Την πεποίθηση ότι υπάρχουν αυτή τη στιγμή οι προϋποθέσεις για την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τα ζητήματα του SLA και των μέτρων-αντιμέτρων, με τους θεσμούς έως το Eurogroup της 20ης Μαρτίου -κάτι που αποτελεί στόχο όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και όλων των εμπλεκόμενων θεσμών- και στη συνέχεια να ανοίξει το μεγάλο θέμα του ελληνικού χρέους και των πρωτογενών πλεονασμάτων ώστε να καταλήξουμε σε μια συνολική συμφωνία, εξέφρασε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό «Alpha 989».

Σημείωσε πως εδώ βρίσκεται και το κρίσιμο σημείο, το οποίο έγκειται στο ότι δεν πρέπει για άλλη μια φορά να γίνει το ίδιο λάθος που γινόταν πολλά χρόνια στο ελληνικό πρόγραμμα, δηλαδή υπό την πίεση του χρόνου και μιας δεδομένης αβεβαιότητας που υπάρχει όταν δεν έχει κλείσει ακόμα η αξιολόγηση, να βιαστούμε και να μεταθέσουμε το πρόβλημα για 2, 3 ,4 ή 5 μήνες μετά. «Αυτή τη στιγμή», τόνισε, «η κεντρική επιδίωξη πρέπει να είναι μια συνολική λύση που θα ανοίξει επιτέλους τον δρόμο για την οριστική έξοδο από τα μνημόνια».

Υπογράμμισε ότι γι' αυτόν τον λόγο χρειάζεται ψυχραιμία και ηπιότητα στους αντιπολιτευτικούς τόνους -ανάγκη που η ΝΔ δεν φαίνεται να συμμερίζεται-, «διότι πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι αυτό που χρειάζεται η ελληνική οικονομία, είναι μια συνολική συμφωνία που επιτέλους θα λύνει τους διάφορους γόρδιους δεσμούς που συνοδεύουν το ελληνικό πρόγραμμα από την αρχή της κρίσης».

Ο κ. Τζανακόπουλος έδωσε την εικόνα για το πού βρίσκονται οι συζητήσεις με τα τεχνικά κλιμάκια που θα συνεχιστούν με τηλεδιασκέψεις: Στις συζητήσεις των προηγούμενων ημερών στην Αθήνα υπήρξε μια σημαντική πρόοδος σε σειρά θεμάτων. Η τεχνική συμφωνία για τις μεταρρυθμίσεις που αφορούν στην περίοδο έως τη λήξη του προγράμματος είναι σχεδόν ολοκληρωμένη με την εξαίρεση των εργασιακών. Από εκεί και πέρα υπάρχει ένα δεύτερο κεφάλαιο που σχετίζεται με τα μέτρα και τα αντίμετρα στο οποίο επίσης έχει συντελεστεί μεγάλη πρόοδος και είναι αυτό που κατά κύριο λόγο θα συζητηθεί τις επόμενες μέρες, ώστε να γεφυρωθούν οι όποιες διαφορές και να μπορέσουμε στο επόμενο Eurogroup να έχουμε μια συμφωνία που θα ανοίγει τον δρόμο για να ανοίξει η συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα για το χρέος και τα πρωτογενή πλεονάσματα.

«Όταν καταλήξουμε σε συμφωνία», σημείωσε, «θα πρόκειται για ένα μείγμα πολιτικών που θα είναι πολύ καλύτερο από αυτό που προσδοκούσαν κάποιοι από την αντιπολίτευση ώστε να δημιουργήσουν πολιτική φθορά στην κυβέρνηση, αλλά και από αυτό που προεξοφλήθηκε από πάρα πολλά ΜΜΕ». Επισήμανε ότι θα υπάρχουν τα μέτρα επιβάρυνσης, αλλά θα υπάρχουν και αντίστοιχα μέτρα ελάφρυνσης, είτε με τη μορφή φορολογικών ελαφρύνσεων είτε με τη μορφή αύξησης των κοινωνικών δαπανών, που θα δημιουργούν ένα δημοσιονομικό μείγμα κοινωνικά βιώσιμο και ισορροπημένο.

«Για το ζήτημα των εργασιακών πρέπει και η Ευρώπη να αναλάβει τις πολιτικές της ευθύνες»

Ως προς τα υπό διαπραγμάτευση ζητήματα και ερωτηθείς εάν αναζητείται μια πολιτική λύση για το εργασιακό, το φορολογικό, τις συντάξεις, ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι η στάση των δανειστών είναι ότι πρέπει να λύνονται σε τεχνικό επίπεδο. Τόνισε ότι, ωστόσο, «ειδικά για το ζήτημα των εργασιακών πρέπει και η Ευρώπη να αναλάβει τις πολιτικές της ευθύνες, με δεδομένο ότι αυτό που ζητά το ΔΝΤ είναι εκτός του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, παραβιάζει τον ευρωπαϊκό χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και επομένως δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά και από την Ευρώπη στο βαθμό που η Ευρώπη θέλει να συνεχίσει να σέβεται τον εαυτό της». Πρόσθεσε ότι «υπό αυτή την έννοια, θα υπάρξουν συζητήσεις σε όλα τα επίπεδα και θα επιδιώξουμε τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις ώστε να υποστηρίξουμε τις θέσεις μας για την ανάγκη αποκατάστασης των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την ανάγκη επαναρύθμισης της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα».

