Στη Βουλή το προκλητικό νομοσχέδιο Αχτσιόγλου για την αδήλωτη εργασία
Σκληρή κριτική από εργοδότες και εργαζομένους για το πολυνομοσχέδιο
Με το πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας για την αδήλωτη εργασία ανοίγει η «αυλαία» στη Βουλή μετά από διακοπή τριών εβδομάδων, ενώ σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση το εν λόγω νομοσχέδιο θα έχει ψηφιστεί πριν την άνοδο του Πρωθυπουργού στην ΔΕΘ.
Χθες η υπουργός Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου, στο πλαίσιο της ενημέρωσης που τους έκανε για το περιεχόμενο του πολυνομοσχεδίου με τις εργασιακές και ασφαλιστικές ρυθμίσεις άκουσε τις έντονες διαμαρτυρίες των κοινωνικών εταίρων (ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ).
Οι εκπρόσωποι των εργοδοτών και των εργαζομένων φαίνεται ότι χάλασαν τη... φιέστα που ετοίμαζε η υπουργός Εργασίας, ασκώντας σκληρή κριτική στην πολιτική ηγεσία τόσο για το επικοινωνιακό περιτύλιγμα του νομοσχεδίου όσο και για τα εξοντωτικά μέτρα εις βάρος της επιχειρηματικότητας.
Επιφυλακτικοί ως προς την αποτελεσματικότητα του νομοσχεδίου εμφανίστηκαν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για αποσπασματικά μέτρα που εντάσσονται στο πλαίσιο των επικοινωνιακών αναγκών της κυβέρνησης εν όψει της ΔΕΘ.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Θοδωρή Βγενή στην εφημερίδα «Ελευθερία του Τύπου» τη δυσαρέσκειά τους για την αυστηροποίηση του πλαισίου για την αδήλωτη εργασία, τις υπερωρίες και την καθυστερημένη καταβολή των δεδουλευμένων επισήμαναν και οι εκπρόσωποι των εργοδοτών, ζητώντας μάλιστα από το υπουργείο βελτιώσεις στις επίμαχες διατάξεις.
Οπως υπογράμμισε στην υπουργό Εργασίας ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης, τα ένδικα μέσα δεν είναι η μόνη λύση στο πρόβλημα της αδήλωτης και απλήρωτης εργασίας, όταν πράγματι δεν υπάρχουν τα χρήματα για την υποχρέωση καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών. Επισήμανε δε πως η ΕΣΕΕ δεν έχει το δικαίωμα να διαφωνήσει στην επιχειρούμενη ταχύτερη εκδίκαση των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης.
Ο κ. Κορκίδης ζήτησε μείωση των υψηλών ασφαλιστικών εισφορών στους συνεπείς εργοδότες και καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με το εισόδημα του τρέχοντος έτους, αντί του υπολογισμού επί προηγούμενων ετών, που συνήθως δεν συμβαδίζουν με τη μεταβαλλόμενη οικονομική κατάσταση του ασφαλισμένου.