Τις θέσεις της ουκρανικής πλευράς από πρώτο χέρι είχαν την ευκαιρία να πληροφορηθούν οι συμμετέχοντες και το ακροατήριο της 26ης Συζήτησης Στρογγυλής Τραπέζης του Economist , «Αντιθέσεις, μετασχηματισμοί και επιτεύγματα σε έναν κόσμο που αλλάζει».

Εκτός από τη συμμετοχή, μέσω τηλεδιάσκεψης, του Προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σε άλλο τραπέζι η πρώην πρωθυπουργός της χώρας, Γιούλια Τιμοσένκο, με φυσική παρουσία αυτή, κατέστησε σαφές ότι ο πραγματικός σκοπός του Προέδρου Πούτιν και του Κρεμλίνου δεν είναι το Ντονμπάς και η Κριμαία, αλλά η ανανέωση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, όπως υποστήριξε.  

Στο ίδιο τραπέζι, υπό τον τίτλο, «Το πρόσωπο της Ευρώπης που αλλάζει» (Νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας - Ο μελλοντικός ενεργειακός εφοδιασμός και ασφάλεια της Ευρώπης - Διεύρυνση του ΝΑΤΟ;), συμμετείχαν επίσης η πρώην Πρόεδρος της Κροατίας Κολίντα Γκράμπαρ - Κιτάροβιτς και ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς.  

Η Γιούλια Τιμοσένκο ξεκίνησε την παρέμβασή της με μια έκκληση: «Η χώρα μας φλέγεται, δεν έχει ζήσει, ξανά, τέτοια κρίση. Χωρίς την αλληλεγγύη, η Ουκρανία δεν θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια της και να νικήσει». Ενώ έθεσε στη συνέχεια το ερώτημα προς την Ευρώπη, ποιο πρόσωπο θα επιλέξει να φορέσει από εδώ και πέρα: της ελευθερίας, της επιθετικότητας ή της κρίσης; «Αυτή είναι η σημαντικότερη επιλογή», αποφάνθηκε λέγοντας: «Θα ήθελα η Ευρώπη να μείνει ο εαυτός της, να μην αλλάξει τις αξίες της».

Απαντώντας, επιπλέον, στις ερωτήσεις του φημισμένου διπλωματικού συντάκτη του Economist, Ντάνιελ Φράνκλιν, σημείωσε με έμφαση ότι «η ασφάλεια, ή ισχύει για όλους ή για κανένα. Αυτό δείχνει η σημερινή κατάσταση. Δεν υπάρχει τοπικός πόλεμος, πρέπει να χτίσουμε μια νέα στρατηγική».   Ευκαιρίας δοθείσης, όμως, η πρώην πρωθυπουργός εξέφρασε την αντίθεσή της με τον θεσμό του βέτο στους διεθνείς οργανισμούς.

Φέρνοντας, ειδικότερα, τα παραδείγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, παρατήρησε ότι «το δίκαιο της ισχύος κάποιες φορές επιβάλλεται». Γι' αυτό και αντιπρότεινε τη λήψη αποφάσεων με συντριπτική πλειοψηφία, και όχι ομοφωνία. Επικαλούμενη δε, την προηγούμενη ρωσική επέκταση εις βάρος της Γεωργίας αλλά και της Ουκρανίας το 2014, δήλωσε: «Είναι η ιστορική στιγμή να ξανακοιτάξουμε την τακτική μας».   Στον δεύτερο γύρο συζήτησης, η κυρία Τιμοσένκο μιλώντας για την κατάσταση με τα ουκρανικά σιτηρά, προεξόφλησε ότι «οι συνομιλίες με τους Ρώσους δεν θα έχουν κανένα αποτέλεσμα. Οι Ρώσοι καταλαβαίνουν μόνο από βία, χρησιμοποιούν την πείνα ως όπλο».   Σε επόμενο σημείο της παρέμβασής της, αφού πίστωσε στο Βερολίνο ότι εκείνο πήρε την πιο δύσκολη απόφαση (αλλαγής στάσης), απηύθυνε έκκληση προς τη διεθνή κοινότητα λέγοντας: «Χρειαζόμαστε όπλα». Χρησιμοποιώντας, εξ άλλου, τον όρο "frozen war" («παγωμένος πόλεμος») συνέχισε: «Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον Πούτιν να έχει διάρκεια αυτός ο πόλεμος. Γρήγορα και καθαρά πρέπει να τελειώσουμε με νίκη στο μέτωπο».  

Διαμηνύοντας δε, ότι «ο πόλεμος δεν θα ολοκληρωθεί με τους ρωσικούς όρους», ξεκαθάρισε επίσης ότι «η μόνη συμφωνία που μπορούμε να υπογράψουμε μαζί τους, είναι η πλήρης συντριβή της Ρωσίας [...] οι Ουκρανοί θα αποφασίσουν τους όρους της ειρήνης».  

