«Η υλοποίηση του οράματος μιας Ευρώπης δημοκρατικής, κοινωνικής, ανοικτής, σύγχρονης, προοδευτικής, των λαών, της διασφάλισης των εργασιακών δικαιωμάτων και του κοινωνικού κράτους, είναι η έμπρακτη απάντηση στην άνοδο των εθνικιστικών απόψεων στην Ευρώπη» είπε ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στο Φόρουμ των Παρισίων για την Ειρήνη. 

Αυτό είναι το σαφές μήνυμα που έστειλε ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στο Φόρουμ των Παρισίων για την Ειρήνη, από όπου προειδοποίησε ότι «η Ιστορία δεν μπορεί να περιμένει και όταν επαναλαμβάνεται είναι πολύ σκληρή απέναντι μας», καλώντας όλους παρά τις διαφορές, να αγωνιστούν για μια Ευρώπη «που θα μπορούσε να γυρίσει τον τροχό της Ιστορίας προς τα μπροστά».

Αυτή είναι, τόνισε, «μια Ευρώπη που θα μπορούσε να στηρίξει το κοινωνικό κράτος, να προστατεύσει τα δημόσια αγαθά, μια Ευρώπη της Δημοκρατίας και του κοινωνικού ελέγχου, που θα βάλει όρια στις χρηματοπιστωτικές αγορές και θα διασφαλίσει τα κοινωνικά δικαιώματα και θα επενδύσει στη νέα γενιά, μια πολυπολιτισμική και ανοικτή Ευρώπη». Στον αντίποδα, είναι «μια Ευρώπη στην οποία βαθαίνουν οι ανισότητες, το χάσμα πλουσίων και φτωχών, που υψώνονται τείχη και φράχτες στους κυνηγημένους, που οι τεχνοκράτες παίρνουν την πολιτική από τους πολιτικούς και που αδιαφορεί για το μέλλον την νέας γενιάς». Τόνισε ότι αυτή είναι μια Ευρώπη καταδικασμένη να αποτύχει.

Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι ο φασισμός και ο ναζισμός είναι απάνθρωπες ιδεολογίες, οι οποίες όμως απευθύνονται σε ένστικτα, για να σημειώσει ότι οφείλουμε λοιπόν, να είμαστε προσεκτικοί σήμερα, να στρέψουμε το βλέμμα μας σε αυτούς που νιώθουν σήμερα ηττημένοι.

Μιλώντας σε αυτό το σχήμα συζήτησης τύπου «master class», όπου επίσης συμμετείχαν οι ομόλογοι του από την Τσεχία, την Αρμενία και την Παλαιστίνη και με φοιτητές της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού να βρίσκονται στο ακροατήριο, ο Έλληνας πρωθυπουργός, αναφέρθηκε στην εμπειρία που πρέπει να αντληθεί σήμερα από τoυς δύο καταστροφικούς Παγκόσμιους Πολέμους και την περίοδο του Μεσοπολέμου, για να εξάγει συμπεράσματα και αναλογίες για το σήμερα και το μέλλον. Σχολίασε ότι ο ιστορικός ντετερμινισμός μπορεί να απορριφθεί από φιλοσοφική σκοπιά, αλλά όμως πολιτικά πολύ δύσκολα μπορούν να αγνοηθούν τα πορίσματά του και αυτό «ειδικά στην περίπτωση ενός ενδεχόμενου ιστορικού déjà vu ενώπιον του οποίου βρισκόμαστε σήμερα, και οφείλουμε να δώσουμε απαντήσεις».

Ξεκινώντας την ομιλία του, ο κ. Τσίπρας επισήμανε ότι το 1910 είχαμε σχεδόν 40 χρόνια όπου η Ευρώπη είχε ειρήνη και μάλιστα τα τελευταία χρόνια ήταν χρόνια ευημερίας, οικονομικής ανόδου, η λεγόμενη «μπελ εποκ» και κανείς στην Ευρώπη δεν πίστευε ότι ο πόλεμος θα ξαναγυρίσει στην Ευρώπη. Θύμισε ότι τότε ο Νόρμαν Έιντζελ έγραψε τη «Μεγάλη Χίμαιρα» και προσπάθησε να εξηγήσει γιατί ποτέ δεν θα ξαναδούμε πόλεμο στην Ευρώπη. Ωστόσο, «λίγους μήνες μετά εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες ρίχνονταν στη μάχη και λίγα χρόνια αργότερα είχαμε την απώλεια εκατομμυρίων ψυχών στο κέντρο της Ευρώπης και σε όλον τον κόσμο». Παρέπεμψε επίσης στην ομώνυμη ταινία (Μεγάλη Χίμαιρα) του Ζαν Ρενουάρ, μια από τις σημαντικότερες αντιπολεμικές, το 1937 στον Μεσοπόλεμο, όπου σε κάποια σκηνή ο υπολοχαγός Μαρεσάλ λέει στον Ρόσενταλ: «Πρέπει να τελειώνουμε με τον αναθεματισμένο τον πόλεμο και να είναι ο τελευταίος», για να πάρει την απάντηση: «Μα τι ψευδαίσθηση».

