ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Συνέδριο ΝΔ - Αναστασιάδης: Ελλάδα και Κύπρος πυλώνες σταθερότητας και στρατηγικοί εταίροι
Εξέφρασε τις ευχαριστίες του κυπριακού λαού αλλά και του ιδίου προσωπικά για την άριστη συνεργασία αλλά και την αμέριστη στήριξη στον δοκιμαζόμενο ελληνισμό της Κύπρου
Χαιρετισμό από το βήμα του 14ου Συνεδρίου της ΝΔ απηύθυνε ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης.
Ευχαρίστησε για την πρόσκληση να απευθύνει χαιρετισμό «στο συνέδριο της μεγαλύτερης προοδευτικής παράταξης της χώρας, της παράταξης που είναι ταυτισμένη με την εδραίωση της δημοκρατίας αλλά και την προκοπή της Ελλάδας».
Τόνισε ότι θα ήταν παράλειψη αν προ οποιασδήποτε άλλης αναφοράς δεν εξέφραζε τις ευχαριστίες του κυπριακού λαού αλλά και του ιδίου προσωπικά για την άριστη συνεργασία αλλά και την αμέριστη στήριξη στον δοκιμαζόμενο ελληνισμό της Κύπρου.
«Το πιο σημαντικό όλων δεν είναι μόνο η διακυβερνητική συνεργασία, δεν είναι μόνο η συνεργασία επί ανωτάτου επιπέδου. Εκείνο που μεγαλύτερη σημασία έχει είναι η αδελφική αγάπη μεταξύ, των Ελλήνων της Ελλάδας του μητροπολιτικού Ελληνισμού και του Ελληνισμού της Κύπρου.
Είναι η συμπόρευση αλλά και ο πόνος και η ευαισθησία που καθένας εκ των δύο ελληνικών στοιχείων επιδεικνύουν στις δοκιμασίες του ενός ή του άλλου και δεν μπορεί παρά να αποτίσω φόρο τιμής στους Ελλαδίτες αδελφούς που έδωσαν το αίμα τους προασπίζοντας την ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μας ενώνουν δεσμοί αίματος, πέραν των ιστορικών δεσμών», τόνισε.
«Μέσα από τη στενή συνεργασία των δύο κυβερνήσεων προσπαθούμε και αγωνιζόμαστε για μια Ευρώπη πιο ανθρωποκεντρική, για μια στρατηγικά ενωμένη Ευρώπη, για μια Ευρώπη που κύριο αντικείμενο ή υποκείμενο θα έχει τον Ευρωπαίο πολίτη. Μια Ευρώπη που θα νοιάζεται για τον καθένα, θα υπερασπίζεται το κράτος πρόνοιας αλλά και το κράτος Δικαίου», πρόσθεσε.
Ανέφερε επίσης πως δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι μέσα από τη στενή συνεργασία Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν πυλώνες σταθερότητας και στρατηγικούς εταίρους όχι μόνο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και στον Αραβικό Κόλπο και όχι μόνο. Έκανε ειδική αναφορά στις τριμερείς συνεργασίες που όπως είπε άρχισαν επί ημερών Αντώνη Σαμαρά για να εδραιωθούν και να γίνουν στρατηγικής σημασίας επί των ημερών του Κυριάκου Μητσοτάκη.
«Από κοινού συνεργαζόμενοι έχουμε κατορθώσει να εμπεδώσουμε το αίσθημα ότι οι χώρες μας θέλουν και αγαπούν την ειρήνη. Δεν επιδιώκουν αποκλεισμό κανενός. Και μέσα από τις συνεργασίες αυτό που επιδιώκουμε είναι να δούμε ότι εφαρμόζεται το διεθνές δίκαιο γι αυτό και δεν μένουμε αδιάφοροι σε όσα διαδραματίζονται στην Ουκρανία. Γι αυτό και σταθήκαμε αλληλέγγυοι και ενωμένοι με τις αποφάσεις της Ευρώπης». Η εισβολή στην Ουκρανία, η παραβίαση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας έχει αναξέσει πληγές στους Έλληνες της Κύπρου γιατί έφεραν στη μνήμη μας τα ίδια επιχειρήματα, τα ίδια προσχήματα, τις ίδιες βαρβαρότητες που διέπραξαν και οι Τούρκοι εναντίον του λαού της Κύπρου».
Υπογράμμισε ότι «στεκόμαστε αλληλέγγυοι με τις αποφάσεις της ΕΕ αλλά και προασπίζουμε τα εθνικά μας συμφέροντα δεν δεχόμαστε δύο μέτρα και δυο σταθμά, δεν δεχόμαστε να γίνονται ανεκτοί οι επιτήδειοι ουδέτεροι».
Κλείνοντας είπε ότι θέλει να μεταφέρει ένα μήνυμα για την προάσπιση των εθνικών θεμάτων: «ακολουθούμε τη φιλοσοφία του πατριωτικού ρεαλισμού χωρίς την ίδια ώρα να παραγνωρίζουμε με την υπερηφάνεια που η ιστορία μας υπαγορεύει έντιμη λύση, έντιμη ειρήνη αλλά όχι υποχώρηση, όχι υποδούλωση όχι καθυπόταξη στις όποιες άδικες αξιώσεις».
