Για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους, ιδιωτικού και δημοσίου μίλησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος κατά την έναρξη των εργασιών της Διεθνούς Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για την αξιολόγηση του ελληνικού χρέους που ξεκίνησε σήμερα. Ο κ. Παυλόπουλος στην ομιλία του επεσήμανε πως «η συνάντηση στην Αθήνα, η οποία αφορά την αναζήτηση της εξήγησης αλλά και των μεθόδων αντιμετώπισης της κρίσης χρέους, δημόσιου και ιδιωτικού –διότι το χρέος πρέπει να το συλλαμβάνουμε και υπό τις δύο του διαστάσεις, διαφορετικά δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την ιδιομορφία της όλης δομής του και των ενδεχόμενων παρενεργειών του- που πλήττει το σύνολο, σχεδόν, των κρατών-μελών της Ευρωζώνης».

Αναφερόμενος τις αιτίες της κρίσης ο κ. Παυλόπουλος σημείωσε ξεκάθαρα ότι οι πολιτικές λιτότητας δημιουργούν την κρίση. Ανέφερε χαρακτηριστικά: «είναι πασιφανές  ότι η τρέχουσα κρίση χρέους στο πεδίο της Ευρωζώνης οφείλεται, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, στην εφαρμοζόμενη σήμερα συγκεκριμένη πολιτική λιτότητας –άρα όχι σε κάθε πολιτική λιτότητας- η οποία μπορεί μεν ν’ αντιμετωπίζει φυσικά προσκαίρως, το πρόβλημα των ελλειμμάτων, πλην όμως εξαιτίας της επέκεινα δραματικής συρρίκνωσης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος οδηγεί σ’ έκρηξη χρέους, μ’ όλες τις εντεύθεν συνέπειες, μ’ έμφαση και στις συνέπειες που σχετίζονται με την εξελισσόμενη, επίσης διαρκώς γενικευόμενη στην Ευρωζώνη, τραπεζική κρίση».

Σε άλλα σημεία της ομιλίας του ο κ. Παυλόπουλος τόνισε:

«Επιτρέψατέ μου να διατυπώσω δι’ ολίγων μόνο τις ακόλουθες, νομίζω αυτονόητες, θέσεις ως προς τις αιτίες δημιουργίας και τις αρχές που πρέπει να διέπουν την ελάφρυνση του χρέους –πάντοτε δημόσιου και ιδιωτικού- στο πλαίσιο των κρατών-μελών της Ευρωζώνης.

Πριν απ’ όλα είναι πασιφανές  ότι η τρέχουσα κρίση χρέους στο πεδίο της Ευρωζώνης οφείλεται, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, στην εφαρμοζόμενη σήμερα συγκεκριμένη πολιτική λιτότητας –άρα όχι σε κάθε πολιτική λιτότητας- η οποία μπορεί μεν ν’ αντιμετωπίζει φυσικά προσκαίρως, το πρόβλημα των ελλειμμάτων, πλην όμως εξαιτίας της επέκεινα δραματικής συρρίκνωσης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος οδηγεί σ’ έκρηξη χρέους, μ’ όλες τις εντεύθεν συνέπειες, μ’ έμφαση και στις συνέπειες που σχετίζονται με την εξελισσόμενη, επίσης διαρκώς γενικευόμενη στην Ευρωζώνη, τραπεζική κρίση.

Το συμπέρασμα τούτο οδηγεί, αναποδράστως, στις εξής –επίσης αυτονόητες- παρατηρήσεις:

-Βεβαίως και οι μέθοδοι ελάφρυνσης του χρέους των κρατών-μελών της Ευρωζώνης πρέπει να στηρίζονται στις οικείες διατάξεις του πρωτογενούς και παράγωγου ευρωπαϊκού δικαίου, ιδίως δε στις διατάξεις των άρθρων 119 επ. της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Αυτό επιβάλλει το Ευρωπαϊκό Κράτος Δικαίου και η εξ αυτού προκύπτουσα αρχή της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας.

-Όμως, οι ως άνω διατάξεις πρέπει να ερμηνεύονται όχι μεμονωμένως, αλλά με βάση μια συγκεκριμένη διήκουσα αρχή, η οποία επίσης απορρέει από το ίδιο το πρωτογενές ευρωπαϊκό δίκαιο.  Πρόκειται για την αρχή της Αλληλεγγύης, όπως αυτή οριοθετείται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 122 επ. της ΣΛΕΕ, που καθιερώνουν την ως άνω αρχή της Αλληλεγγύης ως πλήρη κανόνα δικαίου, ήτοι κανόνα του οποίου η παραβίαση οδηγεί σε κυρώσεις.

«Του λόγου το ασφαλές» επιβεβαιώνει η ως σήμερα πρακτική εφαρμογής των περί Αλληλεγγύης διατάξεων της ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα:

-Η αρχή της Αλληλεγγύης ήταν εκείνη η οποία επέβαλε, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 119. επ. ΣΛΕΕ, την δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας («ESM»), ως ενιαίου θεσμού αντιμετώπισης της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη.  Πραγματικά, ήταν αυτές οι διατάξεις που οδήγησαν στην προσθήκη της παραγράφου 3 στο άρθρο 136 ΣΛΕΕ (Απόφαση 2011/199 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου), μέσω της οποίας κατέστη δυνατή η μετέπειτα θεσμοθέτηση του ESM, το 2011.

-Τούτο δε συνέβη όταν έγινε αντιληπτό ότι η κρίση χρέους στην Ελλάδα –που ξέσπασε την άνοιξη του 2010- δεν ήταν ένα μεμονωμένο φαινόμενο και ότι, συνακόλουθα, οι αρχικώς θεσμοθετημένοι ευκαιριακοί μηχανισμοί χρηματοπιστωτικής σταθερότητας («EFSF» και «EFSM») ήταν πλήρως ανεπαρκείς.

-Επομένως, ο «ESM» θεσμοθετήθηκε ως μηχανισμός αλληλέγγυας αντιμετώπισης της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη, προκειμένου να μην οδηγήσει η κρίση αυτή στην διάλυσή της.

Συμπερασματικώς, οι κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 119 επ. ΣΛΕΕ μέθοδοι ελάφρυνσης του χρέους των κρατών-μελών της Ευρωζώνης πρέπει να ερμηνεύονται, με βάση την θεμελιώδη νομικώς τελολογική μέθοδο, όπως απαιτεί η αρχή της Αλληλεγγύης. Ήτοι η αρχή που συγκροτεί το θεμέλιο συνοχής της Ευρωζώνης, έναντι των κινδύνων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην διάλυσή της».