Το σκοτεινό παρελθόν του Θανάση Καρτερού
Τους τίτλους που απέκτησε από την αντιστασιακή του δράση θέλησε να τους κεφαλαιοποιήσει µέσα από το ΚΚΕ
Την περίοδο που η οικογένεια του σηµερινού πρωθυπουργού, Αλ. Τσίπρα, έπαιρνε εργολαβίες από τη χούντα των συνταγµαταρχών, ένας ατίθασος φοιτητής στο οικονοµικό τµήµα της Νοµικής Σχολής Αθηνών, ονόµατι Θανάσης Καρτερός, διωκόταν για τις πολιτικές του πεποιθήσεις είχε γίνει τρόφιµος σε τέσσερις διαφορετικές φυλακές της Ελλάδας. Τους τίτλους τιµής που απέκτησε από την αντιστασιακή του δράση, εφόσον δεν τους εκτίµησε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου, όπως έκανε µε άλλους της κοµµουνιστικής Αριστεράς, θέλησε να τους κεφαλαιοποιήσει µέσα από το ΚΚΕ. ∆ηλαδή, από τον «Ριζοσπάστη», το κοµµατικό έντυπο του Περισσού, που τελικά υπήρξε η µεγαλύτερη σχολή παραγωγής «συστηµικών» δηµοσιογράφων, καθώς εκεί εκπαιδεύονταν «όλα τα καλά παιδιά» της µεταπολιτευτικής πιάτσας των µίντια. Και όλοι ήξεραν καλά πως, αν γίνουν «πάροχοι» της αριστεροσύνης τους στα αφεντικά του κεφαλαίου και της διαπλοκής, αυτή η επιλογή τους θα κοστολογηθεί, θα εξαγοραστεί και θα πληρωθεί πιο ακριβά, διότι η δική τους «συµµετοχή» στα σχέδια όσων «χρησιµοποιούσαν» τα ΜΜΕ για να ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις ήταν το τέλειο άλλοθι για τη «νοµιµοποίηση» των «νταβατζήδων» της ενηµέρωσης. Σε αυτό το κόλπο ο Θ. Καρτερός µεγαλούργησε ως «επικοινωνιακή παλλακίδα» ουκ ολίγων κραταιών «βαρόνων» των ΜΜΕ στις πιο κρίσιµες περιόδους της σύγχρονης Ιστορίας, καθώς το ένδοξο παρελθόν του στον χώρο της Αριστεράς ανέβασε τις µετοχές του στο χρηµατιστήριο της ιδιωτικής οικονοµίας. Οταν δε αποχώρησε από τον «Ριζοσπάστη», για χάρη του «κονταροχτυπήθηκαν» οι κυρίαρχοι «βαρόνοι» των ΜΜΕ, Χ. Λαµπράκης και Σ. Αλαφούζος, που ήξεραν καλά πως η «δουλίτσα» της προπαγάνδας και των επικοινωνιακών τους αφηγηµάτων γίνεται καλύτερα µε την επιστράτευση «οσίων» µαρτύρων της Αριστεράς και της προόδου.
Ο ταλαντούχος Θ. Καρτερός, µετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, το 1989, που συνέπεσε µε την άνθηση της ιδιωτικής τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, κατάλαβε πως τα χρόνια που σπατάλησε µε το να πολεµά τους «ταξικούς εχθρούς» και το «κεφάλαιο» ήταν µια «άγονη ιδεολογική απερισκεψία» και, ως εκ τούτου, έπρεπε να τη διορθώσει σε ατοµικό επίπεδο µε όρους αγοράς και ωφελιµιστικής στόχευσης. ∆ηλαδή, να βγάλει λεφτά και να κονοµήσει, εφόσον είχε όλα τα προσόντα σε επίπεδο ιδεολογικού υποβάθρου, κριτήριο που αξιολογούσε µε άριστο βαθµό η διαπλοκή.
Με τον αέρα του αριστερού του παρελθόντος, κατάφερε να γίνει δεξί χέρι της οικογένειας Αλαφούζου, καθώς, όταν αποχώρησε από τον «Ριζοσπάστη», δεν πήγε τελικά στο συγκρότηµα Λαµπράκη, αλλά στον ΣΚΑΪ, τον οποίο θεωρούσε πιο µαχητικό σε επίπεδο δηµοσιογραφικής κάλυψης των γεγονότων.
