Ο κ. Αλέξης Τσίπρας έχει αναλάβει, ως γνωστόν, συγκεκριµένες δεσµεύσεις έναντι των δανειστών της Ελλάδας και καλείται πλέον να κάνει το «κουµάντο» του στο εσωτερικό της χώρας. Έχει τώρα ενώπιόν του ο κ. πρωθυπουργός µερικούς µήνες εξαιρετικά κρίσιµους για την κυβέρνησή του, καθώς η «σοβαρή δουλειά» που του ζητά µε σαρδόνιο χαµόγελο ο κ. Σόιµπλε θα έχει αναπόφευκτα και σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις. Αυτά σε ό,τι αφορά το εσωτερικό του ελληνικού δράµατος, το οποίο ουδείς ακόµα γνωρίζει πότε και πώς θα πάρει τέλος.

Η κυβέρνηση ιδρώνει προσπαθώντας να βρει βηµατισµό στον όντως δύσκολο ρόλο της ως «µνηµονιακής αριστεράς», ενώ την ίδια ώρα στη θορυβώδη πολιτική σκηνή οι «γραφικότητες» δίνουν και παίρνουν και δεκάδες ρήτορες διαφόρων κοµµατικών χρωµάτων δοκιµάζουν τα ταλέντα τους στην τέχνη του οµιλείν άνευ λέγειν. Όµως, η µικρή, εσωστρεφής Ελλάδα είναι χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, συνεπώς, δεµένη µαζί της όχι µόνο διά δανείων, αλλά και θεσµικά, πολιτικά και πολιτισµικά. Κι αυτό σηµαίνει πως οτιδήποτε συζητείται και βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ευρώπη αναφορικά µε την οργάνωση των κοινωνιών της αφορά ευθέως και τη δική µας χώρα. Αυτό, λοιπόν, που σήµερα αποτελεί το µεγάλο θέµα συζήτησης στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι οι δυνατές προοπτικές για το πέρασµα της Ε.Ε. σε µια «επόµενη Ευρώπη».

Και οι ρίζες του προβλήµατος βρίσκονται στην ακύρωση του γαλλογερµανικού άξονα µετά το 1992, µε «υποχώρηση» της Γαλλίας στο πεδίο της Ένωσης, και στη διογκωµένη οικονοµική δύναµη της Γερµανίας, που οδήγησε σε δυσχερέστατη οικονοµική κατάσταση τις ευρωζωνικές χώρες του Νότου. Η γερµανική οικονοµική ισχύς δεν συνοδεύτηκε από πολιτικό στοχασµό για το µέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε καν για το µέλλον της ίδιας της Γερµανίας (το έλλειµµα πολιτικής σκέψης είναι µια µόνιµη «αναπηρία» των γερµανικών ηγετικών «ελίτ», µια αδυναµία σταθερή, παρότι πολύ ακριβά πληρωµένη δύο φορές στη νεότερη ιστορία των Γερµανών).

Έτσι, η γερµανική αλαζονεία σε µια Ευρώπη γεµάτη οικονοµικά και κοινωνικά προβλήµατα κάτω από τη βαριά σκιά της «παγκοσµιοποίησης» προκάλεσε στην Ευρώπη: α) έναν νέο, έντονο αντι-γερµανισµό, µε εκδηλώσεις µίσους προς το Βερολίνο (το επισηµαίνουν αυτό και µεγάλες συντηρητικές εφηµερίδες σε Βερολίνο και Φρανκφούρτη), β) το «ξύπνηµα» των Παρισίων, που ζητά τώρα έναν ισότιµο συνεταιρισµό µε τη Γερµανία στη διακυβέρνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  

«ΣΤΡΙΜΩΓΜΕΝΗ»

Είναι πράγµατι, «στριµωγµένη» σήµερα η Γερµανία των Μέρκελ -  Σόιµπλε. Οικονοµολόγοι εντός και εκτός Γερµανίας την κατηγορούν ότι θα οδηγήσει σε «έκρηξη» την ευρωζώνη και ενδεχοµένως και την ίδια τη χώρα. Πολλοί σήµερα θυµούνται ότι το 2013 ο Χέλµουτ Σµιτ προειδοποιούσε γι' αυτά τη γερµανική ηγεσία και παραλλήλως επέµενε ότι το Μάαστριχτ θέλει «διορθώσεις». Το ερώτηµα είναι αν η Ελλάδα θα παρακολουθεί από µακριά τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, βυθισµένη στο «µνηµονιακό» πρόβληµά της, ή θα θελήσει να πάρει ενεργά µέρος στους προβληµατισµούς για το µέλλον της Ευρώπης.

Ο διάλογος για το παρόν και το µέλλον της έχει ήδη ξεκινήσει. Και έχει ιδιαίτερη σηµασία το γεγονός ότι στις 14 Σεπτεµβρίου θα συγκεντρωθούν στη Μάλτα οι µη εκτελεστικοί πρόεδροι 13 ευρωπαϊκών χωρών, προκειµένου να συζητήσουν ελεύθερα: α) το ζήτηµα της κοινωνικής Ευρώπης υπό τη σκιά της παγκοσµιοποίησης και β) τις προκλήσεις ασφαλείας στην ευρωµεσογειακή περιοχή.

Στη συνάντηση της Μάλτας θα πάρουν µέρος οι πρόεδροι της Αυστρίας, της Γερµανίας, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας, της Μάλτας, της Σλοβενίας, της Βουλγαρίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Εσθονίας, της Λιθουανίας, της Φινλανδίας και της Ελλάδας. Είναι πλέον βαθιές οι ανησυχίες για το µέλλον αυτής της Ενωµένης (µόνο κατ' όνοµα πλέον) Ευρώπης, των µεγάλων οικονοµικών ανισοτήτων και των κοινωνικών εντάσεων, που αργά και σταθερά συρρικνώνεται δηµογραφικά και αντιµετωπίζει στα εδάφη της το µεγάλο ζήτηµα του µεταναστευτικού κύµατος από την Εγγύς Ανατολή και από τη βόρεια και την υποσαχάρια Αφρική, από όπου το πρόβληµα µπορεί να πάρει τις διαστάσεις µιας µετακίνησης πληθυσµών προς τον ευρωπαϊκό Νότο.

Στη Μάλτα θα διατυπωθούν απόψεις και προτάσεις που θα διαβιβαστούν στις πολιτικές ηγεσίες της Ε.Ε. Προβλέπεται ότι τους τελευταίους µήνες του 2017 θα ξεκινήσουν στην Ε.Ε. «αλλαγές», µε στόχο την ενίσχυση της πολιτικής Ευρώπης, που έχει δραµατικά υποχωρήσει µπροστά στην επιθετική οικονοµική «τεχνολογία» του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος.