Αντάρτικο στο Μαξίμου για τον Παυλόπουλο
Η βεβιασµένη κίνηση του Αλέξη Τσίπρα να τον προτείνει εκ νέου για την Προεδρία της ∆ηµοκρατίας προκαλεί κλίµα διχασµού στο κυβερνών κόµμα
Με φόντο το στρατηγικό σχέδιο του Μαξίµου για διεύρυνση της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο της Κεντροαριστεράς µέσα από την οικοδόµηση συµµαχιών µε τις αποκαλούµενες «προοδευτικές δυνάµεις», η βεβιασµένη κίνηση του Αλ. Τσίπρα να προτείνει εκ νέου για την Προεδρία της ∆ηµοκρατίας τον Πρ. Παυλόπουλο έχει ως αποτέλεσµα την πρόκληση εσωτερικών αντιδράσεων και την ανάπτυξη ενός υπόγειου κλίµατος διχασµού στο κυβερνών κόµµα.
Η πρόταση-δέσµευση Τσίπρα χαρακτηρίστηκε «πρόσκαιρος τακτικισµός», µε στόχο τη µετατόπιση του δηµόσιου διαλόγου στην ονοµατολογία για τον επόµενο Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας, ώστε να αποφευχθεί ο εγκλωβισµός του ΣΥΡΙΖΑ από τη Ν.∆. στη Βουλή κατά τη συζήτηση των προτεινόµενων αλλαγών για την εκλογή του Πτ∆ στο πλαίσιο της συνταγµατικής αναθεώρησης. Ωστόσο, η αναφορά του στην ανανέωση της θητείας του Πρ. Παυλόπουλου αιφνιδίασε δυσάρεστα σηµαίνοντα στελέχη στον ΣΥΡΙΖΑ.
Μεταξύ αυτών µια κατηγορία ιστορικών στελεχών της Αριστεράς, τα ονόµατα των οποίων το προηγούµενο διάστηµα µάλιστα είχαν προβληθεί στα σενάρια των εν δυνάµει υποψηφίων για την Προεδρία της ∆ηµοκρατίας. Χαρακτηριστική η περίπτωση του προέδρου της Βουλής, Ν. Βούτση, αλλά και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Γ. ∆ραγασάκη. Επίσης, την άποψη ότι ο πρωθυπουργός δεν έπρεπε να ανοίξει από τώρα τα χαρτιά του για τον επόµενο Πρόεδρο συµµερίζονται ο γραµµατέας της Κεντρικής Επιτροπής του κόµµατος, Πάνος Σκουρλέτης, όπως και οι πρώην υπουργοί Νίκος Φίλης, Νίκος Ξυδάκης, Αρ. Μπαλτάς κ.ά.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Η συζήτηση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάγκη προώθησης αριστερού υποψηφίου στο ανώτατο πολιτειακό αξίωµα έχει τις ρίζες της στο 2015. Αυτό γιατί, πριν ο Αλ. Τσίπρας οδηγηθεί από κοινού µε τον Π. Καµµένο στην απόφαση να προτείνουν τον Πρ. Παυλόπουλο για Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας, οι πιο «αριστερόστροφες» συνιστώσες του κόµµατος, δηλαδή η «Αριστερή Πλατφόρµα» του Π. Λαφαζάνη και η οµάδα των «53+», στις συνεδριάσεις των οργάνων επέµειναν µέχρι τέλους για υποψήφιο από τον δικό τους χώρο και σε καµία περίπτωση από τη Ν.∆. Μάλιστα, ανάµεσα στις προτάσεις που είχαν καταθέσει ήταν για τον πρώην υπουργό Μ. ∆ρεττάκη, τον Μ. Γλέζο, τον σκηνοθέτη Κ. Γαβρά και τη συγγραφέα Ι. Καρυστιάνη.
