Ο υποψήφιος βουλευτής Χανίων και στέλεχος του οικονομικού επιτελείου του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Σταθάκης , μίλησε στο podcast ΒΑΒΕΛ και μεταξύ άλλων τόνισε ότι «θα θέλαμε έναν κρατικό πυλώνα στο τραπεζικό σύστημα. Αν τον έχουμε έτοιμο νομίζω ότι δεν θα τον κλοτσήσουμε, θα το κρατήσουμε».

Μάλιστα, πρόσθεσε πως «η θέση μας για τις τράπεζες είναι πολύ απλή. Πρέπει να γίνουμε κανονικοί μέτοχοι. Και όχι μέτοχοι μειωμένων δικαιωμάτων. Αυτό έχει τελειώσει. Άρα οι μετοχές αυτές θα αποκτήσουν τα πλήρη δικαιώματα, όπως και των ιδιωτών μετόχων και θα έχουν τον λόγο που τους αναλογεί ως μέτοχοι».

Για τη φορολογία των επιχειρήσεων, ο πρώην υπουργός σημείωσε ότι «εμείς έχουμε δεσμευτεί μόνο για ένα πράγμα. Εξαιρούμε τους μικρομετόχους και λέμε, τα μερίσματα άνω των 50 χιλιάδων ευρώ θα έχουν υψηλότερη φορολογία. 10%-15%, δεν ξέρω. Αυτή είναι η βασική μας πρόταση».

Επανακρατικοποίηση

Ο Γιώργος Σταθάκης, αναφερόμενος στη ΔΕΗ, τόνισε την ανάγκη να υπάρχει ένας δημόσιος πυλώνας ενέργειας. Περιγράφοντας την επανακρατικοποίηση τόνισε ότι το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή να γίνει με σταδιακή απόκτηση ποσοστών μέσω εταιρειών που το Δημόσιο έχει την πλειοψηφία των μετοχών, όπως ο ΑΔΜΗΕ. Τόνισε ακόμα την ανάγκη όλες οι υποδομές ενέργειας να περάσουν στα κρατικά χέρια.

Σε σχέση με το πόσο πλήρωσε ο ΣΥΡΙΖΑ την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης ο κ. Σταθάκης αναγνώρισε ότι «ισχύει διότι, όπως μου το είπαν πάρα πολύ φίλοι μου, περιμέναμε να γίνεις υπουργός για να αυξηθεί η φορολογία μας, αλλά χαλάλι σας, διότι βοηθήσατε τους πολύ φτωχούς».

«Δεν αρκεί»

Για την ακρίβεια και την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, ο υποψήφιος βουλευτής Χανίων τονίζει ότι η μείωση ενός φόρου μόνο δεν αρκεί. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι να πάμε από το 13% στο 6% για τα πολύ βασικά αγαθά που πρέπει να έχει ένα νοικοκυριό. Προσθέτει ωστόσο εάν δεν υπάρχει μηχανισμός επιτήρησης για το αν μια επιχείρηση εφάρμοσε ή δεν εφάρμοσε τη μείωση, τότε θα πρέπει να βγαίνει η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και να λέει ότι τη μείωση του φόρου την πραγματοποίησαν 10 εταιρείες και άλλες 10 δεν την πραγματοποίησαν. «Αν θέλει κάποιος μπορεί να επιβάλει δεσμευτικότητα, αν δεν θέλει δεσμευτικότητα, θα παράγει διαφήμιση και δυσφήμηση για τις εταιρείες που το εφάρμοσαν ή όχι», κατέληξε.