ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Μιχαηλίδου στον Παναγιώτη Τζένο: Όσες δομές λαμβάνουν επιχορηγήσεις από το κράτος θα πρέπει να έχουν ορκωτό λογιστή
O Παναγιώτης Τζένος μίλησε στην εκπομπή του στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1 με την υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Δόμνα Μιχαηλίδου
«Το μόνο που γνώριζε η κυβέρνηση για την "Κιβωτό του Κόσμου" ήταν η έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη»,
δήλωσε στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1 FM και στην εκπομπή «Secret» με τον Παναγιώτη Τζένο η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αρμόδια για θέματα πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης, Δόμνα Μιχαηλίδου.
Ανέφερε πως έως την αποϊδρυματοποίηση οι δομές αυτές πρέπει να είναι καλύτερες και ελεγχόμενες, ενώ είπε πως ό,τι ποσά ή ακίνητα έχουν δοθεί από ιδιώτες θα πρέπει να πηγαίνουν στα παιδιά.
Σημείωσε πως όσες δομές λαμβάνουν επιχορηγήσεις από το κράτος θα πρέπει να έχουν ορκωτό λογιστή, ο οποίος δεν υπήρχε, τονίζοντας πως η αγωνία της είναι να διασφαλιστεί ότι τα παιδιά θα βρίσκουν το συντομότερο δυνατόν μια οικογένεια.
Η υφυπουργός ανέφερε πως το 2019 το κράτος δεν ήξερε πόσα παιδιά φιλοξενούνται στις δομές, υπογραμμίζοντας πως κανείς στην παιδική προστασία δεν ήθελε έλεγχο.
Στη συνέχεια είπε πως τα μισά παιδιά βγήκαν από δομές και πήγαν σε κατάλληλες οικογένειες, ενώ για τα υπόλοιπα πρέπει να υπάρχουν κανόνες στις συγκεκριμένες δομές.
Αναφορικά με την ψηφιακή κάρτα αναπηρίας, είπε πως είναι ένα έγγραφο το οποίο χρησιμοποιεί ο δικαιούχος στην καθημερινότητά του. Σημείωσε μάλιστα πως μέχρι στιγμής έχουν εκδοθεί 12.000 κάρτες, ενώ οι δικαιούχοι ανέρχονται σε μισό εκατομμύριο.
Αναλυτικά οι δηλώσεις της στον Παναγιώτη Τζένο
Ερωτηθείσα αν ήταν σε γνώση της κυβέρνησης νωρίτερα το θέμα της «Κιβωτού»: Η κυβερνηση αυτό που γνωρίζει είναι την έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη πάνω στις δομές και αυτό είναι μια κατάκτηση παρά μια ερώτηση. Δηλαδή, από την αρχή της διακυβέρνησης, που έβαλα και προσωπικά ως στοίχημα την παιδική προστασία ως σημαία των κοινωνικών υποθέσεων, αυτό που είπαμε είναι ότι αναγνωρίσαμε την κακοποιητική διάσταση των ιδρυμάτων. Από μόνα τους τα ιδρύματα είναι κακοποιητικά, οπότε μέχρις ότου πετύχουμε την αποϊδρυματοποίηση των παιδιών, δηλαδή να είναι κάθε παιδί σε μια οικογένεια, είπαμε ότι τα ιδρύματα πρέπει να είναι πολύ καλύτερα και ελεγχόμενα απ' ό,τι είναι σήμερα.
Έχουμε τρελαθεί στη σπέκουλα. Από τη μια, ακούω ότι ήξερα και δεν έκανα τίποτα, από την άλλη, ότι έστησα εγώ όλη αυτή την κατάσταση. Ξαναλέω, ήταν γνωστή σε εμένα, στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, η έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη. Και μάλιστα με τον Συνήγορο του Πολίτη συνεργαζόμαστε και ζητούμε να κάνει έρευνα στις δομές μας. Κάνουμε μόνοι μας, κοιτάμε τους φακέλους που καταθέτουν οι δομές για τα παιδιά που έχουν. Πλέον, ευτυχώς, βάσει του συστήματός μας μπορούμε να το δούμε, γιατί πριν από το ’19 δεν ξέραμε καν πόσα παιδιά είναι μέσα στις δομές, και στον έλεγχο αυτό συνεπικουρεί και πιο δυναμικά από εμάς, καθότι οι κεντρικές υπηρεσίες της Πρόνοιας δεν μπορούν να πάνε στη δομή. Αυτό μπορεί να το κάνει ο Συνήγορος, μπορεί να το κάνει η Περιφέρεια, οπότε γνωρίζαμε και επιδιώκαμε κιόλας την έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη, όπως γίνεται και σε άλλες δομές της χώρας.