Η σχολή του ΣΚΑΪ, όπως αυτή διαχρονικά κυριάρχησε στα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα, ήταν προσωπικό του δηµιούργηµα και επί των ηµερών του ανδρώθηκαν δηµοσιογραφικά οι Νίκος Κακαουνάκης και Γ. Τράγκας, αλλά και το αγαπηµένο του παιδί, ο Αρης Πορτοσάλτε, τον οποίο σήµερα ο ΣΥΡΙΖΑ εµφανίζει ως φορέα ενός «επικοινωνιακού απόπατου». Η λατρεία του Θ. Καρτερού προς το πρόσωπο του Α. Πορτοσάλτε και του τρόπου που παρουσίαζε τα γεγονότα ήταν τέτοια που, όταν ο ίδιος «µετακινήθηκε» από το συγκρότηµα Αλαφούζου, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, για να «παίξει µπάλα» στο συγκρότηµα του «εκσυγχρονιστή» εκδότη Μ. Ανδρουλιδάκη, τον «πήρε µαζί του» στον ραδιοφωνικό σταθµό «Planet». Για όσους δεν γνωρίζουν, ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Θ. Καρτερός ήρθε σε ρήξη µε τα µέλη της οικογένειας Αλαφούζου ήταν επειδή την περίοδο διαδοχής του Α. Παπανδρέου δεν στήριξαν εξ αρχής την υποψηφιότητα του Κ. Σηµίτη, αλλά είχαν προεξοφλήσει την κυριαρχία του Α. Τσοχατζόπουλου.
Γνήσιος νοσταλγός της σταλινικής εποχής
Σύμφωνα με πληροφορίες , ο Θανάσης Καρτερός ήταν αυτός που έδωσε αγώνα υπέρ του Κ. Σηµίτη, οργανώνοντας ραντεβού «συνεννόησης» µεταξύ του πρώην πλέον πρωθυπουργού και του αείµνηστου Αρ. Αλαφούζου. Το γεγονός δε ότι ο Θ. Καρτερός υπήρξε «θιασιώτης» του εκσυγχρονιστικού κινήµατος του Κ. Σηµίτη επιβεβαιώθηκε στην πορεία του «επαγγελµατικού» του βίου, καθώς µεταπήδησε στο «συγκρότηµα» Ανδρουλιδάκη, που στα τέλη της δεκαετίας του ’90 άθροιζε σε επίπεδο ΜΜΕ τον «Επενδυτή», την «Εξουσία», τον «Πλάνετ» και στη συνέχεια τον τηλεοπτικό σταθµό «Τέµπο». Εκείνη την περίοδο ο Θ. Καρτερός, µαζί µε τον συγχωρεµένο Τ. ∆ραβαλιάρη, είχαν ανακηρυχθεί στους πιο ισχυρούς παράγοντες για την εµπέδωση της επικοινωνιακής κυριαρχίας του Κ. Σηµίτη στα µέσα µαζικής ενηµέρωσης, ενώ από τις θέσεις ευθύνης που κατείχαν έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη «διάσπαση» του ΣΥΝ, καθώς έκαναν τα «πολιτικά ρουσφέτια» της στρατηγικής του Κ. Σηµίτη για την περίφηµη διεύρυνση του ΠΑΣΟΚ στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Ο Θ. Καρτερός, µάλιστα, για µια περίοδο «διεκδίκησε» και τον ρόλο του «ρυθµιστή» και της διαδοχής του Κ. Σηµίτη, παριστάνοντας τον «πολιτικό µέντορα» του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ Μ. Χρυσοχοΐδη, τον οποίο παρακινούσε να ανοίξει την ηγετική του περπατησιά όταν επί των ηµερών του «εξαρθρώθηκε» η τροµοκρατική οργάνωση «17 Νοέµβρη». Ολα τα παραπάνω είναι ενδεικτικά για να αντιληφθεί κανείς πως η πορεία ενός ανθρώπου όπως ο Θ. Καρτερός ετεροκαθορίζεται από τη στιγµιαία δυναµική των γεγονότων και έναν ακατάσχετο τυχοδιωκτισµό, που µεταβάλλει τις συγκυρίες σε αξιοποιήσιµα εργαλεία για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών και ωφελιµιστικών επιδιώξεων, ειδικά όταν δεν είσαι κανένας τυχαίος, αλλά ξέρεις πως είσαι «αναγκαίος» και από θέση ασφάλειας και σιγουριάς µπορεί να «κερδοσκοπήσεις», ποντάροντας τα ρέστα σου στην αδυναµία των άλλων.
Βέβαια, στο βιογραφικό του Θ. Καρτερού δύσκολα θα βρει κανείς όλες τις αλήθειες από την ιστορία της ζωής του. Ως γνήσιος νοσταλγός της σταλινικής εποχής, έχει διαγράψει από αυτό τα πιο σηµαντικά κεφάλαια, εκείνα δηλαδή κατά τα οποία υπήρξε υπηρέτης ισχυρών αφεντάδων, χρήσιµο γρανάζι της περίφηµης «πλουτοκρατίας» και επικοινωνιακός βαστάζος των «ολιγαρχών» του Τύπου.
