"Ανανέωση για ένα νέο, ενιαίο σοσιαλδημοκρατικό φορέα, που θα ανατρέψει τους συσχετισμούς, θα ρίξει τον ΣΥΡΙΖΑ από την 2η θέση και θα επιβάλλει εθνική συνεννόηση και πολιτική σταθερότητα", προτείνει ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος.

Σε συνέντευξη στην τηλεόραση του Σκάι, ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Δημοκρατικής Συμπαράταξης υποστήριξε αναφορικά με τις διεργασίες στο χώρο της κεντροαριστεράς, "η εκλογή επικεφαλής από την βάση και η ύπαρξη υποψηφιοτήτων είναι πολύ θετικό γεγονός και κινητοποιεί τον κόσμο. Και είναι θετικό γεγονός και η εκδήλωση πρόσθεσης για υποψηφιότητα του κ. Καμίνη, με τη λογική ότι όσο περισσότεροι υποψήφιοι τόσο το καλύτερο", είπε ειδικότερα για την υποψηφιότητα του δημάρχου Αθηναίων. Προσθέτοντας ωστόσο, "αυτή τη στιγμή όμως δεν είναι η ώρα της υποβολής υποψηφιοτήτων. Εγώ θα πάρω ξεκάθαρη θέση και θα τοποθετηθώ τη στιγμή που θα ανοίξει η διαδικασία της υποβολής υποψηφιοτήτων".

Στην ίδια συνέντευξη, ο Θ. Θεοχαρόπουλος ζήτησε "πρώτα να αποφασίσουμε για ορισμένα κρίσιμα θέματα. Επικεφαλής ποιου φορέα, του ενιαίου φορέα ή του πολυκομματικού φορέα; Δεν είναι παρεμπίπτον ζήτημα. Να κλείσουμε αυτά τα ζητήματα, μέχρι τις αρχές του Σεπτέμβρη, να μη βάλουμε ‘το κάρο μπροστά από το άλογο’, και βεβαίως το Σεπτέμβρη θα τοποθετηθώ. Προσωπικά -επεσήμανε- είμαι σταθερά προσηλωμένος, στην ανάγκη ύπαρξης ενός νέου, ενιαίου φορέα, με υπέρβαση των υφισταμένων κομμάτων και κινήσεων, με στόχο να μπορέσουμε πραγματικά να εκφράσουμε το νέο".

"Δεν με ενδιαφέρει μια οριακή αύξηση των ποσοστών του χώρου -αυτή είναι δεδομένη, αλλά δεν λύνει τα προβλήματα σήμερα-. Με ενδιαφέρουν τα προβλήματα της χώρας κι αυτά θα λυθούν αν αυτή η παράταξη, η δική μας η παράταξη, γίνει ισχυρή για να ανατρέψει πολιτικούς συσχετισμούς. Και για να γίνει ισχυρή χρειάζεται πολιτική πρόταση ξεκάθαρη και ταυτοχρόνως χρειάζεται, κατά την άποψή μου, κι ένας πραγματικά νέος και ενιαίος φορέας με επικεφαλής από την βάση", ανέφερε σε άλλο σημείο της συνέντευξης.

Στο θέμα της αξιολόγησης, δήλωσε "αναφανδόν υπέρ", προσθέτοντας: "Σήμερα, το 2017, δεν είναι δυνατόν να μην προχωρά η αξιολόγηση των δημόσιων υπαλλήλων".