«Πρώτα η Ελλάδα» το δόγμα του Μητσοτάκη στο δρόμο προς τις εκλογές
Με συνταγή Μακρόν φαίνεται ότι κινείται ο πρόεδρος της Νέας ∆ηµοκρατίας
Στο δόγµα «Πρώτα η Ελλάδα» κτίζει τη στρατηγική της Νέας ∆ηµοκρατίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην πορεία προς τις επόµενες εκλογές, που φαντάζουν κοντά λόγω των έντονων εσωκοµµατικών προβληµάτων των ΑΝ.ΕΛ. Ο συγκεκριµένος χαρακτήρας της «γαλάζιας» στρατηγικής αποτυπώνεται στο γεγονός ότι ο αρχηγός της αξιωµατικής αντιπολίτευσης τοποθετεί ψηλά στην ατζέντα του και πάνω απ’ όλα την εξυπηρέτηση του εθνικού συµφέροντος σε όλα τα κεντρικά πολιτικά ζητήµατα. Στην κατεύθυνση αυτή, ξεκαθάρισε εντός και εκτός Ελλάδος ότι το κόµµα του δεν θα υπερψηφίσει τη συµφωνία για το Σκοπιανό, είτε έρθει από την παρούσα κυβέρνηση στη Βουλή είτε επιλέξουν Τσίπρας Καµµένος να «δραπετεύσουν» χωρίς να την κυρώσουν και να πετάξουν την «καυτή πατάτα» στην κυβέρνηση της Ν.∆. Και αυτό γιατί θεωρεί ότι η συµφωνία Τσίπρα-Ζάεφ «εκχωρεί την ουσία του αλυτρωτισµού, που είναι η εθνότητα και η γλώσσα». Παράλληλα, άσκησε κριτική για τη λύση που δόθηκε στο ζήτηµα του χρέους, καθώς «φορτώνει τη χώρα µε ένα τέταρτο Μνηµόνιο».
Ο πρόεδρος της Ν.∆. τονίζει σε κάθε ευκαιρία ότι η µείζονα προτεραιότητά του είναι το καλό της Ελλάδας, σε αντίθεση µε τον Αλέξη Τσίπρα, τον οποίο η Πειραιώς κατηγορεί ότι απεδείχθη ο καλύτερος «µαθητής» της τρόικας. Αντίστοιχη στρατηγική έχει υιοθετήσει ο Γάλλος πρόεδρος, Εµανουέλ Μακρόν, βάζοντας πάνω απ’ όλα τα συµφέροντα της Γαλλίας, ενώ και η Γερµανίδα καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, αν και πριν από λίγα χρόνια προσκαλούσε τους πολιτικούς πρόσφυγες στη Γερµανία, τώρα συµφώνησε µε τον χριστιανοκοινωνιστή κυβερνητικό εταίρο της, Χορστ Ζεεχόφερ, να στείλει πίσω τους µετανάστες που µπήκαν παράνοµα τον τελευταίο χρόνο στη Γερµανία. Υπενθυµίζεται ότι το σύνθηµα «Πρώτα η Αµερική» έστειλε τον Ντόναλντ Τραµπ στον Λευκό Οίκο και η ελπίδα να ξαναγίνει η Ιταλία σηµαντική οικονοµική δύναµη ανέδειξε σε κυβερνητικούς εταίρους τα Πέντε Αστέρια και τη Λέγκα στη γειτονική χώρα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, βέβαια, όπως υπογραµµίζουν στη Ν.∆., δεν υιοθετεί τις πρακτικές τύπου Ορµπαν του άσκησε κριτική στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόµµα. Ολα δείχνουν, όµως, ότι η Ν.∆. µπαίνει σε φάση ενός σχετικού αναθεωρητισµού ως προς το πώς θα προσεγγίζει πολιτικά και κοινωνικά τα µείζονα θέµατα. Η νέα στρατηγική δεν σηµαίνει ότι ο κ. Μητσοτάκης θα αναπτύξει «πολεµική» µε τους Ευρωπαίους εταίρους. Η Ν.∆. ανήκει στη µεγαλύτερη οµάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόµµατος και επιζητεί τη στήριξή της. Ωστόσο, όπως τονίζουν στην Πειραιώς, ο πρόεδρος της Ν.∆. είναι αποφασισµένος να ορθώνει τη φωνή του σε ό,τι θεωρεί προβληµατικό για τον πυρήνα των εθνικών προτεραιοτήτων της Ελλάδας. Με το σύνθηµα «Πρώτα η Ελλάδα», η Ν.∆. δίνει τη µάχη της αυτοδυναµίας που θα της επιτρέψει να αλλάξει τον εκλογικό νόµο, καταργώντας την απλή αναλογική. Ταυτόχρονα, επιχειρεί να βάλει φρένο στη δηµιουργία ενός κόµµατος στα δεξιά της, που θα εξυπηρετούσε τους σχεδιασµούς του Μαξίµου. Το ερώτηµα που θέτουν βουλευτές της Ν.∆. είναι «τι περιθώρια υπάρχουν για ένα τέτοιο δεξιό κόµµα, όταν ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει ότι δεν θα ψηφίσει ούτε θα κυρώσει τη συµφωνία για το Σκοπιανό;». Η ατζέντα Μητσοτάκη δεν αφήνει παράθυρα για φυγόκεντρες οµάδες, όπως τονίζουν.
