Η αιτία που ο... «κανένας» κερδίζει στις δημοσκοπήσεις
Η έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών φωτίζει τα χαρακτηριστικά που οι πολίτες επιθυμούν να έχει ένας ηγέτης
Τι είναι αυτό που κάνει τους πολίτες να αναδεικνύουν τον «Κανέναν» ως καταλληλότερο για να κυβερνήσει τη χώρα κάθε φορά που στις δημοσκοπήσεις τίθεται το ερώτημα ποιον θεωρούν πιο κατάλληλο για πρωθυπουργό; Το ερώτημα έχει τη σημασία του, δεδομένου ότι μια απάντηση σε αυτό μπορεί να προσδιορίσει ακριβώς ποια χαρακτηριστικά στοιχεία θέλει η κοινή γνώμη να διαθέτει ο εκλεκτός της, ώστε με ασφάλεια να ψηφίσει και τον καταλληλότερο. Την απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα ανέλαβε να διερευνήσει το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, με σειρά ερευνών, σε μεγάλο διάστημα, και ειδικότερα το Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων, επικεφαλής του οποίου (και της σχετικής έρευνας βεβαίως) είναι η επίκουρος καθηγήτρια Μάρκετινγκ, κ. Αννα Ζαρκάδα. Οι σχετικές έρευνες έχουν τίτλο «Αναζητώντας τον “Κανένα”».
Ποια είναι, επομένως, τα χαρακτηριστικά που αναζητούν οι πολίτες, αλλά δεν τα βρίσκουν στο πολιτικό προσωπικό και τα ψάχνουν στον ιδεατό «Κανέναν»; Συμφώνως προς την κ. Ζαρκάδα, που αναλύει και τα αποτελέσματα των σχετικών ερευνών, ο «Κανένας», δηλαδή ο ιδανικός πολιτικός ηγέτης, είναι αυτός που έχει πάνω από όλα ήθος. Πάρα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό του είναι επίσης η αποτελεσματικότητα.
Η προσωπικότητα του ηγέτη είναι σημαντική για τους μισούς περίπου πολίτες. Ο βαθμός στον οποίο ο ηγέτης εξυπηρετεί τα προσωπικά συμφέροντα του πολίτη έχει μέτρια επίδραση, ενώ το πώς παρουσιάζει τον εαυτό του αφήνει τους περισσότερους πολίτες μάλλον αδιάφορους. Σε μια διασταλτική και εξ αντιδιαστολής ερμηνεία των παραπάνω αποτελεσμάτων, πάντως, θα μπορούσε να επισημάνει κανείς ότι, επιλέγοντας τη συγκεκριμένη στιγμή οι πολίτες τον «Κανέναν» θεωρούν ότι οι προτεινόμενοι προς σύγκριση στερούνται του μεγέθους του ήθους που απαιτούν από έναν πολιτικό. Επιπλέον, βλέπουν ότι δεν διαθέτει την απαιτούμενη από τις περιστάσεις αποτελεσματικότητα, δεδομένου άλλωστε ότι οι σχετικές δημοσκοπήσεις γίνονται κυρίως προ μιας εκλογικής αναμέτρησης, όταν οι πολίτες έχουν ήδη πάρει γεύση τόσο του κυβερνητικού έργου όσο και της δράσης της αντιπολίτευσης και των θέσεών της. Πολύ περισσότερο του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μπορεί ακόμα να διενεργούνται σε κρίσιμες περιόδους διακυβέρνησης, όταν ο εκάστοτε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης προβάλλει και ως η εναλλακτική λύση. Η προσωπικότητα του πολιτικού ασφαλώς και παίζει τον δικό της ρόλο στην επιλογή, όμως δεν αρκεί από μόνη της. Αλλωστε, στην ελληνική πολιτική ιστορία έχουν υπάρξει σημαντικές προσωπικότητες, οι οποίες στο τέλος αποδείχτηκε ότι είτε στερούντο του αναγκαίου ηθικού υπόβαθρου είτε ήσαν απολύτως αναποτελεσματικές.
Νίκησε τον «Κανένα»
Υπό το πρίσμα της έρευνας αυτής, η οποία δικαιολογεί για ποιον λόγο οι πολίτες προτιμούν τον «Κανέναν» (επειδή δεν βρίσκουν στους πολιτικούς τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά που κάνουν τον ιδανικό ηγέτη) αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον ένα συγκεκριμένο ποιοτικό στοιχείο της τελευταίας δημοσκόπησης της εφημερίδας «Αυγή».
Πρόκειται για το ερώτημα για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό, στο οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με ποσοστό 42%, προηγείται του Αλέξη Τσίπρα κατά 19 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες. Ομως, το ενδιαφέρον στοιχείο δεν είναι η διαφορά, αλλά το ότι η επιλογή του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως καταλληλότερου για το αξίωμα του πρωθυπουργού υπερβαίνει σε ποσοστό, για πρώτη φορά, αυτό της επιλογής του «Κανένα», και μάλιστα με διαφορά 10 ποσοστιαίων μονάδων. Επιπλέον, είναι σαφής και παγιωμένη η διαφορά στην παράσταση νίκης, καθώς το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με το ποιος προηγείται στην πρόθεση ψήφου, επιτρέπει, βάσει της δημοσκοπικής εμπειρίας και εφόσον και τα δύο αυτά στοιχεία συμπίπτουν στο ίδιο κόμμα, να προβλέψει κανείς ποιος θα εξασφαλίσει την εκλογική νίκη. Αναφέρεται χαρακτηριστικά, λ.χ., ότι το 2000, όταν όλες οι δημοσκοπήσεις έδειχναν να προηγείται η Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή στην πρόθεση ψήφου, στην παράσταση νίκης προηγείτο το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη. Και είναι γνωστό ποιο ήταν το τελικό αποτέλεσμα.
