Κατασκευάζοντας το αριστερό κέντρο
Την ίδια στιγμή που μία σειρά πολιτικών δυνάμεων προσπαθούν να διεκδικήσουν έναν ακαθόριστα κεντρώο χώρο, το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα έχει αρχίσει να τον καταλαμβάνει με ταχύτατους ρυθμούς.
Για «προοδευτική παράταξη» κάνει λόγο δις σε σημερινό άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξανδρος Τριανταφυλλίδης, έναντι καμίας αναφοράς στην Αριστερά, όπως συνηθίζουν τα μέλη του κυβερνώντος κόμματος. Το δε θέμα της παρέμβασής του, ελάχιστα θυμίζει τα ζητήματα που θα έθετε κάποιο μέλος του αριστερού χώρου, καθώς αποτελεί μια κραυγή αγωνίας για τη διάσωση της ελληνικής γλώσσας(!), προτείνοντας τον ελληνισμό ως αντίδοτο σε «ένα κόσμο πολυπολιτισμικό».
Η ιδιότητα του κ. Τριανταφυλλίδη ως προέδρου της Μόνιμης Ειδικής Επιτροπής της Βουλής του Ελληνισμού της Διασποράς, ενδέχεται να εξηγεί τη θεματολογία του κείμενου. Είναι άλλωστε γνωστό τοις πάσι ότι οι ομογενείς συνήθως έχουν πιο συντηρητικές απόψεις, στον βαθμό που μπορούν να ακμάζουν μέχρι και φαινόμενα σαν τον Αρτέμη Σώρρα στις κοινότητές τους.
Όμως, κώδωνας κινδύνου για την ελληνοφωνία δεν χτύπησε ποτέ από τους κόλπους της Αριστεράς, όποιες κι αν ήταν οι πολιτικές σχέσεις που χρειάστηκε να συνάψει με ειδικές ομάδες. Το ζήτημα όμως δεν είναι κατά πόσο και αν ο Αλέξανδρος Τριανταφυλλίδης ή ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν ξεφύγει από τα όρια της Αριστεράς – αυτό είναι θέμα που αφορά περισσότερο τους ίδιους τους χώρους και τους πολιτικούς επιστήμονες που τους μελετούν.
Το ενδιαφέρον στο κείμενο έχει να κάνει με τη ρητορική, ακόμα κι αν ο ειρμός και οι συνεπαγωγές του βουλευτή δεν έχουν και τη μεγαλύτερη λογική συνέπεια. Στο κόμμα που χωράει ταυτόχρονα εκκλήσεις όπως αυτές του Νίκου Φίλη για την εκκοσμίκευση της παιδείας και αιτήματα όπως αυτά του βουλευτή Τριανταφυλλίδη για «συγκρότηση Διεθνούς Επιτροπής Πρωτοβουλίας για την ενίσχυση και προώθηση της Ελληνικής Γλώσσας» είναι προφανές ότι οι αμφίπλευρες διευρύνσεις εκτείνονται πλέον για τα καλά μέσα στα εδάφη τόσο της Αριστεράς, όσο και της Δεξιάς.
«Αναγκάστηκα, χωρίς να το θέλω, να αποκηρύξω με τις στατιστικές και τα νούμερα στο χέρι μία-μία όλες τις αρχές του μαρξισμού» είχε γράψει κάποτε ο Γιώργος Θεοτοκάς, ιστορική φιγούρα της κεντρώας σκέψης. Οι ομοιότητες με τη ρητορική του μετα-μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ είναι προφανείς. Τα δε υλικά που έχει στη διάθεσή του το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα είναι ιδανικά γι’ αυτή την ατζέντα: μία «μεγάλη αφήγηση» (ακόμα κι αν αυτή κατέληξε σε ήττα), ένα επικοινωνιακό αβαντάζ, μία επίφαση αναδιανομής μαζί με έναν νεότευκτο «ορθολογισμό» και μία κομματική σύνθεση που υπερβαίνει την «παραδοσιακή διχοτόμηση Αριστεράς-Δεξιάς» (όπως θα έλεγαν κάποιοι), αντλώντας στελέχη απ’ όλα σχεδόν τα πολιτικά στρατόπεδα και ικανοποιώντας αιτήματα απ’ όλο το φάσμα των κοινωνικών ομάδων.
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά ανταποκρίνονται σε κάθε δυνατή αντίληψη του τι θα μπορούσε να συνιστά με ρεαλιστικούς όρους το πολιτικό Κέντρο. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι η ίδια η αντίληψη ενός μεσαίου χώρου που μπορεί να διαμεσολαβήσει τις κοινωνικές συγκρούσεις εξομαλύνοντάς τες, αποτελεί μεν στην Ελλάδα παράγωγο δημοκρατικών μεταλλάξεων της Δεξιάς, όπως αυτές κυοφορήθηκαν μέσα στον βενιζελικό φιλελευθερισμό, αλλά διεθνώς γεννήθηκε ως αιτία διαζυγίου της σοσιαλδημοκρατίας με την Αριστερά. Για κάποιον ανεξήγητο –ή όχι και τόσο- λόγο, παραδοσιακά το τιμόνι της πολιτικής διαχείρισης βρίσκει πιο εύκολη τη δεξιόστροφη κίνηση.
Την ίδια όμως στιγμή που ο Αλέξανδρος Τριανταφυλλίδης δείχνει με μία ήσσονος σημασίας παρέμβαση αυτή την κατάληψη του Κέντρου από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, στα πρώτα θέματα της επικαιρότητας συνεχίζει να βρίσκεται επ’ αφορμή του χθεσινού ντιμπέιτ, ο ανταγωνισμός των υποψηφίων για την ηγεσία του νέου προοδευτικού φορέα. Εκεί για άλλη μια φορά, τόσο το πλήθος, όσο και η αδυναμία των υποψηφίων να τραβήξουν διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους, αλλά και με την επίσης αντιπολιτευόμενη Νέα Δημοκρατία, δείχνουν ότι ο κεντρώος ΣΥΡΙΖΑ έχει προκαλέσει μία βαθιά κρίση στις προϋπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις.
Μία επιτυχημένη κεντροαριστερά στην εποχή της επιτροπείας θα εκτεινόταν από εκσυγχρονιστικές τομές σε ζητήματα δικαιωμάτων για το μισό κοινό της, μέχρι την τόνωση του εθνικού φρονήματος για το άλλο μισό. Εκτός απ’ το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να έχει προλάβει αυτή την ατζέντα, οι αναφορές του Αλέξανδρου Τριανταφυλλίδη στην «προοδευτική παράταξη» δείχνουν ότι πλέον έχει αρχίσει να οικειοποιείται μέχρι και το λεξιλόγιο.