Γαβρόγλου: «Ακαδημαϊκοί κανόνες μέχρι τελικής πτώσεως»
Το νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή για την τριτοβάθμια εκπαίδευση υπερασπίστηκε ο υπουργός Παιδείας.
Την υπεράσπιση των ακαδημαϊκών κανόνων που φέρνει το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων για την τριτοβάθμια εκπαίδευση «μέχρι τελικής πτώσεως», προανήγγειλε ο υπουργός, Κώστας Γαβρόγλου, στην εισήγησή του, στην πρώτη, επί της αρχής συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής.
«Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι το νομοσχέδιο αυτό θεσπίζει ένα σύνολο ακαδημαϊκών κανόνων. Η θέση μας είναι: ακαδημαϊκοί κανόνες μέχρι τελικής πτώσεως», τόνισε ο κ. Γαβρόγλου, λέγοντας ότι μετά την ψήφιση του «νόμου Διαμαντοπούλου», τα πανεπιστήμια οδηγήθηκαν σε απορρύθμιση καθώς έλειψαν τα πλαίσια κανόνων. Παράλληλα, κατέκρινε την «προσπάθεια δημιουργίας αρνητικού κλίματος από ορισμένες πλευρές», που άρθρωσαν «έωλη επιχειρηματολογία» κατά του σχεδίου νόμου.
Ο υπουργός κάνοντας μία σύντομη αναφορά στα βασικά σημεία του νομοσχεδίου, ξεχώρισε τη δωρεάν πρόσβαση στα μεταπτυχιακά ατόμων που δεν είναι σε θέση να πληρώσουν δίδακτρα, αλλά και τον καθορισμό των διδάκτρων σύμφωνα με το κόστος λειτουργίας των μεταπτυχιακών, και όχι τη ζήτηση. «Υπάρχουν κάποιες σοβαρές ανορθογραφίες στον χώρο των μεταπτυχιακών», είπε ο κ. Γαβρόγλου «και αμαυρώνουν το κύρος τους. Πρέπει να μπουν κανόνες που θα κάνουν δύσκολη τη συνέχεια της αυθαιρεσίας και εύκολη την ανάδειξη της ουσίας των μεταπτυχιακών σπουδών».
Επίσης, ανέφερε ότι μπαίνουν κανόνες στα θέματα διαφάνειας στη διαχείριση κονδυλίων μέσω ΕΛΚΕ, αλλά και το ότι λύνεται το πρόβλημα δημοκρατίας στη διοίκηση των πανεπιστημίων. «Προτείνουμε να εκλέγονται οι πρυτάνεις ξεχωριστά από τους αντιπρυτάνεις, κάτι που θα κάνει τη διοίκηση πιο αντιπροσωπευτική και ουσιαστική», είπε ο κ. Γαβρόγλου. Εξάλλου, ο υπουργός υπογράμμισε την πρόβλεψη του νομοσχεδίου για τη δημιουργία διετών δομών στα ΑΕΙ για τους αποφοίτους των ΕΠΑΛ, οι οποίες δομές θα μπορούν να δίνουν παρέχουν επαγγελματικά πιστοποιητικά.
Ως προς το ακαδημαϊκό άσυλο, ο κ. Γαβρόγλου τόνισε ότι αυτή τη στιγμή, «τα πανεπιστήμια περιμένουν από την Πολιτεία, αντί να προστατεύουν το άσυλο», ενημερώνοντας ότι για το θέμα της παραβατικότητας στα πανεπιστήμια, στην αρμόδια επιτροπή που θα συσταθεί, θα είναι πρόεδρος ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος.
Εκ μέρους κομμάτων της αντιπολίτευσης (ΝΔ, ΔΗΣΥ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων), εκφράστηκε η αντίθεση στη διαδικασία με την οποία το νομοσχέδιο ήρθε στη Βουλή, κυρίως για τη σύντμηση του χρόνου διαβούλευσής του και το γεγονός ότι 20 άρθρα έγιναν γνωστά την Παρασκευή, που κατατέθηκε το νομοσχέδιο, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση.
Απαντώντας σχετικά, ο κ. Γαβρόγλου εξήγησε ότι η κατάθεση του νομοσχεδίου αποτελεί «κορύφωση των νομοθετικών πρωτοβουλιών για την τριτοβάθμια», που ξεκίνησε από τον Ιανουάριο 2015, ενώ το σχέδιο νόμου αυτό καθεαυτό συζητείται «μήνες τώρα, ήδη από τον Απρίλιο».