Αλέξης-Πούτιν σημειώσατε «2»
Οι εκτιμήσεις για τα χαρακτηριστικά των ηγετών στη χώρα μας δεν απέχουν και πολύ από τις απαιτήσεις και των λοιπών Ευρωπαίων για τους ηγέτες τους. Στην έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών στο ερώτημα πόσο κοντά στον ιδανικό ηγέτη θεωρούν οι πολίτες ότι είναι οι ηγέτες της Ευρώπης, η απάντηση είναι ότι δεν υπάρχουν σήμερα ηγέτες στην Ευρώπη που να πληρούν τα κριτήρια που θέτουν οι πολίτες. Οι πολίτες-ψηφοφόροι αξιολόγησαν τους πολιτικούς ηγέτες που σχεδόν μονοπωλούσαν την επικαιρότητα το καλοκαίρι του 2015 (αμέσως μετά το δημοψήφισμα του περσινού Ιουλίου και μέχρι τις εκλογές του περσινού Σεπτεμβρίου). Αυτό που προκύπτει είναι ότι σε μια σύγκριση του Αλ. Τσίπρα, της Α. Μέρκελ και του Βλ. Πούτιν, η αποτελεσματικότητα του Ελληνα πρωθυπουργού είναι στο ναδίρ, ενώ πάντως αξιολογείται θετικά ως προς το ήθος
του. Καλύτερος σε αξιολόγηση είναι ο Βλ. Πούτιν. Οπως επισημαίνει η καθηγήτρια κ. Ζαρκάδα, όταν οι αξιολογήσεις που λαμβάνουν οι πολιτικοί αρχηγοί σταθμίζονται με τη σημασία του κάθε χαρακτηριστικού και συνυπολογίζονται τα αρνητικά στοιχεία της προσωπικότητάς τους, τότε η συνολική αξιολόγησή τους είναι πολύ κοντά, αλλά κάτω από το μέτριο (σχεδόν 3, με άριστα το 5). Η εξέταση των επιμέρους χαρακτηριστικών τους δείχνει ότι οι πολίτες διακρίνουν τις ιδιαίτερες ποιότητες του καθενός, αλλά το μόνο χαρακτηριστικό που αναγνωρίζουν ότι ξεχωρίζει πάνω από τη μετριότητα είναι η προσωπικότητα του Βλ. Πούτιν (και τα θετικά, αλλά και τα αρνητικά της στοιχεία). Πολύ χαμηλά αξιολογούνται η αποτελεσματικότητα του Αλ. Τσίπρα, το ήθος της Α. Μέρκελ και του Βλ. Πούτιν και ο τρόπος με τον οποίον η Γερμανίδα καγκελάριος παρουσιάζει τον εαυτό της. Ο Αλ. Τσίπρας ξεχωρίζει για το ήθος του, η Α. Μέρκελ για την αποτελεσματικότητα και τα αρνητικά στοιχεία της προσωπικότητάς της, ενώ ο Βλ. Πούτιν αξιολογείται ως ο συνολικά αξιότερος μεταξύ των τριών.
Αδιευκρίνιστη ψήφος
Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων όλων των τελευταίων δημοσκοπήσεων δείχνει υψηλά ποσοστά της αδιευκρίνιστης ψήφου, αλλά και του «Κανένα». Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δημιουργείται μια δεξαμενή ψηφοφόρων εντόνως απογοητευμένων από το πολιτικό σύστημα η οποία προοιωνίζεται είτε πολύ μεγάλη αποχή είτε κατεύθυνση της ψήφου σε πολλά κόμματα. Μια τέτοια εκλογική προοπτική, μάλιστα, ευνοείται από τον εξής συνδυασμό: Την απογοήτευση του κόσμου από τα κόμματα εξουσίας και από το ότι τα τελευταία χρόνια αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι το εκλογικό σώμα ρίχνει ψήφο διαμαρτυρίας. Που δεν πλήττει μόνο το κυβερνών κόμμα, αλλά ενδεχομένως και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είτε επειδή μερίδα του εκλογικού σώματος μπορεί να κρίνει ότι δεν συνιστά εναλλακτική λύση είτε διότι, όπως ανέδειξαν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, βαρίδι της Ν.Δ. είναι το κυβερνητικό της παρελθόν. Δηλαδή, η συγκυβέρνηση Σαμαρά. Αυτή, πάντως, η εκτίμηση, εφόσον επιβεβαιωθεί, ακυρώνει στην πράξη την τακτική της Ν.Δ., η οποία διά των συνεχών δημοσκοπήσεων που πραγματοποιεί και οι οποίες δημοσιοποιούνται, αποσκοπεί στο να εμφανίζεται εμφατικά η υπεροχή της στην παράσταση νίκης, προκειμένου να αποστέλλεται μήνυμα στην κοινωνία ότι έχει εκλογικό αέρα. Κι έτσι, με τη συνήθη αντίληψη του ψηφοφόρου της τελευταίας στιγμής, που οδεύει προς τον εμφανιζόμενο ως νικητή, προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση και να μην ταλαιπωρείται με άλλες εκλογικές αναμετρήσεις, να εξασφαλιστεί και η πολυπόθητη αυτοδυναμία. Ομως, η διασπορά ψήφων και προς άλλα κόμματα για τους λόγους που προαναφέρθηκαν καθιστά αν όχι σχεδόν αδύνατη την επίτευξη αυτοδυναμίας, πάντως ιδιαίτερα δυσχερή.