Το θέμα των παρακολουθήσεων και τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προτιμά τον Αλέξη Τσίπρα από εκείνον στην πρωθυπουργία της Ελλάδας, κλήθηκε να σχολιάσει ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης, το βράδυ της Δευτέρας στην ΕΡΤ. 

«Για όλα τα ζητήματα που αφορούν στην υπόθεση των παρακολουθήσεων, όποιος έχει στοιχεία, θεωρώ ότι έχει ένα ηθικό καθήκον να τα προσκομίσει στη Δικαιοσύνη, προκειμένου να διερευνηθούν», τόνισε χαρακτηριστικά και υπογράμμισε: «Ο κατηγορών να προσκομίσει στοιχεία για να κλείσει το θέμα».

Σε ερώτηση με αφορμή τη σημερινή αναφορά του πρωθυπουργού σε εξωθεσμικά κέντρα, για το ποια είναι τα εν λόγω «κέντρα», σημείωσε: «Θεωρώ ότι αναφέρθηκε αρκετά συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός. Το τελευταίο διάστημα υπάρχουν ανακοινώσεις οι οποίες στην πραγματικότητα παίρνουν θέση χωρίς κανένα στοιχείο, πάνω στα ζητήματα των παρακολουθήσεων, αποδίδοντας ευθύνες στην κυβέρνηση».

«Πρέπει να το τελειώσουμε. Πρέπει η συζήτηση να γίνεται ορθολογική και να ξαναγίνει κανονική. Αυτή η συζήτηση που διεξάγεται το τελευταίο διάστημα με βασική ευθύνη ορισμένων εφημερίδων που πρόσκεινται στην Αριστερά και στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και εξαιτίας του κυρίου Τσίπρα, δεν έχει πραγματικά καμία λογική (…) Ο κατηγορών να προσκομίσει στοιχεία για τις παρακολουθήσεις», είπε ακόμα ο κ. Βορίδης.

Παράλληλα ο κ.Βορίδης τόνισε πως «όλοι αυτοί που αποδίδουν αυτά τα πράγματα στον πρωθυπουργό, στο Μαξίμου, στην κυβέρνησή μας, μπορούν να προσκομίσουν ένα σχετικό στοιχείο; (…) Βγαίνουν ο ένας πίσω από τον άλλον οι λεγόμενοι παρακολουθούμενοι και λένε: “εμείς δεν έχουμε καμία τέτοια ένδειξη και δεν έχουμε και κανένα ζήτημα τέτοιο σχετικό” (…) Όλες οι υπηρεσίες πληροφοριών στον κόσμο λειτουργούν με ένα συγκεκριμένο πρωτόκολλο. Τώρα εδώ δεν χρειάζεται “να ανακαλύψουμε την πυρίτιδα”».

Αναλυτικότερα, ως προς το πλαίσιο με τέσσερις παρεμβάσεις για τα κακόβουλα λογισμικά, τόνισε: «Καταρχήν η εμπορία τέτοιων λογισμικών δεν είναι απαγορευμένη. Εκείνο το οποίο απαγορεύεται είναι η χρήση αυτών των λογισμικών. Να υπάρξει ρητή απαγόρευση όχι του παράνομου λογισμικού. Αλλά του λογισμικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διενέργεια τέτοιων παράνομων πράξεων. Θα λύσει το θέμα της εμπορίας αυτού του λογισμικού στην Ελλάδα. Αν η παρακολούθηση γίνεται από μια άλλη χώρα, προφανώς αυτό δεν λύνεται. Αναδεικνύεται η πολυπλοκότητα αυτών των ζητημάτων στον σύγχρονο ψηφιακό κόσμο. Ο κόσμος αυτός έχει ακριβώς τα εθνικά μας σύνορα. Εμείς μπορεί να κάνουμε εθνική νομοθεσία και θα την κάνουμε. Αλλά δεν υπάρχουν συνολικές συμφωνίες διεθνείς για την αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων».


Για τη δημιουργία τοξικού περιβάλλοντος στην πολιτική σκηνή, για την οποία αλληλοκατηγορούνται κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, παρέπεμψε στα λεγόμενα του πρωθυπουργού κατά τη σημερινή του ομιλία, σημειώνοντας:

«Είναι μερικά απλά πράγματα. Δεν εκβιαζόμαστε, δεν πρόκειται, παρ' ότι μας δείχνουν τα δόντια τους ορισμένα εξωθεσμικά κέντρα, εμείς δεν μασάμε. Κατανοούμε απολύτως ότι ο Ερντογάν θα προτιμούσε ως πρωθυπουργό της Ελλάδας τον κ. Τσίπρα. Θα έχει πρωθυπουργό τον κ. Μητσοτάκη. Και κατανοούμε επίσης ότι πάρα πολλοί έχουν ενοχληθεί από μια σειρά από συμφωνίες τις οποίες έχουμε κάνει. Οι αμυντικές μας συμφωνίες προφανώς άφησαν τους εμπόρους όπλων χωρίς αυτά που συνήθιζαν να έχουν οι έμποροι όπλων και είναι στεναχωρημένοι. Όλα αυτά λοιπόν είναι απολύτως κατανοητά».

Ο υπουργός Εσωτερικών κατέληξε λέγοντας: «Ο πρωθυπουργός είπε κάτι εξαιρετικά σημαντικό. Καταλαβαίνουμε ότι μπορεί να έχουν στεναχωρηθεί κάποιοι, λίγοι, συγκεκριμένοι, οι οποίοι μάλιστα νομίζουν ότι είναι ισχυροί. Από την άλλη μεριά, είναι σαφές ότι αυτή η κυβέρνηση έχει αγωνιστεί για το συμφέρον του ελληνικού λαού και θα συνεχίσει να αγωνίζεται. Γι’ αυτό και δεν πρόκειται και δεν θέλει και γι’ αυτό και τονίζει ότι οι κρίσιμες εκλογές είναι οι λεγόμενες “πρώτες εκλογές”. Γιατί αυτές είναι οι εκλογές οι οποίες θα οδηγήσουν σε μια κυβέρνηση ισχυρή που δεν θα είναι αποδυναμωμένη και άρα εξαρτημένη από αυτά τα συμφέροντα που σήμερα έχουν στενοχωρηθεί».