Σε διψήφια επίπεδα της τάξης του 10,3% επανακάμπτει το γαλάζιο προβάδισμα στην πρόθεση ψήφου , καθώς τα μέτρα του εθνικού σχεδίου για την αναχαίτιση της ενεργειακής ακρίβειας, τα οποία ανακοίνωσε τις προηγούμενες ημέρες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, φαίνεται ότι ενίσχυσαν έτι περαιτέρω ηγετικό του προφίλ και την κυριαρχία του στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό και κυρίως στον κεντρώο χώρο.

Παράλληλα, φαίνεται να βελτίωσαν και την εικόνα της κυβέρνησής του παρά ανησυχία που προκαλούν στους πολίτες πρωτίστως η επέλαση της ακρίβειας και δευτερευόντως ο πόλεμος στην Ουκρανία, όπως προκύπτει από τα δημοσκόπησης την οποία διενήργησε η εταιρεία Marc για λογαριασμό του «Πρώτου Θέματος».

Υπό αυτές τις συνθήκες, η κυβερνητική παράταξη παραμένει το αδιαμφισβήτητο φαβορί για να κόψει πρώτη το νήμα στις επόμενες κάλπες, καθώς φαίνεται να έχει καλυμμένα τα νώτα της από τα δεξιά όπου δεν εμφανίζονται αξιόλογες απειλές, ενώ στο χώρο του κέντρου -ο οποίος θεωρείται καθοριστικός για την ανάδειξη του νικητή- αντιμάχεται κυρίως με το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, το οποίο όμως δείχνει να έχει εξαντλήσει τη δυναμική που απέκτησε με το άνοιγμα των διαδικασιών για την αλλαγή ηγεσίας.

Ποσοστό 31,7% συγκεντρώνει η ΝΔ

Αναλυτικότερα, στην πρόθεση ψήφου η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει ποσοστό 31,7% το οποίο είναι αυξημένο κατά 0,9% σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη έρευνα της Marc που είχε δημοσιευτεί στις 22 Μαρτίου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ μετρήθηκε στο 21,6%, το ΠΑΣΟΚ στο 13,3% και έπονται με σχεδόν ανεπαίσθητες αυξομειώσεις στις δυνάμεις τους το ΚΚΕ με 5,5%, η Ελληνική Λύση με 4,4% και το ΜέΡΑ25 με 3%.

Το ποσοστό των αναποφάσιστων είναι στο 11,4%, με 1,5 εξ αυτών να δηλώνει ότι κινείται στο χώρο του κέντρου και το 24,4% να είναι χωρίς πολιτική ταύτιση.

Η Νέα Δημοκρατία εμφανίζεται να έχει την υψηλότερη συσπείρωση των παλαιότερων ψηφοφόρων που φτάνει στο 71,1% από 65% που είχε τον Απρίλιο. Ενας στους δέκα ψηφοφόρους της κυβερνητικής παράταξης δηλώνει αναποφάσιστος, ενώ το 6,6% του προηγούμενου ποσοστού κατευθύνεται προς το ΚΙΝΑΛ και την ίδια ώρα προσελκύει το 6,2% όσων είχαν ψηφίσει το 2019 το ΣΥΡΙΖΑ.

Αντιστοίχως, η συσπείρωση της αξιωματικής αντιπολίτευσης καταγράφεται στο 59,6%, καθώς το 13% των ψηφοφόρων της δηλώνει αναποφάσιστο και 8,2% ότι προτίθεται να ενισχύσει το ΠΑΣΟΚ.

Με βάση την πολιτική αυτοτοποθέτηση των πολιτών, η κυβερνητική παράταξη έχει τη μεγαλύτερη δύναμη στους κεντροδεξιούς (71,9%) και τους δεξιούς (65,9%) ψηφοφόρους, ενώ προηγείται οριακά και στους κεντρώους από τους οποίους αποσπά 25,5% έναντι του 24,3% του ΠΑΣΟΚ και του 9,2% του ΣΥΡΙΖΑ.

Με αναγωγή επί των εγκύρων οι ερευνητές της Marc υπολογίζουν τη δύναμη της Νέας Δημοκρατίας στο 32,6% και του ΣΥΡΙΖΑ στο 22,3%, με βάση τις οποίες η διαφορά των δύο βασικών διεκδικητών της διακυβέρνησης ανέρχεται στο 10,3%.

Στόχος της κυβέρνσης η αυτοδυναμία

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με βάση αυτό το σκηνικό η επίδοση της Νέας Δημοκρατίας απέχει από το στόχο της αυτοδυναμίας με δεδομένο όμως ότι κάτι τέτοιο ούτως ή άλλως δεν είναι εφικτό να συμβεί στην επικείμενη εκλογική αναμέτρηση -στην οποία η κατανομή των εδρών θα γίνει με το σύστημα της απλής αναλογικής, αν επιβεβαιωθεί και στην κάλπη το άνετο δημοσκοπικό προβάδισμα που δείχνει να διατηρείται ακόμα, τίποτε δεν μπορεί να αποκλειστεί στην επαναληπτική εκλογή.

Η κατανομή των εδρών θα γίνει τότε με την ενισχυμένη αναλογική και στον προεκλογικό διάλογο θα κυριαρχεί συζήτηση για το σχηματισμό βιώσιμης κυβέρνησης.

Η δημοτικότητα των αρχηγών

Ισχυρό χαρτί για το κυβερνών κόμμα φαίνεται ότι παραμένει ο πρωθυπουργός, ο οποίος κατατάσσεται πρώτος και με μεγάλη διαφορά στη μέτρηση της δημοτικότητας των πολιτικών αρχηγών.

Οι θετικές γνώμες των πολιτών για τον κ. Μητσοτάκη φτάνουν στο 47,3% και είναι αυξημένες κατά 1,8% συγκριτικά με την προηγούμενη μέτρηση. Στη δεύτερη θέση με το 5% πλασάρεται ο κ. Ανδρουλάκης, ο οποίος ωστόσο υποχώρησε κατά 8,7%.

Ο Αλέξης Τσίπρας είναι τρίτος, με το 29,7% των πολιτών να έχει θετική προαίρεση για εκείνον ενώ ακολουθούν οι κύριοι Κουτσούμπας, Βαρουφάκης και Βελόπουλος.