«Tα τεστ στα σχολεία παραμένουν, όμως μειώνεται ο αριθμός τους από δύο σε ένα ανά εβδομάδα », προανήγγειλε ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης τονίζοντας ότι για το θέμα θα αποφασίσει η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων.

Μιλώντας στον ΑΝΤ1, ο υπουργός Υγείας δήλωσε ότι παρά την αύξηση των κρουσμάτων τις τελευταίες ημέρες, «μπορούμε να γυρίσουμε από τα δύο, στο ένα self-test την εβδομάδα στα σχολεία». «Αυτό που επισημαίνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είναι ότι το testing πρέπει να παραμείνει. Εμείς είμαστε από τις χώρες που έχουμε μείνει πολύ ψηλά στο testing και απλώς έχουμε αποφασίσει να το κάνουμε πιο στοχευμένο. Αλλά είμαστε σε υψηλό νούμερο», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Αυτό για το οποίο συνεδριάζουν οι ειδικοί στην Επιτροπή είναι, ακριβώς λόγω αυτής της μετάλλαξης, να παραμείνουν τα τεστ στα σχολεία αλλά μπορούμε να γυρίσουμε από τα δύο στo ένα self test την εβδομάδα» πρόσθεσε, αναφερόμενος στη μετάλλαξη Όμικρον 2 και στη σημερινή συνεδρίαση της Επιτροπής.



«Οι οδηγίες οι οποίες δίνονται είναι ότι όταν υπάρχει υπερμεταδοτικότητα του ιού, τα τεστ θα πρέπει να είναι πιο στοχευμένα και θα πρέπει να εστιάσουμε στην παρακολούθηση του κατά πόσο έχουμε πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας». Ωστόσο, παρά την αύξηση των κρουσμάτων, δεν παρατηρείται επιβάρυνση στο ΕΣΥ αυτήν τη στιγμή, τόνισε ο υπουργός, καθώς δεν υπάρχει ιδιαίτερη αύξηση στις νοσηλείες και ο δείκτης των διασωληνωμένων συνεχώς βαίνει μειούμενος.

«Πράγματι, υπάρχει άνοδος των κρουσμάτων και εκτιμάται ότι στηρίζεται σε δυο παράγοντες. Πρώτον, ότι αρχίζει να επικρατεί σιγά-σιγά η υπομετάλλαξη της Όμικρον που είναι πιο μεταδοτική και δεύτερον, ότι πλέον κατά βάση, όπως γνωρίζετε, σχεδόν το σύνολο των μέτρων που συνδέονται με τη διασκέδαση έχουν αρθεί», υπογράμμισε ο ίδιος. Πάντως, ο κ. Πλεύρης τόνισε ότι «η πανδημία δεν έχει τελειώσει, αλλά σίγουρα έχει χαρακτηριστικά ως προς τη νόσηση που μας κάνουν πιο αισιόδοξους».

Ο Θάνος Πλεύρης αναφέρθηκε, επίσης, στο θέμα των θανάτων διασωληνωμένων ασθενών με covid-19 εκτός ΜΕΘ, χαρακτηρίζοντας ψευδή την εικόνα ότι 16.000 ασθενείς χρειάζονταν ΜΕΘ και δεν είχαν πρόσβαση. «Δεν πεθαίνουν όλοι σε κλίνη Εντατικής Θεραπείας. Όχι γιατί δεν υπάρχει πρόσβαση, αλλά γιατί δεν πληρούν όλοι οι ασθενείς τις προϋποθέσεις, είτε να διασωληνωθούν, είτε να μπουν σε ΜΕΘ. Τα στοιχεία, τα οποία έδωσα (σ.σ. στη Βουλή), είναι ότι περίπου 9.500 άνθρωποι κατέληξαν σε κλίνες ΜΕΘ, και περίπου 16.000 εκτός κλινών ΜΕΘ. Από αυτούς, οι 125 πέθαναν εκτός νοσοκομείου, ενώ πρόσβαση στο νοσοκομείο είχαν όλοι. Εξετάζουμε γιατί αυτοί οι 125 δεν ήρθαν στο νοσοκομείο και καταλήγουμε ότι δεν το έκαναν από δική τους επιλογή», διευκρίνισε ο υπουργός.

«Ο μέσος όρος ηλικίας αυτών των 16.000 ήταν τα 81 έτη και έχουμε καταγράψει και τα υποκείμενα νοσήματα από τα οποία έπασχαν. Από αυτούς τους 16.000, η συντριπτική πλειονότητα δεν διασωληνώθηκε καθόλου, καθώς ήταν ασθενείς που είχε κριθεί ιατρικά ότι υπήρχαν λόγοι για τους οποίους δεν συνίστατο η διασωλήνωση» πρόσθεσε.

Για το χρόνο αναμονής για ΜΕΘ, ο υπουργός Υγείας είπε ότι ήταν 30 ώρες, επικαλούμενος στοιχεία του ΕΚΑΒ. «Αυτό το οποίο αναφέρει ο ΕΟΔΥ είναι η παραμονή νοσηλείας όσων διασωληνώθηκαν εκτός ΜΕΘ, δηλαδή όχι οι 16.000 που προαναφέραμε, αλλά ο συνολικός αριθμός των ασθενών που έμειναν εκτός ΜΕΘ. Σε αυτούς ο χρόνος παραμονής ήταν 4 ημέρες. Από αυτούς, κάποιοι μπήκαν σε ΜΕΘ, άλλοι αποσωληνώθηκαν και, δυστυχώς, άλλοι απεβίωσαν», εξήγησε.

«Εχθές πέθαναν 44 συνάνθρωποί μας. Παρόλο που αυτή τη στιγμή έχουμε 300 κενές κλίνες ΜΕΘ για ασθενείς με κοροναϊό, η συντριπτική πλειονότητα, πάλι τα δύο τρίτα, πέθαναν εκτός ΜΕΘ όχι γιατί δεν υπήρχε κλίνη ΜΕΘ για να μπουν, αλλά η κατάστασή τους ήταν τέτοια που δεν συνίστατο ούτε η διασωλήνωση, ούτε η εισαγωγή σε ΜΕΘ και αυτό γίνεται με ιατρικά κριτήρια» κατέληξε ο υπουργός Υγείας.