Αισιόδοξος ότι θα κλείσει η αξιολόγηση δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας, Χριστόφορος Βερναρδάκης, μιλώντας στον ραδιοσταθμό Real, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η αξιολόγηση βρίσκεται σε καλό δρόμο».

Απαντώντας στο ερώτημα πώς είναι δυνατόν να κλείσει η συμφωνία τη στιγμή που υπαρχουν αντικρουόμενες απόψεις μεταξύ βασικών παικτών, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, λέει ότι χωρίς ΔΝΤ δεν κλείνει το πρόγραμμα και ο διοικητής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, υποστηρίζει ότι χωρίς αυτά που λέει το ΔΝΤ δεν μπαίνουμε στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ο κ. Βερναρδάκης ανέφερε: «Η καθυστέρηση δεν οφείλεται στη χώρα ή στην κυβέρνηση, αλλά σε άλλες δομικές αιτίες που σχετίζονται με τις αρχιτεκτονικές που υπάρχουν... το βασικό θέμα είναι τα εργασιακά , σε όλα τα άλλα μπορεί να υπάρξει συμφωνία... Η συμφωνία πρέπει να κλείσει... θα συμφωνήσουμε με έναν αμοιβαίο τρόπο... διότι όλη αυτή η αλληλοαναίρεση των ευρωπαϊκών πρωταγωνιστών και παραμονής του ΔΝΤ σε ρόλο παρατηρητή θα βοηθούσε τους πάντες. Θα έκανε πιο δύσκολη τη θέση του κ. Σόιμπλε και των Χριστιανοδημοκρατών εν μέσω εκλογών να παραμείνει ανοικτό το ελληνικό πρόβλημα".

Ερωτηθείς σχετικά, ο κ. Βερναρδάκης σημείωσε ότι «η ποσοτική χαλάρωση αυτήν τη στιγμή είναι ένα δευτερεύον ζήτημα. Δεν σημαίνει ότι αν δεν μπούμε τον Μάρτιο δεν υπάρχει ζωή μετά από αυτό... ».

Στην επισήμανση ότι πρόσφατα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, είχε αναφέρει, σε ομιλία του στη Βουλή, ότι αν χάσουμε το ορόσημο του Μαρτίου χάθηκε όλο το χρονοδιάγραμμα για να έχουμε βγει στα μέσα του 2018 στις αγορές, ο υπουργός Επικρατείας τόνισε: «Θα πρέπει να αποφορτίσουμε αυτήν την ημερομηνία. Προφανώς πρέπει να μπούμε και δουλεύουμε για να μπούμε, δεν ακυρώνω αυτήν τη θέση. Και πρέπει να μπούμε και παλεύουμε, προφανώς, για να μπούμε. Δεν νομίζω ότι το βασικό μας πρόβλημα αυτήν τη στιγμή, η βασική μεταβλητή της εξίσωσης είναι αυτή, το ορόσημο του Μαρτίου».

Επίσης, ο κ. Βερναρδάκης επεσήμανε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να νομοθετηθούν εκ των προτέρων πρόσθετα μέτρα, όπως ζητά το ΔΝΤ.

Με αφορμή την έκθεση του ΔΝΤ, στην οποία γίνεται λόγος για μείωση του αφορολόγητου, κατάργηση των φοροαπαλλαγών και παράλληλα μείωση φόρων από 29% σε 19% για τις επιχειρήσεις και για τα φυσικά πρόσωπα από το 45% στο 15% με 20%, ο υπουργός Επικρατείας υπογράμμισε: «Πρέπει να διευρυνθεί η φορολογική βάση. Αυτήν τη στιγμή διαφωνώ με τη μείωση των φόρων. Η φορολογία από το 29% στο 19%, αυτήν τη στιγμή για τις επιχειρήσεις, κυρίως για τις μεγάλες επιχειρήσεις, δεν είναι κάτι το οποίο θα έπρεπε να το συζητήσουμε. Δεν είναι και εφικτό να γίνει, δεν θα απέδιδε, ενισχύει την ανισότητα. Για τα φυσικά πρόσωπα και τους ελεύθερους επαγγελματίες, προφανώς, θα πρέπει να υπάρξει μείωση, δεν το συζητάμε αυτό. Είναι όμως μία άλλη συζήτηση. Στα φυσικά πρόσωπα, στους ελεύθερους επαγγελματίες και στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς υπάρχει μία επιβάρυνση».