Εκλογές, μείωση φόρων και επενδύσεις στο προσκήνιο
Την ανάγκη να γίνουν εκλογές «το συντοµότερο δυνατόν» για να υπάρξει πολιτική αλλαγή και µια κυβέρνηση της Ν.∆. να εφαρµόσει το µεταρρυθµιστικό σχέδιό της, ώστε η οικονοµία να επανέλθει σε διατηρήσιµους ρυθµούς ανάπτυξης, που θα εξασφαλίζουν ευηµερία στους Ελληνες και δυνατότητα σταθερής χρηµατοδότησης από τις αγορές, επισήµανε ο πρόεδρος της Ν.∆., Κυριάκος Μητσοτάκης, στις επαφές που είχε στο Βερολίνο, την Τετάρτη. Στο γερµανικό υπουργείο Οικονοµικών, όπου η γραφειοκρατία παραµένει προσηλωµένη στη σκληρή «σχολή Σόιµπλε», είχε τετ-α-τετ πάνω από µία ώρα µε τον υπουργό Ολαφ Σολτς. Η γραµµή από την πλευρά του Βερολίνου ήταν η ίδια µε αυτήν µε την οποία εµφανίστηκε ο Βόλφγκανγκ Σόιµπλε, έναν χρόνο πριν, στον πρόεδρο της Ν.∆. «Οι ελληνικές κυβερνήσεις πρέπει να τιµούν την υπογραφή τους και να αναγνωρίζουν ότι το κράτος έχει συνέχεια», ανέφεραν γερµανικές διπλωµατικές πηγές. Μητσοτάκης και Σολτς µίλησαν περισσότερο για το µέλλον παρά για το παρελθόν, όπως έγινε γνωστό.
«∆εν είµαστε εδώ για να ζητάµε δανεικά ως επαίτες, αλλά για να αναζητήσουµε επενδυτικές ευκαιρίες», ήταν το µήνυµα που έστειλε στους συνοµιλητές του ο πρόεδρος της Ν.∆. Την πρόσκληση «ελάτε να επενδύσετε στην Ελλάδα» απηύθυνε και στις συναντήσεις που είχε µε τους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους των ΧριστιανοδηµοκρατώνΧριστιανοκοινωνιστών και των Φιλελευθέρων. Τους έδειξε τους τοµείς υψηλής προστιθέµενης αξίας, όπως είναι ο τουρισµός, οι ανανεώσιµες πηγές ενέργειας και οι υποδοµές µεταφορών. «Η δέσµευσή µου για τις µεταρρυθµίσεις είναι ένα συµβόλαιο αλήθειας που συνάπτω µε τον ελληνικό λαό», τόνισε.
Ο Κ. Μητσοτάκης θέλει να κερδίσει για τον ίδιο και την Ελλάδα την εµπιστοσύνη των εταίρων, µε τον αέρα του επόµενου πρωθυπουργού, όπως τον δείχνουν οι δηµοσκοπήσεις. «Από τη γλώσσα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και του “Ρουβίκωνα” µέχρι τη γλώσσα των επενδυτών η απόσταση είναι µεγάλη», τόνισε, καταδεικνύοντας στους Γερµανούς αυτό που θεωρεί συγκριτικό πλεονέκτηµά του έναντι του κ. Τσίπρα, αλλά και της Ν.∆. έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ίδιος εστίασε στις µειώσεις των φόρων. «∆εν υπάρχει κανείς συνοµιλητής µου που να του έχω θέσει το θέµα αλλαγής του µείγµατος φορολογικής πολιτικής και να έχει εκφράσει τεκµηριωµένη αντίδραση», ήταν το σχόλιό του. «∆ουλεύουµε 196 µέρες τον χρόνο για να πληρώνουµε φόρους και εισφορές και να έχουµε υπηρεσίες τύπου Πολάκη, Τόσκα, Γαβρόγλου. Εµείς θέλουµε χαµηλότερους φόρους και καλύτερες υπηρεσίες». Οποιος δηµοσιονοµικός χώρος προκύψει, θα πάει κατά 80% σε µείωση φόρων και κατά 20% σε στοχευµένες κοινωνικές παροχές, όπως είναι η αύξηση του ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος και η είσοδος όλων των παιδιών στους παιδικούς σταθµούς, είναι η δέσµευσή του. Εµµέσως, έθεσε θέµα επαναδιαπραγµάτευσης των πρωτογενών πλεονασµάτων που αποφασίστηκαν για 3,5% έως το 2022 και, κυρίως, για 2,2% έως το 2060, όταν καµία χώρα στον κόσµο δεν µπορεί να δώσει τέτοιες εγγυήσεις, αλλά τις αποδέχθηκε η κυβέρνηση Τσίπρα-Καµµένου.
*Το ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 30 Ιουνίου 2018.