Αναφορικά με την υπόθεση της «Κιβωτού του Κόσμου»: Η ενημέρωσή μου από τη νέα διοίκηση είναι ότι, αν και είναι μια αστική μη κερδοσκοπική επιχείρηση, έχει πολλά ακίνητα δικά της, που έχουν περιέλθει από δωρεές. Αυτό που νοιάζει ως κράτος είναι όλη η περιουσία των ιδιωτών που δίνεται για την παιδική προστασία να δίνεται έτσι ώστε να πηγαίνει πίσω στα ίδια τα παιδιά. Γι' αυτό ακριβώς και βάλαμε τους κανόνες, έτσι ώστε η αξιοποίηση των όποιων χρημάτων δίνουν οι ιδιώτες, και αν έχω καταλάβει καλά είναι μια ειδική περίπτωση της συγκεκριμένης δομής, είναι ότι είναι πάρα πολλά μικρά όλα όσα έχουν πάει, δηλαδή δεν είναι πολύ μεγάλοι δωρητές που έχουν αφήσει τεράστιες περιουσίες. Αυτό που κάναμε και είχαμε και εναντιώσεις σε αυτό, είπαμε ότι οι κοινωνικές δομές για να πάρουν επιχορήγηση από το κράτος, πρέπει να έχουν τουλάχιστον ορκωτό λογιστή. Αυτό που στο μυαλό των περισσοτέρων είναι αυτονόητο δεν υπήρχε. Ξεκινήσαμε δηλαδή στο κομμάτι τού να ξέρουμε, και το κράτος αλλά και οι ιδιώτες, πού πάνε τα λεφτά τους, αναγκάζοντας όλα αυτά τα σωματεία είτε τις αστικές μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις κοινωνικού χαρακτήρα να έχουν τουλάχιστον ορκωτό λογιστή, έτσι ώστε να υπάρχει ένας ελάχιστος κοινός παρονομαστής στην οικονομική ορθότητα των δομών αυτών.
Η δική μου αγωνία είναι να διασφαλίσουμε ότι τα παιδιά βρίσκουν όσο πιο γρήγορα γίνεται μια οικογένεια. Και δεν είναι μόνο η αγωνία μου, είναι κάτι το οποίο έχουμε υλοποιήσει. Η όλη ιστορία πρέπει να ξεκινάει στο μυαλό όλων μας από την ανάγκη των παιδιών να βγουν από τα ιδρύματα. Σεβόμαστε την ανάγκη των συμπολιτών μας να υιοθετήσουν ένα παιδί, αλλά συνήθως αυτή είναι μια ανάγκη που προκύπτει από την αδυναμία την οποία μπορεί να έχει ένα ζευγάρι να κάνει τα δικά του παιδιά. Εμείς υλοποιώντας και μετουσιώνοντας την αγωνία αυτή σε πράξη, την αγωνία δηλαδή του να μη μεγαλώνουν τα παιδιά μέσα σε ένα ίδρυμα, καταφέραμε και έχουμε βγάλει 1.100 παιδιά από τα ιδρύματα. Το ’19 το κράτος δεν ήξερε πόσα είναι τα παιδιά στις δομές αυτές. Τα παιδιά ήταν 2.400 και σήμερα έχουμε 1.300 παιδιά, δηλαδή έχουμε καταφέρει και έχουμε βγάλει σχεδόν τα μισά παιδιά από τα ιδρύματα. Αυτό είναι μια αγωνία που έχουν δοθεί απαντήσεις. Καταφέραμε να βρούμε σε 1.100 παιδιά οικογένεια και συνεχίζουμε, γιατί έχουμε άλλα 1.300. Όμως τα υπόλοιπα 1.300 παιδιά που είναι στα ιδρύματα είναι παιδιά που έχουν οικογένεια, δηλαδή είτε δεν μπορούν να πάνε για υιοθεσία, γιατί δεν έχει φύγει αμετακλήτως η μέριμνα από τη βιολογική τους οικογένεια, άρα τα παιδιά αυτά είτε μπορούν να πάνε μόνο για αναδοχή μέχρις ότου και αν αποφασίσει ο δικαστής αν η βιολογική οικογένεια μπορεί