Η μεγάλη φυγή των ψηφοφόρων
Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών
Οι δηµοσκοπήσεις των τελευταίων µηνών δείχνουν ότι η αδιευκρίνιστη ψήφος, που συνιστά ένα εξαιρετικά κρίσιµο εκλογικό µέγεθος, έχει αγγίξει ακόµη και το 21%. Μετά τις φονικές πυρκαγιές στην Ανατολική Αττική, µάλιστα, το µέγεθός της έχει αυξηθεί, όπως φαίνεται από τις κυλιόµενες µετρήσεις, ενώ ένα µεγάλο µέρος των αναποφάσιστων αποστρέφονται πλέον τα δυο κυβερνητικά κόµµατα. Το ζητούµενο των αναλύσεων είναι πόσοι αναποφάσιστοι και επί πόσο χρονικό διάστηµα παραµένουν στην κατάσταση αυτή ισχυριζόµενοι ότι δεν έχουν καταλήξει στις επιλογές τους. Επίσης, προς τα πού θα κινηθούν όταν αποφασίσουν να φύγουν από την προεκλογική «τάξη» των αναποφάσιστων.
Οι περισσότερες εκτιµήσεις των δηµοσκόπων συγκλίνουν στο ότι στους αναποφάσιστους µπορεί να περιλαµβάνεται, αναλογικώς, ένα σηµαντικό κοµµάτι του εκλογικού σώµατος, όµως αυτοί οι αναποφάσιστοι δεν είναι και απροσδιόριστοι. Είναι ψηφοφόροι µε σαφή άποψη και πολιτικά χαρακτηριστικά, απλώς τη συγκεκριµένη στιγµή, για διάφορους λόγους, δεν έχουν αποφασίσει για την τελική τους επιλογή. Από την άλλη πλευρά, ισχύει και η εξής εκδοχή, διαπιστωµένη και στα εκλογικά αποτελέσµατα: είναι ψηφοφόροι που µπορεί να έχουν εγκαταλείψει το κόµµα το οποίο είχαν ψηφίσει, αλλά καλύπτουν πίσω από την ταµπέλα του αναποφάσιστου την πρόθεσή τους να µην αποκαλύψουν την κοµµατική τους µεταστροφή. Πολύ περισσότερο, µάλιστα, αφού η αποκάλυψη των νέων κοµµατικών προτιµήσεών τους µπορεί να εκληφθεί και ως οµολογία της προτέρας πλάνης τους.
Ενα πρώτο παράδειγµα αυτής της πραγµατικότητας είναι ότι παρατηρείται µια τάση των παλαιότερων ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, που τον Σεπτέµβριο του 2015 είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ -επαναλαµβάνοντας την επιλογή του Ιανουαρίου του ιδίου έτους-, να µετακινούνται, σε πολύ σηµαντικό ποσοστό, προς τη Νέα ∆ηµοκρατία. Ή, εν πάση περιπτώσει, παρατηρείται µια γενική δηµοσκοπική τάση εγκατάλειψης του ΣΥΡΙΖΑ, ανεξαρτήτως του πού µπορεί να κατευθυνθούν τελικώς οι αναποφάσιστοι ψηφοφόροι και αυτοί που γενικώς συνθέτουν τη λεγόµενη αδιευκρίνιστη ψήφο.