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ερωτήθηκε και για τις σχέσεις με το Βερολίνο και το ΔΝΤ. «Οι σχέσεις μας με τους δανειστές», είπε, «είναι καλές στο πλαίσιο των πολιτικών διαπραγματεύσεων και των θεσμικών σχέσεων που είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε μαζί τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όταν οι απαιτήσεις τους είναι παράλογες ή μη υλοποιήσιμες, δεν θα το δηλώσουμε δημόσια». Επισήμανε επ' αυτού ότι πολλάκις η κυβέρνηση έχει πει δημόσια ότι τόσο το ΔΝΤ σε μια σειρά ζητήματα έχει παράλογες απαιτήσεις, όπως το ίδιο έχει πει και για μια συγκεκριμένη στάση της Γερμανίας.

Κληθείς να σχολιάσει δημοσκοπήσεις, είπε μεταξύ άλλων ότι είναι φυσικό να υπάρχει μια εικόνα φθοράς, δεδομένου ότι η κυβέρνηση εφαρμόζει ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και δεδομένης της αυξημένης αβεβαιότητας λόγω μιας γενικευμένης επίθεσης από την αντιπολίτευση και τα ΜΜΕ. Σημείωσε ότι «όμως όταν η αξιολόγηση κλείσει, όταν υπάρξει μια συνολική συμφωνία, θα δημιουργηθούν οι πολιτικές προϋποθέσεις για την ανατροπή αυτού του πολιτικού κλίματος».

«Όταν αυξάνεται η ένταση, τα πράγματα ποτέ δεν πηγαίνουν προς τη θετική κατεύθυνση»

Αναφορικά με το χθεσινό περιστατικό μεταξύ Ολλανδίας-Τουρκίας και για το εάν μια σύγκρουση ΕΕ-Τουρκίας θα μπορούσε να επιφέρει θετική ή αρνητική εξέλιξη για την Ελλάδα, ο κ. Τζανακόπουλος ήταν κατηγορηματικός: «Όταν αυξάνεται η ένταση, τα πράγματα ποτέ δεν πηγαίνουν προς τη θετική κατεύθυνση», «ποτέ τέτοιου τύπου εντάσεις δεν βγαίνουν σε καλό».

«Εμείς», υπογράμμισε, «έχουμε πάντοτε τοποθετηθεί ότι δεν πρόκειται να ανεχθούμε οποιαδήποτε προκλητική συμπεριφορά εκ μέρους της Τουρκίας και κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας να υπερασπιζόμαστε, αλλά και την ίδια στιγμή να διατηρούμε διαύλους διπλωματικής επικοινωνίας ώστε να αμβλύνουμε τις γωνίες και να προσπαθούμε να δημιουργούμε προϋποθέσεις ήπιου και ψύχραιμου διαλόγου για όλα τα ζήτημα που αφορούν στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας και τα ζητήματα που αφορούν στις σχέσεις Ευρώπης-Τουρκίας».

Σχολίασε πως το κυριότερο σε αυτή τη φάση είναι να πέσουν οι τόνοι και να μην υιοθετείται από τη μεριά των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων -σε μια προσπάθεια να απαντηθεί η άνοδος της ακροδεξιάς- ολόκληρη η ατζέντα της ακροδεξιάς η οποία θέλει και τροφοδοτεί τέτοιου είδους συγκρούσεις.


Ερωτηθείς σχετικά, είπε ότι η Ελλάδα έχει μια δεδομένη γεωπολιτική θέση που είναι εξαιρετικά κρίσιμη για την ΕΕ και αυτό λαμβάνεται προφανώς υπόψη σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση, όμως η κεντρική ιδέα είναι ότι δεν θα πρέπει να προσδοκούμε άμεσα και βραχυπρόθεσμα οφέλη εκμεταλλευόμενοι μια σύγκρουση που κατά πάσα πιθανότητα αν ενταθεί και οξυνθεί θα έχει αρνητικές εξελίξεις για όλους.

Αναφορικά με τη συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για τη διαχείριση του προσφυγικού, τόνισε ότι κύρια επιδίωξη οφείλει να είναι η προστασία της συμφωνίας και η εφαρμογή της από όλες τις πλευρές γιατί αποτελεί και το μοναδικό συνολικό σχέδιο για την αντιμετώπιση του προσφυγικού αυτή τη στιγμή. «Οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη θα δημιουργούσε πάρα πολλά προβλήματα όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Τουρκία και στο σύνολο της Ευρώπης», πρόσθεσε.