να ξαναπάρει το παιδί αυτό είτε είναι παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας. Δηλαδή, αυτή τη στιγμή έχουμε 0 παιδιά κάτω από 6 ετών σε αυτά τα 1.300, άρα δεν είναι πια το αφήγημα «έχουμε οικογένειες που θέλουν παιδιά και δεν λειτουργεί η διαδικασία και δεν μπορούν να τα πάρουν». Το αφήγημα είναι ότι τα παιδιά που μπορούσαν να φύγουν από τις δομές έχουν φύγει και αυτά που μένουν πρέπει να αυξήσουμε τους αναδόχους. Ήδη οι ανάδοχοι έχουν αυξηθεί από 170 σε 550, υπάρχει μια αύξηση 250%, αλλά πρέπει ακόμα περισσότερους αναδόχους να βρούμε ή να πείσουμε τους συμπολίτες μας ότι και τα παιδιά που είναι πάνω από 6 ετών είναι κρίμα να χάνουν την παιδικότητά τους στα ιδρύματα και μπορούν να τα υιοθετήσουν.
Είναι εμφανές, και δυστυχώς με τον δυσκολότερο δυνατό τρόπο, ότι κανείς στον χώρο της παιδικής προστασίας δεν ήθελε έλεγχο. Κανείς δεν ήθελε έλεγχο και όσο μεγαλύτερη ήταν μια δομή, τόσο δυσκολότερα δεχόταν ότι από εκεί που πάντα υπήρχε μια ασυδοσία, υπήρχε μια «ελαστικότητα» στη μη ύπαρξη κανόνων. Ο καθένας μπορεί να έκανε ό,τι ήθελε. Άλλοτε ήταν τυχερά τα παιδιά και κάποιος έκανε καλό στα παιδιά και άλλοτε να μην ήταν τόσο τυχερά τα παιδιά, οπότε αυτό που είπαμε ήταν ότι καταφέραμε και βγάλαμε σχεδόν τα μισά παιδιά από τις δομές και τα πήγαμε σε κατάλληλες γι' αυτά οικογένειες. Για τα άλλα μισά όμως, μέχρις ότου καταφέρει το κράτος και τα βγάλει και πάνε σε οικογένειες, πρέπει να υπάρχουν κανόνες. Αυτό δεν άρεσε. Κανόνες σημαίνουν τρία πράγματα. Σημαίνει στελέχωση, δηλαδή ότι δεν μπορείς να έχεις δομή με βρέφη χωρίς βρεφοκόμο. Για κάθε πέντε παιδιά πρέπει να έχεις κοινωνικό λειτουργό. Πρέπει η κάθε δομή να είναι συμβεβλημένη με νομικό και με γιατρό. Κανόνες όμως επίσης σημαίνει κτιριολογικό, και το κτιριολογικό δεν είναι μόνο τα ντουβάρια. Αν σε ένα δωμάτιο έχεις 10 εφήβους, τότε έχεις παραπάνω δυστυχώς πιθανότητες να αναπτυχθούν κακοποιητικές συμπεριφορές μεταξύ τους. Εμείς είδαμε όλες τις δομές, είδαμε πώς είναι, ξέρουμε ότι οι περισσότερες τουλάχιστον από τις μεγάλες δομές είναι πλεονασματικές. Δηλαδή, όταν έχεις πλεόνασμα στον απολογισμό σου κάθε χρόνο, το οποίο πλεόνασμα αυτό είναι πάνω από μισό εκατομμύριο, προφανώς δεν είναι καμιά δυσκολία να φτιάξεις ένα δωμάτιο παραπάνω και να είναι πιο λίγα τα παιδιά μέσα σε κάθε δωμάτιο. Όλοι οι κανόνες θέλουν έναν χρόνο προσαρμογής. Εμείς δηλαδή βγάλαμε τους κανόνες αυτους τον Μάιο του ’22 και είπαμε: «Ελάτε τα 84 ιδρύματα, σας δίνουμε έναν χρόνο μέχρι τον Μάιο του ’23 να προσαρμοστείτε στους κανόνες αυτούς». Κάποιο ίδρυμα από την πρώτη μέρα άρχισε να φωνάζει «δεν θέλουμε τους κανόνες», ακόμα και αν ήταν εκατομμύρια πλεονασματικό.