Η ψυχολογική οπτική
Το κλειδί για να προσεγγίσει κανείς τους αναποφάσιστους -σύµφωνα µε δηµοσκόπο - και να επιχειρήσει να κάνει κάποια εκτίµηση για το πώς θα ψηφίσουν είναι να τους κατατάξει σε συγκεκριµένη ψυχολογική κατηγορία. Αν ανήκουν σε αυτή των απογοητευµένων ή των οργισµένων. Και αυτό διότι: α) η οργή οδηγεί σε άλλο κόµµα, β) η απογοήτευση τροφοδοτεί την αναποφασιστικότητα. Ειδικότερα, αν κυριαρχήσει, τελικώς, το συναίσθηµα της απογοήτευσης στους αναποφάσιστους, δεν θα είναι έκπληξη αν δούµε µεγάλα ποσοστά αποχής! Αν το συναίσθηµα της απογοήτευσής τους αµβλυνθεί, ενδεχοµένως οι αναποφάσιστοι να κατευθυνθούν σε κόµµα που γεννά την προσδοκία της σταθερότητας. Σε αυτήν την περίπτωση, η Νέα ∆ηµοκρατία θα δεχθεί την πλειονότητα των αναποφάσιστων.
Να θυµίσουµε σχετικά ότι σε προηγούµενη ανάλυση των «Π» για τα συναισθήµατα που διακατέχουν σήµερα την ελληνική κοινωνία κυριαρχούσαν σε πολύ µεγάλα πλειοψηφικά ποσοστά η ανησυχία και ο φόβος και η οργή, που εντάθηκαν µετά τις φονικές πυρκαγιές. Σε σχέση µε τα παραπάνω, έχουν σηµασία τα στοιχεία της εταιρείας Pulse για το πώς είχαν κινηθεί οι αναποφάσιστοι στις τελευταίες εκλογές. Είναι µια εικόνα που στις άλλες εκλογές, σύµφωνα µε τις δηµοσκοπικές τάσεις, µπορεί να αναστραφεί υπέρ της Ν.∆. Συγκεκριµένα, προς τον ΣΥΡΙΖΑ είχε πάει το 31%, προς τη Ν.∆. ένα 6%, προς τη Χρυσή Αυγή ένα 5%, προς τη ∆ηµοκρατική Συµπαράταξη ένα 4%, προς το ΚΚΕ ένα 3%, προς το Ποτάµι ένα 7%, προς τους ΑΝ.ΕΛ. ένα 6% και προς την Ενωση Κεντρώων ένα 3%. Να σηµειώσουµε ότι στην τελευταία αυτή έρευνα της εταιρείας Pulse η αδιευκρίνιστη ψήφος ανιχνευόταν στο 21%. Σε τελευταία δηµοσκόπηση της Rass οι µετακινή σεις από τον ΣΥΡΙΖΑ ανέρχονταν σε 40,7% και όσον αφορά στην αδιευκρίνιστη ψήφο αυτή ήταν σε ποσοστό 16,6%. Ποσοστό 5,4% θα ψήφιζε άλλο κόµµα. Ακυρο και λευκό ένα 4,1%.
Σε προηγούµενη έρευνα της ίδιας εταιρείας (τον Μάρτιο) οι µετακινήσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ ανέρχονταν σε 41,3%, µε την αδιευκρίνιστη ψήφο να είναι στο 15,2% και το «άλλο κόµµα» στο 5,6%. Προς άκυρο - λευκό κατευθυνόταν ένα 3,8%. Παρατηρείται, µε άλλα λόγια, ότι σε διάστηµα τριών µηνών (Μάρτιο µε Ιούνιο) οι αναποφάσιστοι του ΣΥΡΙΖΑ είχαν αυξηθεί κατά 1,4%. Η πολύ χαµηλή µέχρι σήµερα συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αποδοθεί στο γεγονός ότι, έναντι των άλλων κοµµάτων, είναι αυτό στο οποίο διαπιστώνεται το µεγαλύτερο ποσοστό αναποφάσιστων. Στην τελευταία δηµοσκόπηση της Pulse και µε συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ στο 50% η αδιευκρίνιστη ψήφος που προερχόταν από το κυβερνών κόµµα έφτανε στο 18% έναντι 4% της αδιευκρίνιστης ψήφου που προερχόταν από ψηφοφόρους της Ν.∆.
