Με τους δανειστές να επιμένουν σε ισοδύναμα μέτρα που θα καλύψουν τις παροχές που είχε εξαγγείλει ο Τσίπρας για τους συνταξιούχους και το ΦΠΑ στα νησιά, αλλά και με τις δεσμεύσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου σχετικά με μείωση συντάξεων εάν κριθεί αναγκαίο, διαμορφώνεται το πολιτικό σκηνικό εντός κι εκτός της χώρας. Πέρα από τα μέτωπα του εξωτερικού με τους εταίρους ο Τσίπρας έχει να αντιμετωπίσει σοβαρά μέτωπο και στο εσωτερικό με τους αντιπολιτευτικούς τόνους να χτυπούν… «κόκκινο». Την ίδια στιγμή οι πιέσεις για την β’ αξιολόγηση είναι ασφυκτικές και το ενδεχόμενο να μην ολοκληρωθεί εγκαίρως μπαίνει στο μικροσκόπιο των κομμάτων της αντιπολίτευσης.

Η επιλογή της κυβέρνησης να μην δώσει στη δημοσιότητα ολόκληρη την επιστολή, παρά μόνο να εκδώσει ενημερωτικό non paper για το περιεχόμενό της, αποδοκιμάστηκε από την αντιπολίτευση. Το αίτημα που διατύπωσαν στελέχη και δυνάμεις της αντιπολίτευσης, όπως ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Άδωνις Γεωργιάδης, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, για δημοσιοποίηση της επιστολής και γνωστοποίηση των δεσμεύσεων που ανέλαβε η Αθήνα έναντι των εταίρων, παραμένει σε ισχύ και αναμένεται να επανέλθει με την… επιστροφή στους «κανονικούς» ρυθμούς της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης επιχείρησε πάντως να διασκεδάσει τις αντιδράσεις, δηλώνοντας ότι «ούτως ή άλλως, τέτοιες επιστολές συνήθως διαρρέουν από τις Βρυξέλλες».

Από την κυβερνητική πλευρά, υπάρχει πάντως ικανοποίηση για το γεγονός ότι θα ξεκινήσει και πάλι η συζήτηση για το ξεπάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, όπως ανακοίνωσε ο επικεφαλής του Eurogroup,  Γερούν Ντάισελμπλουμ.

Ωστόσο το μεγαλύτερο πρόβλημα της κυβέρνησης δεν είναι η πολιτική διαχείριση των δεσμεύσεων που ανέλαβε ο κ. Τσακαλώτος σχετικά με τα ισοδύναμα που θα πρέπει να ληφθούν την άνοιξη, εάν και εφόσον δεν επιτευχθούν οι στόχοι του 2016. Το Μαξίμου έτσι κι αλλιώς θεωρεί ότι δεν υπάρχει πραγματικό θέμα, αφού δεν κινδυνεύουν αυτοί οι στόχοι, όπως και να κλείσει δημοσιονομικά το 2016. Άρα υπό αυτή την έννοια δεν έχει καμία ουσιαστική σημασία τι αναφέρει, για προληπτικούς λόγους, η επιστολή Τσακαλώτου.

Ο πραγματικός πονοκέφαλος για την κυβέρνηση είναι εάν θα προλάβει τις ημερομηνίες για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και εάν ο στόχος της 26ης Ιανουαρίου, όταν και συνεδριάζει ξανά το Eurogroup είναι ακόμη εφικτός. Ο φόβος που εκφράζουν κυβερνητικά στελέχη είναι διπλός: αφενός, μήπως ακραίοι κύκλοι των δανειστών, σαμποτάρουν ουσιαστικά τις διαπραγματεύσεις με στόχο την πολιτική αστάθεια στην χώρα, ου μην και την πτώση της κυβέρνησης. Αφετέρου, μήπως οι καθυστερήσεις που προκύψουν ακόμη και αντικειμενικά πλέον, λόγω των πολιτικών αλλαγών στην Ουάσιγκτον, σχετικά με τον καθορισμό του ρόλου που θα έχει στο ελληνικό πρόγραμμα το ΔΝΤ, εκτροχιάσουν τις συζητήσεις και αναβάλουν τις οριστικές αποφάσεις για αργότερα. Ο χρόνος που διαθέτει πλέον η κυβέρνηση δεν είναι ανεξάντλητος, ως προς το στόχο της ένταξης της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση. Εάν θέλει να προλάβει τις εκλογικές αναμετρήσεις σε Ολλανδία και Γαλλία και επιδιώκει να ενταχθεί στο πρόγραμμα της ΕΚΤ την άνοιξη, πρέπει να κλείσει την αξιολόγηση το αργότερο μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου, πράγμα που αυτή την ώρα δεν φαντάζει διόλου σίγουρο.