Νομίζω ότι με τον δυσκολότερο δυνατό τρόπο έχω δικαιωθεί σε αυτό. δηλαδή μέχρις ότου βρούμε στα παιδιά μια οικογένεια, το οποίο το έχουμε καταφέρει κατά το ήμισυ σχεδόν, έχουμε βρει οικογένεια σε 1.100 παιδιά μέσα σε δύο χρόνια από τα 2.400, μέχρις ότου και τα άλλα 1.300 παιδιά καταφέρουμε και τα βγάλουμε από τα ιδρύματα, πρέπει να έχουν κανόνες. Νομίζω ότι έχουμε δείξει δείγματα στο υπουργείο αυτό ότι είμαστε πεισμωμένοι να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας ώστε τα παιδιά να είναι στις κατάλληλες συνθήκες και σε κατάλληλες γι' αυτά οικογένειες. Και όλο αυτό της «Κιβωτού» καταδεικνύει την πολύ μεγάλη ανάγκη τού να γίνουμε ανάδοχοι. Ανάδοχοι δεν πρέπει να γίνουμε μόνο αν δεν μπορούμε να κάνουμε παιδιά, ανάδοχοι πρέπει να γίνουμε για να σώσουμε τα παιδιά. Εμένα με έχει συγκινήσει πολύ ότι οι περισσότεροι ανάδοχοι που έχουμε είναι ανθρωποι από χαμηλά οικονομικά εισοδήματα, δηλαδή είναι άνθρωποι με περίσσευμα ψυχής, που το κάνουν αυτό για το ίδιο το παιδί. Όσο μεγαλώνει το εισόδημα, τόσο πιο πολύ η βοήθεια γίνεται οικονομική παρά συμμετοχική σε αυτή την προσπάθεια.
Αναφορικά με την ψηφιακή κάρτα αναπηρίας: Μπορεί κάποιος να μπει στο Walletgov.gr, στο οποίο, όπως κατεβάζει το δίπλωμά του και την ταυτότητά του, μπορεί πια να κατεβάσει και την ψηφιακή κάρτα αναπηρίας. Μιλάμε για μισό εκατομμύριο Έλληνες που μπορούν να μπουν στο wallet και να κατεβάσουν την κάρτα αναπηρίας. Την ξεκινήσαμε στην αρχή του μήνα. έχουν ήδη εκδοθεί 12.000 κάρτες αναπηρίας. Είναι ένα ψηφιακό έγγραφο με ένα QRcode το οποίο πηγαίνει ο συμπολίτης μας με αναπηρία και το χρησιμοποιεί στα ΜΜΜ, στα μουσεία. Δεν χρειάζεται πια, όπως γινόταν παλαιότερα, να βγάζει τα χαρτιά του, να ανοίγει τους φακέλους του και να μπαίνει σε όλη αυτή τη δύσκολη διαδικασία να αποδείξει την αναπηρία του, που δεν σέβεται και τα δικαιώματά του, έτσι δηλαδή είναι μια υποτιμητική διαδικασία αυτή που γινόταν. Είναι μια παρέμβαση η οποία έχει ψηφιστεί από το 1996 και ερχόμαστε 30 χρόνια μετά και την υλοποιήσαμε. Είναι μια αλλαγή που συνάδει με όλη την ψηφιοποίηση του κράτους και πλέον διευκολύνει την καθημερινότητα μισού εκατομμυρίου συμπολιτών μας, που μπορούν να την έχουν, αντί να βγάζουν τους φακέλους τους και τα χαρτιά τους συνεχώς και να αποδεικνύουν την αναπηρία τους.
