H ανάκαµψη που καταγράφει στις τελευταίες δηµοσκοπήσεις η ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη (στην ουσία το ΠΑΣΟΚ, διότι η συνένωση µε τη ∆ΗΜ.ΑΡ. ήταν απλώς επικοινωνιακή τακτική, για να δείχνει ως συσπείρωση σοσιαλιστικών δυνάµεων) φαίνεται ότι διαµορφώνει και την από δω και πέρα στρατηγική του κόµµατος της κ. Γεννηµατά. Στρατηγική που έχει να κάνει µε τις µετεκλογικές εξελίξεις. Πράγµατι, οι απώλειες που σηµειώνει ο ΣΥΡΙΖΑ λόγω των µέτρων δείχνουν ότι το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό των µετακινούµενων από το κυβερνών κόµµα προς άλλα κόµµατα κατευθύνεται στη ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη. Και το γεγονός αυτό έχει συµβάλει στην αναθάρρηση του επιτελείου της Χαριλάου Τρικούπη, το οποίο πιστεύει ότι µπορεί πράγµατι το κόµµα να ανακάµψει. Σηµειώνεται σχετικώς ότι πριν από τις εκλογές του 2015 το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν µεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και υπήρχαν σοβαρές αµφιβολίες αν θα µπορούσε να µπει στη Βουλή, καθώς µάλιστα αµφέβαλλαν τότε για αυτό ακόµη και παλαιά στελέχη, όπως ο Θόδωρος Πάγκαλος και ο Αλέκος Παπαδόπουλος.

Η συνέχεια, όµως, της επιβίωσης και της σταδιακής ανάκαµψης δείχνει, κατά τους επιτελείς της Χαριλάου Τρικούπη, ότι το κόµµα µπορεί να έχασε την παλαιά του αίγλη, αλλά µπορεί να αποτελέσει έναν από τους βασικούς ρυθµιστικούς παράγοντες της πολιτικής ζωής του τόπου, ειδικώς στα χρόνια της εφαρµογής της απλής αναλογικής. Πώς διαµορφώνεται η στρατηγική της επόµενης ηµέρας στο ΠΑΣΟΚ, σε σχέση πάντα µε το πιθανολογούµενο εκλογικό αποτέλεσµα; Στη ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη θεωρούν βέβαιη τη νίκη της Νέας ∆ηµοκρατίας, αλλά χωρίς αυτοδυναµία. Από το σηµείο αυτό αρχίζει και η διαµόρφωση της τακτικής της ∆ηµοκρατικής Συµπαράταξης. Πηγές των «Π» αναφέρουν ότι, κατά τους υπολογισµούς της Χαριλάου Τρικούπη, η Νέα ∆ηµοκρατία θα µπορέσει να κερδίσει 140 έδρες. Αυτό σηµαίνει ότι θα χρειαστούν άλλες 11 τουλάχιστον προκειµένου να καταστεί δυνατόν η εντολή που θα πάρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να µετουσιωθεί σε κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης της Ν.∆.

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ

Στη ∆Η.ΣΥ. (δηλαδή στο ΠΑΣΟΚ) θεωρούν βέβαιο ότι θα είναι το πρώτο κόµµα στο οποίο θα στραφεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως εκπροσωπούν και αυτό τον αστικό χώρο, αλλά και επειδή έχει εµπειρία κυβερνητικής συνεργασίας µε τη Ν.∆. Υπό την έννοια αυτή, η Φώφη Γεννηµατά θα στηρίξει το νικητήριο κόµµα της σηµερινής αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Οµως, συγχρόνως, και για συγκεκριµένους λόγους, η στήριξη θα δοθεί µε έναν συγκεκριµένο όρο, που θα επιβάλει η Φώφη Γεννηµατά (υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι, σε σχέση µε όσα συµβαίνουν στον δικό της πολιτικό χώρο, θα εξακολουθήσει να ηγείται αυτή).

Και ο όρος αυτός θα είναι να ηγείται της συµµαχικής κυβέρνησης άλλος πρωθυπουργός και όχι ο αρχηγός της Νέας ∆ηµοκρατίας! Αυτό το φοβούνται και κάποιοι του δεξιού χώρου... Η τακτική αυτή, εφόσον συνιστά ειληµµένη απόφαση και δεν διαφοροποιηθεί στον χρόνο µέχρι τις εκλογές, υπό την επίδραση άλλων εξελίξεων, επιδέχεται τρεις ερµηνείες.