Σε καµία περίπτωση, µάλιστα, όπως αναφέρουν πηγές του ΣΥΡΙΖΑ µέχρι και σήµερα, δεν είχαν λάβει σοβαρά υπόψη τις πληροφορίες που καταγράφονταν στα ρεπορτάζ εκείνης της περιόδου για τις υποψηφιότητες του ∆. Αβραµόπουλου και του Πρ. Παυλόπουλου. Σε σχέση µε τον τελευταίο, µάλιστα, που επικράτησε -µε δεδοµένο ότι ο κ. Αβραµόπουλος είχε ήδη αναλάβει επίτροπος στην Κοµισιόν-, σηµειώνεται ότι, όταν τον ανακοίνωσε ο Αλ. Τσίπρας στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, για να προκαταλάβει τις αντιδράσεις, τον «χρέωσε» µε εύσχηµο τρόπο στον άνθρωπο που βοήθησε την Αριστερά να σχηµατίσει κυβέρνηση. ∆ηλαδή στον πρόεδρο των ΑΝ.ΕΛ., Π. Καµµένο. ∆εδοµένου ότι από το κάδρο της σηµερινής διακυβέρνησης απουσιάζουν πλέον ο Π. Καµµένος και οι ΑΝ.ΕΛ., ενώ ταυτόχρονα γίνεται οργανωµένη συζήτηση για τη συγκρότηση ενός «προοδευτικού µετώπου» µε τις δυνάµεις της Κεντροαριστεράς, η κίνηση του Αλ. Τσίπρα να προεξοφλήσει από τώρα τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ στο πρόσωπο του προερχόµενου από τη Ν.∆. Πρ. Παυλόπουλου κρίνεται εσφαλµένη και «επισπεύδουσα» από πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και εν γένει της Κεντροαριστεράς.
Μάλιστα, αυτό έγινε φανερό και από το γεγονός ότι η επικεφαλής του ΚΙΝ. ΑΛ., Φ. Γεννηµατά, έσπευσε να ξεκαθαρίσει πως δεν πρόκειται να δώσει το κόµµα θετική ψήφο στην επανεκλογή Παυλόπουλου. Είναι αξιοσηµείωτο, ταυτόχρονα, ότι, σύµφωνα µε καλά πληροφορηµένες πηγές από το κυβερνητικό στρατόπεδο, ζωηρό ενδιαφέρον για το πρόσωπο που θα υποδειχθεί για το ανώτατο πολιτειακό αξίωµα επιδεικνύουν και οι «πράσινοι µουσαφίρηδες» στον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή πρώην βουλευτές του ΠΑΣΟΚ από το «µπλοκ» των «παπανδρεϊκών» και των «εκσυγχρονιστών», όπως οι Θάνος Μωραΐτης, Γιάννης Ραγκούσης και Θανάσης Θεοχαρόπουλος.
Επίσης, στελέχη από το Ποτάµι που στην παρούσα φάση «συµπορεύονται» πλέον µε το κυβερνών κόµµα, όπως ο Σπ. ∆ανέλλης. Υπό το πρίσµα αυτό, διόλου τυχαία δεν ήταν την εβδοµάδα που πέρασε η παρέµβαση που έκανε ο καθηγητής Ν. Αλιβιζάτος, προβάλλοντας εγκωµιαστικές αναφορές για την ευστροφία του Αλ. Τσίπρα. «Πιάνει πουλιά στον αέρα», ήταν η χαρακτηριστική φράση του σε συνέντευξή του, που προκάλεσε πολλές συζητήσεις και σχόλια. Σηµειωτέον ότι το 2015 ο Ν. Αλιβιζάτος είχε προταθεί για Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας από το Ποτάµι και τον Στ. Θεοδωράκη και την υποψηφιότητά του είχε στηρίξει το ΠΑΣΟΚ.
Στην ίδια συνέντευξή του ο έγκριτος καθηγητής της Νοµικής, ο οποίος, σηµειωτέον, είχε αναλάβει επικεφαλής συγκρότησης στο «Συµµαχικό Σχήµα» που επιχείρησαν να δηµιουργήσουν από κοινού ΠΑΣΟΚ - Ποτάµι -ΚΙ∆ΗΣΟ - ∆ΗΜ. ΑΡ., ανέφερε και κάτι ακόµη, που φάνηκε σαν «κλείσιµο του µατιού» και προς τον αρχηγό της σηµερινής αντιπολίτευσης, Κ. Μητσοτάκη, ο οποίος ήταν ο µόνος από τη Ν.∆. που ως βουλευτής είχε αρνηθεί τη θετική ψήφο στον Πρ. Παυλόπουλο για την Προεδρία της ∆ηµοκρατίας.