Ανέφερε πως έως την αποϊδρυματοποίηση οι δομές αυτές πρέπει να είναι καλύτερες και ελεγχόμενες, ενώ είπε πως ό,τι ποσά ή ακίνητα έχουν δοθεί από ιδιώτες θα πρέπει να πηγαίνουν στα παιδιά.
Σημείωσε πως όσες δομές λαμβάνουν επιχορηγήσεις από το κράτος θα πρέπει να έχουν ορκωτό λογιστή, ο οποίος δεν υπήρχε, τονίζοντας πως η αγωνία της είναι να διασφαλιστεί ότι τα παιδιά θα βρίσκουν το συντομότερο δυνατόν μια οικογένεια.
Η υφυπουργός ανέφερε πως το 2019 το κράτος δεν ήξερε πόσα παιδιά φιλοξενούνται στις δομές, υπογραμμίζοντας πως κανείς στην παιδική προστασία δεν ήθελε έλεγχο.
Στη συνέχεια είπε πως τα μισά παιδιά βγήκαν από δομές και πήγαν σε κατάλληλες οικογένειες, ενώ για τα υπόλοιπα πρέπει να υπάρχουν κανόνες στις συγκεκριμένες δομές.
Αναφορικά με την ψηφιακή κάρτα αναπηρίας, είπε πως είναι ένα έγγραφο το οποίο χρησιμοποιεί ο δικαιούχος στην καθημερινότητά του. Σημείωσε μάλιστα πως μέχρι στιγμής έχουν εκδοθεί 12.000 κάρτες, ενώ οι δικαιούχοι ανέρχονται σε μισό εκατομμύριο.
Αναλυτικά οι δηλώσεις της στον Παναγιώτη Τζένο
Ερωτηθείσα αν ήταν σε γνώση της κυβέρνησης νωρίτερα το θέμα της «Κιβωτού»: Η κυβερνηση αυτό που γνωρίζει είναι την έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη πάνω στις δομές και αυτό είναι μια κατάκτηση παρά μια ερώτηση. Δηλαδή, από την αρχή της διακυβέρνησης, που έβαλα και προσωπικά ως στοίχημα την παιδική προστασία ως σημαία των κοινωνικών υποθέσεων, αυτό που είπαμε είναι ότι αναγνωρίσαμε την κακοποιητική διάσταση των ιδρυμάτων. Από μόνα τους τα ιδρύματα είναι κακοποιητικά, οπότε μέχρις ότου πετύχουμε την αποϊδρυματοποίηση των παιδιών, δηλαδή να είναι κάθε παιδί σε μια οικογένεια, είπαμε ότι τα ιδρύματα πρέπει να είναι πολύ καλύτερα και ελεγχόμενα απ' ό,τι είναι σήμερα.Έχουμε τρελαθεί στη σπέκουλα. Από τη μια, ακούω ότι ήξερα και δεν έκανα τίποτα, από την άλλη, ότι έστησα εγώ όλη αυτή την κατάσταση. Ξαναλέω, ήταν γνωστή σε εμένα, στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, η έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη. Και μάλιστα με τον Συνήγορο του Πολίτη συνεργαζόμαστε και ζητούμε να κάνει έρευνα στις δομές μας. Κάνουμε μόνοι μας, κοιτάμε τους φακέλους που καταθέτουν οι δομές για τα παιδιά που έχουν. Πλέον, ευτυχώς, βάσει του συστήματός μας μπορούμε να το δούμε, γιατί πριν από το ’19 δεν ξέραμε καν πόσα παιδιά είναι μέσα στις δομές, και στον έλεγχο αυτό συνεπικουρεί και πιο δυναμικά από εμάς, καθότι οι κεντρικές υπηρεσίες της Πρόνοιας δεν μπορούν να πάνε στη δομή. Αυτό μπορεί να το κάνει ο Συνήγορος, μπορεί να το κάνει η Περιφέρεια, οπότε γνωρίζαμε και επιδιώκαμε κιόλας την έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη, όπως γίνεται και σε άλλες δομές της χώρας.