Παριστάνει τον χωροφύλακα του δηµοσιογραφικού κόσµου
Το γεγονός ότι σήμερα παριστάνει τον «χωροφύλακα» του δηµοσιογραφικού κόσµου από το «δεσποτικό» του Μεγάρου Μαξίµου, θα µπορούσε να αποδοθεί σε έναν βαθµό στις αναπόφευκτες παραξενιές της τρίτης ηλικίας, καθώς είναι δύσκολο ένας άνθρωπος να συµβιβαστεί µε την ιδέα της φθοράς όταν παύει να περνάει η «µπογιά του», όσο και αν παριστάνει τον «νεόγερο» για να τιµήσει στα στερνά του τα πρώτα της νιότης του, κάτι δηλαδή σαν αυτό που έλεγε ο Γ. Παπανδρέου, «αντιεξουσιαστές στην εξουσία».
Ωστόσο, τα συµπτώµατα της «εκδικητικής µανίας» εναντίον των εκπροσώπων των ΜΜΕ που δεν είναι αρεστοί στην κυβέρνηση, την οποία υπηρετεί σήµερα από τη θέση του διευθυντή του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, υποδηλώνουν έναν «αυταρχικό κοµπλεξισµό» έναντι όλων, επειδή ο ίδιος έπαψε να είναι δηµοσιογράφος και έγινε «υπάλληλος» του Μεγάρου Μαξίµου. Κάτι που µπορεί να ικανοποιεί την «αυταρέσκειά» του επειδή «παραγοντίζει» θεσµικά, όπως ο Καρανίκας, αλλά από την άλλη δεν είναι ηλίθιος να µην αντιλαµβάνεται πως η επιλογή του αυτή ήταν η προσωπική του ήττα. Αυτό από εγωισµό και µόνο δεν θέλει να το παραδεχτεί και πλέον είναι µονόδροµος για τον ίδιο να υπερασπίζεται µε κωµικό τρόπο και αστεία επιχειρήµατα τον ρόλο του «αρλεκίνου» της εξουσίας.
Ο Θ. Καρτερός, που έµαθε στους δηµοσιογράφους την τακτική της επιβλητικής και παρεµβατικής δηµοσιογραφίας, ως διευθυντής σήµερα του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού έχει την ψευδαίσθηση πως τα «γεννήµατά» του θα υποταχθούν στα πολιτικά του κελεύσµατα και θα «καταπιούν» αµάσητη την κοµµατική γραµµή που δίνει µε τις δηµόσιες παρεµβάσεις του. Οµως, κάποτε, όπως είναι γνωστό στη δηµοσιογραφική πιάτσα, ο ίδιος έβαζε δηµοσιογράφους να κάνουν εκποµπές εναντίον των κυνηγών στην Τήλο, επειδή τον ενοχλούσε η παρουσία τους εκεί το διάστηµα που έχτιζε το εξοχικό του. Ιδιαιτέρως χαρακτηριστική εξάλλου της νοοτροπίας της «συνοµοταξίας Καρτερού» ήταν η απάντηση που έδωσε σε σχετική ερώτηση που του έγινε στο πλαίσιο συνέντευξής του ο Αρης Αλεξανδρής: «Η πιο προφανής διαπίστωση σχετικά µε τη συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καµµένου είναι ότι πρόκειται για έναν µπουφόνικο θίασο ανίκανων τυχοδιωκτών. Ο χαβαλές στην εξουσία, κάθε µέρα και από µία αφορµή για γέλιο. Στην πραγµατικότητα όµως, αυτή η συµµαχία αντιπροσωπεύει, νοµίζω, κάτι απείρως πιο επικίνδυνο. Την πιο απειλητική µορφή σαπίλας. ∆εν είναι η διαφθορά, η ιδεοληψία, η οικονοµική τους πολιτική, η εµφυλιοπολεµική ρητορική, τα σκάνδαλά τους που µε κάνουν να φρίττω. Είναι ότι όλα αυτά κατάφεραν να τα κανονικοποιήσουν. Κατάφεραν να γίνουν οι χειρότεροι, πείθοντας υπερβολικά πολύ κόσµο ότι είναι οι προτιµότεροι. Είναι το καµουφλάζ και η εξαπάτηση το πιο τροµακτικό χαρακτηριστικό των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, µπροστά στο οποίο µοιάζει σχεδόν µε πταίσµα το ότι είναι ακατάλληλοι για τη θέση τους».