια παρέμβαση, ρυθμιστικές και αναδιανεμητικές πολιτικές, για να εξασφαλιστούν αξιοπρεπείς όροι διαβίωσης για όλους τους πολίτες και να αποφευχθούν φαινόμενα ενεργειακής φτώχειας».
Ο κ. Ανδρουλάκης επικρίνει την κυβέρνηση καθώς υποστηρίζει ότι «οι εξελίξεις βρήκαν απροετοίμαστη την κυβέρνηση. Κινούμενη στη λογική του εφησυχασμού, η ΝΔ έλαβε το προηγούμενο διάστημα οριζόντια μέτρα στήριξης των νοικοκυριών, ενώ στον προϋπολογισμό του 2022 δεν περιλήφθηκαν σημαντικές παρεμβάσεις για τη συγκράτηση των τιμών στην ενέργεια».
Επισημαίνει ακόμη ότι «εξαναγκάστηκε να λάβει εκ των υστέρων νέα έκτακτα μέτρα επιδοματικού χαρακτήρα. Η επιδοματική πολιτική όμως στην ενέργεια δεν μπορεί να είναι οριζόντια, αλλά στοχευμένη, με κοινωνικά και εισοδηματικά κριτήρια και διαρκή αξιολόγηση από τις ρυθμιστικές αρχές», ενώ επικαλείται τι έπραξαν χώρες όπως η Ιταλία, η Γερμανία, η Ισπανία, το Βέλγιο, η Πορτογαλία και η Κύπρος, που νομοθέτησαν επιπλέον τη μείωση φόρων κατανάλωσης και του ΦΠΑ στην ενέργεια.
«Παρά τις αντιφατικές δηλώσεις μελών της κυβέρνησης, η Νέα Δημοκρατία επιλέγει να μην ακολουθήσει ανάλογες πολιτικές μείωσης φόρων και ΦΠΑ σε βασικά αγαθά διατροφής και ενέργεια», σημειώνει.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης αναφέρει πως «εκτός λοιπόν από επιδοματικά μέτρα, χρειάζονται μακροπρόθεσμες πολιτικές ρύθμισης της αγοράς, που δεν έχουν δημοσιονομικό κόστος, ιδιαίτερη σημασία για την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών έχει η αύξηση του κατώτατου μισθού, όπως κάνουν ήδη πολλές χώρες (Πορτογαλία, Τσεχία, Αγγλία, Ρουμανία κ.ά.)», ενώ ζητάει να γίνει άμεσα από τη κυβέρνηση κάτι ανάλογο και «όχι σε βάθος χρόνου για να κρατάει η κυβέρνηση όμηρους τους εργαζομένους σε προεκλογικούς σχεδιασμούς», όπως αναφέρει.