Το βασικό και πάγιο επιχείρηµα που προβάλλεται από την Κουµουνδούρου είναι ότι, ενώ η Νέα ∆ηµοκρατία έχει «πιάσει ταβάνι», όπως υποστηρίζουν, όσον αφορά στη συσπείρωσή της, αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ακόµη περιθώρια ανάκαµψης, κυρίως από τη δεξαµενή των αναποφάσιστων που προέρχονται από αυτόν, µια δεξαµενή µεγαλύτερη από την αντίστοιχη των άλλων κοµµάτων! Αντίλογος στο επιχείρηµα αυτό είναι ότι, σε δύο εκλογικές αναµετρήσεις που έχουν προηγηθεί, ψήφισαν και Νεοδηµοκράτες ψηφοφόροι τον ΣΥΡΙΖΑ, την πολιτική του οποίου όµως γνώρισαν στα τριάµισι χρόνια αριστερής διακυβέρνησης που ακολούθησαν. Οι ψηφοφόροι αυτοί, αν συγκαταλέγονται στους αναποφάσιστους, είναι ευκολότερο να επαναπατριστούν στο κόµµα από το οποίο προέρχονται µετά και την τραγική εµπειρία που έζησαν µε αριστερή διακυβέρνηση, ενώ έχουν τη δυνατότητα να κάνουν και συγκρίσεις µε τη νεοδηµοκρατική διακυβέρνηση, την οποία εσφαλµένως είχαν αποδοκιµάσει, όπως αποδεικνύεται εν τη πράξει, τελικώς.
Τα Μνηµόνια, το Σκοπιανό και οι φωτιές
Σημαντικά στοιχεία που πρέπει να συνεκτιµηθούν στην όποια απόπειρα πρόβλεψης για την τελική κατεύθυνση των αναποφάσιστων -και πάντως στην εγκατάλειψη από αυτούς του ΣΥΡΙΖΑ- είναι τα εξής:
1. Τα τριάµισι χρόνια της αριστερής διακυβέρνησης, που εφάρµοσε την πιο σκληρή µνηµονιακή πολιτική και έχει πλήξει πρώτιστα την πολυπληθή µεσαία τάξη, δηλαδή την αστική. Πράγµα που σηµαίνει ότι είναι πολύ µεγάλες οι πιθανότητες να είναι η ψήφος τους ψήφος οργής. Και εποµένως αποδοκιµασίας της κυβέρνησης.
2. Επιπλέον, υπήρξε πολύ µεγάλη διάψευση προσδοκιών, διότι άλλα υποσχέθηκε και άλλα έκανε. Και συνεχίζει µέχρι και την τελευταία στιγµή να µοιράζει φρούδες ελπίδες, όπως στην περίπτωση της περικοπής των συντάξεων, για την εφαρµογή των οποίων είναι κάθετοι οι θεσµοί και ο αρµόδιος κ. Χουλιαράκης έστειλε ήδη σχετική εγκύκλιο συµµόρφωσης στα ασφαλιστικά ταµεία.
3. Η απόρριψη σε πολλές γεωγραφικές περιοχές της επικράτειας της πολιτικής που έχει εφαρµόσει η κυβέρνηση από µεγάλο τµήµα του πληθυσµού, διότι τις έθιξε. Ειδικότερα, στη Βόρεια Ελλάδα ο πληθυσµός είναι έξαλλος µε τον τρόπο µε τον οποίο «έκλεισε» το Σκοπιανό, όταν µάλιστα στην ευρύτατη αυτή περιοχή θεωρούν ότι η δική τους ταυτότητα δόθηκε στους Σκοπιανούς. Επίσης, στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου λόγω της πολιτικής της πρόθυµης κυβέρνησης να εξυπηρετήσει τους Ευρωπαίους και ιδιαίτερα το Βερολίνο. Μιας πολιτικής που έχει αλλoιώσει την πληθυσµιακή σύνθεση των νησιών αυτών, ενώ έχει ανατρέψει και τις οικονοµικές, πολιτισµικές και κοινωνικές συνθήκες εκεί. Παράλληλα, στην Πελοπόννησο, όπου ο πληθυσµός διακρίνεται για τα εθνικοπατριωτικά χαρακτηριστικά του, µε αποτέλεσµα να υπάρχει ταύτιση των απόψεών του ως προς τη συµφωνία των Πρεσπών µε αυτήν των κατοίκων της Βόρειας Ελλάδας.
