Συζητήσεις και αρκετά ερωτήματα προκάλεσε η πολυαναμενόμενη παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, την ημέρα που γίνεται η ψηφοφορία επί της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία εναντίον της κυβέρνησης με αφορμή τη συμφωνία με την πΓΔΜ για το ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας.

Πολλοί περίμεναν μία μακροσκελή παρέμβαση από τον Κώστα Καραμανλή, ακόμα και on camera, με την τελική σύντομη παρέμβαση να τους απογοητεύει σε πρώτη φάση. Οι παρατηρητικοί δε σχολίαζαν ότι δεν ήταν κάτι παραπάνω από μία μόνο περίοδο.

Μία προσεκτική ανάγνωση όμως της παρέμβασης αποδεικνύει ότι η παραπομπή στην ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη αρκεί αφενός για να αποτυπώσει πλήρως τη θέση του, η οποία δεν έχει αλλάξει από την εποχή που έθεσε το ιστορικό βέτο στο Βουκουρέστι, και αφετέρου για να «αδειάσει» την κυβέρνηση στον τρόπο με τον οποίον έχει χειριστεί το σύνολο της διαπραγμάτευσης αυτούς τους μήνες.

«Στόχος μας ήταν και είναι μια συμφωνία που θα απαντούσε οριστικά στη λογική του Στάλιν και του Τίτο που αποτυπωνόταν στη θεωρία του Μακεδονισμού στα Βαλκάνια, που πηγάζει από τα γεγονότα του Ίλιντεν. Αλλά και μία συμφωνία που θα απαντούσε στις ήδη απαξιωμένες διεθνώς γραφικότητες με την καπηλεία της αρχαίας κληρονομιάς και των αγαλμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στην ιθαγένεια, όμως, η πάγια ελληνική θέση, τουλάχιστον μέχρι πριν λίγες μέρες, ήταν ότι έπρεπε να περιγραφεί ως «πολίτες της τάδε χώρας», με το ισχυρό επιχείρημα ότι πρόκειται για πολυπολιτισμική χώρα και η ιθαγένεια οφείλει να εκφράζει όλες τις εθνοτικές ομάδες»

Στην παραπάνω αποστροφή της ομιλίας της Ντόρας Μπακογιάννη περιλαμβάνεται ο βασικός πυρήνας της κατεύθυνσης της πολιτικής που ακολουθούσε η κυβέρνηση Καραμανλή το 2008. Οι κατευθύνσεις αυτές εγκαταλείφθηκαν στην τωρινή διαπραγμάτευση. Από τη μία υπάρχουν θολά σημεία στο ζήτημα της ιθαγένειας με την αναφορά «Μακεδόνας/πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας». Παράλληλα νομιμοποιεί σε έναν βαθμό την προσπάθεια καπηλείας της αρχαίας κληρονομιάς από τη στιγμή που επιμερίζει τον ιστορικό χώρο της Μακεδονίας με την αναφορά της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας, αφήνοντας χώρο για αρχαία “κάτι άλλο” Μακεδονία. Στα δύο αυτά στοιχεία προστίθεται και η γλώσσα, καθώς όπως ανέφερε η πρώην υπουργός, η γλώσσα και η ταυτότητα ήταν τα δύο στοιχεία στα οποία επέμεναν ανέκαθεν οι Σκοπιανοί.

Ο Κώστας Καραμανλής αναφέροντας ότι υπάρχουν «ουσιώδεις διαφορές της από την πολιτική και την τακτική της σημερινής κυβέρνησης» ουσιαστικά «αδειάζει» πανηγυρικά την κυβέρνηση για τον τρόπο που χειρίστηκε το σύνολο της διαπραγμάτευσης.

«Πρώτον να μη γίνει το Σκοπιανό θέμα εσωτερικής αντιπαράθεσης» και δεύτερον να δημιουργηθεί εθνικό μέτωπο. «Γι' αυτό ενημέρωσα όλους του πολιτικούς αρχηγούς, πριν ξεκινήσουμε τη διεθνή εκστρατεία ενόψει του Βουκουρεστίου. Γι' αυτό παρουσιάσαμε την πρότασή μας στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Γι' αυτό καταθέσαμε το σχέδιό μας στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, με πρόεδρο, μάλιστα, κατά ιστορική ειρωνεία, τον κ. Καμμένο. Εκεί εξασφαλίσαμε τη σύμφωνη γνώμη όλων των κομμάτων, εκτός βεβαίως του ακραίου ΛΑΟΣ. Επρόκειτο, άλλωστε, για θέμα μέγιστης συναισθηματικής φόρτισης που εύκολα θα μπορούσε να διχάσει τον ελληνικό λαό».

Ταυτιζόμενος με τα παραπάνω λόγια της Ντόρας Μπακογιάννη, ο πρώην πρωθυπουργός καταδεικνύει τα σοβαρά προβλήματα που παρουσιάζει ο τρόπος που χειρίστηκε τη διαπραγμάτευση η κυβέρνηση. Εν κρυπτώ, χωρίς να ενημερώσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης για τις προτάσεις ή έστω την εξέλιξη των διαπραγμάτευσεων. Παράλληλα η ρητορική της κυβέρνησης καταδεικνύει ότι υπήρχε και υπάρχει πρόθεση να χρησιμοποιηθεί το Σκοπιανό για μικροπολιτικούς σκοπούς. Για να διχαστεί η Νέα Δημοκρατία και να διαλυθεί το Κίνημα Αλλαγής. Πλήρης εργαλειοποίηση δηλαδή ενός εθνικού θέματος.