«Πράγματι», σχολίασε ο πρωθυπουργός, «λίγα χρόνια αργότερα επιβεβαιώθηκε ότι ήταν ψευδαίσθηση πως δεν θα υπάρξει πόλεμος, μια ψευδαίσθηση η οποία κατέρρευσε οριστικά όταν πρωταγωνιστές της Ιστορίας έγιναν ο Χίτλερ, ο Μουσολίνι και ο Φράνκο». Υποστήριξε ότι αν υπάρχει μια περίοδος από την οποία μπορούμε να βγάλουμε σημαντικά διδάγματα για τα λάθη και τις παγίδες που πρέπει να αποφύγουμε, είναι αναμφίβολα ο μεσοπόλεμος .Με την έννοια ότι, εξήγησε ο κ. Τσίπρας, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, όχι μόνο έληξε με την ήττα του ναζισμού και του φασισμού, αλλά αποτέλεσε την αφετηρία της αναγέννησης της Ευρώπης. «Η Ευρώπη χτίστηκε ξανά στα θεμέλια της, την κοινωνική δικαιοσύνη, την προστασία της εργασίας, την ισότητα των δύο φύλων, την αναβάθμιση των υποδομών και των δικτύων, την ειρήνη και τη συνεργασία ανάμεσα στους λαούς», τόνισε.

Ωστόσο, σημείωσε, δεν έγινε το ίδιο όμως μετά το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Παρατήρησε ότι αν θελήσουμε να συγκρίνουμε την περίοδο μετά το τέλος του Α΄ ΠΠ με τη σημερινή περίοδο πολύ μεγάλες διαφορές υπάρχουν αναμφίβολα, ωστόσο πρέπει να δούμε ότι οι αιτίες που οδήγησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: η εξαθλίωση, οι μεγάλες ανισότητες, μια ατιμωτική τότε συμφωνία γι' αυτούς που οδηγήθηκαν εύκολα στη ρητορική του φασισμού. «Θα δούμε λοιπόν ότι υπάρχουν συγκρίσεις που πρέπει να τις λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας», είπε, για να υπογραμμίσει ότι «σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο που γεννά ανισότητες, αυτός είναι ο λόγος που έρχονται κατά εκατομμύρια μετανάστες στην Ευρώπη, ανισότητες ανάμεσα στον αναπτυγμένο και τον Τρίτο κόσμο αλλά και μέσα στην Ευρώπη». Σε αυτό το σημείο είπε ότι «η χώρα μου η Ελλάδα στην καρδιά της Ευρώπης, από το 2010 έως το 2015, υφιστάμενη ένα πρωτοφανές πρόγραμμα λιτότητα έχασε το ¼ του εθνικού της πλούτου κι αυτό είναι κάτι που δεν συμβαίνει εύκολα σε καιρό ειρήνης». Είπε ότι «παρόμοιες πολιτικές, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, της ανάπτυξης, του κοινού νομίσματος -που βεβαίως είναι μια πολύ μεγάλη κατάκτηση στην Ευρώπη-, έχουν υποστεί κυρίως οι λαοί του Νότου, αλλά και όλες οι ο ευρωπαϊκές χώρες, τα μεσαία και τα χαμηλά στρώματα, ο κόσμος της εργασίας, οι νέες και οι νέοι έχουν κληθεί να πληρώσουν τις συνέπειες μιας κρίσης οικονομικής που προκάλεσε η ανευθυνότητα των πολιτικών ηγεσιών και η ασυδοσία των χρηματοπιστιωτικών ελιτ».

«Ποια είναι η σύγκριση;», έθεσε το ερώτημα ο πρωθυπουργός. «Όταν σήμερα υπάρχει κόσμος που χάνει τη δουλειά, το σπίτι, την εμπιστοσύνη του στους θεσμούς, το όραμα του, είναι δεδομένο ότι αυτός ο κόσμος θα αρχίσει να εμπιστεύεται αυτούς που του δίνουν εύκολες απαντήσεις και σε κάθε περίπτωση όχι αυτούς που αισθάνεται ότι ευθύνονται γι' αυτό». Σημείωσε ότι αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννιέται και μεγαλώνει το αυγό του φιδιού, δηλαδή η ακροδεξιά, οι εθνικιστικές απόψεις, οι απόψεις που οδήγησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Και τις έχουμε σήμερα στην Ευρώπη παντού να μεγαλώνουν και σε ορισμένες χώρες να γίνονται mainstream, να μην είναι το άκρο του πολιτικού συστήματος».

Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι «η διαίρεση της κοινωνίας, η στοχοποίηση κοινωνικών και πληθυσμιακών ομάδων, η καλλιέργεια του φόβου, η διαρκής επίκληση ενός εθνικού μεγαλείου το οποίο δε χωράει κανέναν άλλο πλαίσιο πέρα από τους εκλεκτούς, δημιουργεί μια ξεκάθαρη αναλογία με αυτό που έζησε η Ευρώπη τον Μεσοπόλεμο, πριν οδηγήσει στον Β´ Παγκόσμιο. Πρόσθεσε ότι «ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι, απευθύνθηκαν σε κοινωνίες καθημαγμένες.Σε κοινωνίες που κυριαρχούσε ο φόβος και η απόγνωση. Και εκεί οι κυρίαρχες ελίτ ήταν απολύτως ανυπόληπτες. Γιατί ήταν αυτές που έστειλαν τα παιδιά τους σε ένα πόλεμο».

Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι «ο φασισμός και ο ναζισμός είναι απάνθρωπες ιδεολογίες. Είναι όμως πανίσχυρες διότι απευθύνονται σε ένστικτα», ότι σε συνθήκες πολέμου, επικρατεί το ένστικτο της επιβίωσης και πως μετά τον πόλεμο όμως, ο γονατισμένος από αυτόν, ο ηττημένος, διακατέχεται από ένα άλλο ένστικτο, αυτό της εκδίκησης. «Εκεί πάτησαν οι δημαγωγοί εκείνης της περιόδου», είπε. Σημείωσε ότι «οφείλουμε λοιπόν, να είμαστε προσεκτικοί σήμερα. Να στρέψουμε το βλέμμα μας σε αυτούς που, αν και ακούγεται βαρύ, νιώθουν σήμερα ηττημένοι και ψάχνουν τις απαντήσεις σε αυτούς που τους υπόσχονται εθνικά μεγαλεία και εκδίκηση απέναντι σε αυτούς που ευθύνονται για όλα αυτά».

Ερωτηθείς σχετικά μετά το πέρας της ομιλίας του, ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι «το τελευταίο διάστημα η ελληνική κυβέρνηση έχει πάρει πρωτοβουλίες προκειμένου να επιλύσει χρόνια προβλήματα με τους βόρειους γείτονες της». Είπε ότι «έχουμε φτάσει σε μια δύσκολη αλλά αισιόδοξη και ελπιδοφόρα συμφωνία με την ΠΓΔΜ μετά από 35 χρόνια για την ονομασία τους και έχουμε δουλέψει παρά πολύ και με την κυβέρνηση της Αλβανίας για να λύσουμε χρονιές διαφορές». Πρόσθεσε ότι «βρισκόμαστε σε ένα καλό δρόμο, σε ένα δρόμο διαπραγματεύσεων, έχουν όμως ακόμα να γίνουν πράγματα». Τόνισε ότι «το πιο σημαντικό είναι να εμπεδώσουμε στους λαούς μας και τους πολίτες μας ότι δεν μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά κουβαλώντας τα βάρη του παρελθόντος. Ότι η πολιτική της αδράνειας, του να αφήνουμε τα προβλήματα να υπάρχουν είναι μια πολιτική αδιέξοδη» και πως «θα πρέπει να τολμήσουμε να προχωρήσουμε σε προωθητικούς συμβιβασμούς προς όφελος των λαών μας». «Όσο και αν αυτό είναι δύσκολο, όσο και αν αυτό απαιτεί να κάνουμε μισό βήμα πίσω και οι δυο πλευρές για να κάνουμε πολλά βήματα μπροστά», πρόσθεσε μεταξύ άλλων για να σημειώσει πως αυτή είναι μια αντίληψη που μπορεί να δώσει μια δυναμική στην περιοχή των Βαλκανίων που δεν πρέπει πια να είναι η πυριτιδαποθήκη και η γενεσιουργός περιοχή μεγάλων συρράξεων και πολέμων όπως ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. «Φτάνει πια το αιματοκύλισμα στην περιοχή των Βαλκανίων, πρέπει όλοι να σοβαρευτούμε, να μάθουμε από την ιστορία και η ιστορία να γίνει για μας σχολείο και όχι φυλακή», είπε.