Αναφορικά με την υπόθεση της «Κιβωτού του Κόσμου»: Η ενημέρωσή μου από τη νέα διοίκηση είναι ότι, αν και είναι μια αστική μη κερδοσκοπική επιχείρηση, έχει πολλά ακίνητα δικά της, που έχουν περιέλθει από δωρεές. Αυτό που νοιάζει ως κράτος είναι όλη η περιουσία των ιδιωτών που δίνεται για την παιδική προστασία να δίνεται έτσι ώστε να πηγαίνει πίσω στα ίδια τα παιδιά. Γι' αυτό ακριβώς και βάλαμε τους κανόνες, έτσι ώστε η αξιοποίηση των όποιων χρημάτων δίνουν οι ιδιώτες, και αν έχω καταλάβει καλά είναι μια ειδική περίπτωση της συγκεκριμένης δομής, είναι ότι είναι πάρα πολλά μικρά όλα όσα έχουν πάει, δηλαδή δεν είναι πολύ μεγάλοι δωρητές που έχουν αφήσει τεράστιες περιουσίες. Αυτό που κάναμε και είχαμε και εναντιώσεις σε αυτό, είπαμε ότι οι κοινωνικές δομές για να πάρουν επιχορήγηση από το κράτος, πρέπει να έχουν τουλάχιστον ορκωτό λογιστή. Αυτό που στο μυαλό των περισσοτέρων είναι αυτονόητο δεν υπήρχε. Ξεκινήσαμε δηλαδή στο κομμάτι τού να ξέρουμε, και το κράτος αλλά και οι ιδιώτες, πού πάνε τα λεφτά τους, αναγκάζοντας όλα αυτά τα σωματεία είτε τις αστικές μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις κοινωνικού χαρακτήρα να έχουν τουλάχιστον ορκωτό λογιστή, έτσι ώστε να υπάρχει ένας ελάχιστος κοινός παρονομαστής στην οικονομική ορθότητα των δομών αυτών.
Η δική μου αγωνία είναι να διασφαλίσουμε ότι τα παιδιά βρίσκουν όσο πιο γρήγορα γίνεται μια οικογένεια. Και δεν είναι μόνο η αγωνία μου, είναι κάτι το οποίο έχουμε υλοποιήσει. Η όλη ιστορία πρέπει να ξεκινάει στο μυαλό όλων μας από την ανάγκη των παιδιών να βγουν από τα ιδρύματα. Σεβόμαστε την ανάγκη των συμπολιτών μας να υιοθετήσουν ένα παιδί, αλλά συνήθως αυτή είναι μια ανάγκη που προκύπτει από την αδυναμία την οποία μπορεί να έχει ένα ζευγάρι να κάνει τα δικά του παιδιά. Εμείς υλοποιώντας και μετουσιώνοντας την αγωνία αυτή σε πράξη, την αγωνία δηλαδή του να μη μεγαλώνουν τα παιδιά μέσα σε ένα ίδρυμα, καταφέραμε και έχουμε βγάλει 1.100 παιδιά από τα ιδρύματα. Το ’19 το κράτος δεν ήξερε πόσα είναι τα παιδιά στις δομές αυτές. Τα παιδιά ήταν 2.400 και σήμερα έχουμε 1.300 παιδιά, δηλαδή έχουμε καταφέρει και έχουμε βγάλει σχεδόν τα μισά παιδιά από τα ιδρύματα. Αυτό είναι μια αγωνία που έχουν δοθεί απαντήσεις. Καταφέραμε να βρούμε σε 1.100 παιδιά οικογένεια και συνεχίζουμε, γιατί έχουμε άλλα 1.300. Όμως τα υπόλοιπα 1.300 παιδιά που είναι στα ιδρύματα είναι παιδιά που έχουν οικογένεια, δηλαδή είτε δεν μπορούν να πάνε για υιοθεσία, γιατί δεν έχει φύγει αμετακλήτως η μέριμνα από τη βιολογική τους οικογένεια, άρα τα παιδιά αυτά είτε μπορούν να πάνε μόνο για αναδοχή μέχρις ότου και αν αποφασίσει ο δικαστής αν η βιολογική οικογένεια μπορεί