4. Οι φονικές πυρκαγιές στην Ανατολική Αττική, τα λάθη και οι παραλείψεις της κυβέρνησης και η προσπάθεια από το Μέγαρο Μαξίµου να αµβλυνθούν επικοινωνιακά οι αρνητικές εντυπώσεις προκάλεσαν απογοήτευση και οργή στην κοινή γνώµη του λεκανοπεδίου µε αποτέλεσµα δηµοσκοπήσεις - σύµφωνα µε το προηγούµενο φύλλο των «Π»-να καταγράφουν τον ΣΥΡΙΖΑ πέριξ του 10%.
Η συντριπτική πλειονότητα του εκλογικού σώµατος ψηφίζει µε λογική που δεν αποδέχεται ασταθείς κυβερνήσεις - γι’ αυτό άλλωστε έχει υπερισχύσει στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, συντελούντος και του εκλογικού συστήµατος, η εναλλαγή δύο µεγάλων κοµµάτων στην εξουσία, ενώ σαρώνονται τα µικρότερα.
Αυτό σηµαίνει ότι η συγκεκριµένη λογική θα στρέψει τους αναποφάσιστους -οι οποίοι κατά κύριο λόγο προέρχονται από την εκλογική δεξαµενή του κυβερνώντος κόµµατος- προς το δεύτερο µεγάλο κόµµα, τη Νέα ∆ηµοκρατία, προκειµένου να αυξηθούν οι πιθανότητες της πολιτικής σταθερότητας. Αλλωστε, θα πρέπει να υπενθυµίσουµε ότι στις µετακινήσεις ψηφοφόρων είναι σηµαντικά µεγάλο το ποσοστό αυτών που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ και µετακινούνται προς τη Ν.∆. Με δεδοµένο λοιπόν ότι παρατηρείται µια τέτοια µεταστροφή µεταξύ εκείνων που είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ στις προηγούµενες εκλογές, ευλόγως εκτιµάται ότι και οι εκ του ΣΥΡΙΖΑ προερχόµενοι αναποφάσιστοι υπάρχει πολύ µεγάλη πιθανότητα να δείξουν την ίδια συµπεριφορά.
Εξάλλου, είναι υψηλό το ποσοστό της συµµετοχής του ΣΥΡΙΖΑ στους αναποφάσιστους, όπως προέκυψε από τις έρευνες της Rass και της Pulse. Κάτι βεβαίως που δεν έχει ακόµη διερευνηθεί από τις δηµοσκοπήσεις -ίσως διότι το στοιχείο αυτό αξίζει να εξεταστεί όσο πιο κοντά στον χρόνο των εκλογών- είναι ο προσδιορισµός της παράστασης νίκης µεταξύ των αναποφάσιστων και γενικώς όσων συνθέτουν την αδιευκρίνιστη ψήφο. ∆ηλαδή, (ενώ δηλώνουν ότι είναι αναποφάσιστοι ή ότι θα ρίξουν λευκό ή θα απόσχουν), ποιο θεωρούν ότι θα έλθει πρώτο κόµµα. Το στοιχείο αυτό θεωρείται κρίσιµο -είχε µάλιστα διερευνηθεί τις παραµονές των εκλογών του 2004, όταν είχε εκλεγεί η Ν.∆.- διότι το συγκεκριµένο τµήµα του εκλογικού σώµατος θεωρείται ιδιαίτερα σκεπτόµενο και µε έντονη πολιτική συνείδηση.
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 11/8/2018