Εξάλλου, από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας, η Νίκη Κεραμέως ανέφερε ότι δεν έχουν ακουστεί πειστικές εξηγήσεις από τον υπουργό και επεσήμανε ότι η Εκπαίδευση, για την κυβέρνηση αποτελεί «πεδίο για να ορθώσει τον δήθεν αριστερό της λόγο και να αποδείξει τη δήθεν αριστερή της πολιτική». «Αντί να παρέχονται κίνητρα στα πανεπιστήμια να πάνε εμπρός, το νομοθέτημα τα πηγαίνει πίσω ολοταχώς», είπε η κ. Κεραμέως και διέκρινε ως κύρια χαρακτηριστικά του σχεδίου νόμου τον συγκεντρωτισμό, την υπερ-ρύθμιση, την οπισθοδόρμηση και εσωστρέφεια.
Ακόμη, απαρίθμησε ως «ενδεικτικά πλήγματα» που θα αποφέρει στην εκπαίδευση το σχέδιο νόμου, το «περιοριστικό και έντονα γραφειοκρατικό πλαίσιο» των μεταπτυχιακών προγραμμάτων, την επαναφορά μιας «παρωχημένης αντίληψης» για το άσυλο, την παροχή δυνατότητας ξενόγλωσσων προπτυχιακών μόνο σε συνεργασία με το Διεθνές Πανεπιστήμιο, το οποίο, όπως είπε «διαθέτει μόλις εννέα καθηγητές», την πληγή στο αυτοδιοίκητο των ιδρυμάτων, με την εμπλοκή της πολιτικής ηγεσίες στη λειτουργία των μεταπτυχιακών τους και την κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρυμάτων, και την παράλληλη ίδρυση των Ακαδημαϊκών Συμβουλίων Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας (ΑΣΑΕΕ).
Εκ μέρους της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ο Δημήτρης Κωνσταντόπουλος χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «μπαγιάτικο πλαίσιο ρυθμίσεων», που «δεν μιλάει για σύνδεση των πανεπιστημίων με την οικονομία» και στην ουσία, όπως είπε, «επαναλαμβάνει και τροποποιεί διατάξεις που ήδη υπάρχουν».
«Συζητάμε για τις παθογένειες του χθες, αντί να μιλάμε για τα ιδρύματα του αύριο», ανέφερε επίσης και επέκρινε τον τρόπο ρύθμισης του ασύλου που προβλέπεται στο νομοσχέδιο και τη συμμετοχή των φοιτητών σε ψηφοφορίες θεμάτων που δεν τους αφορούν. Παράλληλα, για τις ρυθμίσεις που αφορούν τους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ), τόνισε ότι «δεν κατοχυρώνουν τη διαφάνεια, ούτε επιτρέπουν την ευελιξία», ενώ τόνισε ότι οι ρυθμίσεις που αφορούν τη μεταλυκειακή εκπαίδευση και το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων χαρακτηρίζονται από προχειρότητα.
Για «ημίμετρα» έκανε λόγο ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, Αντώνης Γρέγος, τονίζοντας ότι το νομοσχέδιο «φωτογραφίζει τις ιδεοληψίες της κυβέρνησης και τις παθογένειες της εκπαίδευσης».
Από την πλευρά του ΚΚΕ, ο Γιάννης Δελλής, απευθυνόμενος στον υπουργό, τόνισε ότι το νομοσχέδιο αποτελεί μία «επικαιροποίηση και καλύτερη προσαρμογή στις σημερινές συνθήκες» των νόμων Γιαννάκου και Διαμαντοπούλου, «μετατρέποντας τους φοιτητές σε πελάτες». «Ομολογείτε ότι το νομοσχέδιο δεν αποτελεί ούτε ριζική κατάργηση, ούτε άρνηση του νόμου 2009, αλλά και του προηγούμενου, νόμου Γιαννάκου, αλλά μετεξέλιξή τους», είπε χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο μήκος κύματος με τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, ο Γιώργος Μαυρωτάς (Το Ποτάμι) και ο Αναστάσιος Μεγαλομύστακας (Ένωση Κεντρώων).
Στον αντίποδα, ο Κώστας Κατσίκης, βουλευτής των Ανεξάρτητων Ελλήνων, τόνισε ότι το σχέδιο νόμου «επί της αρχής, θεσμοθετεί αναγκαίες ρυθμίσεις για τα υπάρχοντα προβλήματα» και ότι «αξιοποιεί τα συμπεράσματα του διαλόγου που έχει προηγηθεί».
Συνοπτικά, επί της αρχής του νομοσχεδίου, υπέρ τάχθηκαν ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, ενώ κατά τάχθηκαν ΝΔ, ΔΗΣΥ, ΧΑ, Ποτάμι, ΚΚΕ και Ένωση Κεντρώων.
Η συζήτηση θα συνεχιστεί σήμερα με την ακρόαση φορέων, ενώ αναμένεται να βρεθεί στην Ολομέλεια της Βουλής, για να ψηφιστεί, τη Δευτέρα, 31 Ιουλίου.