Ο Ν. Αλιβιζάτος προέβλεψε πως η Ν.∆. θα είναι αυτοδύναµη στις εθνικές εκλογές.
ΝΙΚΟΣ ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ
Σε κάθε περίπτωση, η εµφάνιση του έγκριτου νοµικού και αναγνωρισµένης προσωπικότητας της Κεντροαριστεράς την παρούσα συγκυρία στην πολιτική επικαιρότητα, παρότι ο ίδιος στη συνέχεια µε διευκρινιστική δήλωσή του αρνήθηκε ότι έχει πρόθεση να συµµετάσχει στο ψηφοδέλτιο για τις ευρωεκλογές του ΣΥΡΙΖΑ ή ότι έχει ενδιαφέρον για κάποιο άλλο δηµόσιο αξίωµα, ερµηνεύτηκε ως ένα ηχηρό «παρών» για το µέλλον. Σύµφωνα µε πληροφορίες, εκτός από τον Ν. Αλιβιζάτο, που µένει να αποδειχθεί εάν στο τέλος θα υπάρξουν δυνάµεις από τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ -πρώτιστα εκείνες που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ- για να επαναφέρουν στο προσκήνιο το ενδεχόµενο να προταθεί για την Προεδρία της ∆ηµοκρατίας, ακόµα µία περίπτωση «κεντροαριστερής» υποψηφιότητας που εσχάτως συζητείται στους πολιτικούς κύκλους είναι αυτή της πρώην υπουργού Παιδείας του ΠΑΣΟΚ Α. ∆ιαµαντοπούλου.
Σύµφωνα µε πηγές της Χαριλάου Τρικούπη, µε βάση και πληροφορίες που έχουν περιέλθει στο επιτελείο της Φ. Γεννηµατά, η τελευταία τοποθέτηση της Α. ∆ιαµαντοπούλου, στην οποία εύχεται να είναι αυτοδύναµη η Ν.∆. του Κυρ. Μητσοτάκη, σχετίζεται µε τις φιλοδοξίες της να θέσει υποθήκες προκειµένου να είναι η πρώτη γυναίκα στο ανώτατο πολιτειακό αξίωµα και όχι µόνο σε σχέση µε τη συµµετοχή της στην επόµενη κυβέρνηση.
Εργαλείο πολιτικών επιδιώξεων «δείχνει» η προεδρική εκλογή
Η ΙΣΤΟΡΙΑ έχει αποδείξει πως η διαδικασία εκλογής Προέδρου της ∆ηµοκρατίας έχει γίνει αντικείµενο «εργαλειοποίησης» από τα κόµµατα είτε για την πρόκληση πρόωρων εκλογών είτε για την εξυπηρέτηση στρατηγικών σχεδιασµών στο πλαίσιο της αµφίπλευρης διεύρυνσης της πολιτικής τους επιρροής. Και οι συνήθεις αυτές διεργασίες αποκτούν θεσµικό περιεχόµενο µέσα από την κοινά αποδεκτή επιχειρηµατολογία πως ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας πρέπει να συµβολίζει την ενότητα του έθνους και να αντανακλά την ισορροπηµένη έκφραση όλων των πολιτικών δυνάµεων που συµµετέχουν στο Κοινοβούλιο. ∆εν χρειάζεται να ανατρέξουµε στη δεκαετία του ’80, µε την περίπτωση του Χρ. Σαρτζετάκη, αλλά να καταγράψουµε το χρονικό της τελευταίας 25ετίας. Το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου το 1995 αιφνιδίασε τη Ν.∆. στηρίζοντας για Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας τον προτεινόµενο από την Πολιτική Ανοιξη του Αντ. Σαµαρά, Κ. Στεφανόπουλο.