α) Εν πρώτοις, θα πρόκειται για τη συνέπεια ενός είδους... πολιτικού αταβισµού, δεδοµένου ότι το επίθετο «Γεννηµατάς» δεν συµπαθούσε το επίθετο «Μητσοτάκης». Και η κ. Γεννηµατά θέλει να διατηρήσει την παράδοση αυτής της πολιτικής αντιπαλότητας.

β) Από την άλλη πλευρά, τη συµβουλή αυτή φαίνεται να έχει δώσει στην πρόεδρο της ∆ηµοκρατικής Συµπαράταξης ο στη σκιά ευρισκόµενος σύµβουλός της κ. Λαλιώτης, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος έχει δηµοσίως δηλώσει ότι δεν ανακατεύεται. Το πρώην επιφανές στέλεχος του ΠΑΣΟΚ όλοι γνωρίζουν ότι είναι ένα πολιτικό ον και «ό,τι µικροµάθεις δεν γερονταφήνεις», που έλεγαν και οι παλαιότεροι.

Η τακτική και τα στοιχεία πολιτικής προβοκάτσιας

Πέραν του γεγονότος ότι ο κ. Λαλιώτης έχει παλαιά διένεξη -που είχε πάρει και τη δικαστική οδόµε την οικογένεια Μητσοτάκη και, κατά συνέπεια, ούτε θέλει να ακούσει για µια τέτοια στήριξη, από την άλλη διατυπώνει και την εξής συλλογιστική – που την ενστερνίζονται και άλλοι µέσα στο ΠΑΣΟΚ. Οι δηµοσκοπήσεις δείχνουν ότι ανακάµπτει η ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη -δηλαδή, κατ’ ουσίαν, το ΠΑΣΟΚ-, εποµένως «δεν έχουµε κανέναν λόγο να µην κερδίσουµε και άλλους πόντους από τη δηµιουργία ενός πολιτικού αδιεξόδου», στην περίπτωση που: (i) είτε αυτό οδηγήσει και σε επαναληπτικές εκλογές, µε απλή αναλογική µάλιστα, (ii) είτε ο κ. Μητσοτάκης σχηµατίσει µε άλλους κυβέρνηση, αν δεν δεχθεί τον όρο της Φώφης Γεννηµατά και βρει διέξοδο µε άλλη κυβερνητική συµµαχία. Τότε το ΠΑΣΟΚ θα είναι στην αντιπολίτευση και θα διευρύνει τα ποσοστά του, καθώς στη Χαριλάου Τρικούπη υπολογίζουν ότι τα µέτρα που δεν θα εφαρµόσει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αναγκασµένη -ως εγκλωβισµένη από τις συµφωνίες της σηµερινής κυβέρνησηςνα τα εφαρµόσει η κυβέρνηση της Ν.∆. Κι αυτό θα έχει πολιτικό κόστος, το οποίο θα µπορεί να εκµεταλλευθεί η ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη. (γ) Επιπλέον, ένα άλλο επιχείρηµα του κ. Λαλιώτη είναι ότι το ΠΑΣΟΚ έπεσε σηµαντικά ως προς τα ποσοστά του, επειδή συνεργάστηκε µε κυβέρνηση της Ν.∆. και επιµερίστηκε πολιτικό κόστος για τα µέτρα που ελήφθησαν τότε. Το τι µπορεί να σηµαίνουν αυτά όλοι οι περί τον πολιτικό µας µικρόκοσµο το καταλαβαίνουν, όπως και το τι συνέπειες µπορεί να προκαλέσουν στη χώρα.

Υπό την έννοια αυτή, δεν είναι λίγοι όσοι εκτιµούν ότι η «τακτική Λαλιώτη» έχει και στοιχεία πολιτικής προβοκάτσιας, δεδοµένου ότι η τακτική αυτή µπορεί να αποβεί µοιραία για την κ. Γεννηµατά. Κι αυτό για δύο λόγους: 1) Είτε η απαίτηση να µην είναι πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης (την οποία αυτός δεν θα αποδεχθεί) θα οδηγήσει σε ακυβερνησία, την ευθύνη της οποίας θα επωµισθεί η σηµερινή αρχηγός της ∆Η.ΣΥ. 2) Είτε θα δεχθεί να δώσει, µαζί µε άλλα ενδεχοµένως κόµµατα, στήριξη σε µια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που θα είναι µια ταύτιση που θα επηρεάσει αρνητικά το πολιτικό µέλλον της κ. Γεννηµατά στη συνείδηση της κοινωνίας, που θα έχει αποδοκιµάσει το σηµερινό κυβερνών κόµµα.