να ξαναπάρει το παιδί αυτό είτε είναι παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας. Δηλαδή, αυτή τη στιγμή έχουμε 0 παιδιά κάτω από 6 ετών σε αυτά τα 1.300, άρα δεν είναι πια το αφήγημα «έχουμε οικογένειες που θέλουν παιδιά και δεν λειτουργεί η διαδικασία και δεν μπορούν να τα πάρουν». Το αφήγημα είναι ότι τα παιδιά που μπορούσαν να φύγουν από τις δομές έχουν φύγει και αυτά που μένουν πρέπει να αυξήσουμε τους αναδόχους. Ήδη οι ανάδοχοι έχουν αυξηθεί από 170 σε 550, υπάρχει μια αύξηση 250%, αλλά πρέπει ακόμα περισσότερους αναδόχους να βρούμε ή να πείσουμε τους συμπολίτες μας ότι και τα παιδιά που είναι πάνω από 6 ετών είναι κρίμα να χάνουν την παιδικότητά τους στα ιδρύματα και μπορούν να τα υιοθετήσουν.
Είναι εμφανές, και δυστυχώς με τον δυσκολότερο δυνατό τρόπο, ότι κανείς στον χώρο της παιδικής προστασίας δεν ήθελε έλεγχο. Κανείς δεν ήθελε έλεγχο και όσο μεγαλύτερη ήταν μια δομή, τόσο δυσκολότερα δεχόταν ότι από εκεί που πάντα υπήρχε μια ασυδοσία, υπήρχε μια «ελαστικότητα» στη μη ύπαρξη κανόνων. Ο καθένας μπορεί να έκανε ό,τι ήθελε. Άλλοτε ήταν τυχερά τα παιδιά και κάποιος έκανε καλό στα παιδιά και άλλοτε να μην ήταν τόσο τυχερά τα παιδιά, οπότε αυτό που είπαμε ήταν ότι καταφέραμε και βγάλαμε σχεδόν τα μισά παιδιά από τις δομές και τα πήγαμε σε κατάλληλες γι' αυτά οικογένειες. Για τα άλλα μισά όμως, μέχρις ότου καταφέρει το κράτος και τα βγάλει και πάνε σε οικογένειες, πρέπει να υπάρχουν κανόνες. Αυτό δεν άρεσε. Κανόνες σημαίνουν τρία πράγματα. Σημαίνει στελέχωση, δηλαδή ότι δεν μπορείς να έχεις δομή με βρέφη χωρίς βρεφοκόμο. Για κάθε πέντε παιδιά πρέπει να έχεις κοινωνικό λειτουργό. Πρέπει η κάθε δομή να είναι συμβεβλημένη με νομικό και με γιατρό. Κανόνες όμως επίσης σημαίνει κτιριολογικό, και το κτιριολογικό δεν είναι μόνο τα ντουβάρια. Αν σε ένα δωμάτιο έχεις 10 εφήβους, τότε έχεις παραπάνω δυστυχώς πιθανότητες να αναπτυχθούν κακοποιητικές συμπεριφορές μεταξύ τους. Εμείς είδαμε όλες τις δομές, είδαμε πώς είναι, ξέρουμε ότι οι περισσότερες τουλάχιστον από τις μεγάλες δομές είναι πλεονασματικές. Δηλαδή, όταν έχεις πλεόνασμα στον απολογισμό σου κάθε χρόνο, το οποίο πλεόνασμα αυτό είναι πάνω από μισό εκατομμύριο, προφανώς δεν είναι καμιά δυσκολία να φτιάξεις ένα δωμάτιο παραπάνω και να είναι πιο λίγα τα παιδιά μέσα σε κάθε δωμάτιο. Όλοι οι κανόνες θέλουν έναν χρόνο προσαρμογής. Εμείς δηλαδή βγάλαμε τους κανόνες αυτους τον Μάιο του ’22 και είπαμε: «Ελάτε τα 84 ιδρύματα, σας δίνουμε έναν χρόνο μέχρι τον Μάιο του ’23 να προσαρμοστείτε στους κανόνες αυτούς». Κάποιο ίδρυμα από την πρώτη μέρα άρχισε να φωνάζει «δεν θέλουμε τους κανόνες», ακόμα και αν ήταν εκατομμύρια πλεονασματικό.