Πέντε χρόνια αργότερα, ο Κ. Σηµίτης, αφού είχε χάσει το ΠΑΣΟΚ τις ευρωεκλογές από τη Ν.∆. του Κ. Καραµανλή, σε µια προσπάθεια να πιέσει την Κεντροδεξιά, έκανε αυτό που σήµερα επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ µε τον Πρ. Παυλόπουλο. Ανακοίνωσε έναν χρόνο πριν ότι θα στηρίξει εκ νέου τον Κ. Στεφανόπουλο για την Προεδρία της ∆ηµοκρατίας, ζητώντας από την ηγεσία της Ν.∆. να πάρει θέση. Εκ των υστέρων, στο τότε επιτελείο του Κ. Σηµίτη θεώρησαν πως η κίνησή τους αυτή, που «ακουµπούσε» στη µεγάλη δηµοφιλία του Κ. Στεφανόπουλου στην κοινωνία, έπαιξε ρόλο στην επικράτηση του ΠΑΣΟΚ στις εθνικές εκλογές του 2000. Η διαδικασία της προεδρικής εκλογής ενσωµατώθηκε στη στρατηγική και του Κ. Καραµανλή για άνοιγµα στον «µεσαίο χώρο» και τις δυνάµεις του κοινωνικού Κέντρου, όταν ως πρωθυπουργός πρότεινε για Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας τον Κ. Παπούλια, τον ∆εκέµβριο του 2004.
Τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής αξιοποίησε, εξάλλου, ως αρχηγός της αντιπολίτευσης και ο Γ. Παπανδρέου, αφού πρώτα έθεσε ως όρο την προκήρυξη εθνικών εκλογών το 2009. Αφού πέτυχε τον στόχο του, κερδίζοντας τις εκλογές τον Οκτώβριο του 2009, στις αρχές του 2010 πρότεινε εκ νέου τον Κ. Παπούλια για Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας. Σηµειωτέον, δε, πως κατά την περίοδο της ολοκλήρωσης της πρώτης θητείας του Κ. Παπούλια σε ετοιµότητα βρίσκονταν και «φλέρταραν» µε την ιδέα να τον διαδεχθούν στο ανώτατο πολιτειακό αξίωµα, έπειτα από σχετικές συζητήσεις στο παρασκήνιο που είχαν εξελιχθεί, ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Αλ. Παπαδόπουλος και ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΝ, Ν. Κωνσταντόπουλος. Αντίστοιχο παράδειγµα «εργαλειοποίησης» της προεδρικής εκλογής και ένταξης της όλης διαδικασίας στον στρατηγικό σχεδιασµό των κοµµάτων υπήρξε και το 2014.
Είναι γνωστό πως ο Αντ. Σαµαράς ως πρωθυπουργός, για να αποφύγει την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, καθώς έβλεπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν σκόπευε να συναινέσει εκείνη την περίοδο, σε πρώτη φάση έκανε πρόταση στον τότε πρόεδρο της ∆ΗΜ.ΑΡ., Φ. Κουβέλη, ο οποίος όµως στο τέλος αρνήθηκε. Εν συνεχεία πρότεινε τον Στ. ∆ήµα, η υποψηφιότητα του οποίου, αν και αναγνωρίστηκε ως σεβαστή από τον ΣΥΡΙΖΑ, για λόγους εξυπηρέτησης των κοµµατικών σκοπιµοτήτων της Κουµουνδούρου δεν υποστηρίχθηκε και η χώρα οδηγήθηκε στις κάλπες. Το 2015, µε κυβέρνηση συνασπισµού πλέον ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ., υπήρξε έντονο παρασκήνιο πριν φτάσουµε στην υποψηφιότητα του Πρ. Παυλόπουλου, αφού αρχικά ο Αλ. Τσίπρας φερόταν να είχε «δεσµευθεί» σχετικά στον ∆. Αβραµόπουλο, ο οποίος όµως παρέµεινε τελικά στις Βρυξέλλες και δεν µετακόµισε στην Ηρώδου Αττικού.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