Για την Γιούλια Τιμοσένκο, ο σκοπός του Προέδρου Πούτιν και του Κρεμλίνου δεν είναι το Ντονμπάς και η Κριμαία, αλλά η ανανέωση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, όπως είπε χαρακτηριστικά. Αν ο Ρώσσος Πρόεδρος επιτύχει «να αποσπάσει εδάφη, μέσω των ειρηνευτικών συνομιλιών, τότε θα βγει νικητής. Δεν μπορούμε να αφήσουμε τον εισβολέα να επιβάλλει τους κανόνες του», υποστήριξε. Και έκλεισε λέγοντας, «πρέπει να τελειώσουμε τον πόλεμο. Από κοινού θα νικήσουμε».  

Από την πλευρά του ο Μάρτιν Σουλτς ξεκίνησε υπογραμμίζοντας το «τεράστιο βήμα» της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, να αλλάξει στάση έναντι της Μόσχας δηλαδή. Ενώ, αμέσως μετά, έκανε λόγο για την «τεράστια αποτυχία» του Προέδρου Πούτιν, αφού ...κατάφερε να φέρει τη Φινλανδία και τη Σουηδία μέσα στο ΝΑΤΟ, όπως διαπίστωσε.   Διευρύνοντας, όμως, την οπτική και με αφορμή ένα πρόσφατο ταξίδι του στη Λατινική Αμερική, μετέφερε τους προβληματισμούς από τις χώρες αυτές: «Είμαστε κατά του απαράδεκτου αυτού πολέμου, αλλά είμαστε και κατά των κυρώσεων», του είπαν εξέχοντες πολιτικοί από τη Βραζιλία, την Αργεντινή και την Ουρουγουάη. Και αυτό, με το επιχείρημα, «εσείς οι υπερπλούσιοι Ευρωπαίοι αυξάνετε τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, κι αυτό σημαίνει πείνα για εμάς τους φτωχούς στη Λ. Αμερική, την Αφρική, την Ασία». Εν κατακλείδι, ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επέμεινε στο διπλό σχήμα, «διατηρούμε τις κυρώσεις - χρηματοδοτούμε χώρες που υποφέρουν».  

Ενώ, συγχρόνως, μοιράσθηκε με το ακροατήριο την ανησυχία του για επαναφορά του Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίον χαρακτήρισε «επαίσχυντο» και «απρόβλεπτο», θυμίζοντας τις καλές σχέσεις που ο τέως Πρόεδρος των ΗΠΑ είχε με τον Ρώσο Πρόεδρο. Δεν έκρυψε, μάλιστα, την ανησυχία του για περαιτέρω αποδυνάμωση του Προέδρου Μπάιντεν στις επικείμενες εκλογές του Κογκρέσου. «Αν οι Ευρωπαίοι δεν είναι ενωμένοι, με κοινή στρατηγική, θα συνεχίζουμε να εξαρτώμεθα από αναξιόπιστες αμερικανικές δυνάμεις», είναι η άποψη του Γερμανού πολιτικού.  

Με αφορμή δε, τα αιτήματα Ουκρανίας και Μολδαβίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, μίλησε και για τα Δυτικά Βαλκάνια: αφού εξήρε τη συνεργασία Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας, ο Μάρτιν Σουλτς επέμεινε ότι πρέπει να δοθεί η δυνατότητα της ευρωπαϊκής προοπτικής στα Δυτικά Βαλκάνια. Διαφορετικά, «θα τις χάσουμε [...] αυτό θα είναι πλεονέκτημα για τον Πούτιν», προειδοποίησε επίσης.  

Κλείνοντας, εξέφρασε την ελπίδα του, «οι ουκρανικές δυνάμεις να έχουν την ισχύ να νικήσουν -αλλά αυτή είναι ελπίδα, όχι βεβαιότητα», διευκρίνισε και συνέχισε: «Πρέπει να διαπραγματευθούμε με εγκληματίες πολέμου. Δεν βλέπω να αντικαθίσταται ο Πούτιν, αν και ελπίζω να αποδυναμωθεί, και από τις κυρώσεις. Πρέπει να διαπραγματευθούμε με ανθρώπους που ψεύδονται, τον Πούτιν, τον Λαβρόφ, τον Μεντβέντεφ», ανέφερε και ζήτησε, κλείνοντας, «να συμφωνήσουμε το ταχύτερο δυνατόν στην άνευ όρων υποστήριξη της Ουκρανίας».  

Τέλος, η πρώην Πρόεδρος της Κροατίας επισήμανε ότι «η ρωσική επιθετικότητα εις βάρος της Ουκρανίας άλλαξε το περιβάλλον ασφάλειας [...] η αστάθεια γίνεται μεγαλύτερη και η σύγκρουση αυξάνεται». Αναδεικνύοντας δε, όλες τις προκλήσεις της εποχής, διεθνής ασφάλεια, επισιτιστική κρίση, κλιματική αλλαγή κ.ά., η Κολίντα Γκράμπαρ - Κιτάροβιτς αναφέρθηκε επίσης και σε έναν ακόμη κίνδυνο που διαβλέπει: την κόπωση από τον πόλεμο, «η Ουκρανία δεν είναι νο1 είδηση πια», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Τα parapolitika.gr είναι Communication supporter του 26th Annual Economist Government Roundtable