Νομίζω ότι με τον δυσκολότερο δυνατό τρόπο έχω δικαιωθεί σε αυτό. δηλαδή μέχρις ότου βρούμε στα παιδιά μια οικογένεια, το οποίο το έχουμε καταφέρει κατά το ήμισυ σχεδόν, έχουμε βρει οικογένεια σε 1.100 παιδιά μέσα σε δύο χρόνια από τα 2.400, μέχρις ότου και τα άλλα 1.300 παιδιά καταφέρουμε και τα βγάλουμε από τα ιδρύματα, πρέπει να έχουν κανόνες. Νομίζω ότι έχουμε δείξει δείγματα στο υπουργείο αυτό ότι είμαστε πεισμωμένοι να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας ώστε τα παιδιά να είναι στις κατάλληλες συνθήκες και σε κατάλληλες γι' αυτά οικογένειες. Και όλο αυτό της «Κιβωτού» καταδεικνύει την πολύ μεγάλη ανάγκη τού να γίνουμε ανάδοχοι. Ανάδοχοι δεν πρέπει να γίνουμε μόνο αν δεν μπορούμε να κάνουμε παιδιά, ανάδοχοι πρέπει να γίνουμε για να σώσουμε τα παιδιά. Εμένα με έχει συγκινήσει πολύ ότι οι περισσότεροι ανάδοχοι που έχουμε είναι ανθρωποι από χαμηλά οικονομικά εισοδήματα, δηλαδή είναι άνθρωποι με περίσσευμα ψυχής, που το κάνουν αυτό για το ίδιο το παιδί. Όσο μεγαλώνει το εισόδημα, τόσο πιο πολύ η βοήθεια γίνεται οικονομική παρά συμμετοχική σε αυτή την προσπάθεια.
Αναφορικά με την ψηφιακή κάρτα αναπηρίας: Μπορεί κάποιος να μπει στο Walletgov.gr, στο οποίο, όπως κατεβάζει το δίπλωμά του και την ταυτότητά του, μπορεί πια να κατεβάσει και την ψηφιακή κάρτα αναπηρίας. Μιλάμε για μισό εκατομμύριο Έλληνες που μπορούν να μπουν στο wallet και να κατεβάσουν την κάρτα αναπηρίας. Την ξεκινήσαμε στην αρχή του μήνα. έχουν ήδη εκδοθεί 12.000 κάρτες αναπηρίας. Είναι ένα ψηφιακό έγγραφο με ένα QRcode το οποίο πηγαίνει ο συμπολίτης μας με αναπηρία και το χρησιμοποιεί στα ΜΜΜ, στα μουσεία. Δεν χρειάζεται πια, όπως γινόταν παλαιότερα, να βγάζει τα χαρτιά του, να ανοίγει τους φακέλους του και να μπαίνει σε όλη αυτή τη δύσκολη διαδικασία να αποδείξει την αναπηρία του, που δεν σέβεται και τα δικαιώματά του, έτσι δηλαδή είναι μια υποτιμητική διαδικασία αυτή που γινόταν. Είναι μια παρέμβαση η οποία έχει ψηφιστεί από το 1996 και ερχόμαστε 30 χρόνια μετά και την υλοποιήσαμε. Είναι μια αλλαγή που συνάδει με όλη την ψηφιοποίηση του κράτους και πλέον διευκολύνει την καθημερινότητα μισού εκατομμυρίου συμπολιτών μας, που μπορούν να την έχουν, αντί να βγάζουν τους φακέλους τους και τα χαρτιά τους συνεχώς και να αποδεικνύουν την αναπηρία τους.