Ευχαρίστησε για την πρόσκληση να απευθύνει χαιρετισμό «στο συνέδριο της μεγαλύτερης προοδευτικής παράταξης της χώρας, της παράταξης που είναι ταυτισμένη με την εδραίωση της δημοκρατίας αλλά και την προκοπή της Ελλάδας».
Τόνισε ότι θα ήταν παράλειψη αν προ οποιασδήποτε άλλης αναφοράς δεν εξέφραζε τις ευχαριστίες του κυπριακού λαού αλλά και του ιδίου προσωπικά για την άριστη συνεργασία αλλά και την αμέριστη στήριξη στον δοκιμαζόμενο ελληνισμό της Κύπρου.
«Το πιο σημαντικό όλων δεν είναι μόνο η διακυβερνητική συνεργασία, δεν είναι μόνο η συνεργασία επί ανωτάτου επιπέδου. Εκείνο που μεγαλύτερη σημασία έχει είναι η αδελφική αγάπη μεταξύ, των Ελλήνων της Ελλάδας του μητροπολιτικού Ελληνισμού και του Ελληνισμού της Κύπρου.
Είναι η συμπόρευση αλλά και ο πόνος και η ευαισθησία που καθένας εκ των δύο ελληνικών στοιχείων επιδεικνύουν στις δοκιμασίες του ενός ή του άλλου και δεν μπορεί παρά να αποτίσω φόρο τιμής στους Ελλαδίτες αδελφούς που έδωσαν το αίμα τους προασπίζοντας την ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μας ενώνουν δεσμοί αίματος, πέραν των ιστορικών δεσμών», τόνισε.
«Μέσα από τη στενή συνεργασία των δύο κυβερνήσεων προσπαθούμε και αγωνιζόμαστε για μια Ευρώπη πιο ανθρωποκεντρική, για μια στρατηγικά ενωμένη Ευρώπη, για μια Ευρώπη που κύριο αντικείμενο ή υποκείμενο θα έχει τον Ευρωπαίο πολίτη. Μια Ευρώπη που θα νοιάζεται για τον καθένα, θα υπερασπίζεται το κράτος πρόνοιας αλλά και το κράτος Δικαίου», πρόσθεσε.
Ανέφερε επίσης πως δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι μέσα από τη στενή συνεργασία Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν πυλώνες σταθερότητας και στρατηγικούς εταίρους όχι μόνο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και στον Αραβικό Κόλπο και όχι μόνο. Έκανε ειδική αναφορά στις τριμερείς συνεργασίες που όπως είπε άρχισαν επί ημερών Αντώνη Σαμαρά για να εδραιωθούν και να γίνουν στρατηγικής σημασίας επί των ημερών του Κυριάκου Μητσοτάκη.
«Από κοινού συνεργαζόμενοι έχουμε κατορθώσει να εμπεδώσουμε το αίσθημα ότι οι χώρες μας θέλουν και αγαπούν την ειρήνη. Δεν επιδιώκουν αποκλεισμό κανενός. Και μέσα από τις συνεργασίες αυτό που επιδιώκουμε είναι να δούμε ότι εφαρμόζεται το διεθνές δίκαιο γι αυτό και δεν μένουμε αδιάφοροι σε όσα διαδραματίζονται στην Ουκρανία. Γι αυτό και σταθήκαμε αλληλέγγυοι και ενωμένοι με τις αποφάσεις της Ευρώπης». Η εισβολή στην Ουκρανία, η παραβίαση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας έχει αναξέσει πληγές στους Έλληνες της Κύπρου γιατί έφεραν στη μνήμη μας τα ίδια επιχειρήματα, τα ίδια προσχήματα, τις ίδιες βαρβαρότητες που διέπραξαν και οι Τούρκοι εναντίον του λαού της Κύπρου».
Υπογράμμισε ότι «στεκόμαστε αλληλέγγυοι με τις αποφάσεις της ΕΕ αλλά και προασπίζουμε τα εθνικά μας συμφέροντα δεν δεχόμαστε δύο μέτρα και δυο σταθμά, δεν δεχόμαστε να γίνονται ανεκτοί οι επιτήδειοι ουδέτεροι».
Κλείνοντας είπε ότι θέλει να μεταφέρει ένα μήνυμα για την προάσπιση των εθνικών θεμάτων: «ακολουθούμε τη φιλοσοφία του πατριωτικού ρεαλισμού χωρίς την ίδια ώρα να παραγνωρίζουμε με την υπερηφάνεια που η ιστορία μας υπαγορεύει έντιμη λύση, έντιμη ειρήνη αλλά όχι υποχώρηση, όχι υποδούλωση όχι καθυπόταξη στις όποιες άδικες αξιώσεις».