Καλεσμένος στην εκπομπή «Τώρα Μαζί» του τηλεοπτικού σταθμού OPEN BEYOND και τους δημοσιογράφους Ευλαμπία Ρέβη και Γιώργο Σιαδήμα ήταν σήμερα ο Γραμματέας ΚΠΕ του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Ανδρέας Σπυρόπουλος.

Η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από την υπόθεση της κ. Εύας Καϊλή, με τον Α. Σπυρόπουλο να τη χαρακτηρίζει «θλιβερή» και να επισημαίνει ότι «η παράταξή μας έχει θέσει σαν απόλυτη προτεραιότητα σε αυτό το νέο της ξεκίνημα, τη μηδενική ανοχή σε φαινόμενα διαφθοράς, που πληγώνουν την πολιτική ζωή του τόπου και τους ίδιους τους πολίτες. Για αυτό υπήρξε και η άμεση αντίδραση του προέδρου μας».

Έκανε λόγο για «επί αρκετούς μήνες απόσταση των απόψεων της κ. Καϊλή με την παράταξή μας. Υπάρχουν γεγονότα που αποδεικνύουν μία αλλαγή της στάσης της, όσον αφορά στην πορεία του κόμματος. Ξεκίνησε με την υπόθεση των παρακολουθήσεων και των δηλώσεων που είχε κάνει στην αρχή, στη συνέχεια έγινε σαφής προσπάθεια να μπλοκάρει από την πλευρά των σοσιαλιστών τη σχετική συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και κατέληξε στις αναφορές στο Κατάρ με τον Νίκο Ανδρουλάκη να διαχωρίζει τη θέση του την ίδια κιόλας ημέρα». Υπενθύμισε, παράλληλα, ότι πρόσφατα η κ. Καϊλή «είχε στηρίξει με την ψήφο της για αντιπρόεδρο σε μία Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου άνθρωπο από την παράταξη του Λαϊκού Κόμματος, με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές να παίρνουν σαφείς αποστάσεις και να της κάνουν παρατηρήσεις για το τι πρεσβεύει ως Ευρωβουλευτής».

Ξεκαθάρισε, δε, ότι «αν υποπτευόμασταν και είχαμε στοιχεία, θα είχαμε προχωρήσει απευθείας στη διαγραφή. Εμείς πρέπει να μιλάμε με στοιχεία και γεγονότα». Ο Ανδρέας Σπυρόπουλος επανέλαβε τη στάση του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής ότι «η κ. Καϊλή πρέπει να παραδώσει την έδρα στη δημοκρατική παράταξη, με το ήθος της οποίας δεν συνάδουν τέτοια φαινόμενα. Να το κάνει άμεσα και οι βέλγικες αρχές να πουν στον ελληνικό λαό τι έχει συμβεί». Σχολίασε, τέλος, ότι «εμείς δεν προσπαθούμε να συγκαλύψουμε ούτε συγγενείς ούτε κολλητούς, όπως έκαναν τα άλλα δύο κόμματα. Ο πνιγμένος -δηλαδή η κυβέρνηση από την υπόθεση των υποκλοπών- προσπαθεί να βρει κάτι να σωθεί. Για να μην μπερδευόμαστε, εδώ μιλάμε για ένα κοινό ποινικό έγκλημα. Οι παρακολουθήσεις πολιτικών προσώπων είναι άλλο πράγμα».